- Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών - http://www.opengov.gr/minfin -

Άρθρο 20 Παραβάσεις σχετικές με τα καύσιμα – Αντικατάσταση παρ. 4 άρθρου 119Α Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα

1. Η παρ. 4 του άρθρου 119Α του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα (ν. 2960/2001, Α΄ 265), περί ελέγχων για τα καύσιμα, αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Στις περιπτώσεις νόθευσης ή λαθρεμπορίας καυσίμων σε πρατήριο καυσίμων ή παρεμπόδισης του σχετικού ελέγχου, επιβάλλεται σφράγιση ως εξής:
α) Όταν, από εξέταση δείγματος καυσίμων των υπηρεσιών της Γενικής Διεύθυνσης του Γ.Χ.Κ., που λαμβάνεται, είτε από τις αρμόδιες υπηρεσίες της Α.Α.Δ.Ε., είτε από οποιαδήποτε άλλη δημόσια ελεγκτική ή διωκτική αρχή, με βάση την έκθεση ανάλυσης του κατ’ έφεση δείγματος ή τη σχετική απόφαση του Ανώτατου Χημικού Συμβουλίου, υπάρχει διαφορά μεταξύ της ανάλυσης του πρώτου, και του κατ’ έφεση δείγματος, προκύπτει ότι το ελεγχόμενο φυσικό ή νομικό πρόσωπο κατέχει, διακινεί και εμπορεύεται νοθευμένα καύσιμα, σφραγίζεται η εγκατάσταση στην οποία διαπιστώνεται η παράβαση για δύο (2) έτη,
β) αν μετά από έκθεση ελέγχου είτε της αρμόδιας υπηρεσίας της Α.Α.Δ.Ε., είτε οποιασδήποτε άλλης δημόσιας ελεγκτικής ή διωκτικής αρχής, διαπιστώνεται τέλεση λαθρεμπορίας καυσίμων, σφραγίζεται η εγκατάσταση στην οποία διαπιστώνεται η παράβαση, για δύο (2) έτη,
γ) αν οι ιδιοκτήτες του πρατηρίου ή οι προστηθέντες από αυτούς παρεμποδίζουν τον έλεγχο για τη διαπίστωση των ανωτέρω με χρήση βίας ή απειλής σφραγίζεται η εγκατάσταση στην οποία διαπιστώνεται η παράβαση για δύο (2) έτη.
Αλλαγή ή διακοπή δραστηριότητας κατά τον χρόνο της σφράγισης στο φυσικό ή νομικό πρόσωπο στο όνομα του οποίου λειτουργούσε η εγκατάσταση δεν κωλύει τη σφράγιση της εγκατάστασης. Η σφράγιση πραγματοποιείται είτε από την τελωνειακή υπηρεσία που έχει διενεργήσει τον έλεγχο, είτε από την τελωνειακή υπηρεσία στη χωρική αρμοδιότητα της οποίας υπάγεται η έδρα της ελεγχόμενης εγκατάστασης, αν ο έλεγχος έχει διενεργηθεί από οποιαδήποτε άλλη δημόσια ελεγκτική ή διωκτική αρχή.
Το δείγμα καυσίμου που έχει ληφθεί, αποστέλλεται άμεσα από την ελέγχουσα αρχή στη χημική υπηρεσία που διενεργεί την ανάλυση, η οποία ολοκληρώνει τις σχετικές διαδικασίες έως και την έκδοση της σχετικής έκθεσης ανάλυσης του κατ’ έφεση δείγματος, το αργότερο εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την παραλαβή του δείγματος. Η απόφαση του Ανώτατου Χημικού Συμβουλίου, αν υπάρχει διαφορά μεταξύ της ανάλυσης του πρώτου και του κατ’ έφεση δείγματος, εκδίδεται εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την ημέρα που αυτό επιλαμβάνεται της διαφοράς.
Αν στοιχειοθετείται λαθρεμπορία, οι κυρώσεις της παρ. 2 επιβάλλονται ανεξάρτητα από τις λοιπές ποινικές και διοικητικές κυρώσεις.
Στην περίπτωση μη κανονικών δειγμάτων, πριν από την εξέταση του κατ’ έφεση δείγματος καυσίμων, ενημερώνεται η αρμόδια υπηρεσία της Α.Α.Δ.Ε.. Μετά από την εξέταση του κατ’ έφεση δείγματος ή την έκδοση απόφασης του Ανώτατου Χημικού Συμβουλίου, η σχετική απόφαση επιβολής κύρωσης προς τον παραβάτη κοινοποιείται αμελλητί στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, προκειμένου να επιβάλλει τις κυρώσεις του ν. 3054/2002 (Α΄ 230) για μη τήρηση της ποιότητας και του τύπου των καυσίμων, πλην της κύρωσης της σφράγισης που έχει ήδη επιβληθεί σύμφωνα με το παρόν.
Για την εφαρμογή της παρούσας, ως καύσιμα νοούνται τα ενεργειακά προϊόντα της παρ. 1 του άρθρου 73.
Τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή οι νομικές οντότητες των οποίων η εγκατάσταση πρατηρίου καυσίμων σφραγίστηκε, δεν δραστηριοποιούνται με οποιοδήποτε άλλο τρόπο ή ιδιότητα σε επιχειρήσεις εμπορίας ή διακίνησης ενεργειακών προϊόντων για δύο (2) έτη από τη διαπίστωση της παράβασης.
Με απόφαση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. καθορίζονται η διαδικασία, ο τρόπος, ο χρόνος και τα όργανα επιβολής της σφράγισης και αποσφράγισης των εγκαταστάσεων κατόχου άδειας εμπορίας ή λιανικής εμπορίας πετρελαιοειδών προϊόντων, στις οποίες διαπιστώνονται οι παραβάσεις της παρούσας και δύνανται να ορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις για τη δημοσιοποίηση των στοιχείων των παραβατών, των παραβάσεων και των κυρώσεων, ο τρόπος, ο χρόνος και το μέσο δημοσιοποίησης, τηρουμένου του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων, L 119) και του ν. 4624/2019 (Α΄ 137), καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή της παρούσας.».
2. Κανονιστικές πράξεις που έχουν ήδη εκδοθεί κατ΄ εξουσιοδότηση της παρ. 4 του άρθρου 119Α του ν. 2960/2001 πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος που δεν έρχονται σε αντίθεση με την παρ. 1 διατηρούνται σε ισχύ, μέχρι την έκδοση της κανονιστικής πράξης της παρ. 1.