• Σχόλιο του χρήστη 'ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ' | 19 Ιουλίου 2022, 16:02

    Η Οικολογική Παρέμβαση Ηρακλείου, στο πλαίσιο της δημόσιας Διαβούλευσης επί του επί του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας με τίτλο: «Διατάξεις για την απλοποίηση της περιβαλλοντικής αδειοδότησης, των περιβαλλοντικών επιθεωρήσεων και την προστασία του περιβάλλοντος, επείγουσες δασικές, χωροταξικές και πολεοδομικές διατάξεις, θέσπιση πλαισίου για την ανάπτυξη των Υπεράκτιων Αιολικών Πάρκων, αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης και ζητήματα κυκλικής οικονομίας» θα ήθελε να επισημάνει τα ακόλουθα: Για άλλη μια φορά γινόμαστε θεατές στην αποδόμηση της περιβαλλοντικής νομοθεσίας από την παρούσα κυβέρνηση, με ένα Σχέδιο Νόμου του ΥΠΕΝ που κατατίθεται μέσα στο καλοκαίρι με συνοπτικές διαδικασίες, τον χαρακτηρισμό του κατεπείγοντως και με ασφυκτικά όρια διαβούλευσης που μόνο ως εμπαιγμός της κοινωνίας μπορούν να θεωρηθούν. Ένα Σχέδιο Νόμου όπου συμπλέκονται διατάξεις για το «πλαίσιο ανάπτυξης υπεράκτιων αιολικών πάρκων», μαζί με «απλουστεύσεις» της περιβαλλοντικής διαδικασίας, ανάμεσα στις οποίες κορυφαίο ζήτημα είναι αυτό που αφορά στις «χρήσεις γης στις προστατευόμενες περιοχές» όπως αυτές θα πρέπει να καθορίζονται στις ΕΠΜ οι οποίες βρίσκονται αυτή τη στιγμή σε εξέλιξη! Θεωρούμε ότι το συγκεκριμένο Σχέδιο Νόμου κατεδαφίζει ότι έχει απομείνει από την προστασία του περιβάλλοντος και μαζί και τη συνταγματική επιταγή του άρθρου 24 ενώ εξαφανίζει ως δια μαγείας τις διεθνείς και ευρωπαϊκές περιβαλλοντικές υποχρεώσεις που η χώρα έχει υπογράψει ότι θα υιοθετήσει και υλοποιήσει! Μόλις πριν μερικούς μήνες, στο παγκόσμιο συνέδριο της Διεθνούς Ένωσης για την Προστασία της Φύσης (IUCN), η κυβέρνηση δεσμεύτηκε «να γίνει πρωταθλήτρια στην πλήρη εφαρμογή της νομοθεσίας της ΕΕ για την προστασία του περιβάλλοντος», τονίζοντας «πως η ανακήρυξη του καθεστώτος προστασίας για όλες τις περιοχές Natura 2000 θα ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος του 2022, μέσω μιας απολύτως διαφανούς και συμπεριληπτικής διαδικασίας». To νομοσχέδιο αυτό κάνει ακριβώς το αντίθετο! Το παρόν Σχέδιο Νόμου είναι σε πλήρη αντίθεση με τις κατευθύνσεις του Ευρωπαϊκού θεσμικού πλαισίου που αφορούν: 1. Στη στρατηγική της ΕΕ για τη βιοποικιλότητα ε ορίζοντα το 2030 «Επαναφορά της φύσης στη ζωή μας». 2. Στις οδηγίες και τα κριτήρια για τον ορισμό των προστατευόμενων περιοχών. 3. Στην επικείμενη έκδοση από την ΕΕ Νόμου για την Αποκατάσταση της Φύσης ο οποίος έχει ήδη διαμορφωθεί μετά από πολυετή διαβούλευση. Το παρόν Σχέδιο Νόμου αλλοιώνει καταφανώς τον διεθνώς αποδεκτό θεσμό των αυστηρά προστατευόμενων περιοχών (κατηγορία στην οποία η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζητά από τα κράτη μέλη να εντάξουν τουλάχιστον το 10% της επικράτειας). Επιβαρύνει όλες τις ζώνες προστασίας των προστατευόμενων περιοχών Natura 2000 με νέες χρήσεις που δεν προβλέπονταν από το έτσι κι αλλιώς προβληματικό ισχύον καθεστώς. Υποβαθμίζει τον ήδη αναξιόπιστο θεσμό των μελετών περιβαλλοντικών επιπτώσεων (ΜΠΕ), καθώς προβλέπει ότι οι αξιολογητές των ΜΠΕ θα αμείβονται απευθείας από τους φορείς των έργων που ελέγχουν, δημιουργώντας έτσι μια υπαλληλική σχέση, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, η οποία ακυρώνει την ανεξαρτησία που πρέπει (σύμφωνα και με τη νομοθεσία της ΕΕ) να περιβάλλει το σύστημα αξιολόγησης των περιβαλλοντικών μελετών. Προεξοφλεί, επίσης, το περιεχόμενο των προεδρικών διαταγμάτων που η Ελλάδα σκανδαλωδώς καθυστερεί εδώ και 10 χρόνια να εκδώσει για την προστασία των περιοχών Natura 2000, προβλέποντας αποσπασματικές διαδικασίες για τη συνέχιση υφιστάμενων και την υλοποίηση νέων έργων και δραστηριοτήτων ανεξάρτητα από τις προβλέψεις των προεδρικών διαταγμάτων και τις οικολογικές ανάγκες οικοτόπων και ειδών. Αυτό παραβιάζει ευθέως τη νομοθεσία της ΕΕ για την προστασία της φύσης, η οποία δίνει προτεραιότητα στη διατήρηση της βιοποικιλότητας και επιβάλλει τη θέσπιση των κατάλληλων μέτρων, ώστε να αποφεύγεται η υποβάθμιση των φυσικών οικοσυστημάτων και των προστατευόμενων ειδών. Ταυτόχρονα το παρόν Σχέδιο Νόμου: – Απαλλάσσει άμεσα ή έμμεσα από περιβαλλοντική αδειοδότηση, μια σειρά από υποδομές δημόσιου ενδιαφέροντος, πέρα από τα έργα που εξυπηρετούν αμιγώς την εθνική άμυνα, και διευκολύνει τις υπηρεσίες στην έκδοση αποφάσεων τροποποίησης ΑΕΠΟ -χωρίς ή με πρόσθετους περιβαλλοντικούς όρους- χωρίς δημόσια διαβούλευση, με την επίκληση ότι δεν υπάρχει «ουσιώδης μεταβολή των περιβαλλοντικών επιπτώσεων». – Μετατρέπει την περιβαλλοντική αδειοδότηση σε συναλλαγή μεταξύ των κυρίων των έργων και ιδιωτών αξιολογητών, με τους αξιολογητές των ΜΠΕ να αμείβονται απευθείας για τις μελέτες που ελέγχουν από τις εταιρείες που τις υποβάλλουν στις υπηρεσίες για έγκριση, αντί να διασφαλίσει την ανεξαρτησία της αξιολόγησης. – Προσφέρει απλόχερα γη απαλλαγμένη από την εκτός σχεδίου δόμηση, στους κάθε λογής επενδυτές, με σκοπό την προστασία της οικονομικής μεγέθυνσης, θυσιάζοντας το περιβάλλον και την κοινωνία. – Προτείνει την αποσπασματική «χωροθέτηση» θαλάσσιων αιολικών σταθμών, στο πρότυπο των ΕΣΧΑΔΑ, και την αδειοδότησή τους από την Ελληνική Διαχειριστική Εταιρία Υδρογονανθράκων. Όσον αφορά στο πλαίσιο ανάπτυξης υπεράκτιων αιολικών πάρκων, προφανώς δε συντρέχουν λόγοι κατεπείγουσας διαδικασίας. Τίθεται σε διαβούλευση ενάμιση χρόνο μετά από τη «διαβούλευση», που είχε γίνει με πρωτοβουλία της ΕΛΕΤΑΕΝ, εγκαινιάζοντας τότε, μια εποχή όπου επίσημα πλέον οι ίδιες οι εταιρείες ασκούν εθνικό ενεργειακό σχεδιασμό, κριτικάροντας μάλιστα το δημόσιο για τις ανεπάρκειές του, όπως είχαμε σχολιάσει σε δελτίο τύπου μας με θέμα «Θαλάσσια αιολικά: ένα νέο πεδίο εμπορευματοποίησης της ενέργειας και της θάλασσας», πριν από ένα χρόνο. Η καθυστέρηση δεν οφείλεται σε προσπάθεια σύνταξης και έγκρισης Θαλάσσιου Χωροταξικού Πλαισίου, που η χώρα όφειλε να υλοποιήσει μέχρι το Μάρτιο του 2021, σύμφωνα με την Οδηγία 2014/89/ΕΕ «Περί Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού». Κι αυτό φαίνεται από το γεγονός ότι αντί γι’ αυτό, το νομοσχέδιο υιοθετεί και εφαρμόζει τον βραχυπρόθεσμο στόχο που είχε προτείνει η ΕΛΕΤΑΕΝ, για αποσπασματικό καθορισμό Περιοχών Οργανωμένης Ανάπτυξης Υπεράκτιων Αιολικών Πάρκων (ΠΟΑΥΑΠ), στο πρότυπο των Ειδικών Πολεοδομικών Σχεδίων. Ο καθορισμός της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρίας Υδρογονανθράκων Α.Ε. ως φορέα Διαχείρισης για τα Υπεράκτια Αιολικά Πάρκα, επιβεβαιώνει τις εκτιμήσεις μας για τη συγγένεια που εμφανίζει η διαδικασία χωροθέτησης και αδειοδότησης των θαλάσσιων αιολικών με την παραχώρηση «οικοπέδων» για την έρευνα και εξόρυξη υδρογονανθράκων, αλλά και τα εμπόδια που συνιστούν η περιορισμένη στα έξι (6) ναυτικά μίλια αιγιαλίτιδα ζώνη και η έλλειψη καθορισμένης Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) στο Αιγαίο, εμπόδια που υπαγορεύουν και τις συγκεκριμένες πολιτικές επιλογές. Παράλληλα, αναδεικνύει πόσο ο χαρακτήρας της υποτιθέμενης αποκεντρωμένης παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας είναι στην πραγματικότητα βαθειά συγκεντρωτικός, αφού για τη δημιουργία υπεράκτιων αιολικών σταθμών ενδιαφερόμενες είναι, εκτός από τις μεγάλες εταιρείες που δραστηριοποιούνται στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και όλες οι μεγάλες εταιρείες που δραστηριοποιούνται στις εξορύξεις υδρογονανθράκων. Σε μια συγκυρία όπου αναδεικνύονται κρίσεις, όπως αυτές που σχετίζονται με το περιβάλλον, τη βιοποικιλότητα, την υγεία και τη διατροφή και αναλαμβάνονται σχετικές πολιτικές πρωτοβουλίες, η ελληνική κυβέρνηση παραμένει εγκλωβισμένη σε παρωχημένους «αναπτυξιακούς στόχους», που αποτελούν μια από τις πιο σημαντικές αιτίες για την κακοδαιμονία της χώρας. Για τους παραπάνω λόγους αλλά και για πολλούς άλλους η Οικολογική Παρέμβαση Ηρακλείου συμφωνεί και προσυπογράφει τις ανακοινώσεις και τα σχόλια για το Σχέδιο Νόμου του ΥΠΕΝ των: 1. 11 περιβαλλοντικών οργανώσεων της χώρας οργανώσεων για το νομοσχέδιο του ΥΠΕΝ 2. Ελληνική Ζωολογική Εταιρεία, Ελληνική Βοτανική Εταιρεία, Ελληνική Οικολογική Εταιρεία και Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Κρήτης του Πανεπιστημίου Κρήτης 3. Αυτόνομοι Μηχανικοί Ανατολικής Κρήτης (ΑΜΑΚ) 4. Πανελλαδικό Δίκτυο Συλλογικοτήτων για την Ενέργεια, ΚΑΙ ΖΗΤΕΙ την άμεση απόσυρση του Σχεδίου Νόμου «Διατάξεις για την απλοποίηση της περιβαλλοντικής αδειοδότησης, των περιβαλλοντικών επιθεωρήσεων και την προστασία του περιβάλλοντος, επείγουσες δασικές, χωροταξικές και πολεοδομικές διατάξεις, θέσπιση πλαισίου για την ανάπτυξη των Υπεράκτιων Αιολικών Πάρκων, αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης και ζητήματα κυκλικής οικονομίας»