Άρθρο 01 – Σκοπός

Το άρθρο 178 του νόμου 4512/2018 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 178
Το Κεφάλαιο αυτό έχει σκοπό τη ρύθμιση του θεσμού της διαμεσολάβησης σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, καθώς και την περαιτέρω εναρμόνιση της Ελληνικής Νομοθεσίας προς τις διατάξεις της Οδηγίας 2008/52/ ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 21ης Μαΐου 2008 για θέματα διαμεσολάβησης σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, ως και στις ανωτέρω υποθέσεις διασυνοριακών διαφορών.
Οι διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου δεν εφαρμόζονται στη δικαστική μεσολάβηση, όπως αυτή ρυθμίζεται στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.».

  • H E.A.N.Δ.Α. κατόπιν της από 08.10.2019 απόφασης του Διοικητικού της Συμβουλίου συμμετέχει – ως οφείλει δια του επιστημονικού της ρόλου στην προάσπιση των συμφερόντων των ασκούμενων και νέων συναδέλφων – στη διαβούλευση του νομοσχεδίου για τη διαμεσολάβηση, θεσμός ο οποίος θα επιφέρει σειρά αλλαγών στις ιδιωτικές διαφορές επηρεάζοντας τον τρόπο θεώρησης και υπαγωγής στη Δικαιοσύνη.
    Διαπιστώνεται :
    Α) ότι στο υποχρεωτικό ενημερωτικό προστάδιο η παράσταση δικηγόρου είναι προαιρετική σε αντίθεση με τη διαδικασία της διαμεσολάβησης , στην οποία αν τα μέρη αποφασίσουν να υπαγάγουν τη διαφορά τους, η παράσταση του δικηγόρου είναι υποχρεωτική.
    Καταστρατηγείται κάθε έννοια δικαίου και ο πολίτης στερείται τοιουτοτρόπως τον φυσικό του συμπαραστάτη.
    Β) Οι υπαγόμενες υποχρεωτικώς διαφορές είναι η τακτική Μονομελούς και Πολυμελούς καθώς και οι οικογενειακές διαφορές. Ο περιορισμός σε σχέση με το παρελθόν είναι ορθός, καθώς ο θεσμός θα εφαρμοσθεί πιλοτικά.
    Γ) Κέντρα εκπαίδευσης: Δυστυχώς επιλέγεται το πλήρες «ξεχαρβάλωμα» της εκπαίδευσης. Κανένα ουσιαστικό κριτήριο, καμία ουσιαστική προϋπόθεση και κανένας έλεγχος των κέντρων. Δημιουργώντας σοβαρούς κινδύνους η αγορά να » γεμίσει» κέντρα αμφιβόλου ποιότητας που θα «πουλάνε» πτυχία. Ευλόγως μάλιστα τίθεται το ερώτημα γιατί τον Αύγουστο συνεστήθη νομοπαρασκευαστική για τα κέντρα η οποία κατέθεσε συγκεκριμένες προτάσεις για την εκπαίδευση και ενώ οι εκπρόσωποι του έδειχναν ότι συμφωνούσαν πέταξαν κυριολεκτικά το σχέδιο που παραδόθηκε στο καλάθι των αχρήστων. Συμπερασματικά το σχέδιο Νόμου μακροπρόθεσμα θα ζημιώσει το θεσμό και δε σέβεται τον κομβικό ρόλο του παραστάτη δικηγόρου.
    Διαμεσολάβηση χωρίς δικηγόρους δεν υπάρχει. Παρακάτω τίθενται με ακρίβεια οι προτεινόμενες τροποποιήσεις με την ελπίδα οι αρμόδιοι να προβούν άμεσα στις απαραίτητες αλλαγές.
    Η διαμεσολάβηση μπορεί να προχωρήσει και να δώσει λύσεις, αρκεί να υπάρξει ένα σωστό νομοθέτημα.

    ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΣΤΗ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ-ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ:

    ΑΡΘΡΟ 2
    4.Ως νομικός παραστάτης νοείται ο πληρεξούσιος δικηγόρος των μερών, ο οποίος παρίσταται στη διαδικασία της διαμεσολάβησης και στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, παρέχει νομικές συμβουλές στον εντολέα του και τον συνδράμει στην διαδικασία της διαμεσολάβησης.
    5. Ως υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης νοείται η συνεδρία μεταξύ του διαμεσολαβητή , του νομικού παραστάτη και των μερών, που λαμβάνει χώρα υποχρεωτικά στις περιπτώσεις των ιδιωτικών διαφορών που υπάγονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 182 του παρόντος νόμου επί ποινή απαραδέκτου της συζήτησης του ενδίκου βοηθήματος, κατά τη διάρκεια της οποίας ο διαμεσολαβητής και οι νομικοί παραστάτες ενημερώνει τα μέρη για τον τρόπο με τον οποίο δύνανται να επιλύσουν τη διαφορά τους μέσω της διαμεσολάβησης, εξηγώντας ιδίως τη διαδικασία και τις βασικές αρχές που διέπουν την διαμεσολάβηση.

    ΑΡΘΡΟ 5
    1. Διαδικασία διαμεσολάβησης Το άρθρο 183 του νόμου 4512/2018 αντικαθίστανται ως εξής: «Άρθρο 183 Διαδικασία διαμεσολάβησης 1. Στη διαδικασία διαμεσολάβησης τα μέρη παρίστανται μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου τους.

    Άρθρο 9
    Το στοιχείο α΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 187 του νόμου 4512/2018, τροποποιείται ως ακολούθως: «α) Επιτροπή Μητρώου Διαμεσολαβητών, η οποία είναι αρμόδια για την τήρηση του Μητρώου των Διαμεσολαβητών, για κάθε σχετικό ζήτημα ή έκδοση πράξης που αφορά το τηρούμενο Μητρώο και για τη συγκέντρωση των ετήσιων Εκθέσεων Πεπραγμένων, σύμφωνα με το άρθρο 197.»

    Το στοιχείο δ’ της παραγράφου 3 του άρθρου 187 του ν. 4512/2018, τροποποιείται ως ακολούθως: δ) «Επιτροπή Εξετάσεων», η οποία έχει την ευθύνη και την εποπτεία της διεξαγωγής των γραπτών και προφορικών εξετάσεων, από τους Φορείς Κατάρτισης του άρθρου 198 παράγραφος 2 του ν. 4512/2018. Η Επιτροπή Εξετάσεων απαρτίζεται από τρία (3) μέλη, τα οποία προέρχονται από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης, με ισάριθμους αναπληρωτές, από τα οποία ένα τουλάχιστον, είναι δικαστικός λειτουργός που προεδρεύει της Επιτροπής.

    Άρθρο 12

    Γ. Φυσικό ή νομικό πρόσωπο και κάθε άλλη ένωση προσώπων (φυσικών ή νομικών) με ελάχιστο κεφάλαιο 250.000 ευρώ, που έχει συσταθεί σύμφωνα με τα εκάστοτε ισχύοντα στην ελληνική νομοθεσία, ή στην νομοθεσία κράτους – μέλους και η οποία έχει αποκλειστικά ως σκοπό την παροχή εκπαίδευσης στην διαμεσολάβηση και στους λοιπούς εναλλακτικούς τρόπους επίλυσης διαφορών.
    Οι ανωτέρω φορείς, αδειοδοτούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 199 του ν. 4512/2018.

    Άρθρο 13

    1. στ) διάγραμμα κάτοψης του χώρου εκπαίδευσης, υπογεγραμμένο από αρμόδιο προς τούτο μηχανικό, στο οποίο εμφαίνεται ότι ο εν λόγω χώρος διαθέτει τουλάχιστον τρεις χωριστές αίθουσες διδασκαλίας και ειδικότερα δύο αίθουσες κατάλληλες για τη διεξαγωγή των μαθημάτων και προσομοιώσεων και μία αίθουσα διαλέξεων συνολικού εμβαδού 200 τμ, καθώς και κατάλογο του αναγκαίου υλικοτεχνικού εξοπλισμού

    ΑΡΘΡΟ 15
    2. Οι εξετάσεις των υποψηφίων διαμεσολαβητών διενεργούνται σε πανελλαδικό επίπεδο, από όσους εκ των Φορέων Κατάρτισης του άρθρου 198 του παρόντος νόμου έχουν την νομική μορφή της ΑΜΚΕ, καθώς και από τα ΚΕΔΙΒΙΜ των ΑΕΙ, με ενιαία θέματα που προκύπτουν αποκλειστικά από την Επιτροπή Εξετάσεων όπως αυτή έχει ορισθεί από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης, κατά την κρίση της, τουλάχιστον όμως δύο φορές το χρόνο. Οι εξετάσεις είναι γραπτές και προφορικές και συμπεριλαμβάνεται αξιολόγηση σε προσομοιώσεις.

    Α. Εξετάσεις – Γραμματειακή υποστήριξη

    Β. Τρόπος, κριτήρια, προϋποθέσεις και όροι εξετάσεων.
    1. Ο τόπος, ο χρόνος και ο τρόπος διεξαγωγής των εξετάσεων καθορίζονται με απόφαση της Επιτροπής Εξετάσεων, η οποία κοινοποιείται στους αδειοδοτημένους φορείς κατάρτισης και αναρτάται στην οικεία ιστοσελίδα του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων τουλάχιστον πριν από τριάντα (30) ημέρες
    Έκαστος εκ των Φορέων Κατάρτισης, συγκροτεί υποχρεωτικώς Εξεταστική Ομάδα, αποτελούμενη από τον Διευθυντή του Φορέα, τον Διευθυντή Κατάρτισης και έναν εκ των εκπαιδευτών, με ισάριθμους αναπληρωτές τους. Ειδικώς για τα ΚΕΔΙΒΙΜ, η Εξεταστική Ομάδα, θα αποτελείται από τον Διευθυντή του Φορέα, τον Διευθυντή Κατάρτισης και τον Ακαδημαϊκό Υπεύθυνο του Προγράμματος.

    2. Προϋπόθεση για τη συμμετοχή των υποψηφίων στις εξετάσεις είναι η υποβολή στους Φορείς Κατάρτισης της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου αίτησης, η οποία πρέπει να συνοδεύεται από πιστοποιητικό του φορέα κατάρτισης, στο οποίο βεβαιώνεται ότι οι υποψήφιοι διαμεσολαβητές έχουν λάβει τη βασική εκπαίδευση και κατάρτιση, κατά τα οριζόμενα στον νόμο.
    Υποψήφιοι που εκπαιδεύτηκαν σε Φορέα Κατάρτισης που δεν μπορεί να διενεργεί εξετάσεις, μπορούν να υποβάλουν την αίτησή τους, σε οποιονδήποτε από τους Φορείς Κατάρτισης της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου.
    Σε κάθε περίπτωση η αίτηση συνοδεύεται από παράβολο εκατό (100) ευρώ υπέρ του Δημοσίου, το οποίο μπορεί να αναπροσαρμόζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων

    3. Στις γραπτές εξετάσεις οι υποψήφιοι διαγωνίζονται σε εβδομήντα (70) ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής και δύο (2) ερωτήσεις με απαντήσεις σύντομης ανάπτυξης έως εκατό πενήντα (150) λέξεων η κάθε μία. Η βαθμολόγηση γίνεται σε κλίμακα των εκατό (100) μονάδων. Κάθε σωστή απάντηση στις ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής αντιστοιχεί σε μία μονάδα. Οι ερωτήσεις είναι κοινές για όλους τους υποψηφίους, επιλέγονται από την Εξεταστική Επιτροπή της ΚΕΔ, την ίδια ημέρα της εξέτασης και αποστέλλονται στους Φορείς Κατάρτισης της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, μέσω τηλεομοιοτυπίας (fax) ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (mail), όχι νωρίτερα από 30 λεπτά από την προγραμματισμένη ώρα έναρξης της εξέτασης. Τα αποτελέσματα των γραπτών εξετάσεων ανακοινώνονται υποχρεωτικά εντός τριάντα ημερών από το πέρας τους.

    4. Αν ένας από τους υποψήφιους δεν είναι παρών στην αίθουσα κατά την στιγμή της έναρξης εκφώνησης των θεμάτων αποκλείεται από τις εξετάσεις. Οι υποψήφιοι γράφουν σε ομοιόμορφο χαρτί, που τους χορηγείται από που τους χορηγείται από την Εξεταστική Ομάδα του Φορέα Κατάρτισης που διενεργεί τις εξετάσεις και φέρει τη μονογραφή ενός εκ των μελών της Ομάδας. Το γραπτό δεν πρέπει να φέρει στο σώμα αυτού υπογραφή ή άλλο διακριτικό γνώρισμα πλην των ατομικών στοιχείων του υποψηφίου στο πάνω αριστερό μέρος της πρώτης σελίδας του γραπτού. Αφού γίνει η παραβολή με επίδειξη του δελτίου αστυνομικής ταυτότητας ή άλλου αποδεικτικού ταυτοπροσωπίας, οι ενδείξεις των ατομικών στοιχείων του καλύπτονται με αδιαφανή ταινία, η οποία αφαιρείται μόνο μετά την οριστικοποίηση της βαθμολογίας παρουσία όλων των μελών της Εξεταστικής Ομάδας.

    5. 5. Μετά την ολοκλήρωση των γραπτών εξετάσεων κατά τα οριζόμενα στις προηγούμενες παραγράφους, οι επιτυχόντες σε αυτές υποψήφιοι καλούνται εντός πέντε εργασίμων ημερών σε προφορικές εξετάσεις ενώπιον της Εξεταστικής Ομάδας προς διαπίστωση της επάρκειας των γνώσεων και δεξιοτήτων για διεξαγωγή διαμεσολάβησης. Οι προφορικές εξετάσεις συνίστανται στην εξέταση από τουλάχιστον δύο μέλη της Εξεταστικής Ομάδας επί των τεχνικών της διαμεσολάβησης με χρησιμοποίηση ρόλων και προσομοιώσεων κατά τα συνήθη πρότυπα που εφαρμόζονται διεθνώς. Η επίδοση των υποψηφίων στις προφορικές εξετάσεις αξιολογείται με βάση συγκεκριμένα κριτήρια αξιολόγησης, τα οποία ορίζονται από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης μετά την σύσταση και έναρξη λειτουργίας της. Επάρκεια συντρέχει, όταν ο υποψήφιος διαμεσολαβητής έχει ανταποκριθεί επιτυχώς σε περισσότερες από τις μισές απαι- τούμενες διαμεσολαβητικές ικανότητες και δεξιότητες βάσει των κριτηρίων αξιολόγησης και δεν έχει επιδείξει κάποια μορφή απαγορευμένης συμπεριφοράς σύμφωνα με την βαθμολόγηση των εξεταστών.

    7. Τα αποτελέσματα των ως άνω εξετάσεων γνωστοποιούνται στην Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης, η οποία διαπιστεύει τους οριστικούς επιτυχόντες.

    8. Ο υποψήφιος διαμεσολαβητής που απέτυχε σε τρεις (3) εξεταστικές περιόδους, οφείλει να προσκομίσει νέο πιστοποιητικό εκπαίδευσης από φορέα κατάρτισης, προκειμένου να έχει εκ νέου δικαίωμα συμμετοχής στις εξετάσεις.

    9. Μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων και εντός 15 ημερών, η Εξεταστική Ομάδα ορίζει ημερομηνία κατά την οποία οι αποτυχόντες υποψήφιοι δύναται να λάβουν γνώση των γραπτών τους και της προφορικής τους βαθμολογίας, χωρίς να έχουν δικαίωμα αναβαθμολόγησης. Μετά την πάροδο της ανωτέρω προθεσμίας τα γραπτά και οι προφορικές βαθμολογίες καταστρέφονται

    ΓΙΑ ΤΟ Δ.Σ. ΤΗΣ Ε.Α.Ν.Δ.Α.

    Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ
    ΙΩΑΝΝΗΣ ΑΒΑΡΚΙΩΤΗΣ

    Η ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
    ΜΑΡΙΑ ΑΓΓΕΛΗ

  • 13 Οκτωβρίου 2019, 21:34 | ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΖΑΚΥΝΘΟΥ

    Ο Δικηγορικός Σύλλογος Ζακύνθου, στην από 10-10-2019 έκτακτη γενική συνέλευση, εξέδωσε το κάτωθι ψήφισμα, προς ανάρτηση στη δημόσια διαβούλευση, με πλειοψηφία 21 ψήφων υπέρ έναντι 1 κατά:
    “Ως γνωστόν έχει τεθεί σε δημόσια διαβούλευση το σχέδιο νόμου που αφορά τις τροποποιήσεις του Ν. 4512/2018 για τη διαμεσολάβηση σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις. Δυστυχώς, παρά τους αγώνες του Δικηγορικού κόσμου, την αντίθετη και σαφώς διατυπωμένη θέση της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων και την υπ’ αρ. 34/28-06-2018 απόφαση της Διοικητικής Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, η οποία έκρινε αντισυνταγματική την υποχρεωτικότητα του θεσμού, και η νέα ηγεσία του Υπουργείου Δικαιοσύνης εμμένει στη θέσπιση της υποχρεωτικής διαμεσολάβησης με επιμέρους, μάλιστα, τροποποιήσεις, που καθιστούν το νομοθέτημα αυτό επαχθέστερο σε σχέση με το αρχικό. Ο Δικηγορικός Σύλλογος Ζακύνθου, είχε κατά το παρελθόν εξ αρχής ταχθεί αντίθετος στην υποχρεωτική ιδιωτική διαμεσολάβηση, συνταυτιζόμενος με τις αποφάσεις της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος. Είναι πάγια θέση του Δικηγορικού Συλλόγου Ζακύνθου, δεδομένου ότι η υποχρεωτικότητα του θεσμού είναι αντισυνταγματική, καθώς θίγει το δικαίωμα της πρόσβασης του πολίτη στο Φυσικό του Δικαστή και το δικαίωμα της αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας, όπως αυτό κατοχυρώνεται στο Σύνταγμα (αρ. 20), στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και στο αρ. 47 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επίσης, υπάρχουν επιμέρους διατάξεις του σχεδίου νόμου, που προκαλούν έντονο προβληματισμό ως προς τη σκοπιμότητά τους και σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να τροποποιηθούν και αυτές είναι οι εξής:
    1ον: Στο αρ. 4 του σχεδίου νόμου, όπως τροποποιεί το αρ. 182 παρ. 2Β Ν. 4512/2018 προβλέπεται υποχρεωτικότητα σε διαφορές τακτικής διαδικασίας Μονομελούς και Πολυμελούς Πρωτοδικείου. Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να εξαιρεθεί από την υποχρεωτικότητα διαφορές καθ’ ύλην αρμοδιότητας Μονομελούς Πρωτοδικείου, σύμφωνα με τις αποφάσεις της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος, και, σε κάθε περίπτωση, να απαλειφθεί η διάταξη που αναφέρει ότι η προσφυγή των μερών στη δικαστική μεσολάβηση δεν απαλάσσει από την υποχρέωση προσφυγής στην ιδιωτική διαμεσολάβηση, καθώς η δικαστική μεσολάβηση, ακόμη και στην προαιρετική της μορφή, παρέχει τα απαιτούμενα εχέγγυα αξιοπιστίας για την ορθή συμβιβαστικής διεκπεραίωσης των υποθέσεων.
    2ον: Στο άρθρο 4 του σχεδίου νόμου, όπως τροποποιεί το αρ. 182 παρ. 3Α. εδ. β’ και γ’ Ν. 4512/2018, προβλέπεται εξαίρεση από την υποχρεωτική αρχική συνεδρία στις οποίες διάδικος είναι το Δημόσιο, ΟΤΑ ή ΝΠΔΔ, καθώς και οι διαφορές στις οποίες οι διάδικοι δικαιούνται νομικής βοήθειας ή στους οποίους παρέχεται το ευεργέτημα της πενίας. Η διάταξη αυτή θα πρέπει να απαλειφθεί, διότι δε συνάδει με τον υποτιθέμενο σκοπό της διαμεσολάβησης, καθώς αποκλείονται από αυτή μια πολύ μεγάλη κατηγορία απόρων πολιτών., καθώς και όσοι πολίτες έχουν αντίδικο το Δημόσιο, ΟΤΑ Ή ΝΠΔΔ. Θα πρέπει το Κράτος που προτείνει και επιβάλλει την υποχρεωτική ιδιωτική διαμεσολάβηση να απαλείψει τη διάταξη αυτή και να προβλέψει αμοιβή του διαμεσολαβητή, η οποία θα του παρέχεται με τη διαδικασία των διατάξεων της νομικής βοήθειας. Είναι τελείως οξύμωρη και αντίθετη με τους υποτιθέμενους σκοπούς της διαμεσολάβησης η εξαίρεση της κατηγορίας αυτής των διαδίκων.
    3ον: Στο αρ. 4 του σχεδίου νόμου, όπως τροποποιεί το αρ. 182 παρ. 3Γ ν. 4512/2018, επισημαίνεται ότι οι προβλεπόμενες χρηματικές ποινές είναι αδικαιολόγητες και εξοντωτικές, δεδομένου ότι ειδικά στην τακτική διαδικασία η απουσία του αντιδίκου είναι απολύτως καθοριστική για την έκβαση της δίκης και την ήττα του και, κατά συνέπεια, η επιβολή περαιτέρω ποινής είναι απαράδεκτη, καθώς είναι μόνο ποινή παραδειγματισμού.
    4ον: Στο αρ. 4 του σχεδίου νόμου, όπως τροποποιεί το αρ. 182 παρ. 4Α Ν. 4512/2018 προβλέπεται ότι η παράσταση των δικηγόρων των μερών είναι δυνητική στην αρχική συνεδρία. Η διάταξη αυτή είναι σαφώς αντιδικηγορική, και θα πρέπει να απαλειφθεί για τον επιπλέον πρακτικό λόγο ότι ειδικά στις υποθέσεις τακτικής διαδικασίας είναι απαραίτητη σε κάθε παράσταση του διαδίκου η παρουσία του δικηγόρου του για την εξασφάλιση των συμφερόντων του, καθώς τιθενται ζητήματα που μόνον η παρουσία των δικηγόρων μπορεί να φωτίσει. Είναι δε απορίας άξιο πώς ο διαμεσολαβητής χωρίς την παρουσία των νομικών παραστατών θα είναι σε θέση να κατανοήσει τα νομικά ζητήματα που τίθενται από τους διαδίκους.
    5ον: Στο αρ. 6 του σχεδίου νόμου, όπως αντικαθιστά το αρ. 184 παρ. 4Ν. 4512/2018, κατά τρόπο απαράδεκτο αναφέρεται ότι το πρακτικό διαμεσολάβησης αποτελεί από την κατάθεσή του στη Γραμματεία του Μονομελούς Πρωτοδικείου εκτελεστό τίτλο. Ακολούθως αναφέρει ότι το απόγραφο για την εκτέλεση εκδίδεται σύμφωνα με τα αρ. 915 – 918 ΚΠολΔ από το δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου, στη γραμματεία του οποίου κατατέθηκε το πρακτικό διαμεσολάβησης. Η διάταξη αυτή είναι ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΗ, καθώς είναι παντελώς αόριστη και επικίνδυνη για τούτο, αφού το μόνο αρμόδιο για την κατάθεση του πρακτικού διαμεσολάβησης θα πρέπει θα πρέπει να είναι το δικαστήριο που σύμφωνα με τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας υπάγεται η διαφορά. Ως προς το θέμα αυτό είχε ρητά τοποθετηθεί και η Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγοτρικών Συλλόγων Ελλάδος, πλην όμως, όπως φαίνεται η άποψή της δεν έγινε σεβαστή. Υπενθυμίζεται ότι στο παλιό σχέδιο νόμου προβλεπόταν ότι το πρακτικό κατατίθεται αποκλειστικά στη Γραμματεία του Μονομελούς Πρωτοδικείου του τόπου που έλαβε χώρα η διαμεσολάβηση. Η εσκεμμένη ασάφεια του νέου νομοθετήματος προκαλεί σαφέστατα προβληματισμό. Η άποψή μας είναι ότι ακόμα και στην περίπτωση διαφωνίας σχετικά με το πρόσωπο του διαμεσολαβητή, η Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης θα πρέπει κατά τρόπο αποκλειστικό να ορίζει διαμεσολαβητή που θα εδρεύει στον τόπο, όπως αυτός θα ορίζεται από τις διατάξεις του ΚΠολΔ που αφορούν την τοπική αρμοδιότητα του Δικαστηρίου στο οποίο υπάγεται η διαφορα. Δυστυχώς, το πλέγμα των δυο αυτών προβλέψεων θα οδηγήσει σε περαιτέρω απομείωση της δικηγορικής ύλης από την επαρχία, και τη μετατόπισή τους σε μεγαλύτερα κέντρα.
    6ον: Στο αρ. 12 του σχεδίου νόμου, όπως αντικαθιστά το αρ. 198 Ν. 4512/2018, παρέχεται η δυνατότητα σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα που έχουν συσταθεί σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία ή τη νομοθεσία κράτους μέλους της ΕΕ που έχει αποκλειστικό σκοπό την παροχή εκπαίδευσης στη διαμεσολάβηση να μπορούν να ιδρύσουν φορείς κατάρτισης διαμεσολαβητών. Η διάταξη αυτή καταδεικνύει και το σκοπό του όλου νομοθετήματος που κατατείνει αποκλειστικά στην εξυπηρέτηση ιδιωτικών συμφερόντων, είναι προκλητικά γενική χωρίς κανένα απολύτως περιορισμό ως προς τις προϋποθέσεις των νομικών αυτών προσώπων, ως εκ τούτου τελείως προβληματική και ως προς τη σκοπιμότητα και ως προς την ουσία και για αυτό θα πρέπει να απαλειφθεί.
    Οι παρατηρήσεις αυτές τίθενται τελείως ενδεικτικά και καταδεικνύουν τον αντιδικηγορικό σκοπό του νομοθετήματος».

  • Άρθρο 1ο

    Με όλο τον δέοντα σεβασμό προς τους συντάκτες, δεν νομίζουμε ότι η φράση «…ως και στις ανωτέρω υποθέσεις διασυνοριακών υποθέσεων», στο τέλος του πρώτου εδαφίου του άρθρου 178 επιφέρει το αποτέλεσμα, που αναφέρεται στην Αιτιολογική Έκθεση.
    Προτείνουμε την εξής διατύπωση της πρώτης φράσης του πρώτου εδαφίου του εν λόγω άρθρου: «Το Κεφάλαιο αυτό έχει σκοπό την ρύθμιση του θεσμού της διαμεσολάβησης τόσο σε ενδοσυνοριακες, όσο και σε διασυνοριακές αστικές και εμπορικές υποθέσεις, καθώς…».

  • Αναμφισβήτητα το προς ψήφιση νομοσχέδιο και η υποβολή του σε δημόσια διαβούλευση αποτελεί ένα σημαντικό και αναγκαίο βήμα για την οριστική επίλυση μιας εκκρεμότητας, η οποία έχει δημιουργήσει ένα αβέβαιο περιβάλλον για τον ίδιο το θεσμό της διαμεσολάβησης, ο οποίος λειτούργησε θετικά, αλλά περιορισμένα, από την θέσπισή του, με το νόμο 3898/2010 και στην συνέχεια μετά την έκδοση του υπό τροποποίηση νόμου 4512/2018.
    Στο πλαίσιο αυτών των τροποποιήσεων γίνεται μία θετική προσπάθεια να αρθούν όποιες αμφισβητήσεις εγέρθηκαν από τη Διοικητική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου.
    Σκοπός του νομοσχεδίου είναι η πρόσβαση των πολιτών στην ενημέρωση για την δυνατότητα εναλλακτικής επίλυσης των διαφορών τους, με τη χρήση της διαδικασίας της διαμεσολάβησης. Η διαμεσολάβηση, όπως ορθά επισημαίνεται και στην αιτιολογική έκθεση, προσφέρει ελευθερία εξεύρεσης λύσεων προσαρμοσμένων στις ανάγκες των εμπλεκομένων μερών, από κοινού, σε σύντομο χρόνο και με μικρό οικονομικό κόστος εκτός του μοντέλου του δικαστηρίου.
    Στόχος είναι να προκύψει μια ισόρροπη σχέση μεταξύ της διαμεσολάβησης και των δικαστικών διαδικασιών, κάτι το οποίο αποτελεί και επιταγή του κοινοτικού νομοθέτη, με αποτέλεσμα την βελτίωση του χρόνου και της ποιότητας απονομής της δικαιοσύνης και την δημιουργία ενός χώρου ασφάλειας, ειρήνης και ανάπτυξης. Για την επίτευξη του στόχου αυτού, είναι αναγκαίο, με τις εισαγόμενες τροποποιήσεις του Ν. 4512/2018, να διασφαλιστεί ότι, η ενημέρωση των πολιτών από τον διαμεσολαβητή για την διαδικασία θα είναι τέτοια σε χρόνο και ποιότητα, ώστε να μπορεί να οδηγήσει σε επιλογή της διαμεσολάβησης ως τρόπου εξωδικαστικής επίλυσης ικανού αριθμού ιδιωτικών διαφορών. Διαφορετικά η ρύθμιση θα μείνει γράμμα κενό.

  • ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΟΠΟΙΟ ΤΡΟΠΟΠΟΙΟΥΝΤΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ 4512/ 2018

    Άρθρο 1ο

    Με όλο τον δέοντα σεβασμό προς τους συντάκτες, δεν νομίζουμε ότι η φράση «…ως και στις ανωτέρω υποθέσεις διασυνοριακών υποθέσεων», στο τέλος του πρώτου εδαφίου του άρθρου 178 επιφέρει το αποτέλεσμα, που αναφέρεται στην Αιτιολογική Έκθεση.
    Προτείνουμε την εξής διατύπωση της πρώτης φράσης του πρώτου εδαφίου του εν λόγω άρθρου: «Το Κεφάλαιο αυτό έχει σκοπό την ρύθμιση του θεσμού της διαμεσολάβησης τόσο σε ενδοσυνοριακες, όσο και σε διασυνοριακές αστικές και εμπορικές υποθέσεις, καθώς…».

    Άρθρο 2ο

    α. Στο τέλος της παραγράφου 5 του άρθρου 179, η αναφορά στον «τρόπο με τον οποίο δύνανται να επιλύσουν την διαφορά τους μέσω της διαμεσολάβησης…» πιθανόν να δημιουργήσει την εσφαλμένη εντύπωση ότι ο διαμεσολαβητής μπορεί να προτείνει λύση της διαφοράς, πράγμα που κατά βέβαιο τρόπο δεν είναι στις προθέσεις του Νομοθέτη, αφού αυτό δεν επιτρέπεται στον Διαμεσολαβητή. Προτείνουμε την αναδιατύπωση ως εξής: «… ενημερώνει τα μέρη για την διαδικασία της διαμεσολάβησης, με την οποία δύνανται να επιλύσουν την διαφορά τους και τις βασικές αρχές που διέπουν την διαμεσολάβηση».

    β. Στο τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 179, είμαστε της άποψης ότι θα πρέπει να τροποποιηθεί και να προβλεφθεί αντί «σε κράτος-μέλος άλλο από εκείνο της μόνιμης κατοικίας ή συνήθους διαμονής των μερών», «… εκείνο της μόνιμης κατοικίας ή συνήθους διαμονής έστω και ενός από τα μέρη».

    Άρθρο 3ο
    α. Είναι θετικό που προβλέπεται η «ρήτρα διαμεσολάβησης» στο άρθρο 180.
    Η πρόβλεψη δυνατότητας να περιέχεται σε συμφωνίες των μερών «ρήτρα διαμεσολάβησης», δεν διορθώνει την κατάσταση που ίσχυε με τους προηγούμενους Νόμους. Εξ ορισμού η ρήτρα διαμεσολάβησης μπορεί να περιλαμβάνεται μόνο στην βασική σύμβαση (υποκείμενη) των μερών, κατά την υπογραφή της οποίας δεν έχει, ασφαλώς, προκύψει καμία διαφορά προς επίλυση, ώστε να μπορεί να περιγράφεται το αντικείμενο αυτής στην βασική σύμβαση, στην ρήτρα διαμεσολάβησης.
    Κατά συνέπεια, οποιοδήποτε από τα μέρη δεν τηρήσει την ρήτρα διαμεσολάβησης και προσφύγει απευθείας στο Δικαστήριο, το άλλο ή τα αλλά μέρη δεν μπορούν να εγείρουν ένσταση διαμεσολάβησης ούτε καν να προσάψουν σε εκείνον που αντιπαρέρχεται την ρήτρα διαμεσολάβησης με βάση τις διαταξεις του ουσιαστικού δικαίου για τις συμβάσεις, αφού το επιχείρημα του άλλου μέρους ότι δεν περιγράφεται στην ρήτρα το αντικείμενο της διαφοράς και ότι, ως εκ τούτου, δεν τον δεσμεύει, θα είναι καταλυτικό. Συνεπώς η ρήτρα διαμεσολάβησης στερείται ουσιαστικής και πρακτικής σημασίας, αφού η συμφωνία περί διαμεσολάβησης θα πρέπει να επαναλαμβάνεται μετά την επέλευση της διαφοράς αφήνοντας απόλυτα το περιθώριο σε εκείνο ή εκείνα τα μέρη, που δεν επιθυμούν ή δεν επιθυμούν πλέον την προσφυγή στην διαμεσολάβηση, να την αποφύγουν.

    β. Το θέμα έχει απασχολήσει έντονα την ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΝΩΣΗ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΤΩΝ, η οποία έχει, ήδη πολλές φορές, διατυπώσει προτάσεις για την τροποποίηση των σχετικών διατάξεων με τρόπο που να διασφαλίζει την δυνατότητα έγερσης ένστασης διαμεσολάβησης.
    Προτείνουμε και τώρα την προσθήκη, μετά το τελευταίο εδάφιο του άρθρου 180, άλλου εδαφίου διατυπωμένου ως εξής:
    «Σε περίπτωση συμφωνίας των μερών περί́ υπαγωγής μελλοντικών διαφορών τους στην διαδικασία της Διαμεσολάβησης, η περιγραφή́ συγκεκριμένης διαφοράς, που προκύπτει μετά την σύναψη της πιο πάνω συμφωνίας, περιλαμβάνεται στην σύμβαση, που υπογράφεται μεταξύ του διαμεσολαβητή και των μερών πριν από την έναρξη της διαδικασίας της Διαμεσολάβησης».

    γ. Τα ανωτέρω προϋποθέτουν την προσθήκη στον Νόμο διάταξης, με την οποία να προβλέπεται ρητά η υπογραφή́ συμφωνίας μεταξύ́ του διαμεσολαβητή́ και των μερών, πριν από́ την έναρξη της διαδικασίας της Διαμεσολάβησης.

    Η διάταξη αυτή θα μπορούσε να προστεθεί́ ως παράγραφος (9) στο τέλος του σημερινού́ άρθρου 183 και να είναι διατυπωμένη ως εξής:
    «Εάν ο διαμεσολαβητής αποδεχθεί́ τον διορισμό του, υπογράφεται μεταξύ αυτού και των μερών συμφωνία, στην οποία περιλαμβάνεται περιγραφή της διαφοράς, που υποβάλλεται σε Διαμεσολάβηση, διατάξεις, που αφορούν ούσα προβλέπονται στις παραγράφους 2, 3, 4 και 5 του παρόντος άρθρου, στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 189, στις παραγράφους 1, 2, 3, 4 και 5 του άρθρου 190, στην παράγραφο 1 του άρθρου 191, στις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 192, καθώς και διατάξεις σχετικά με την αμοιβή του διαμεσολαβητή».

    δ. Εάν υλοποιηθούν τα ανωτέρω προτεινόμενα, ένσταση Διαμεσολάβησης μπορεί να περιληφθεί ανεμπόδιστα στον Νόμο, με την προσθήκη ενός άρθρου με αριθμό́ 192Α (ή 193, οπότε θα πρέπει να αλλάξει η αρίθμηση των επομένων άρθρων του Νομού), η διατύπωση του οποίου θα μπορούσε να είναι η εξής:
    «Ρήτρα διαμεσολάβησης περιλαμβανομένη στην βασική σύμβαση των μερών ή συμφωνία τους συναπτόμενη αργότερα, περί́ υπαγωγής διάφορων τους σε σχέση με την βασική σύμβαση, το κύρος, την ερμηνεία, την εφαρμογή, την εκτέλεση της ή που πηγάζουν ή συνδέονται με οποιονδήποτε τρόπο με αυτήν, δίνει δικαίωμα σε κάθε μέρος να εγείρει ένσταση Διαμεσολάβησης, σε περίπτωση κατά την οποία οποιοδήποτε από τα μέρη προσφεύγει στην Δικαστική́ Διαδικασία χωρίς να εξαντλήσει την υποχρέωση υποβολής διαφοράς ή διαφορών αυτού του είδους σε διαδικασία διαμεσολάβησης. Οπότε το Δικαστήριο, ενώπιον του οποίου έχει αχθεί́ η διαφορά, αναβάλλει την εκδίκαση της υπόθεσης και την παραπέμπει σε Διαμεσολάβηση».

    Άρθρο 4ο
    α. Σκόπιμο είναι να διευκρινιστεί, στην παράγραφο 2 (β) του άρθρου 182, ότι υπαγόμενες διαφορές είναι «Οι αστικές και εμπορικές διάφορες, που εκδικάζονται κατά την Τακτική Διαδικασία … ».

    Περαιτέρω, στην ΥΑΣ είναι απόλυτα ενδεδειγμένη η υπαγωγή και υποθέσεων, που εκδικάζονται με ειδικές διαδικασίες, όπως -ενδεικτικά -οι μισθωτικές διαφορές (όπου επιβάλλεται η ταχεία ρύθμιση της διαφοράς, διότι ο μισθωτής μπορεί να εξαφανιστεί ανά πάσα στιγμή στο διάστημα που διαρκεί η δικαστική διαδικασία, μέχρι την έκδοση απόφασης εκτελεστής και στις οποίες η Διαμεσολάβηση επιτρέπει την λύση της διαφοράς με διάφορους τρόπους, που δεν θα μπορούσαν να διαταχθούν από το Δικαστήριο λόγω της δέσμευσης του από το δικόγραφο του ενάγοντος και εκείνο του εναγόμενου σε περίπτωση ανταγωγής, οι εργατικές διαφορές σχετικά με τις οποίες έχει αποδειχθεί στην πράξη ότι η εξωδικαστική επίλυσή τους είναι εφικτή και ενδεδειγμένη, οι διάφορες με αντικείμενο αμοιβές και έξοδα κατ’ άρθρο 614 παράγραφος 5 και, γενικότερα, όλες εκείνες οι υποθέσεις, που εκδικάζονται με ειδικές διαδικασίες και στις οποίες είναι σημαντική η δημιουργία ευνοϊκού / φιλικού κλίματος για την επίλυση της διαφοράς με τρόπο επωφελή για όλα τα μέρη.

    β. Οι εξαιρέσεις από την ΥΑΣ, που προβλέπεται στην παράγραφο 3 του άρθρου 182, είναι αδικαιολόγητες και στις τρεις περιπτώσεις:
    i. Η εξαίρεση της κύριας παρέμβασης από την ΥΑΣ είναι αλυσιτελής.
    Ο κυρίως παρεμβαίνων, με την από αυτόν ανάληψη της δίκης, καθίσταται νέος διάδικος, που δεν έχει λάβει μέρος στην αρχική ΥΑΣ.
    Θα πρέπει να δίνεται μια νέα ευκαιρία στα μέρη, ένα από τα οποία είναι «καινούργιο», με μια ΥΑΣ, που μπορεί να έχει ευτυχέστερο αποτέλεσμα από την πρώτη.
    ii. Άτοπη είναι και η εξαίρεση των διαφόρων στις οποίες διάδικο μέρος είναι το Δημόσιο ή ΟΤΑ ή Ν.Π.Δ.Δ. όταν πρόκειται περί διαφορών, που πηγάζουν από σχέσεις στις οποίες το Δημόσιο κλπ δεν έχει ενεργήσει iure imperii αλλά iure gestionis και ως εκ τούτου είναι δεκτικές διαμεσολάβησης.
    iii. επιβάλλεται να καταργηθεί η εξαίρεση των διαφόρων, στις οποίες οι διάδικοι δικαιούνται νομικής βοήθειας. Εδώ, οι διάδικοι είναι εξ ορισμού οικονομικά αδύνατοι και, ακριβώς, για τον λόγο αυτό θα πρέπει να τους δίνεται η ευκαιρία, μέσω της υποχρεωτικής ΥΑΣ, να γνωρίσουν την Διαμεσολάβηση -έστω σε αδρές γραμμές- και να ακολουθήσουν την διαδικασίας της και να επιλύσουν την διαφορά τους με μικρότερο κόστος για όσους επωμίζονται το «ευεργέτημα πενίας» από εκείνο της δικαστικής διαδικασίας, ενώ θα μπορούσε να προβλεφθεί ότι το κόστος της διαμεσολάβησης θα καλύπτεται από το ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ. στο οποίο άλλωστε περιέρχονται τα ποσά των ποινών του προτελευταίου εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθρου 182, οι οποίες, κατ’ αυτόν τον τρόπο θα αποκτήσουν χρήσιμο λόγο ύπαρξης.

    γ. Πέραν των ποινών του προτελευταίου εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθρου 182, δόκιμο και αποτελεσματικό́ θα ήταν να προβλέπεται ότι, ακόμη και εάν κερδίσει την δίκη, στον διάδικο εκείνο -που δεν θα έχει εμφανιστεί ή που θα έχει αρνηθεί να προχωρήσει η διαδικασία της Διαμεσολάβησης- δεν θα επιδικασθεί η δικαστική του δαπάνη εάν κερδίσει στο Δικαστήριο ή ακόμη και ότι, σε ακραίες περιπτώσεις προφανούς κακοπιστίας του, θα του επιβάλλεται και η δικαστική δαπάνη του αντιδίκου του, που ηττήθηκε.

    Το σχήμα, που αναφέρεται στην προηγούμενη παράγραφο, εφαρμόζεται σε αρκετές χώρες, μεταξύ των οποίων το Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά και ευρύτατα σε διεθνείς εμπορικές διαιτησίες.

    δ. Στην παράγραφο 4 Α του άρθρου 182, υπάρχει ασάφεια σχετικά με με την πρώτη φάση της διαδικασιας της ΥΑΣ .
    i. Εν πρώτοις, θα πρέπει να προβλεφθεί ρητά εάν η σχετική διαδικασία πρέπει να αρχίσει πριν από την κατάθεση στο Δικαστήριο του ένδικου βοηθήματος ή και μετά από αυτήν, αλλά πριν την συζήτηση του ενδίκου βοηθήματος.
    ii. Θα πρέπει, επίσης, να διευκρινιστεί πως επιλέγεται ο διαμεσολαβητής στον οποίο ο διάδικος, που αιτείται δικαστική προστασία, υποχρεούται να υποβάλει αίτημα προσφυγής στην διαδικασία της διαμεσολάβησης. Πρακτικά, σε εκείνη την φάση, δεν μπορεί να επιλέγεται από κοινού από τα μέρη ή ,σε περίπτωση μη συμφωνίας αυτών, από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης, αφού τα μέρη δεν έχουν επικοινωνία δεδομένου ότι το αίτημα του προσφεύγοντος δεν έχει ακόμη γνωστοποιηθεί στον αντίδικο του. Στο πρώτο εδάφιο αυτής της παραγράφου, υπάρχει ένα προθύστερο σχήμα, το οποίο χρειάζεται να διευκρινιστεί, διότι δίνει την εντύπωση ότι σχετικά με την ΥΑΣ πρέπει να ενεργήσουν δυο διαμεσολαβητές .
    Κατά την άποψη μας, μια δόκιμη ρύθμιση του θέματος θα ήταν εκείνη που θα προέβλεπε ότι ο αιτούμενος δικαστική προστασία επιλέγει, εξ υπαρχής, τον διαμεσολαβητή, που θα διεξάγει την ΥΑΣ, από τον Κατάλογο Διαπιστευμένων Διαμεσολαβητών του Υπουργείου Δικαιοσύνης και μάλιστα από το Ειδικό Μητρώου του Υπουργείου Δικαιοσύνης, το οποίο περιλαμβάνει τους διαπιστευμένους διαμεσολαβητές, που έχουν έδρα στο Πρωτοδικείο του τόπου της κατοικίας ή της μόνιμης διαμονής του επιλέγοντος, με απόλυτη σειρά προτεραιότητας βάσει του αύξοντα αριθμού μητρώου, που έχουν οι διαμεσολαβητές στο ως άνω Ειδικό Μητρώο. Ο αιτούμενος δικαστική προστασία υποχρεούται να υποβάλει στον διαμεσολαβητή που ορίστηκε, κατά τα ανωτέρω, συμπληρωμένο το σχετικό ενημερωτικό έντυπο της Κεντρικής Επιτροπής Διαμεσολάβησης.
    iii. Η υποχρεωτική παράσταση πληρεξουσίων δικηγόρων των μερών κατά την ΥΑΣ είναι απαραίτητη για τον ίδιο λόγο, που είναι υποχρεωτική σε περίπτωση κατά την οποία, μετά την ΥΑΣ, τα μέρη συμφωνήσουν να προχωρήσουν στην διαδικασία της διαμεσολάβηςης, δηλαδή για την ασφάλεια των συναλλαγών δεδομένου ότι ο Διαμεσολαβητής δεν είναι υποχρεωτικά νομικός.
    Αδικαιολόγητη είναι η εξαίρεση από την υποχρεωτική παράσταση δικηγόρων στη διαδικασία διαμεσολάβησης που αφορά στις περιπτώσεις των καταναλωτικών διαφορών και των μικροδιαφορών, όπου θα πρέπει και εκεί να προβλεφθεί ως υποχρεωτική.
    Κατά συνέπεια, πρέπει να τροποποιηθούν αντίστοιχα οι διατάξεις της δεύτερης υποπαράγραφου της παραγράφου 4.Α του άρθρου 182.

    ε. Στο τέλος του άρθρου 182 παρ. 8 προτείνουμε να προστεθεί η φράση «ούτε να επιδιώξουν την, εκ νέου, επίλυση της διαφοράς μέσω διαμεσολάβησης», ώστε να είναι σαφές ότι τυχόν αποτυχία της διαμεσολάβησης, δεν απαγορεύει την εκ νέου προσπάθεια.

    στ. Η προβλεπόμενη δυνατότητα πραγματοποίησης της τηλεδιάσκεψης και μέσω γραφείου άλλου διαπιστευμένου διαμεσολαβητή,που προβλέπεται στην παράγραφο 4 Β του άρθρου 182 πρέπει να απαληφθει διότι ενέχει τον κίνδυνο παράβασης της υποχρέωσης εχεμύθειας, δεδομένου ότι ο άλλος αυτός διαμεσολαβητής δεν δεσμεύεται από τέτοια υποχρέωση.

    ζ. Η διατύπωση της παραγράφου 7 του άρθρου 182, που προβλέπει ότι: «αν συναφθεί συμφωνία υπαγωγής στην διαμεσολάβηση σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του παρόντος Νόμου, ακολουθείται η διαδικασία του άρθρου 4 του άρθρου 182» δημιουργεί ερμηνευτικά προβλήματα διότι δεν είναι σαφές εάν αφορά κάθε συμφωνία υπαγωγής σε διαμεσολάβηση ή μόνο τέτοια συμφωνία στις περιπτώσεις διαφόρων υποχρεωτικά υπαγομένων σε ΥΑΣ, λόγω του ότι περιλαμβάνεται στο άρθρο 182, που τις αφορά. Είναι προφανές ότι δεν μπορεί να αφορά τις διάφορες, που υπάγονται υποχρεωτικά σε ΥΑΣ, αφού το ζήτημα αυτό ρυθμίζεται στην παράγραφο 4 του άρθρου 182 και, κατά συνέπεια, παραπομπή σε αυτήν είναι περιττή. Συμπερασματικά, πρέπει να αφορά κάθε περίπτωση συμφωνίας περί υπαγωγής σε διαδικασία Διαμεσολάβησης οποιασδήποτε υπόθεσης δεκτικής επίλυσης με Διαμεσολάβηση, είτε υπόκειται, είτε όχι σε υποχρεωτική ΥΑΣ.
    Εξάλλου, πρέπει να καταστεί σαφές ότι οι διαταξεις του άρθρου 183 εφαρμόζονται σε κάθε διαδικασία διαμεσολάβησης, συμπεριλαμβανομένων των ΥΑΣ .
    Κατ’ ακολουθία, προτείνουμε η παράγραφος 7 να απαληφθεί από το άρθρο 182 και να περιληφθεί ως παράγραφος (1) στο άρθρο 183 (προσαρμοζόμενης αντίστοιχα της αρίθμησης των επόμενων διατάξεων του), με την εξής διατύπωση: «αν συναφθεί συμφωνία υπαγωγής στην διαμεσολάβηση σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του παρόντος Νόμου, ακολουθείται η διαδικασία του άρθρου 4 του άρθρου 182 και όλων των παραγράφων του άρθρου 183».

    Άρθρο 8ο
    Η σύνθεση της Κεντρικής Επιτροπής Διαμεσολάβησης δεν είναι ορθολογική και επαναλαμβάνει λάθη προηγούμενων Νομοθετημάτων. Αποτελείται, κατά την συντριπτική πλειοψηφία των Μελών της, από προφανώς αξιόλογους επιστήμονες, αξιοσέβαστα μέλη της κοινωνίας, που κατέχουν μεγάλης βαρύτητας και σημασίας θέσεις σ’ αυτήν, που αναντίρρητα έχουν μεγάλη εμπειρίες στο γνωστικό και στο επαγγελματικό αντικείμενο τους, αλλά δεν έχουν γνώσεις για την διαμεσολάβηση τέτοιες που να μπορούν να καθορίζουν τα θέματα που την αφορούν, αλλά και εκείνα, που αφορούν τους διαμεσολαβητές. Η προϋπόθεση της «εμπειρίας ή εξειδίκευσης στην διαμεσολάβηση» είναι εντελώς αόριστη και είναι βέβαιο ότι θα δημιουργήσει προβλήματα στην πράξη. Όλα τα μέλη της ΚΕΔ και, κυρίως, της Επιτροπής Εξετάσεων θα πρέπει να είναι εκπαιδευμένα στην διαμεσολάβηση, με τρόπο αποδεδειγμένο (πχ διαπίστευση, η οποία προϋποθέτει επιτυχία σε γραπτές και προφορικές εξετάσεις). Άλλως, θα έχομε ένα σχήμα όμοιο με εκείνο, που θα είχαμε εάν βάζαμε πυρηνικούς φυσικούς, έστω καθηγητές Πανεπιστημίου να διδάξουν Όμηρο και Αρχαία Ελληνικά ακόμη και σε Γυμνάσιο.

    Ας είναι Μέλη της ΚΕΔ, δικαστές, καθηγητές Πανεπιστημίου ,δικηγόροι κλπ με την αυστηρή προϋπόθεση της εκπαίδευσης και της εμπειρίας τους στην διαμεσολάβηση. Ας αυξηθούν, όμως, οι διαμεσολαβητές -Μέλη της και ας προβλεφθεί ότι στην Επιτροπή Εξετάσεων θα προεδρεύει Ανώτατος Δικαστικός Λειτουργός, αλλά ότι η πλειοψηφία των Μελών της θα είναι διαπιστευμένοι διαμεσολαβητές.

    Άρθρο 10ο
    Στο τέλος της δεύτερης υποπαραγράφου της παραγράφου 1 του άρθρου 188 του Νόμου 4512/2018, θα πρέπει να εξαιρεθούν από τον αποκλεισμό άσκησης του επαγγέλματος του διαμεσολαβητή όσοι έχουν μεν τις ιδιότητες που αναφέρονται στο τελευταίο εδάφιο της εν λόγω υποπαραγράφου, ασκούν, όμως σύννομα και ελευθέριο επάγγελμα, σε κάθε περίπτωση δε τα πρόσωπα, που διαπιστεύθηκαν ως διαμεσολαβητές πριν την έναρξη ισχύος της εν λόγω υποπαραγράφου.
    Προτείνουμε την εξής διατύπωση του εδαφίου, του οποίου εισηγούμεθα την προσθήκη: «Από την απαγόρευση του προηγούμενου εδαφίου εξαιρούνται τα πρόσωπα που νόμιμα ασκούν και ελευθέριο επάγγελμα και σε κάθε περίπτωση τα πρόσωπα που διαπιστεύθηκαν ως Διαμεσολαβητές από το Υπουργείο Δικαιοσύνης πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος Νόμου»

    Άρθρο 11ο
    Στο άρθρο 194 παρ. 2, προτείνουμε να προβλεφθεί ότι η καταδίκη του μέρους που δεν προσήλθε στην ΥΑΣ στην καταβολή του ποσού των πενήντα ευρώ γίνεται «ανεξάρτητα από την έκβαση της δίκης», εάν ακολουθήσει δικαστική διαδικασία.

    Άρθρο 12ο
    Εντελώς αδικαιολόγητη είναι -και, κατά συνέπεια, πρέπει να καταργηθεί- η προβλεπόμενη στην παράγραφο 7 του άρθρου 198 δυνατότητα ανάθεσης της εκπαίδευσης υποψηφίων διαμεσολαβητών, στα Κέντρα Επιμόρφωσης και Διάστημα Βίου Μάθησης (Κ.Ε.ΔΙ.ΒΙ.Μ) των Α.Ε.Ι., σε μη εκπαιδευμένους Εκπαιδευτές Διαμεσολαβητών (που δεν είναι ούτε καν Διαμεσολαβητές) κατά παρέκκλιση όσων προβλέπονται για την εκπαίδευση υποψηφίων Διαμεσολαβητών από τους Φορείς Εκπαίδευσης.

    Άρθρο 17ο
    Στο άρθρο 206, προβλέπεται ότι η ισχύς των διατάξεων περί διαμεσολάβησης του Σχεδίου Νόμου αρχίζει από την δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, πλην του άρθρου 182, που τίθεται σε ισχύ την 30 Νοεμβρίου 2019.Η διατύπωση αυτή επιτρέπει να ελπίζουμε ότι η δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως θα γίνει πριν από την ημερομηνία αυτή.

    ***

    Τέλος δυο παρατηρήσεις, η πρώτη σχετικά με άρθρο του Νόμου 4513/2018, που δεν περιλαμβάνεται στο υπό Δημόσια Διαβούλευση Σχέδιο Νόμου και η δεύτερη νομοτεχνικής φύσεως:

    Ι. Στο άρθρο 181 του Νόμου 4512/2018 που προβλέπει τους τρόπους υπαγωγής στη διαδικασία της διαμεσολάβησης ενδείκνυται να τροποποιηθεί το εδάφιο (β) της παραγράφου (2) ως εξής: «… (β) με απόφαση του Δικαστηρίου σε κάθε στάση της δίκης, αν το Δικαστήριο το κρίνει σκόπιμο».
    Πράγματι, είναι αντιφατικό να πρέπει να γίνει προσφυγή στην διαμεσολάβηση με δικαστική απόφαση άλλου Κράτους Μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και να μην μπορεί να γίνει προσφυγή στην διαμεσολάβηση με απόφαση Ελληνικού Δικαστηρίου παρά μόνο με την σύμφωνη γνώμη των μερών.

    ΙΙ. Πολύ πρακτικότερο -αλλά και ορθότερο- θα ήταν να περιληφθούν όλες οι περί διαμεσολάβησης διατάξεις, τόσο εκείνες του Νόμου 4512/2018, που τροποποιούνται, όσο και εκείνες που παραμένουν σε ισχύ, καθώς και όσες διατάξεις του Νόμου 3898/2010 συνάδουν με όσα νομοθετούνται, τώρα σε ενιαίο Νομοθέτημα και όχι σε Νομοθέτημα, το οποίο ρυθμίζει θέματα που δεν έχουν καμία σχέση με την διαμεσολάβηση.

  • 11 Οκτωβρίου 2019, 15:42 | ΠΑΥΛΟΣ ΜΑΡΑΝΤΟΣ

    Αξιότιμε Κύριε Υπουργέ,
    Συγχαρητήρια για την βελτίωση του εν λόγω νόμου, αλλά χρειάζονται πιο γενναίες προτάσεις.
    Μερικά σχόλια και προτάσεις:
    α) Αν η διαμεσολάβηση:
     Συμφέρει τα μέρη, αφού προσφέρει λύση με μικρό κόστος.
     Προσφέρει ταχύτητα και ευελιξία.
     Είναι μια λύση πολιτισμού.
     Συμβάλλει στην πρόοδο του ατόμου και της κοινωνίας.

    β) Αν υπάρχει πολιτική βούληση να ξεπεραστούν κατεστημένα συμφέροντα και ξεπερασμένες νοοτροπίες.
    γ) Αν η κυβέρνηση θέλει να βελτιώσει την τραγωδία και συνάμα κωμωδία των δικαστηρίων.
    δ) Αν η κυβέρνηση θέλει- η κοινωνία θέλει- να βελτιώσει τις σχέσεις πολιτείας-πολίτη, καθώς και τις σχέσεις των ανθρώπων μεταξύ τους.
    ε) Αν η κυβέρνηση θέλει να διαμορφωθεί στην κοινωνία μια νοοτροπία και κουλτούρα διαμεσολάβησης.

    Αν λοιπόν ισχύουν τα παραπάνω, προτείνονται τα εξής:
    1) χρειάζεται να αυξηθούν «απεριόριστα» οι διαφορές που υπάγονται στη διαμεσολάβηση. Αντί ο νόμος να αναφέρει ποιες διαφορές υπάγονται στη διαμεσολάβηση, να αναφέρει ποιες δεν υπάγονται. Συγκεκριμένα:
    «Όλες οι διαφορές ιδιωτικού δικαίου υπάγονται στη διαμεσολάβηση, εκτός από τις εξής:…(περιοριστικά)».

    2) Η υποχρέωση έγγραφης ενημέρωσης από τον πληρεξούσιο δικηγόρο προς τον εντολέα του είναι απαραίτητη.

    3) Γιατί «Στη διαδικασία διαμεσολάβησης τα μέρη παρίστανται μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου τους, με την επιφύλαξη των περιπτώσεων των καταναλωτικών διαφορών και μικροδιαφορών»;;;
    Μήπως η κυβέρνηση ή οι δικηγόροι γνωρίζουν καλύτερα τον τρόπο να υπερασπίσουν τα συμφέροντα των ενδιαφερομένων από τους ίδιους τους ενδιαφερόμενους;;;
    Ασφαλώς, όχι. Επομένως, χρειάζεται να αυξηθούν σημαντικά οι περιπτώσεις προσφυγής στη διαμεσολάβηση, χωρίς να χρειάζεται πληρεξούσιος δικηγόρος. Να επαφίεται στην διακριτική ευχέρεια των μερών η παρουσία δικηγόρου. Δηλαδή, αντί ο νόμος να αναφέρει σε ποιες διαφορές δεν χρειάζεται δικηγόρος, να υπάρξει αντίθετη γενική διάταξη, που να ορίζει:
    «Δεν απαιτείται η παρουσία δικηγόρου, εκτός αν τα μέρη επιθυμούν διαφορετικά».

    4) Συγχαρητήρια για το άρθρο 11 σχετικά με τις αμοιβές.

    5) Οι 80 ώρες εκπαίδευσης είναι λίγες. Χρειάζεται να αυξηθούν τουλάχιστον σε 120 ώρες.
    6) Στο Πρόγραμμα Σπουδών να προστεθούν βασικές γνώσεις: Ψυχολογίας (π.χ. ανθρώπινες σχέσεις), επικοινωνίας (π.χ. γλώσσα σώματος), κοινωνιολογίας (π.χ. λειτουργία θεσμών, νοοτροπία, κουλτούρα).

    7) Σε όλα τα άρθρα να γίνουν οι δέουσες τροποποιήσεις ώστε αφενός η προσφυγή να είναι εύκολη και προσιτή από κάθε άποψη και αφετέρου να διευκολύνεται η διαδικασία διαμεσολάβησης από την αρχή ως το τέλος.

    Υστερόγραφο:
    1) Κάποιοι αντιδρούν, σε κάποιες διατάξεις. Ποιοι; Την απάντηση τη δίνει ο Αριστοτέλης: ας κοιτάξουμε να βρούμε «ποιος ωφελείται» από αυτά που προτείνουν;;;
    2) Κάποιοι ξαναβρήκαν το «φασούλι» ότι η υποχρεωτικότητα αντιβαίνει στον φυσικό δικαστή. Ποιοι;
    3) Υπόψη ότι «όλοι μας λειτουργούμε ως διαμεσολαβητές υπό την ιδιότητα του γονέα, του προϊσταμένου, του συνεργάτη, του δασκάλου, του γείτονα, και του πολίτη. Η απαίτηση να έχουν όλοι την άδεια να το κάνουν είναι εξίσου ανόητη με το να απαιτείται επίσημη έγκριση για να μπορεί κανείς να μαγειρεύει ή να συλλαβίζει» (Stulberg J., Love L., Ανάμεσα στα μέρη: Ο ουδέτερος τρίτος-Στρατηγικές για μια επιτυχημένη διαμεσολάβηση, ό.π., Πρόλογος, σελ. 219).

    Με τιμή,
    Παύλος Μάραντος

  • 10 Οκτωβρίου 2019, 17:29 | Αγαλιδου

     Προτείνεται η συμπλήρωση της επικεφαλίδας της παρ. 1 του αρ. 182 ως εξής:
    Υποχρέωση ενημέρωσης από τον δικηγόρο – προϋποθέσεις παραδεκτού
     Στο τέλος της παρ. 1 του αρ. 182 προτείνεται η εξής προσθήκη:
    Στην περίπτωση της παρ. 1 του άρθρου 180 κατατίθεται πρακτικό μη επίτευξης της συμφωνίας, με το εισαγωγικό δικόγραφο της αγωγής ή άλλου ενδίκου βοηθήματος επί ποινή απαραδέκτου της άσκησης του.

    Προτείνεται επίσης η τροποποίηση του άρθρου 185 ως εξής:

    «Άρθρο 185
    Η γνωστοποίηση του αιτήματος του προσφεύγοντος στο άλλο ή τα άλλα μέρη, σύμφωνα με την περίπτωση Α της παραγράφου 4 του άρθρου 182 του παρόντος, καθώς και κάθε προσφυγή στη διαμεσολάβηση είτε μονομερώς είτε από κοινού, αναστέλλει την παραγραφή και την αποσβεστική προθεσμία άσκησης των αξιώσεων και των δικαιωμάτων, εφόσον αυτές έχουν αρχίσει σύμφωνα με τις διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου. καθώς και τις H συμφωνία υπαγωγής της ένδικης διαφοράς στη διαδικασία διαμεσολάβησης, αναστέλλει τις δικονομικές προθεσμίες των άρθρων 237 και 238 ΚΠολΔ, καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας της διαμεσολάβησης. Στην περίπτωση αυτή οι διάδικοι οφείλουν να καταθέσουν στη γραμματεία του δικαστηρίου στο οποίο εκκρεμεί η αγωγή ή άλλο ένδικο βοήθημα βεβαίωση του διαμεσολαβητή περί υπαγωγής της ένδικης διαφοράς στη διαδικασία διαμεσολάβησης, εντός της προθεσμίας της παρ. 1 του άρθρου 237 Κ.Πολ.Δ. Με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 261, 262 και 263 ΑΚ, η παραγραφή και η αποσβεστική προθεσμία άσκησης των αξιώσεων και των δικαιωμάτων του ουσιαστικού δικαίου, που ανεστάλησαν, συνεχίζονται τρεις (3) μήνες από τη σύνταξη πρακτικού μη επίτευξης συμφωνίας ή από την επίδοση δήλωσης αποχώρησης από τη διαμεσολάβηση από το ένα μέρος στο άλλο και τον διαμεσολαβητή ή από την με οποιονδήποτε τρόπο ολοκλήρωση ή κατάργηση της διαμεσολάβησης. Αν η συμφωνία, που περιέχεται στο πρακτικό διαμεσολάβησης, περιλαμβάνει αιρέσεις ή προθεσμίες (άρθρα 201, 202, 210 ΑΚ) ή οποιονδήποτε άλλον όρο, από τον οποίο εξαρτάται η ενάσκηση των δικαιωμάτων, που απορρέουν από τη συμφωνία, τότε η παραγραφή και η αποσβεστική προθεσμία, που έχουν ανασταλεί, συνεχίζονται έπειτα από την πάροδο τριών (3) μηνών από την πλήρωση της αιρέσεως ή του όρου ή την παρέλευση της προθεσμίας.»

  • 8 Οκτωβρίου 2019, 21:34 | Βικτωρία Λιούτα

    Τα σχόλιά μου στο άρθρο και αλλαγές

    Αρθρο 178
    Το κεφάλαιο αυτό έχει σκοπό τη διευκόλυνση επίλυσης διαφορών, τον ορισμό και διασφάλιση των θεμελίων της διαμεσολάβησης, τον προσδιορισμό της διαδικασίας υπαγωγής στη διαμεσολάβηση ως εναλλακτική μέθοδο στα Δικαστήρια, τον προσδιορισμό κανόνων δεοντολογίας, τη σύσταση στους δικηγόρους να ενημερώνουν τους πελάτες τους για τη διαδικασία και γενικότερα να προάγει τη διαδικασία ως βιώσιμη, αποτελεσματική, και αποδοτική μέθοδο στο κοινό. Επιπλέον, να ρυθμίσει το θεσμό της διαμεσολάβησης σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, καθώς και την εναρμόνιση …….(ως έχει το άρθρο στη συνέχεια)

    Επεξήγηση:
    Η υποχρεωτικότητα της διαδικασίας επιβάλλεται με Νόμο όταν η πολιτεία καλεί τους πολίτες να χρησιμοποιούν εναλλακτικούς τρόπους επίλυσης διαφορών καθώς υπάρχει επείγουσα κοινωνική ανάγκη να αποτρέψει το κοινό από την μοναδική δικαστηριακή οδό των μακρόχρονων συγκρούσεων. Άρα η πολιτεία επιθυμεί να συστήσει τη διαδικασία και την εντάσσει στο νομικό σύστημα ως βιώσιμη, αποτελεσματική και αποδοτική εναλλακτική μέθοδο στα Δικαστήρια. Αυτό σημαίνει ότι η διαδικασία έχει αποδεδειγμένα σοβαρά οφέλη στην επικοινωνία, σχέσεις και ιατρικά περιστατικά και τούτο είναι εξακριβωμένο. Επίσης σκοπός του Νόμου είναι να περιοριστούν τα δικαστικά έξοδα, να επιταχυνθεί η επίλυση των διαφορών και να μειωθεί το άγχος και δυσφορία που συνοδεύουν τη δικαστηριακή οδό.

    Συνεπώς, υπάρχει ανάγκη να ευαισθητοποιηθεί περισσότερο το κοινό με τη διαδικασία και τούτο είναι ο πιο σημαντικός λόγος να ενσωματωθεί σε Νόμο.

    Η υποχρεωτικότητα της γνωριμίας με τη διαδικασία, μπορεί να συνεχίσει σε εθελοντική αναφορά στη διαδικασία, κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις, και δεν απαγορεύει στο κοινό να απευθυνθούν περαιτέρω στα Δικαστήρια για απονομή δικαιοσύνης.

    Η υποχρεωτικότητα της διαδικασίας προϋποθέτει ότι τα μέρη προσέρχονται να διαπραγματευτούν «καλή τη πίστη» και δίνει κίνητρα στο κοινό να αναφέρουν οιεσδήποτε διαφορές σε αυτή.

    Η υποχρεωτικότητα έχει δύο διαστάσεις, υποχρεωτική παρουσία και υποχρεωτική συμμετοχή. Ο Νόμος προωθεί το θεσμό, δεν επιβάλλει, καθώς τούτο είναι ενάντια στην Αρχή της εκούσιας προσέλευσης των μερών.

    Οι Δικηγόροι ενθαρρύνουν τους πελάτες τους να χρησιμοποιούν τη διαδικασία, τους παροτρύνουν να λάβουν ενεργό μέρος στη διαμεσολάβηση και ζητούν περισσότερες πληροφορίες από τους πελάτες που αρνούνται να πάρουν μέρος σε αυτή.

  • 8 Οκτωβρίου 2019, 15:05 | ΧΡΙΣΤΙΝΑ

    δυστυχώς η κυβέρνηση αγνοεί την απόφαση της διοικητικής Ολομέλειας του Αρείου Πάγου περί αντισυνταγματικής υποχρεωτικής υπαγωγής διαφορών στην διαμεσολάβηση. θα δώσουμε δικαστικό αγώνα για την ανατροπή των επίμαχων ρυθμίσεων

  • 8 Οκτωβρίου 2019, 13:02 | ΧΡΙΣΤΙΝΑ

    Η εισαγωγή της διαμεσολάβησης ως υποχρεωτικό προστάδιο θα επιβαρύνει επιπλέον τους πελάτης με κόστος. Αν δεν βρεθεί λύση εξωδικαστικά, θα προστεθούν τα έξοδα της δικαστικής διαδικασίας. Είμαι κατά της υποχρεωτικής διαμεσολάβησης γιατί θα πλήξει τους ασθενέστερους οικονομικά συμπολίτες μας και τις επιχειρήσεις.

  • 4 Οκτωβρίου 2019, 10:04 | THE MEDILUTION TEAM Ολγα Τσιπτσέ

    Κατ΄αρχας πριν σχολιαστούν 1-1 τα άρθρα θέλω να συγχαρώ την νομοπαρασκευαστική επιτροπή, που επιδεικνύει σοβαρότητα αναφορικά με το μείζον ζήτημα της ΑΠΟΣΥΜΦΟΡΗΣΗΣ των δικαστηρίων και της ουσιαστικής απονομής δικαιοσύνης!
    Η δικαιοσύνη σήμερα καθυστερεί και επιτείνει την μη ανταγωνιστικότητα της χώρας μας, καθώς σε όλα τα αρνητικά θέματα που υφίστανται σήμερα, προστίθεται και αυτό! Μια επιχείρηση έχοντας ενόψει το ότι μπορεί να προκύψει διαφορά η οποία θα πρέπει να λυθεί σε ελληνικά δικαστήρια, δυσανασχετεί γιατί ξέρουμε όλοι τι έχουμε να περιμένουμε από την δικαστηριακή πρακτικά! Μακρες διαδικασίες συνήθως κοστοβόρρες, που όταν τελικά εκδοθεί η απόφαση δε γνωρίζει κανείς αν θα είναι αυτή που πρέπει και αν θα είναι πλέον επίκαιρη και χρήσιμη για αυτό που θα θεωρηθεί ΝΙΚΗΤΗΣ!
    και δεν ειναι μόνο οι επιχειρήσεις όμως επειδή πρέπει η χώρα μας να γινει ανταγωνιστική, οι επιχειρήσεις αποκτούν μεγαλύτερη απαίτηση προσοχής.
    Αρα, η διαμεσολάβηση (με καλώς εννοούμενη διαδικασία σαφώς και με τις προδιαγραφες που πρέπει να υπάρχουν) ΕΙΝΑΙ Η ΜΟΝΗ ΛΥΣΗ μαζί με τη ΔΙΑΙΤΗΣΙΑ! για την ορθή λειτουργία των φορέων αλλά και των ιδιωτών
    Και η διαμεσολάβηση πρέπει να εξετασθεί σε ένα γενικότερο ευρωπαϊκο αλλά και διεθνές πλαίσιο ΓΙΑΤΙ Η ΕΛΛΑΔΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΞΕΚΟΜΜΕΝΗ από το ευρύτερο τοπίο αλλα έχει στενες σχέσεις αλληλλεξάρτησης τόσο με τις χώρες μέλη της ΕΕ όσο και έξω από το ευρωπαϊκο φόρουμ.
    Βλέπουμε λοιπόν ότι η διπλανή μας Ιταλία με ίδια προβλήματα όπως στην ΕΛλάδα περί αποδοχής της Διαμεσολάβησης αρχικά, μόλις ξεπέρασε αυτές τις δυσκολίες ΑΠΕΔΩΣΕ ΤΑ ΜΑΛΑ και ήδη η απονομή δικαιοσύνης έχει επιταχυνθεί!
    Πρέπει να δώσουμε προσοχή και διεθνώς καθώς τον Αύγουστο του 2019 έκανε την εμφάνισή της η Σύμβαση της Σιγκαπούρης που αποδεικνύει ότι η Διαμεσολάβηση είναι μία πολύ σημαντική διαδικασία που πρέπει να της δοθεί ο χώρος.
    Και δυστυχώς μόνο ένα τέτοιο νομοσχέδιο και σε λίγο τροποίηση νόμου και ίσως και λίγο πιο διευρυμένο, θα μπορέσει να καταστήσει τη Διαμεσολάβηση στη θέση που της αξίζει στο δικαιικό σύστημα, καθώς οιαδήποτε άλλη προσπάθεια έπεσε στο κενό και δεν είχε τα απαιτούμενα αποτελέσματα για λόγους γνωστούς! Μόνο με νομοθετική επιβολή η Διαμεσολάβηση θα αποτελέσει το χρήσιμο εργαλείο και το παρακάτω βήμα για την οικονομία μας με όλες τις προεκτάσεις που οι γνώστες και οι εξειδικευμένοι γνωρίζουν