- Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών - http://www.opengov.gr/minfin -

Άρθρο 04 – Συναλλακτικές σχέσεις των διανομέων ασφαλιστικών προϊόντων μεταξύ τους και με τον πελάτη

1. Ο ασφαλιστικός πράκτορας διανέμει προϊόντα μιας ή περισσοτέρων ασφαλιστικών επιχειρήσεων βάσει έγγραφης σύμβασης εντολής, και αμείβεται αποκλειστικά από τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις, στο όνομα και για λογαριασμό των οποίων διανέμει ασφαλιστικά προϊόντα.

2. Ο συντονιστής ασφαλιστικών πρακτόρων ασκεί τη δραστηριότητα της παρ. 5 του άρθρου 3 του παρόντος στο όνομα και για λογαριασμό μίας ή περισσότερων ασφαλιστικών επιχειρήσεων, βάσει έγγραφης σύμβασης εντολής και αμείβεται αποκλειστικά από τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις με τις οποίες συνεργάζεται.

3. Αν, για οποιονδήποτε λόγο, λυθεί ή λήξει η σύμβαση μεταξύ της ασφαλιστικής επιχείρησης και του ασφαλιστικού πράκτορα ή του συντονιστή ασφαλιστικών πρακτόρων, η ασφαλιστική επιχείρηση καταβάλλει στον ασφαλιστικό πράκτορα ή τον συντονιστή προμήθεια τριών ετών που αναλογεί στην παραγωγή του, η οποία εξακολουθεί για αυτό το διάστημα να παραμένει στην ασφαλιστική επιχείρηση, στο μέτρο που θα εδικαιούτο προμήθεια εάν δεν είχε λυθεί η σύμβαση. Η παραγωγή τεκμαίρεται ότι παραμένει στην ασφαλιστική επιχείρηση εφόσον διατηρείται η ασφαλιστική κάλυψη για το ασφαλιζόμενο φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή αντικείμενο, χωρίς να αλλοιώνονται ουσιωδώς οι όροι της αρχικής ασφαλιστικής σύμβασης. Το βάρος απόδειξης για την απώλεια της παραγωγής φέρει η ασφαλιστική επιχείρηση. Δεν καταβάλλεται προμήθεια:
α) αν ο ασφαλιστικός πράκτορας ή ο συντονιστής έχει καταδικαστεί με οριστική απόφαση κατόπιν υποβολής μηνυτήριας αναφοράς ή έγκλησης από την ασφαλιστική επιχείρηση, ή
β) αν αυτεπαγγέλτως ασκήθηκε ποινική δίωξη εναντίον του ασφαλιστικού πράκτορα ή του συντονιστή ασφαλιστικών πρακτόρων, για πράξεις που απορρέουν από τη σχέση του με την ασφαλιστική επιχείρηση ή τελέστηκαν επ’ ευκαιρία αυτής, ή
γ) σε περίπτωση που η σύμβαση λύθηκε με πρωτοβουλία του διαμεσολαβητή.

Σε περίπτωση μόνιμης ολικής ανικανότητας του ασφαλιστικού πράκτορα ή του συντονιστή ασφαλιστικών πρακτόρων, η ασφαλιστική επιχείρηση καταβάλλει στον ασφαλιστικό πράκτορα ή τον συντονιστή αποζημίωση που ισούται με προμήθεια τεσσάρων ετών που αναλογεί στην παραγωγή του, η οποία εξακολουθεί για αυτό το διάστημα να παραμένει στην ασφαλιστική επιχείρηση, και σε περίπτωση θανάτου την καταβάλλει στα πρόσωπα που ο πράκτορας ή ο συντονιστής είχαν ορίσει ως δικαιούχους. Αν δεν είχαν οριστεί δικαιούχοι, στην περίπτωση θανάτου η ασφαλιστική επιχείρηση καταβάλλει την ως άνω αποζημίωση στους μέχρι 4ου βαθμού συγγένειας κληρονόμους του θανόντος κατά την τάξη της κληρονομικής διαδοχής.

Σε περίπτωση αποχώρησης του ασφαλιστικού πράκτορα ή του συντονιστή ασφαλιστικών πρακτόρων λόγω συνταξιοδότησης, η ασφαλιστική επιχείρηση τού καταβάλλει προμήθεια τριών ετών που αναλογεί στην παραγωγή του, η οποία εξακολουθεί να παραμένει γι’ αυτό το διάστημα σε αυτήν.

4. Ο μεσίτης ασφαλίσεων ασκεί τη δραστηριότητα διανομής βάσει έγγραφης συμφωνίας με τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις, με τρόπο που να αποτρέπεται η νομική και οικονομική εξάρτησή του έναντι αυτών. Ο μεσίτης ασφαλίσεων λαμβάνει αμοιβή:
α) από τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις, στις οποίες τοποθέτησε τον ασφαλιστικό κίνδυνο κατ’ εντολή του πελάτη του, ή/και
β) από τον πελάτη, βάσει έγγραφης σύμβασης μεταξύ τους.
Ελάχιστο περιεχόμενο της συμφωνίας είναι ο ΑΦΜ του μεσίτη ασφαλίσεων, ο ΑΦΜ του πελάτη, ο χρόνος και ο τρόπος απόδοσης της αμοιβής και το ακριβές ποσό της αμοιβής ή, αν αυτό δεν είναι δυνατό, η βάση και η μέθοδος υπολογισμού της αμοιβής.

5. Στην ασφάλιση μεγάλων κινδύνων, και όταν πρόκειται για επαγγελματία πελάτη του άρθρου 4 παρ. 1 σημείο 10 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ και στη συνασφάλιση, ο μεσίτης ασφαλίσεων δύναται, στην περίπτωση που δεν είναι δυνατή η άμεση έκδοση της ασφαλιστικής σύμβασης από τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις, να υποβάλει στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις «συμφωνητικό ασφαλιστικής κάλυψης», στο οποίο αναγράφονται όλες οι προϋποθέσεις και οι όροι αποδοχής της ασφάλισης από τις ενδιαφερόμενες ασφαλιστικές επιχειρήσεις, οι οποίες βεβαιώνουν την αποδοχή της κάλυψης του κινδύνου. Ο μεσίτης ασφαλίσεων εκδίδει «πιστοποιητικό ασφάλισης» με βάση τα στοιχεία που συμφώνησε με την ασφαλιστική επιχείρηση, το οποίο παραδίδει στον πελάτη. Ο μεσίτης αντικαθιστά το πιστοποιητικό ασφαλιστικής κάλυψης χωρίς υπαίτια βραδύτητα με την σύμβαση ασφάλισης.

6. Ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής δευτερεύουσας δραστηριότητας διανέμει προϊόντα μιας ή περισσοτέρων ασφαλιστικών επιχειρήσεων, που αναλαμβάνουν την πλήρη ευθύνη για την δραστηριότητά του, και αμείβεται από εκείνες έναντι προμήθειας, βάσει έγγραφης σύμβασης εντολής.

7. Επιτρέπεται η συνεργασία μεταξύ των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών, μόνον όταν οι συνεργαζόμενοι είναι εγγεγραμμένοι στην ίδια κατηγορία διαμεσολαβητών του Ειδικού Μητρώου. Σε περίπτωση που μεταξύ της ασφαλιστικής επιχείρησης και του πελάτη μεσολαβούν περισσότεροι του ενός διαμεσολαβητές, οι οποίοι συνεργάζονται μεταξύ τους στην προώθηση του ασφαλιστικού προϊόντος, εκείνος από τους συνεργαζόμενους διαμεσολαβητές που έχει τη σύμβαση με την ασφαλιστική επιχείρηση λαμβάνει έγκριση από την ασφαλιστική επιχείρηση για τη διανομή των προϊόντων της μέσα από τη συγκεκριμένη συνεργασία και, κατά περίπτωση, για την υποεξουσιοδότηση του άρθρου 27 παρ. 5 του παρόντος, πριν συναφθεί οποιαδήποτε ασφαλιστική σύμβαση. Σε περίπτωση που η ασφαλιστική επιχείρηση διαπιστώσει την προώθηση των προϊόντων της από μη εγκεκριμένη συνεργασία, η ασφαλιστική επιχείρηση ζητά εγγράφως διευκρινίσεις από τον συμβαλλόμενο με αυτήν ασφαλιστικό διαμεσολαβητή και θέτει προθεσμία για την παροχή των διευκρινίσεων αυτών, που δεν μπορεί να είναι μικρότερη των τριών ημερών. Μετά το πέρας της προθεσμίας η ασφαλιστική επιχείρηση δικαιούται να καταγγείλει τη σύμβαση και τα αποτελέσματα της καταγγελίας αυτής επέρχονται μετά από τρεις ημέρες από την επίδοσή της. Στην περίπτωση αυτήν η ασφαλιστική επιχείρηση δύναται να παρακρατήσει τις αναλογούσες επί του ασφαλίστρου προμήθειες που θα κατέβαλλε στον συμβαλλόμενο με αυτήν ασφαλιστικό διαμεσολαβητή, εάν είχε εγκρίνει τη συνεργασία.

8. Οι προβλέψεις του άρθρου αυτού δεν θίγουν την εφαρμογή των προβλέψεων των άρθρων 26 και 36 του παρόντος.