• Σχόλιο του χρήστη 'Καζίνο Λουτρακίου, Πάρνηθας, Θεσσαλονίκης, Ρίο, Ρόδου, Πόρτο Καρράς, Ξάνθης, Σύρου και Κέρκυρας' | 8 Σεπτεμβρίου 2010, 18:20

    Παρατηρήσεις στο Άρθρο 11: (1) Αμφότερες οι προϋποθέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 11, τουλάχιστον για εταιρείες οι οποίες εδρεύουν σε άλλο κράτος – μέλος της Ε.Ε., είναι ασύμβαστες με το κοινοτικό δίκαιο, πολλώ μάλλον δε αν ως προϋπόθεση χορήγησης άδειας για την διενέργεια διαδικτυακού στοιχήματος οριστεί η εγκατάσταση frontal server στην ελληνική επικράτεια και η εκκαθάριση των συναλλαγών σε ημεδαπό χρηματοπιστωτικό ίδρυμα. Σύμφωνα με τις προτάσεις του Γενικού Εισαγγελέα του ΔΕΚ J. Mazák στην υπόθεση C-64/08 (Staatsanwaltschaft Linz κατά Ernst Engelmann), είναι αντίθετη προς το δίκαιο της Ε.Ε. (και, συγκεκριμένα, ασύμβατη προς την ελευθερία εγκατάστασης, ως εισάγουσα αδικαιολόγητη άμεση δυσμενή διάκριση) η ρύθμιση κράτους – μέλους, κατά την οποία την εκμετάλλευση τυχερών παιχνιδιών μπορούν να έχουν μόνον εταιρείες οι οποίες έχουν την έδρα τους στο έδαφος του εν λόγω κράτους – μέλους. Αν εκλείψει η προϋπόθεση που προβλέπει ο κάτοχος άδειας να έχει την έδρα του στην Ελλάδα, οι ελληνικές αρχές δεν θα αντιμετώπιζαν μια πραγματική και αρκούντως σοβαρή απειλή θίγουσα θεμελιώδη συμφέροντα της κοινωνίας, παρά μόνον λόγω της υπαίτιας αδυναμίας τους να ελέγξουν αποτελεσματικά τις δραστηριότητες τις οποίες θα ασκεί στην ελληνική επικράτεια μια εταιρεία εκμετάλλευσης τυχερών παιχνιδιών, της οποίας η έδρα θα βρίσκεται σε άλλο κράτος - μέλος. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τον Γενικό Εισαγγελέα, μπορούν να διενεργούνται έλεγχοι και να επιβάλλονται κυρώσεις κατά πάσης επιχείρησης, η οποία είναι εγκατεστημένη εντός άλλου κράτους - μέλους, ασχέτως του τόπου κατοικίας των διευθυνόντων αυτήν. (2) Ενδεχομένως συμβατή με το κοινοτικό δίκαιο θα είναι η επιβολή υποχρέωσης για την έναρξη εργασιών υποκαταστήματος (δευτερεύουσας εγκατάστασης) στην ελληνική επικράτεια και ο ορισμός κατά το νόμο υπευθύνου, μόνιμου κατοίκου Ελλάδας, έναντι των αρχών. (3) Το πόκερ, σύμφωνα με το ελληνικό δίκαιο, αλλά και την διεθνή πρακτική, θεωρείται και είναι (σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφος 7 του ν. 2206/1994, σε συνδυασμό με το άρθρο 6, παράγραφος 1, περίπτωση η της υπ’ αριθμόν Τ/6736/2003, ΦΕΚ Β’ 929/4.7.2003 Υπουργικής Απόφασης) παιχνίδι καζίνο. Ο προβλεπόμενος στην παράγραφο 3 του άρθρου 11 διαχωρισμός του πόκερ από τα παιχνίδια τύπου καζίνο είναι παντελώς αυθαίρετος και, πάντως, αντίθετος με την θεμελιώδη αρχή της ασφάλειας δικαίου (legal certainty) ως προς το υφιστάμενο νομοθετικό, κανονιστικό και συμβατικό πλαίσιο και τις ειδικότερες υποχρεώσεις που εκατέρωθεν έχουν αναληφθεί μεταξύ της ελληνικής πολιτείας και των επιχειρήσεων οι οποίες νόμιμα εκμεταλλεύονται τα επίγεια καζίνο στην ελληνική επικράτεια. Η αρχή της ασφάλειας δικαίου αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της κοινοτικής έννομης τάξης (ενδεικτικά ECJ judgment of 21 September 1983, Deutsche Milchkontor and Others, joined cases 205/82 to 215/82, ECR 1983, page 2633, paragraph 30, ECJ judgment of 27 September 1979, Eridania-Zuccherifici nazionali and Società italiana per l’industria degli zuccheri, ECR 1979, page 2749, paragraph 31, ECJ judgment of 7 December 2000, Telaustria and Telefonadress, case C-324/98, ECR 2000, page I-10745 και ECJ judgment of 7 June 2005, VEMW and Others, case C-17/03, ECR 2005, page I-4983, paragraph 80 and ECJ judgment of 17 July 2008, ASM Brescia, case C-347/06, not yet published, paragraph 69) και είναι απολύτως δεσμευτική για τις εθνικές αρχές, όταν αυτές καλούνται να νομοθετήσουν, να εφαρμόσουν την εθνική νομοθεσία ή να εφαρμόσουν το κοινοτικό δίκαιο. (4) Σύμφωνα με την ολομέλεια του ΔΕΚ στην υπόθεση C 42/07 (Liga Portuguesa de Futebol Profissional και Bwin International Ltd, πρώην Baw International Ltd, κατά Departamento de Jogos da Santa Casa da Misericórdia de Lisboa), το διαδίκτυο είναι εναλλακτικό, ηλεκτρονικό μέσο διεξαγωγής (προσφοράς) τυχερών παιχνιδιών (εν προκειμένω προβλεπόμενα το στοίχημα και το πόκερ) τα οποία, κατά κύριο λόγο, διεξάγονται με φυσική παρουσία παίκτη και παρόχου, και όχι διαφορετικός τύπος τυχερού παιχνιδιού. (5) Το πόκερ (κατά συνδυαστική εφαρμογή του άρθρου 1 του ν. 258/1936, της υπ’ αριθμόν 10703/21/1/21-30.10.1947 απόφασης του Υπουργού Δημοσίας Τάξεως και του άρθρου 15, παράγραφος 2 του ν. 2753/1999) χαρακτηρίζεται ως τυχερό παιχνίδι. Κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 4 του β.δ. 29/15-28.1.1971, σε συνδυασμό με το άρθρο 4, παράγραφος 1 του ν. 2206/1994, απαγορεύεται σε κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο υπό οποιαδήποτε ιδιότητα, είτε έναντι ανταλλάγματος είτε όχι, μεμονωμένα ή σε συνεργασία με οποιοδήποτε άλλο, να διενεργεί το συγκεκριμένο παιχνίδι, εκτός αν πρόκειται περί επιχείρησης καζίνο, που έχει λάβει ειδική προς τούτο άδεια, σύμφωνα με τις θεσπιζόμενες από το ν. 2206/1994 προϋποθέσεις. (6) Η επιλογή για αποσπασματική και σταδιακή ρύθμιση του διαδικτυακού στοιχήματος, με την εξαίρεση από το δοθέν προς δημόσια διαβούλευση πλαίσιο νομοθετικής πρωτοβουλίας, τουλάχιστον στην παρούσα φάση, των ιπποδρομιών και των λοιπών (πλην του πόκερ) παιχνιδιών καζίνο (για τα οποία ισχύουν, πάντοτε, τα ειδικότερα αναφερόμενα ανωτέρω υπό 3, 4 και 5), είναι παντελώς αδικαιολόγητη, σε κάθε δε περίπτωση οδηγεί σε κατακερματισμό της επιδιωκόμενης (σύμφωνα τουλάχιστον με τους συντάκτες του προτεινόμενου πλαισίου νομοθετικής πρωτοβουλίας) συνολικής ρύθμισης, εποπτείας και ελέγχου των παιχνιδιών και του διαδικτυακού στοιχήματος και σε υπονόμευση των επιδιωκόμενων στόχων. (7) Μέχρι την πλήρη ρύθμιση του διαδικτυακού στοιχήματος και κατά το μεταβατικό διάστημα ενόψει αυτής, το παρόν άρθρο θα πρέπει να συμπληρωθεί με διατάξεις, προβλέπουσες συγκεκριμένα μέτρα, ποινές και διοικητικές κυρώσεις για την εφεξής αποτελεσματική επιβολή της απαγόρευσης της άνευ αδείας (δικαιώματος) διεξαγωγής παιχνιδιών καζίνο μέσω του διαδικτύου, καθώς επίσης και της προώθησης και διαφήμισής τους με οποιοδήποτε τρόπο και μέσο. (8) Η πρώτη και η δεύτερη προτεινόμενη εναλλακτική λύση ως προς την διαδικασία παραχώρησης αδειών λειτουργίας διαδικτυακού στοιχήματος είναι συμβατές με το κοινοτικό δίκαιο. (9) Αντίθετα, η τρίτη προτεινόμενη εναλλακτική λύση δεν είναι συμβατή με το εθνικό και το κοινοτικό δίκαιο, δεδομένου μάλιστα ότι με την νομοθετική πρωτοβουλία δεν επιδιώκεται η επέκταση του φυσικού (land based) μονοπωλίου των συγκεκριμένων τυχερών παιχνιδιών της ΟΠΑΠ και στο διαδίκτυο, αλλά η παραχώρηση σε παρόχους αδειών για την διεξαγωγή εξ αποστάσεως στοιχηματισμού μέσω του διαδικτύου (internet) ή άλλων οπτικοακουστικών και ηλεκτρομαγνητικών μέσων (itv, mobile). Εαν τελικά υιοθετηθεί η τρίτη προτεινόμενη εναλλακτική λύση, τότε θα παραχωρηθεί στην ΟΠΑΠ το δικαίωμα εκμετάλλευσης και του διαδικτυακού πόκερ, τυχερό παίγνιο του οποίου η εκμετάλλευση ανήκει και η φυσική διεξαγωγή του γίνεται, σύμφωνα με τον ν. 2206/1994 και τις κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδοθείσες υπουργικές αποφάσεις, αποκλειστικά και μόνον στα 9 νομίμως εγκατεστημένα στην ελληνική επικράτεια καζίνο και όχι στα πρακτορεία της ΟΠΑΠ, η οποία με τον τρόπο αυτό θα αποκτούσε (και μάλιστα κατά τρόπο παντελώς ασύμβατο με το υφιστάμενο νομοθετικό, κανονιστικό και συμβατικό πλαίσιο και με τις ειδικότερες υποχρεώσεις που εκατέρωθεν έχουν αναληφθεί μεταξύ της ελληνικής πολιτείας και των επιχειρήσεων, οι οποίες νόμιμα εκμεταλλεύονται τα επίγεια καζίνο στην ελληνική επικράτεια) αθέμιτο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα έναντι των επίγειων καζίνο. (10) Σε κάθε περίπτωση, στο πλαίσιο διατύπωσης παρατηρήσεων για το διαδικτυακό στοίχημα, ιδιαίτερη αναφορά θα πρέπει να γίνει στις επίσημες θέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης Καζίνο (European Casino Association) σχετικά με την επέκταση της αδειοδότησης των επίγειων καζίνο στα διαδικτυακά παιχνίδια – καζίνο, την αδειοδότηση των τυχερών παιχνιδιών, την ανάγκη αποκατάστασης του υγιούς ανταγωνισμού στην αγορά τυχερών παιχνιδιών και την τοποθεσία των βασικών στοιχείων των διαδικτυακών επιχειρήσεων και, τέλος, τα ελάχιστα μέτρα προστασίας των καταναλωτών από τα διαδικτυακά παιχνίδια καζίνο, όπως ειδικότερα μνημονεύονται κατωτέρω: [A] "Πρόταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης Καζίνο για την επέκταση της αδειοδότησης των επίγειων Καζίνο στα διαδικτυακά παιχνίδια - καζίνο Η ΕΕΚ προτείνει, σαν μία ρεαλιστική αλλά ταυτόχρονα και αποτελεσματική λύση, την επέκταση του πεδίου εφαρμογής των κανόνων περί τυχερών παιχνιδιών, έτσι ώστε αυτό να συμπεριλάβει και τις δραστηριότητες των τυχερών παιχνιδιών που προσφέρονται εξ’ αποστάσεως. Οι ίδιοι κανόνες που έχουν ορισθεί για να εξισορροπηθεί η προσφορά και η ζήτηση τυχερών παιχνιδιών μέσω των παραδοσιακών εταιρειών προσφοράς τυχερών παιχνιδιών, θα πρέπει να ισχύσουν και για τις επιχειρήσεις που παρέχουν εξ’ αποστάσεως τις αντίστοιχες υπηρεσίες. Με δεδομένη τη μεγάλη εμπειρία σε ότι αφορά τη συμμόρφωση με τους εθνικούς αυτούς κανόνες καθώς και τη συνεργασία με τις αρχές για την επεξεργασία και την ενημέρωση των κανόνων αυτών προκειμένου να καλύπτονται οι εξελίξεις της αγοράς, η ΕΕΚ πιστεύει ότι το λεγόμενο «license+» σύστημα θα ήταν η ιδανική προσέγγιση για την αντιμετώπιση του ζητήματος των εξ’ αποστάσεως υπηρεσιών τυχερών παιχνιδιών καζίνο. Με το σύστημα «license+» οι εταιρείες διαχείρισης επίγειων καζίνο θα είχαν το δικαίωμα, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, να επεκτείνουν τις προσφερόμενες υπηρεσίες τους, έτσι ώστε να παρέχουν και υπηρεσίες τυχερών παιχνιδιών καζίνο μέσω του διαδικτύου. Μια τέτοια λογική προσέγγιση θα μπορούσε – αν και όταν κρινόταν αυτό απαραίτητο – να αναχθεί και σε επίπεδο ΕΕ. Για να γίνει κατανοητή η λογική που υπάρχει πίσω από αυτή την προσέγγιση, είναι σημαντικό να υπογραμμιστούν τα πλεονεκτήματα που θα έφερνε το σύστημα «license+» στην αγορά των τυχερών παιχνιδιών. 1. Υπηρεσίες καζίνο μέσω του διαδικτύου θα παρέχονται μόνο από αδειοδοτημένες εταιρείες διαχείρισης επίγειων καζίνο. Οι εξ’ αποστάσεως υπηρεσίες παιχνιδιών καζίνο θα ήταν μια προέκταση των προσφερόμενων υπηρεσιών τους. Αυτό υποδηλώνει πως οι ρυθμιστικές αρχές θα είχαν μια σαφή εικόνα του αριθμού των επιχειρήσεων διαχείρισης τυχερών παιχνιδιών που ανήκουν στη δικαιοδοσία τους, του φάσματος και της προσφοράς των υπηρεσιών, των περιουσιακών στοιχείων των επιχειρήσεων αυτών αλλά και της ροής των εσόδων τους. Επίσης, η εμπειρία και η γνώση των εταιρειών διαχείρισης επίγειων καζίνο αναφορικά με τη συμμόρφωση τους στους υφιστάμενους κανόνες και στην υπεύθυνη λειτουργία τους, θα ενσωματώνονταν σε αυτή την προέκταση. 2. Το σύστημα «license+» θα δώσει τη δυνατότητα στους καταναλωτές να δραστηριοποιηθούν σε μια διαφανή αγορά εξ’ αποστάσεως υπηρεσιών τυχερών παιχνιδιών. Επί του παρόντος, σε μια μη ρυθμισμένη και ανεξέλεγκτη αγορά εξ’ αποστάσεως υπηρεσιών τυχερών παιχνιδιών, υπάρχει ένας αυξανόμενος αριθμός άγνωστων και παράνομων παροχέων τέτοιων υπηρεσιών. 3. Το σύστημα «license+» θα αποτρέψει το ενδεχόμενο οι καταναλωτές των εξ’ αποστάσεως υπηρεσιών τυχερών παιχνιδιών να αποτελέσουν θύματα δόλιων ή εγκληματικών πρακτικών. Η ΕΕΚ ανησυχεί για τον αυξανόμενο αριθμό ανεξέλεγκτων και άγνωστων παροχέων υπηρεσιών τυχερών παιχνιδιών, οι «λειτουργίες» των οποίων ούτε ελέγχονται ούτε εγκρίνονται και τα έσοδα και κέρδη των οποίων ούτε εξακριβώνονται ούτε δημοσιεύονται. Προκειμένου να μην δίνεται η δυνατότητα σε παράνομους παρόχους να εκμεταλλεύονται τους χρήστες τους, η ΕΕΚ πιστεύει ότι οι εταιρείες διαχείρισης επίγειων καζίνο θα έπρεπε να παρέχουν υπηρεσίες τυχερών παιχνιδιών καζίνο μέσω του διαδικτύου. Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΕΚ πιστεύει ότι όλες οι παράνομες εξ’ αποστάσεως υπηρεσίες τυχερών παιχνιδιών θα πρέπει να απαγορευθούν και όμοια με τη νομοθεσία των ΗΠΑ δεν θα πρέπει να τους επιτρέπεται να εισέρχονται στις εθνικές αγορές των Κρατών Μελών της ΕΕ, μέσω ελέγχου των πληρωμών. 4. Το σύστημα «license+» θα συμφωνούσε και με το υφιστάμενο πλαίσιο της ΕΕ, που εφαρμόζει την Αρχή της Επικουρικότητας στην αγορά των τυχερών παιχνιδιών και την Αρχή της Χώρας Υποδοχής στις υπηρεσίες τυχερών παιχνιδιών. Το τελευταίο είναι ιδιαίτερα σημαντικό για τον σκοπό της διατήρησης του εθνικού ελέγχου στις δραστηριότητες των τυχερών παιχνιδιών και της διασφάλισης των ηθικών, θρησκευτικών και πολιτιστικών ιδιαιτεροτήτων κάθε χώρας, ενώ και οι στόχοι της κοινωνικής τάξης επιτυγχάνονται μέσω του ελέγχου της προσφοράς. Οι αδειοδοτημένες επιχειρήσεις διαχείρισης τυχερών παιχνιδιών μπορούν να παρακολουθούνται εύκολα και, αν είναι απαραίτητο, μπορούν να γίνονται παρεμβάσεις για τη μεταβολή της ποσότητας της προσφοράς. 5. Το σύστημα «license+» θα διατηρούσε τον εθνικό έλεγχο στα εισοδήματα που προέρχονται από τις δραστηριότητες των εξ’ αποστάσεως προσφερόμενων τυχερών παιχνιδιών, συμπεριλαμβανομένων και των εισοδημάτων που χρησιμοποιούνται για φιλανθρωπικούς σκοπούς καθώς και στη γενικότερη φορολογία των εσόδων από τα τυχερά παιχνίδια. Αυτό θα ήταν ένα πολύ σημαντικό πλεονέκτημα του συστήματος «license+», αν υποθέσουμε ότι οι εθνικές κυβερνήσεις θέλουν να ενσωματώσουν και να συμπεριλάβουν το διαδίκτυο και τα έσοδα από τα διαδικτυακά τυχερά παιχνίδια στο φορολογικό τους πλαίσιο." [B] "Η Θέση της Ευρωπαϊκής Ένωσης Καζίνο αναφορικά με την αδειοδότηση τυχερών παιχνιδιών Εισαγωγή Το συγκεκριμένο κείμενο - θέση της Ευρωπαϊκής Ένωσης Καζίνο (ΕΕΚ) πραγματεύεται το θέμα της αδειοδότησης των επιχειρηματικών φορέων στο τομέα της παροχής υπηρεσιών τυχερών παιχνιδιών και η ΕΕΚ προσπαθεί δι’ αυτού να συνεισφέρει στις τρέχουσες συζητήσεις που διεξάγονται μεταξύ των αρμόδιων πολιτικών οργάνων, τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Συγκεκριμένα, η ΕΕΚ πιστεύει ότι, σύμφωνα και με τη πρόσφατη απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για την υπόθεση Santa Casa, τα Κράτη Μέλη είναι απολύτως ελεύθερα να προσδιορίσουν τα δικά τους μοντέλα αδειοδότησης, καθώς και ότι οι επιχειρηματικοί φορείς οφείλουν να σέβονται τους σχετικούς εθνικούς όρους αδειοδότησης και τις διαδικασίες κατακύρωσης. Στα εθνικά σχήματα αδειοδότησης πρέπει να εφαρμόζονται οι αρχές της διαφάνειας και της αμεροληψίας, ωστόσο τα Κράτη Μέλη δεν είναι σε καμία περίπτωση υποχρεωμένα εκ του νόμου να επιτρέπουν σε τυχόν επιχειρηματικούς φορείς που εδρεύουν εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) να συμμετέχουν σε διαδικασία υποβολής προσφορών για την παροχή άδειας τυχερών παιχνιδιών στην επικράτειά τους. Κάθε εθνικό ρυθμιστικό πλαίσιο είναι σημαντικό να εφαρμόζεται αποτελεσματικά. Αυτό ισχύει ιδιαιτέρως στον τομέα των υπηρεσιών τυχερών παιχνιδιών, που αφορά μια πολύ ευαίσθητη δραστηριότητα, όπου η παράνομη προσφορά υπηρεσιών από μη εγκεκριμένους φορείς είναι ευρέως διαδεδομένη. Η ΕΕΚ λοιπόν καλεί τα Κράτη Μέλη να προβλέψουν αυστηρά και αποτελεσματικά μέτρα εφαρμογής της νομοθεσίας, π.χ. φραγή διενέργειας πληρωμών και αποκλεισμό των επιχειρηματικών φορέων που στο παρελθόν έχουν επιδείξει έλλειψη εντιμότητας μέσω ISP (Παροχέας Διαδικτυακής Σύνδεσης). Στην αρμοδιότητα των Κρατών Μελών η ρύθμιση των τυχερών παιχνιδιών εντός της επικρατείας τους Έπειτα από την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου στην περίπτωση της Liga Portuguesa de Futebol Profissional, είναι σαφές ότι η αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης δεν μπορεί να εφαρμοστεί στον κλάδο των τυχερών παιχνιδιών και ότι οι εθνικές αγορές τυχερών παιχνιδιών μπορούν να οργανωθούν μόνο βάσει ενός εθνικού καθεστώτος αδειοδότησης, μέσω του οποίου οι επιχειρηματικοί φορείς ρυθμίζονται και ελέγχονται από το Κράτος Μέλος του τόπου διαμονής του καταναλωτή. Ένα εθνικό σύστημα αδειοδότησης δύναται, μεταξύ άλλων, να λάβει τη μορφή είτε μιας αποκλειστικής αδείας είτε πολλαπλών αδειών. Όπως αναγνωρίζει το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, τα Κράτη Μέλη διαθέτουν μεγάλη ευχέρεια κινήσεων για να προσδιορίσουν τον τρόπο οργάνωσης της πολιτικής για τη διεξαγωγή των τυχερών παιχνιδιών, βάσει των ηθικών, πολιτιστικών και κοινωνικοοικονομικών παραδόσεων της συγκεκριμένης χώρας, και να προσδιορίσουν τα απαραίτητα για την επίτευξη του επιθυμητού επιπέδου προστασίας. Συνεπώς, κάθε Κράτος Μέλος είναι ελεύθερο να επιλέξει ένα μονοπωλιακό σύστημα ή κάποια άλλη μορφή αποκλειστικού δικαιώματος, ένα σύστημα μονής ή πολλαπλής αδειοδότησης, ή ένα σύστημα εκχώρησης δικαιωμάτων, αρκεί να συμμορφώνεται αυτό με τις απαιτήσεις που θεσπίζονται στη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. Εφόσον ένα Κράτος Μέλος επιλέξει κάποιο σύστημα αδειοδότησης, οι όροι αδειοδότησης καθώς και η διαδικασία εκχώρησης της άδειας θα σχεδιάζονται σύμφωνα με την διακριτική του ευχέρεια, και σε συμμόρφωση με τη σχετική νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. Γενικότερα, κάτι τέτοιο σημαίνει ότι θα εφαρμοστούν οι αρχές της διαφάνειας και της αμεροληψίας. Καμία λευκή λίστα: καμία δυνατότητα πρόσβασης στην αγορά σε επιχειρηματικούς φορείς τρίτων χωρών Η ΕΕΚ θέλει να δώσει έμφαση στο γεγονός ότι τα Κράτη Μέλη δεν είναι σε καμία περίπτωση υποχρεωμένα, από νομικής άποψης, να επιτρέψουν σε οποιονδήποτε επίγειο ή διαδικτυακό επιχειρηματικό φορέα που δεν έχει την έδρα του σε χώρες της ΕΕ, να συμμετέχει στη διαγωνιστική διαδικασία για τη χορήγηση άδειας παροχής τυχερών παιχνιδιών στην επικράτειά τους. Η ΕΕΚ πιστεύει, ότι οι εθνικές αγορές τυχερών παιχνιδιών εντός της ΕΕ, είναι απαραίτητο να προστατευθούν από τον ανταγωνισμό που προέρχεται εκτός της ΕΕ. Πράγματι, η ΕΕ δεν έχει δεσμευτεί για την ελεύθερη διακίνηση υπηρεσιών στα τυχερά παιχνίδια, σύμφωνα με τους κανόνες του Παγκοσμίου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ). Μόνο η πλήρης δέσμευση για την ελεύθερη διακίνηση υπηρεσιών εγγυάται ότι δεν θα επιβληθούν περιορισμοί στην παροχή μιας συγκεκριμένης υπηρεσίας, όπως απαγορεύεται από το άρθρο XVI του GATS (Διάταξη για Πρόσβαση Αγοράς). Η ΕΕ δεν αποδέχθηκε καμία δέσμευση σχετικά με την ελεύθερη διακίνηση των υπηρεσιών και μάλιστα για κανένα από τους τέσσερις τρόπους παροχής υπηρεσιών (1. Διασυνοριακή παροχή; 2. Κατανάλωση στην αλλοδαπή; 3. Εμπορική παρουσία 4. Παρουσία φυσικών προσώπων). Σύμφωνα με το νομικό πλαίσιο του ΠΟΕ, ως επιχειρηματικός φορέας που δεν εδρεύει στην ΕΕ νοείται εκείνος που είτε έχει συσταθεί είτε έχει οργανωθεί βάσει νομοθεσίας τρίτης χώρας, και ασχολείται με επιχειρηματικές δραστηριότητες στην επικράτεια της συγκεκριμένης χώρας, ή στην περίπτωση παροχής υπηρεσιών μέσω εμπορικής παρουσίας, που είναι υπό την κατοχή ή ελέγχεται από φυσικά ή νομικά πρόσωπα της συγκεκριμένης τρίτης χώρας. Στο πλαίσιο αυτό, είναι σημαντικό να επισημάνουμε ότι οι ΗΠΑ συνεχίζουν ακόμα την πλήρη απαγόρευση των διαδικτυακών τυχερών παιχνιδιών, μη επιτρέποντας σε Ευρωπαϊκές εταιρίες να έχουν πρόσβαση στην αγορά των ΗΠΑ. Θα ήταν άδικο να δοθεί πρόσβαση σε επιχειρηματικούς φορείς των ΗΠΑ στην αγορά της ΕΕ, ενώ αντίστοιχα οι επιχειρηματικοί φορείς της ΕΕ εξαιρούνται της πρόσβασης στην αγορά των ΗΠΑ. Οι διμερείς λύσεις είναι αντίθετες προς το δίκαιο της ΕΕ Επιπλέον, η ΕΕΚ αντιτίθεται σθεναρά στα Κράτη Μέλη που εμπλέκονται σε διμερείς συμφωνίες με άλλα Κράτη Μέλη ή τρίτες χώρες, αναφορικά με την πρόσβαση στην (διαδικτυακή τους) αγορά τυχερών παιχνιδιών και την αναγνώριση αδειών μεταξύ των επικρατείων τους. Κάτι τέτοιο θα συνιστούσε κατάφωρη παράβαση της Ευρωπαϊκής νομοθεσίας, καθώς τα Κράτη Μέλη δεν έχουν καμία αρμοδιότητα να εμπλέκονται σε διμερείς συμφωνίες για υπηρεσίες τυχερών παιχνιδιών. Εφαρμογή του Νόμου Κάθε εθνικό καθεστώς αδειοδότησης πρέπει να περιλαμβάνει αποτελεσματικά μέτρα εφαρμογής του, ώστε να είναι σε θέση να προσβάλει και να διώκει τους επιχειρηματικούς φορείς που παρέχουν τις υπηρεσίες τους χωρίς αδειοδότηση. Η ΕΕΚ πιστεύει ότι μέτρα για την φραγή του ISP (Παροχέας Διαδικτυακής Σύνδεσης) και της διενέργειας πληρωμών είναι πολύ αποτελεσματικά και αποτελούν αποδεδειγμένους μηχανισμούς για την αντιμετώπιση της μη αδειοδοτημένης προσφοράς, στην αγορά των τυχερών παιχνιδιών. Δεδομένης της ανάγκης για μια ευέλικτη και αποτελεσματική αντίδραση εκ μέρους των αρμόδιων κρατικών αρχών όταν εντοπίζεται προσφορά από μη αδειοδοτημένο φορέα στην επικράτεια του Κράτους Μέλους, πρέπει να υπάρχει δυνατότητα εφαρμογής μέτρων για τη φραγή του ISP και της διεξαγωγής των πληρωμών, με διοικητική απόφαση. Κάτι τέτοιο όντως επιτρέπει στις αρμόδιες κρατικές αρχές να αντιδράσουν πιο γρήγορα και πιο αποτελεσματικά, έναντι της περίπτωσης στην οποία θα χρειαζόταν δικαστική απόφαση. Επιπλέον, τα Κράτη Μέλη που σκοπεύουν να ανοίξουν τη διαδικτυακή τους αγορά με ελεγχόμενο τρόπο, πρέπει να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα ώστε να αποτρέψουν την άμεση παροχή άδειας με το νέο καθεστώς σε επιχειρηματικούς φορείς που παρείχαν τις υπηρεσίες τους χωρίς αδειοδότηση υπό το προηγούμενο καθεστώς. Κάτι τέτοιο είναι στη διακριτική ευχέρεια της αδειοδοτικής αρχής του κράτους. Σε κάθε περίπτωση, η ΕΕΚ υποστηρίζει ότι τέτοιοι επιχειρηματικοί φορείς πρέπει να αποκλείονται από την αγορά για τουλάχιστον ένα έτος, ενώ πρέπει να διασφαλιστεί ότι οι συγκεκριμένοι φορείς δεν θα κάνουν χρήση οποιασδήποτε βάσης δεδομένων πελατών που απόκτησαν κατά την περίοδο που παράνομα προσέφεραν τις υπηρεσίες στο συγκεκριμένο Κράτος Μέλος." [Γ] "Ανάγκη αποκατάστασης του υγιούς ανταγωνισμού στην αγορά τυχερών παιχνιδιών & Η τοποθεσία των βασικών στοιχείων των διαδικτυακών επιχειρήσεων Στις 8 Σεπτεμβρίου 2009, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο εξέδωσε μια απόφαση - ορόσημο όσον αφορά τον τομέα των τυχερών παιχνιδιών, απορρίπτοντας ρητά την εφαρμογή της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης στον συγκεκριμένο κλάδο. Η απόφαση αυτή οριοθετεί με σαφήνεια τις μελλοντικές ρυθμίσεις για τα τυχερά παιχνίδια στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) και αποσαφηνίζει την προσέγγιση που θα ακολουθηθεί σε σημαντικά θέματα, όπως για παράδειγμα τη τοποθεσία του διακομιστή (server) των επιχειρηματικών φορέων. Επιπλέον, έπειτα από τη συγκεκριμένη απόφαση είναι προφανές ότι υπάρχει ανάγκη να αποκατασταθεί ο υγιής ανταγωνισμός στην αγορά τυχερών παιχνιδιών. Η ανάγκη αποκατάστασης του υγιούς ανταγωνισμού στην αγορά των τυχερών παιχνιδιών Η Ευρωπαϊκή Ένωση Καζίνο (ΕΕΚ), ενόψει των εξελίξεων της αγοράς, και ειδικότερα του γεγονότος ότι ορισμένα Κράτη Μέλη της ΕΕ αναθεωρούν τα εθνικά τους πλαίσια τυχερών παιχνιδιών, ώστε να επιτρέψουν τουλάχιστον ένα μερικό άνοιγμα των διαδικτυακών τους αγορών, θέλει να επισημάνει την σημασία της διατήρησης ίσων όρων ανταγωνισμού. Πράγματι, πολλές εταιρείες τυχερών παιχνιδιών παρέχουν τις υπηρεσίες τους εντός της επικράτειας Κρατών Μελών που διατηρούν μια περιοριστική πολιτική αναφορικά με τα τυχερά παιχνίδια, χωρίς αδειοδότηση, χωρίς δηλαδή εθνική άδεια από το εμπλεκόμενο Κράτος Μέλος. Ωστόσο, αιτιολογούν τη λειτουργία τους βάσει της άδειας που έχουν αποκτήσει σε άλλο Κράτος Μέλος της ΕΕ ή του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΟΧ), δηλαδή Γιβραλτάρ, Μάλτα κτλ. Επικαλούνται την ελεύθερη διακίνηση των υπηρεσιών εντός της ΕΕ και, κατά την υπεράσπισή τους δηλώνουν λανθασμένα ότι ισχύει η αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης των αδειών αυτών, μεταξύ των Κρατών Μελών. Βασιζόμενοι σε αυτήν την θεωρία λοιπόν, τα τελευταία χρόνια αρκετές επιχειρήσεις τυχερών παιχνιδιών έχουν κτίσει μια σημαντική βάση δεδομένων πελατών, καταπατώντας τους νόμους και τους κανόνες του συγκεκριμένου Κράτους Μέλους υποδοχής. Συνεπώς, οι συγκεκριμένοι φορείς έχουν καταλάβει την αγορά τυχερών παιχνιδιών, βασισμένοι στην εσφαλμένη υπόθεση ότι η αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης πρέπει να εφαρμόζεται και στον τομέα των τυχερών παιχνιδιών, η οποία κατ’ επέκταση τους παρέχει πρόσβαση στην αγορά χωρίς την υποχρέωση σεβασμού του νόμου του Κράτους Μέλους που διαμένει ο καταναλωτής (Κράτος Μέλος υποδοχής για την προσφορά τυχερών παιχνιδιών), συμπεριλαμβανομένης και της φορολογικής νομοθεσίας. Ωστόσο τα μέλη της ΕΕΚ, ανέκαθεν σεβόντουσαν το σύνολο των κανόνων και των ρυθμίσεων του εκάστοτε Κράτους Μέλους, μέσα στο οποίο δραστηριοποιούνταν, και ως εκ τούτου, έχουν εκφράσει την επιθυμία τους για τη διεξαγωγή των τυχερών παιχνιδιών, σε ένα εξαιρετικά ρυθμισμένο και ελεγχόμενο περιβάλλον, σύμφωνα με τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. Η κατάσταση αυτή, έχει δημιουργήσει ένα σαφές, αθέμιτο, ανταγωνιστικό πλεονέκτημα υπέρ εκείνων που προσφέρουν τις υπηρεσίες τους, στην επικράτεια των Κρατών Μελών που διαμένει ο καταναλωτής, χωρίς αδειοδότηση από το μέλος αυτό. Λόγω της μη συμμόρφωσης με τους νόμους των συγκεκριμένων Κρατών Μελών, οι εν λόγω επιχειρήσεις ενεργούν χωρίς κανένα απολύτως περιορισμό ή υποχρέωση. Σε αυτό το πλαίσιο, πρέπει να σημειωθεί ότι η νόμιμη και η παράνομη αγορά τυχερών παιχνιδιών πρέπει να θεωρηθούν ως ξεχωριστές αγορές, όπως αναγνωρίσθηκε επίσημα τόσο από την Ιταλική Αρχή Ανταγωνισμού (στην υπόθεση Lottomatica/Sisal) όσο και από την Ολλανδική Αρχή Ανταγωνισμού (στην υπόθεση NPL/SUFA). Παρόλα αυτά, στις 8 Σεπτεμβρίου 2009, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο εξέδωσε μια πολύ σαφή απόφαση στην υπόθεση της Liga Portuguesa de Futebol Profissional (C-42/07), απορρίπτοντας την εφαρμογή της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης στον κλάδο των τυχερών παιχνιδιών. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο δήλωσε ότι “η παροχή αποκλειστικών δικαιωμάτων για τη λειτουργία τυχερών παιχνιδιών μέσω του διαδικτύου σε έναν μοναδικό επιχειρηματικό φορέα που υπόκειται σε αυστηρό έλεγχο από τις δημόσιες αρχές, δύναται να περιορίσει τη λειτουργία των παιχνιδιών μέσα σε ελεγχόμενα κανάλια και να θεωρηθεί ως αρμόζουσα για την προστασία των καταναλωτών κατά της απάτης από την πλευρά των επιχειρηματικών φορέων. “ Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο επιβεβαίωσε και πάλι ότι "η νομοθεσία για τα τυχερά παιχνίδια περιλαμβάνεται μεταξύ των τομέων εκείνων στους οποίους υπάρχουν σημαντικές διαφορές ηθικής, θρησκευτικής και πολιτιστικής φύσης μεταξύ των Κρατών Μελών. Ελλείψει συναφούς κοινοτικής εναρμόνισης, σε κάθε Κράτος Μέλος εναπόκεινται να εκτιμήσει, στους τομείς αυτούς, σύμφωνα με τη δική του κλίμακα αξιών, τις απαιτήσεις που συνεπάγεται η προστασία των εμπλεκόμενων συμφερόντων. Το γεγονός και μόνον ότι ένα Κράτος Μέλος επέλεξε ένα σύστημα προστασίας διαφορετικό από εκείνο που υιοθέτησε άλλο Κράτος Μέλος, δεν μπορεί να έχει επίπτωση στην εκτίμηση της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας των διατάξεων που έχουν θεσπιστεί στον τομέα αυτόν. Οι διατάξεις αυτές πρέπει να αξιολογούνται αποκλειστικά υπό το φως των σκοπών που επιδιώκουν οι αρμόδιες αρχές του ενδιαφερομένου κράτους μέλους και του επιπέδου της προστασίας που σκοπούν να διασφαλίσουν. Τα Κράτη Μέλη είναι, συνεπώς, ελεύθερα να καθορίζουν τους σκοπούς της πολιτικής τους στον τομέα των τυχερών παιχνιδιών, και ενδεχομένως, να προσδιορίζουν με ακρίβεια το επίπεδο της επιδιωκόμενης προστασίας." Επιπλέον, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο είναι πολύ σαφές όσον αφορά την απόρριψη της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης λέγοντας ότι, ελλείψει εναρμόνισης, ένα Κράτος Μέλος έχει το δικαίωμα να θεωρήσει ότι το γεγονός απλώς και μόνο ότι ένας επιχειρηματικός φορέας προσφέρει νομίμως υπηρεσίες, εμπίπτουσες στον τομέα αυτόν, μέσω του διαδικτύου εντός άλλου Κράτους Μέλους, όπου είναι εγκατεστημένος και όπου, καταρχήν, ήδη τηρεί τις νόμιμες προϋποθέσεις και υπόκεινται σε ελέγχους εκ μέρους των αρμόδιων αρχών του δεύτερου αυτού κράτους, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως επαρκής εγγύηση προστασίας των καταναλωτών του πρώτου κράτους έναντι των κινδύνων διάπραξης απατών και εγκλημάτων, λαμβανομένων υπόψη των δυσκολιών που ενδέχεται να αντιμετωπίζουν, σε ένα τέτοιο πλαίσιο, οι αρχές του Κράτους Μέλους εγκατάστασης προς αξιολόγηση των επαγγελματικών προσόντων και της επαγγελματικής εντιμότητας των επιχειρηματικών φορέων. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο αναγνώρισε ξεκάθαρα το δικαίωμα των Κρατών Μελών να ρυθμίζουν και να ελέγχουν την προσφορά εντός της επικράτειάς τους, σύμφωνα με το επιδιωκόμενο επίπεδο προστασίας (μέσω αποκλειστικών δικαιωμάτων ή μέσω αδειών / εκχωρήσεων) και δεν χορηγεί το δικαίωμα στους επιχειρηματικούς φορείς να παρέχουν υπηρεσίες τυχερών παιχνιδιών σε μια χώρα, βάσει της αδειοδότησής τους σε άλλη χώρα. Τη παρούσα στιγμή, που μερικές δικαιοδοσίες (π.χ. Γαλλία) αναδιαρθρώνουν την εθνική τους αγορά τυχερών παιχνιδιών και επιτρέπουν ένα ελεγχόμενο άνοιγμα στον τομέα των διαδικτυακών υπηρεσιών, υπάρχει πρόδηλη ανάγκη να αποκατασταθεί ο υγιής ανταγωνισμός. Όντως, στις συγκεκριμένες δικαιοδοσίες, φορείς οι οποίοι λειτουργούσαν προηγουμένως χωρίς αδειοδότηση, θα έχουν την δυνατότητα να υποβάλουν αίτηση για κρατική άδεια και να ξεκινήσουν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους νόμιμα, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις αδειοδότησης που επιβάλλονται από το συγκεκριμένο Κράτος Μέλος (το Κράτος Μέλος διαμονής του καταναλωτή). Όμως, οι συγκεκριμένοι φορείς διαθέτουν ένα σημαντικό αθέμιτο πλεονέκτημα υπέρ των άλλων επιχειρηματικών φορέων (συμπεριλαμβανομένων και των επίγειων καζίνο), που προέρχεται από την περίοδο κατά την οποία παρείχαν τις υπηρεσίες τους στην επικράτεια του συγκεκριμένου Κράτους Μέλους χωρίς αδειοδότηση. Για να δημιουργηθούν ίσες ευκαιρίες στην αγορά, το συγκεκριμένο αθέμιτο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα πρέπει να καταργηθεί πριν να εκδοθεί οποιαδήποτε άδεια. Για τον σκοπό αυτό, η ΕΕΚ συστήνει όλοι οι φορείς, που αρχικά παρείχαν τις υπηρεσίες τυχερών παιχνιδιών με αθέμιτο τρόπο, και τώρα κάνουν αίτηση για άδεια στο συγκεκριμένο Κράτος Μέλος, να υποχρεώνονται να διακόψουν τη λειτουργία τους και να διαγράψουν τη βάση δεδομένων των πελατών τους, πριν υποβάλουν αίτηση για άδεια στο συγκεκριμένο Κράτος Μέλος. Η μεταφορά των πελατών δεν δύναται να γίνει αυτομάτως, και δεν δύναται να γίνει χωρίς την ρητή συγκατάθεση του πελάτη. Δεν επιτρέπεται οποιαδήποτε μεταφορά χρηματικών ποσών, ο λογαριασμός που λειτουργούσε παράνομα πρέπει να αδειάσει και να διακοπεί και να παρασχεθούν νέα χρηματικά ποσά σε νέο, νόμιμο λογαριασμό. Σύμφωνα με την πρόταση της Γαλλικής νομοθεσίας, που ανοίγει με ελεγχόμενο τρόπο την αγορά της στο διαδίκτυο, η διαγραφή της «παράνομης βάσης δεδομένων πελατών» είναι απαίτηση για τους επιχειρηματικούς φορείς, ώστε να αποκτήσουν άδεια υπό το καινούριο καθεστώς, για να διασφαλισθεί ο υγιής ανταγωνισμός. Προϋπόθεση να βρίσκονται εντός του ΕΟΧ τα βασικά στοιχεία των συναλλαγών ενός διαδικτυακού τυχερού παιχνιδιού καζίνο Η ΕΕΚ είναι κατηγορηματικά αντίθετη στη δυνατότητα να βρίσκεται ο εξοπλισμός (ο μηχανολογικός και το λογισμικό) των διαδικτυακών επιχειρήσεων καζίνο εκτός του ΕΟΧ. Είναι ύψιστης σημασίας για τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές να είναι σε θέση να ελέγχουν και να ρυθμίζουν τη διαδικτυακή προσφορά τυχερών παιχνιδιών στις διάφορες δικαιοδοσίες της ΕΕ. Ωστόσο, οι επιχειρήσεις που προσφέρουν διαδικτυακά τυχερά παιχνίδια είναι ελεύθερες να εγκαθιστούν το λογισμικό τους σε διακομιστές (server) κέντρων δεδομένων οπουδήποτε εντός του ΕΟΧ, και μόνο τα βασικά στοιχεία της συναλλαγής είναι απαραίτητο να είναι προσβάσιμα δια ζώσης εντός της επικράτειας του Κράτους Μέλους διαμονής του καταναλωτή. Αναφορικά, έχει αναγνωρισθεί, στην υπόθεση της Liga Portuguesa de Futebol Profissional, ότι οι αρμόδιες αρχές ενός Κράτους Μέλους, όπου ένας επιχειρηματικός φορέας υπόκειται σε θεσμικούς όρους και ελέγχους, δεν δύναται να εγγυηθούν επαρκώς ότι οι καταναλωτές ενός άλλου Κράτους Μέλους θα προστατεύονται από τους κινδύνους της απάτης και του εγκλήματος. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο αναφέρει ότι οι αρχές του Κράτους Μέλους εγκατάστασης αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην αξιολόγηση της επαγγελματικής ποιότητας και εντιμότητας των επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών τυχερών παιχνιδιών. Συνεπώς, για να δοθεί η δυνατότητα στον εθνικό ρυθμιστή του Κράτους Μέλους διαμονής του καταναλωτή να ελέγχει και να ρυθμίζει την προσφορά διαδικτυακών παιχνιδιών καζίνο, είναι πολύ σημαντικό ο ρυθμιστής να έχει πρόσβαση στα βασικά στοιχεία μιας συναλλαγής. Κάτι τέτοιο προϋποθέτει ότι οι επιχειρηματικοί φορείς πρέπει να τοποθετήσουν ορισμένα τμήματα από το μηχανολογικό και λογισμικό εξοπλισμό τους, στην επικράτεια του Κράτους Μέλους διαμονής του καταναλωτή, δηλαδή εντός της χώρας που έχει εκδώσει την άδεια τυχερών παιχνιδιών. Τα απαραίτητα στοιχεία στα οποία πρέπει να έχει πρόσβαση ο ρυθμιστής αφορούν τον λογαριασμό του πελάτη και την οικονομική συναλλαγή. Όσον αφορά τον λογαριασμό του πελάτη, ο ρυθμιστής πρέπει να έχει στη διάθεσή του τις παρακάτω πληροφορίες: - πλήρες όνομα (συμπεριλαμβανομένου και του πατρώνυμου), - διεύθυνση κατοικίας, - ημερομηνία γέννησης (ή ηλικία), - πρόσθετες πληροφορίες όπως αριθμό τηλεφώνου, αριθμό ταυτότητας ή διαβατηρίου, διεύθυνση IP, ημερομηνία που άνοιξε ο λογαριασμός και την ηλεκτρονική διεύθυνση. Επιπλέον, συνιστάται σε μεγάλο βαθμό, η ύπαρξη στην επικράτεια του Κράτους Μέλους, δεδομένων που αφορούν την οικονομική δραστηριότητα. Οι πληροφορίες αυτές περιλαμβάνουν λεπτομέρειες για όλες τις συναλλαγές μεταξύ του εγγεγραμμένου παίκτη και του επιχειρηματικού φορέα και θα χρησιμοποιούνται για να αποδείξουν τη συμμόρφωση με τη νομοθεσία για τη καταπολέμηση του ξεπλύματος χρήματος. Επιπροσθέτως, θα ζητούνται πληροφορίες για κέρδη ή απώλειες από τις περιόδους παιχνιδιού, ώστε να δικαιολογούνται τα επίπεδα φορολογίας. Τουλάχιστον οι συγκεκριμένες πληροφορίες που αφορούν το λογαριασμό του πελάτη και την οικονομική του δραστηριότητα, πρέπει να διατηρούνται στην επικράτεια του Κράτους Μέλους που διαμένει ο καταναλωτής. Επιπλέον, μπορεί να γίνει πρόβλεψη για την παροχή άδειας, που να επιτρέπει στις αρμόδιες αρχές του Κράτους Μέλους διαμονής του καταναλωτή, να έχουν πρόσβαση στον εξοπλισμό και τις λειτουργίες του εγκατεστημένου σε άλλη δικαιοδοσία φορέα, από τον οποίο παρέχονται οι υπηρεσίες στην επικράτεια του εν λόγω Κράτους Μέλους." [Δ] "Η Πρόταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης Καζίνο σχετικά με τα ελάχιστα μέτρα προστασίας των καταναλωτών από τα διαδικτυακά παιχνίδια καζίνο Ένας από τους βασικούς λόγους που τα Κράτη – Μέλη της ΕΕ επιβάλουν περιοριστικούς όρους στην (διαδικτυακή) προσφορά τυχερών παιχνιδιών εντός της επικράτειά τους, είναι για να προστατέψουν τους καταναλωτές από τους σημαντικούς κινδύνους που ενέχουν τα (διαδικτυακά) τυχερά παιχνίδια. Στόχος των Κρατών Μελών είναι να αποτρέψουν τον εθισμό στα τυχερά παιχνίδια, να προστατέψουν τους ανήλικους και τα πιο ευπαθή άτομα στην κοινωνία, καθώς και να προστατέψουν τους καταναλωτές από το έγκλημα και τις απάτες. Τα διαδικτυακά παιχνίδια καζίνο, ιδίως, ενέχουν υψηλό κίνδυνο απάτης (ξέπλυμα χρήματος, κτλ.) Το γεγονός ότι τα τυχερά παιχνίδια πράγματι ενέχουν υψηλό βαθμό επικινδυνότητας έχει αναγνωρισθεί από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο στην υπόθεση της Liga Portuguesa de Futebol Profissional, καθώς και από το Δευτεροβάθμιο Δικαιοδοτικό Όργανο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ) στην αντιδικία μεταξύ των ΗΠΑ, της Αντίγκουα και της Μπαρμπούντα για τις διασυνοριακές υπηρεσίες τυχερών παιχνιδιών. Στη συγκεκριμένη αντιδικία του ΠΟΕ, το Δευτεροβάθμιο Δικαιοδοτικό του Όργανο δήλωσε ότι η παροχή διαδικτυακών τυχερών παιχνιδιών δύναται να διευκολύνει το ξέπλυμα κερδών που προέρχονται από εγκληματικές ενέργειες, λόγω του όγκου, της ταχύτητας και των διεθνών συναλλαγών που πραγματοποιούνται εξ’ αποστάσεως, σε συνδυασμό με την εγκατάσταση της έδρας των παρόχων των υπηρεσιών εκτός της επικρατείας που παρέχεται η υπηρεσία. Επιπλέον, ο κίνδυνος απάτης είναι αυξημένος καθώς τα διαδικτυακά παιχνίδια διεξάγονται πολύ γρήγορα, με αποτέλεσμα ανέντιμοι επιχειρηματικοί φορείς να έχουν τη δυνατότητα να εμφανίζονται και να εξαφανίζονται μέσα σε ελάχιστο χρόνο. (Αναφορά του WTO Appellate Body, US – Μέτρα που επηρεάζουν τη διασυνοριακή παροχή υπηρεσιών παιχνιδιών και στοιχημάτων, WT/DS285/AB/R, 7 Απριλίου 2005, παρ. 327.) Στην πρόσφατη απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για την περίπτωση της Liga Portuguesa de Futebol Profissional, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο αναγνώρισε ότι τα τυχερά παιχνίδια που είναι προσβάσιμα μέσω του Διαδικτύου ενέχουν κινδύνους διαφορετικής φύσης και σημαντικότερους σε σχέση προς τις παραδοσιακές αγορές των παιχνιδιών αυτών όσον αφορά τυχόν απάτες εκ μέρους των επιχειρηματικών φορέων σε βάρος των καταναλωτών, λόγω της έλλειψης άμεσης επαφής μεταξύ του καταναλωτή και του επιχειρηματικού φορέα. (Βλ. απόφαση Ε.Δ. 8ης Σεπτεμβρίου 2009, Liga Portuguesa de Futebol Profissional, C-42/07, που δεν έχει εκδοθεί ακόμα, παρ. 70.) Σύμφωνα με το ευρύ ιστορικό χρονικό νομικών υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου σχετικά με τις υπηρεσίες τυχερών παιχνιδιών, η προστασία των καταναλωτών αναγνωρίζεται ως αντικείμενο κοινού ενδιαφέροντος μιας περιοριστικής πολιτικής στα θέματα των τυχερών παιχνιδιών, που μπορεί να δικαιολογήσει το περιορισμό της ελεύθερης δραστηριότητας εάν ταυτόχρονα δεν εισάγει διακρίσεις και είναι αναλογική. (Βλ. περίπτωση Schindler, παρ. 57-60; περίπτωση Läärä, παρ. 32 -33; περίπτωση Zenatti, παρ. 30-31, περίπτωση Gambelli, παρ. 67, περίπτωση Placanica, παρ. 46 και περίπτωση Liga Portuguesa de Futebol Profissional, παρ. 56.) Επιπλέον, είναι στην ευχέρεια του κάθε Κράτους Μέλους να προσδιορίσει, σύμφωνα με τη δική του κλίμακα αξιών, τι απαιτείται για τη διασφάλιση της επίτευξης των επιδιωκόμενων στόχων για το δημόσιο συμφέρον, όπως είναι η προστασία των καταναλωτών. Τα Κράτη Μέλη είναι ελεύθερα να προ