- Υπουργείο Δικαιοσύνης - http://www.opengov.gr/ministryofjustice -

Άρθρο 39: Τροποποίηση του ν. 3386/2005

1. Η διάταξη του άρθρου 87 παρ. 5 του ν. 3386/2005 (Α΄ 212), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 48 παρ. 3 του ν. 3772/2009 (Α΄ 112), αντικαθίσταται, ως εξής:
«5. Όποιος διευκολύνει την είσοδο στο ελληνικό έδαφος ή την έξοδο από αυτό υπηκόου τρίτης χώρας, χωρίς να έχει υποβληθεί στον έλεγχο που προβλέπεται από το άρθρο 5, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο (2) ετών και χρηματική ποινή τουλάχιστον πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ για κάθε διευκολυνθέν πρόσωπο. Αν ο δράστης ενήργησε εκ κερδοσκοπίας ή κατ’ επάγγελμα ή κατά συνήθεια ή αν το έγκλημα τελέστηκε από δύο ή περισσότερους επιβάλλεται φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) ετών και χρηματική ποινή τουλάχιστον είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ για κάθε πρόσωπο του οποίου διευκολύνεται η παράνομη είσοδος ή έξοδος από τη χώρα».
2. Η διάταξη του άρθρου 88 παρ. 1 του ν. 3386/2005 (Α΄ 212), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 48 παρ. 4 του ν. 3772/2009 (Α΄112), αντικαθίσταται, ως εξής:
«1. Πλοίαρχοι ή κυβερνήτες πλοίου, πλωτού μέσου ή αεροπλάνου και οδηγοί κάθε είδους μεταφορικού μέσου που μεταφέρουν από το εξωτερικό στην Ελλάδα υπηκόους τρίτων χωρών, που δεν έχουν δικαίωμα εισόδου στο ελληνικό έδαφος ή στους οποίους έχει απαγορευθεί η είσοδος για οποιαδήποτε αιτία, καθώς και αυτοί που τους προωθούν από τα σημεία εισόδου, τα εξωτερικά ή εσωτερικά σύνορα, στην Ελληνική Επικράτεια και αντίστροφα προς το έδαφος κράτους μέλους της Ε.Ε. ή τρίτης χώρας ή διευκολύνουν τη μεταφορά ή προώθησή τους ή εξασφαλίζουν σε αυτούς κατάλυμα για απόκρυψη τιμωρούνται:
α. Με φυλάκιση τουλάχιστον δύο (2) ετών και χρηματική ποινή τουλάχιστον είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ για κάθε μεταφερόμενο πρόσωπο.
β. Με φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) ετών και χρηματική ποινή τουλάχιστον τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ για κάθε μεταφερόμενο πρόσωπο, αν η μεταφορά ενεργείται κατ’ επάγγελμα ή αν ο υπαίτιος είναι δημόσιος υπάλληλος ή τουριστικός ή ναυτιλιακός ή ταξιδιωτικός πράκτορας.
γ. Με κάθειρξη και χρηματική ποινή τουλάχιστον εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ, αν από την πράξη προέκυψε κίνδυνος για άνθρωπο.
δ. Με κάθειρξη τουλάχιστον δέκα (10) ετών και χρηματική ποινή τουλάχιστον πεντακοσίων χιλιάδων (500.000) ευρώ, αν στην περίπτωση γ΄ επήλθε θάνατος.».
3. Στο ν. 3386/2005 (Α΄ 212), μετά το άρθρο 88, προστίθεται άρθρο με αριθμό «88 Α» ως εξής:
«Άρθρο 88 Α.- ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ. 1. Αν ο δράστης των πλημμελημάτων που προβλέπονται στα άρθρα 87 και 88 έχει συλληφθεί επ’ αυτοφώρω, ακολουθείται υποχρεωτικά η διαδικασία που αναφέρεται στα άρθρα 418 και επόμενα του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
2. Ο εισαγγελέας υποχρεούται να εισαγάγει την υπόθεση αμέσως χωρίς έγγραφη προδικασία στο ακροατήριο του αρμοδίου δικαστηρίου και απαγορεύεται η απ’ αυτόν διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης, προανάκρισης ή ο προσδιορισμός της υπόθεσης σε ρητή δικάσιμο.
3. Σε περίπτωση που ο κατηγορούμενος ασκεί το δικαίωμα που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 423 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, το δικαστήριο διατηρεί την κράτηση αυτού.
4. Η συζήτηση της υπόθεσης ολοκληρώνεται σε μία μόνο δικάσιμο και δεν επιτρέπεται η αναβολή της συζήτησης για οποιοδήποτε λόγο, ούτε η παραπομπή της υπόθεσης στην τακτική διαδικασία (άρθρο 424 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας).
5. Η περιοριστική της ελευθερίας ποινή που επιβάλλεται από το δικαστήριο για τις πράξεις που προβλέπονται από τις διατάξεις των παραγράφων 5, 6 και 8 του άρθρου 87 και του άρθρου 88 του παρόντος νόμου, δεν μετατρέπεται σε χρηματική ποινή σε καμία περίπτωση και για οποιοδήποτε λόγο, ούτε τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις των άρθρων 99 έως 104 του Ποινικού Κώδικα.
6. Οι διατάξεις του άρθρου 253 Α του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, εφαρμόζονται αναλόγως και για τις αξιόποινες πράξεις που προβλέπονται από τα άρθρα 87 και 88 του παρόντος νόμου».
5. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 83, καθώς και στο τέλος της παραγράφου 7 του άρθρου 87 του ν. 3386/2005 (Α΄ 212), προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Για τους δράστες των άνω πράξεων, εφόσον κινείται κατ’ αυτών η κατά το άρθρο 76 διαδικασία διοικητικής απέλασης, δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 417 και επόμενα του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, εκτός αν ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών, ειδοποιούμενος σχετικά από τις αστυνομικές ή λιμενικές αρχές, κρίνει ότι συντρέχουν λόγοι εφαρμογής της».