- Υπουργείο Δικαιοσύνης - http://www.opengov.gr/ministryofjustice -

ΜΕΡΟΣ Α΄ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΚΩΔΙΚΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ – ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΔΙΑΘΗΚΩΝ – ΣΥΣΤΑΣΗ ΜΗΤΡΩΟΥ ΔΙΑΘΗΚΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’ ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ – ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΠΡΩΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΚΩΔΙΚΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ (Άρθρα 3-22)

Άρθρο 3

Αποκλειστική αρμοδιότητα διαφορών που αφορούν στις αμοιβές πιστοποιημένων εκτιμητών – Τροποποίηση περ. 10 άρθρου 16 Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

Στην περ. 10 του άρθρου 16 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α’ 182), περί της αποκλειστικής αρμοδιότητας των μονομελών πρωτοδικείων, προστίθεται η λέξη «πιστοποιημένων» και η περ. 10 διαμορφώνεται ως εξής:

«10) οι διαφορές που αφορούν τις αμοιβές, τις αποζημιώσεις και τα έξοδα των πραγματογνωμόνων, των διαιτητών πραγματογνωμόνων και των πιστοποιημένων εκτιμητών, με οποιονδήποτε τρόπο και αν διορίστηκαν, ή των καθολικών διαδόχων τους,».

Άρθρο 4

Αρμοδιότητα πολυμελών πρωτοδικείων στον πρώτο και δεύτερο βαθμό – Τροποποίηση παρ. 2 άρθρου 18 Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

Στην παρ. 2 του άρθρου 18 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α’ 182), περί της αρμοδιότητας των πολυμελών πρωτοδικείων, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στην περ. α), οι λέξεις «τριάντα χιλιάδες (30.000)» αντικαθίστανται από τις λέξεις «ογδόντα χιλιάδες (80.000)», β) στην περ. β), οι λέξεις «οκτακόσια (800)» αντικαθίστανται από τις λέξεις «χίλια (1.000), στην περ. γ), οι λέξεις «τριάντα χιλιάδες (30.000)» αντικαθίστανται από τις λέξεις «ογδόντα χιλιάδες (80.000)» και το άρθρο 18 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 18

Αρμοδιότητα πολυμελών πρωτοδικείων στον πρώτο και δεύτερο βαθμό

1. Στην αρμοδιότητα των πολυμελών πρωτοδικείων υπάγονται σε πρώτο βαθμό όλες οι διαφορές για τις οποίες δεν είναι αρμόδια τα μονομελή πρωτοδικεία.

2. Στην αρμοδιότητα των πολυμελών πρωτοδικείων υπάγονται και οι εφέσεις κατά των αποφάσεων των μονομελών πρωτοδικείων της περιφέρειάς τους:

α) όταν η αξία του αντικειμένου της διαφοράς δεν υπερβαίνει τις ογδόντα χιλιάδες (80.000) ευρώ,

β) της περ. 1) του άρθρου 16, εφόσον το συμφωνημένο μηνιαίο μίσθωμα δεν υπερβαίνει τα χίλια (1.000) ευρώ,

γ) των περ. 2) έως 13) του άρθρου 16, εφόσον η αξία του αντικειμένου της διαφοράς δεν υπερβαίνει τις ογδόντα χιλιάδες (80.000) ευρώ,

δ) των περ. 14) έως 24) του άρθρου 16, ανεξάρτητα από την αξία του αντικειμένου της διαφοράς.».

Άρθρο 5

Συντρέχουσα δωσιδικία των οικιακών βοηθών – Τροποποίηση άρθρου 38 Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

Στο άρθρο 38 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α’ 182), περί της συντρέχουσας δωσιδικίας μακρότερης διαμονής, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) προστίθεται τίτλος, β) η λέξη «υπηρέτες» αντικαθίσταται από τις λέξεις «οικιακοί βοηθοί» και το άρθρο 38 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 38

Δωσιδικία ειδικής κατηγορίας προσώπων

Απαιτήσεις εναντίον προσώπων που έχουν ικανότητα δικαστικής παράστασης και, εξαιτίας ειδικών συνθηκών, έχουν σε ορισμένο τόπο διαμονή με μακρότερη διάρκεια, όπως είναι ιδίως οι υπάλληλοι, οι οικιακοί βοηθοί, οι σπουδαστές, οι μαθητές, εφόσον το αντικείμενό τους είναι περιουσιακό, μπορούν να εισαχθούν και στο δικαστήριο στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται ο τόπος διαμονής τους.».

Άρθρο 6

Απαγόρευση ρήτρας αποκλειστικής παρέκτασης σε περίπτωση συνδρομής της δωσιδικίας του υποκαταστήματος – Τροποποίηση άρθρου 43 Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

Στο άρθρο 43 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α’ 182), περί παρέκτασης σε μελλοντικές διαφορές, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) προστίθεται τίτλος, β) προστίθεται παρ. 2 και το άρθρο 43 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 43

Συμφωνία παρέκτασης για μελλοντικές διαφορές

1. Η συμφωνία των διαδίκων με την οποία τακτικό δικαστήριο γίνεται αρμόδιο για μελλοντικές διαφορές είναι έγκυρη μόνο αν είναι έγγραφη και αναφέρεται σε ορισμένη έννομη σχέση, από την οποία θα προέλθουν οι διαφορές.

2. Επί συνδρομής της δωσιδικίας του υποκαταστήματος δεν επιτρέπεται η συνομολόγηση, ακόμη και εγγράφως, ρήτρας αποκλειστικής παρέκτασης υπέρ των δικαστηρίων της κύριας έδρας του υπαγόμενου σ’ αυτή προσώπου, εφόσον είναι προγενέστερη της γένεσης της διαφοράς.».

Άρθρο 7

Αδυναμία άσκησης ενδίκων μέσων λόγω κατά τόπο αρμοδιότητας είτε της έδρας του Πρωτοδικείου είτε της παράλληλης ή περιφερειακής έδρας αυτού – Τροποποίηση άρθρου 47 Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

Στο άρθρο 47 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α’ 182), περί της αδυναμίας άσκησης ενδίκων μέσων κατά απόφασης πολυμελούς πρωτοδικείου λόγω αρμοδιότητας μονομελούς πρωτοδικείου και κατά απόφασης κατώτερου δικαστηρίου που παραπέμπει σε ανώτερο, προστίθεται τρίτο εδάφιο και το άρθρο 47 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 47

Αδυναμία άσκησης ενδίκων μέσων λόγω αναμοδιότητας

Απόφαση πολυμελούς πρωτοδικείου δεν προσβάλλεται με ένδικο μέσο για το λόγο ότι η υπόθεση ανήκει στην αρμοδιότητα του μονομελούς πρωτοδικείου. Το ίδιο εφαρμόζεται αναλόγως και για την απόφαση κατώτερου δικαστηρίου που παραπέμπει την υπόθεση σε ανώτερο. Απόφαση δικαστηρίου δεν προσβάλλεται με ένδικο μέσο, για τον λόγο ότι η υπόθεση ανήκει στην κατά τόπο αρμοδιότητα είτε της έδρας του Πρωτοδικείου είτε της παράλληλης ή περιφερειακής έδρας αυτού.».

Άρθρο 8

Αρμόδιο δικαστήριο για την εξαίρεση δικαστή – Τροποποίηση άρθρου 54 Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

Στο άρθρο 54 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α’ 182), περί της αρμοδιότητας για την εξαίρεση δικαστή ή υπαλλήλου γραμματείας μονομελούς πρωτοδικείου, προστίθεται νέο τρίτο εδάφιο και το άρθρο 54 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 54

Αρμόδιο δικαστήριο για την αίτηση εξαίρεσης

Αρμόδιο να αποφανθεί για την εξαίρεση είναι το δικαστήριο στο οποίο υπηρετεί ο εξαιρούμενος. Σε περίπτωση εξαίρεσης δικαστή μονομελούς πρωτοδικείου, είναι αρμόδιο το πολυμελές πρωτοδικείο, στην περιφέρεια του οποίου υπάγεται το μονομελές πρωτοδικείο. Σε περίπτωση εξαίρεσης δικηγόρου, όταν εκδίδει πράξεις σύμφωνα με τον παρόντα Κώδικα, είναι αρμόδιος ο προϊστάμενος του πρωτοδικείου στην περιφέρεια του οποίου υπάγεται ο δικηγορικός σύλλογος, μέλος του οποίου είναι ο δικηγόρος. Σε περίπτωση εξαίρεσης υπαλλήλου γραμματείας, είναι αρμόδιος ο προϊστάμενος του δικαστηρίου στο οποίο υπηρετεί ο εξαιρούμενος.».

Άρθρο 9

Δήλωση εξαίρεσης – Τροποποίηση παρ. 3 και προσθήκη παρ. 3Α στο άρθρο 55 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

Στο άρθρο 55 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α’ 182), περί της δήλωσης εξαίρεσης δικαστών, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) προστίθεται τίτλος, β) στην παρ. 3, οι λέξεις «πρόεδρο του πολυμελούς πρωτοδικείου» αντικαθίστανται από τις λέξεις «προϊστάμενο του πρωτοδικείου», γ) προστίθεται παρ. 3Α και το άρθρο 55, μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις, διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 55

Δήλωση εξαίρεσης

1. Δικαστές πολυμελών δικαστηρίων και εισαγγελείς, αν υπάρχει λόγος εξαίρεσής τους, οφείλουν να το δηλώσουν στον πρόεδρο του δικαστηρίου.

2. Υπάλληλοι της γραμματείας των πολυμελών δικαστηρίων, αν υπάρχει λόγος εξαίρεσής τους, οφείλουν να το δηλώσουν στον προϊστάμενο της γραμματείας.

3. Δικαστές μονομελών πρωτοδικείων, καθώς και υπάλληλοι της γραμματείας τους, αν υπάρχει λόγος εξαίρεσής τους, οφείλουν να το δηλώσουν στον προϊστάμενο του πρωτοδικείου και να απόσχουν από τα καθήκοντά τους, εωσότου αυτός αποφασίσει.

3Α. Δικηγόροι, όταν εκδίδουν πράξεις σύμφωνα με τον παρόντα Κώδικα, αν υπάρχει λόγος εξαίρεσής τους, οφείλουν να το δηλώσουν στον προϊστάμενο του πρωτοδικείου, στην περιφέρεια του οποίου υπάγεται ο δικηγορικός σύλλογος, του οποίου είναι μέλη.

4. Το δικαστήριο αποφασίζει χωρίς τη συμμετοχή εκείνου που υπέβαλε τη δήλωση και χωρίς συζήτηση στο ακροατήριο.».

Άρθρο 10

Ορισμός προθεσμίας, γνωστοποίηση με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο και διαδικασία για τη συμπλήρωση ελλείψεων της ικανότητας παράστασης των διαδίκων – Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 67 Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 67 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α’ 182), περί της συμπλήρωσης ελλείψεων ως προς τους διαδίκους, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στην αρχή προστίθενται οι λέξεις «Με την επιφύλαξη των άρθρων 227 και 237 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας,», β) διαγράφονται οι λέξεις «αναβάλλει την πρόοδο της δίκης και», γ) στο τέλος προστίθενται οι λέξεις «που αποστέλλεται στην ηλεκτρονική διεύθυνση του δικηγόρου και αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία οι σχετικές υποθέσεις δικάζονται ερήμην» και, μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις, το άρθρο 67 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 67

Συμπλήρωση ελλείψεων σχετικά με την ικανότητα δικαστικής παράτασης

1. Με την επιφύλαξη των άρθρων 227 και 237 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, αν υπάρχουν ελλείψεις σχετικά με την ικανότητα των διαδίκων για δικαστική παράσταση με το δικό τους όνομα ή σχετικά με τη νόμιμη εκπροσώπησή τους και την άδεια ή εξουσιοδότηση που απαιτείται για τη διεξαγωγή της δίκης, εφόσον μπορούν να συμπληρωθούν το δικαστήριο ορίζει προθεσμία για τη συμπλήρωση των ελλείψεων που αποστέλλεται στην ηλεκτρονική διεύθυνση του δικηγόρου και αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία οι σχετικές υποθέσεις δικάζονται ερήμην. Αν από την αναβολή απειλείται κίνδυνος για τα συμφέροντα του διαδίκου, το δικαστήριο μπορεί να επιτρέψει σ’ αυτόν ή στον αντιπρόσωπό του να συνεχίσει τη δίκη ή να ενεργήσει τις διαδικαστικές πράξεις που χρειάζονται για να αποφευχθεί ο κίνδυνος, δεν έχει όμως την εξουσία να εκδώσει οριστική απόφαση προτού συμπληρωθούν οι ελλείψεις ή προτού περάσει η προθεσμία που έταξε για τον σκοπό αυτό. Το κύρος των πράξεων που επιτράπηκαν, εξαρτάται από την εμπρόθεσμη συμπλήρωση των ελλείψεων.

2. Αν η συμπλήρωση των ελλείψεων είναι αδύνατη ή πέρασε άπρακτη η προθεσμία που ορίστηκε για τον σκοπό αυτό, το δικαστήριο προχωρεί στην εκδίκαση της υπόθεσης.».

Άρθρο 11

Συμπλήρωση ελλείψεων ως προς την ύπαρξη πληρεξουσιότητας – Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 105 Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 105 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α’ 182), περί της συμπλήρωσης ελλείψεων ως προς την ύπαρξη πληρεξουσιότητας, προστίθενται οι λέξεις «Με την επιφύλαξη των άρθρων 227 και 237 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, » και, μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις, η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:

«1. Με την επιφύλαξη των άρθρων 227 και 237 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, αν αυτός που παρίσταται ως πληρεξούσιος δεν αποδεικνύει την ύπαρξη πληρεξουσιότητας, το δικαστήριο μπορεί να ορίσει σύντομη προθεσμία για τη συμπλήρωση της έλλειψης και να επιτρέψει σε εκείνον που δεν αποδεικνύει την πληρεξουσιότητά του να συμμετάσχει στη δίκη προσωρινά. Το κύρος των πράξεων που επιτράπηκαν εξαρτάται από την εμπρόθεσμη συμπλήρωση της έλλειψης.».

Άρθρο 12

Ηλεκτρονικός φάκελος δικογραφίας – Προσθήκη παρ. 5 στο άρθρο 119 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

Στο άρθρο 119 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α’ 182), περί του καθορισμού διεύθυνσης των διαδίκων και περί δυνατότητας υποβολής των δικογράφων με ηλεκτρονικά μέσα, προστίθεται παρ. 5 ως εξής:

«5. Στο Ολοκληρωμένο Σύστημα Διαχείρισης Δικαστικών Υποθέσεων Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης (ΟΣΔΔΥ-ΠΠ) δημιουργείται για κάθε υπόθεση ηλεκτρονικός φάκελος δικογραφίας, στον οποίο περιέχονται ενδεικτικά: α) Τα δικόγραφα της αγωγής, της ανακοπής ερημοδικίας, της έφεσης, της αναίρεσης, της αναψηλάφησης, της τριτανακοπής, της ανακοπής εναντίον εξώδικων και δικαστικών πράξεων, της κύριας και πρόσθετης παρέμβασης, της ανακοίνωσης και της προσεπίκλησης και αποδεικτικά επίδοσης αυτών, β) προτάσεις, προσθήκη και δικόγραφο αξιολόγησης μαρτυρικών καταθέσεων κάθε διαδίκου, γ) πληρεξούσια και γραμμάτια προείσπραξης Δικηγορικών Συλλόγων, δ) έγγραφα περί διαμεσολαβητικής διευθέτησης της διαφοράς, ε) δικαστικό ένσημο, στ) νομιμοποιητικά έγγραφα, όπως περί εκπροσώπησης νομικών προσώπων, μη δικαιούχων διαδίκων, ειδικών και καθολικών διαδόχων, ζ) ένορκες βεβαιώσεις, η) λοιπά έγγραφα, θ) εκθέσεις πραγματογνωμόνων και αυτοψίας, ι) πληροφορίες περί αλλοδαπού δίκαιου, ια) προσκομιζόμενη νομολογία, ιβ) δικόγραφα ενδίκων μέσων, διατάξεις και αποφάσεις σχετικά με την υπόθεση. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Ψηφιακής Διακυβέρνησης ορίζονται ζητήματα σχετικά με την τήρηση του ηλεκτρονικού φακέλου δικογραφίας, οι τεχνικές προδιαγραφές, καθώς και κάθε άλλο ζήτημα σχετικό με την εφαρμογή του παρόντος.».

Άρθρο 13

Όργανα επίδοσης εγγράφων – Τροποποίηση παρ. 2 άρθρου 122 Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

Στην παρ. 2 του άρθρου 122 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α’ 182), περί των οργάνων επίδοσης εγγράφων, προστίθενται οι λέξεις «τη δικαστική αστυνομία, τον» και μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις η παρ. 2 διαμορφώνεται ως εξής:

«2. Οι επιδόσεις που γίνονται με την επιμέλεια του δικαστηρίου μπορούν να γίνουν και από τη δικαστική αστυνομία, τον ποινικό κλητήρα της περιφέρειας ή τον γραμματέα του δήμου.».

Άρθρο 14

Επίδοση σε οικιακό βοηθό – Τροποποίηση παρ. 2 άρθρου 124 Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

Στην παρ. 2 του άρθρου 124 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α’ 182), περί του τόπου επίδοσης, η λέξη «υπηρέτης» αντικαθίσταται από τις λέξεις «οικιακός βοηθός» και η παρ. 2 διαμορφώνεται ως εξής:

«2. Αν το πρόσωπο έχει στον τόπο όπου πρόκειται να γίνει η επίδοση κατοικία, κατάστημα, γραφείο ή εργαστήριο, είτε μόνο του είτε με άλλον ή εργάζεται εκεί ως υπάλληλος, εργάτης ή οικιακός βοηθός, η επίδοση σε άλλο μέρος δεν μπορεί να γίνει χωρίς τη συναίνεσή του.».

Άρθρο 15

Επίδοση σε παραλήπτη που δεν βρίσκεται στην κατοικία – Τροποποίηση περ. γ) παρ. 4 άρθρου 128 Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

Στην περ. γ΄ της παρ. 4 του άρθρου 128 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α’ 182), περί της επίδοσης σε παραλήπτη που δεν βρίσκεται στην κατοικία, προστίθεται τελευταίο, έκτο, εδάφιο και, μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις, η παρ. 4 διαμορφώνεται ως εξής:

«4. Αν κανείς από όσους αναφέρονται στην παρ. 1 δεν βρίσκεται στην κατοικία,

α) το έγγραφο πρέπει να κολληθεί στην πόρτα της κατοικίας και σε ενσφράγιστο φάκελο, επί του οποίου θα υπάρχουν μόνο τα στοιχεία του δικαστικού επιμελητή και του προς ον η επίδοση, μπροστά σε ένα (1) μάρτυρα. Σε περιπτώσεις πολυκατοικιών, οι οποίες είναι κλειστές και δεν είναι δυνατόν να κολληθεί το έγγραφο στην πόρτα της κατοικίας, η επικόλληση μπορεί να γίνεται κατά τα ανωτέρω και στην κεντρική είσοδο της πολυκατοικίας,

β) το αργότερο την επομένη εργάσιμη ημέρα μετά τη θυροκόλληση, αντίγραφο του εγγράφου, που συντάσσεται ατελώς, πρέπει να παραδοθεί στα χέρια του προϊσταμένου του αστυνομικού τμήματος ή σταθμού της περιφέρειας της κατοικίας και αν λείπει ο προϊστάμενος, στον αξιωματικό ή υπαξιωματικό υπηρεσίας ή στον σκοπό του αστυνομικού καταστήματος. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις η παράδοση βεβαιώνεται με απόδειξη που συντάσσεται ατελώς κάτω από την έκθεση της επίδοσης που αναφέρεται στην παρ. 1 του άρθρου 140. Η απόδειξη αυτή πρέπει να αναφέρει την ημερομηνία που έγινε η παράδοση, και το ονοματεπώνυμο, καθώς και την ιδιότητα εκείνου που παρέλαβε το αντίγραφο, ο οποίος υπογράφει την απόδειξη και τη σφραγίζει με την υπηρεσιακή σφραγίδα. Το αντίγραφο που παραδόθηκε φυλάγεται σε ιδιαίτερο φάκελο στο υπηρεσιακό γραφείο, όπου υπηρετεί εκείνος που το παρέλαβε,

γ) το αργότερο την επόμενη εργάσιμη ημέρα από την παράδοση, σύμφωνα με την περ. β’, εκείνος που ενήργησε την επίδοση του εγγράφου πρέπει να ταχυδρομήσει σε εκείνον προς τον οποίο απευθύνεται η επίδοση, έγγραφη ειδοποίηση, στην οποία πρέπει να αναφέρεται το είδος του εγγράφου που επιδόθηκε, η διεύθυνση της κατοικίας, όπου έγινε η θυροκόλλησή του, η ημερομηνία της θυροκόλλησης, η αρχή στην οποία παραδόθηκε το αντίγραφο, καθώς και η ημερομηνία της παράδοσης. Η ειδοποίηση ταχυδρομείται με έξοδα εκείνου που ζητεί να γίνει η επίδοση. Το γεγονός ότι ταχυδρομήθηκε η ειδοποίηση βεβαιώνεται με απόδειξη, την οποία συντάσσει και υπογράφει ατελώς, κάτω από την επιδοτήρια έκθεση της παρ. 1 του άρθρου 140, εκείνος που ενεργεί την επίδοση. Η βεβαίωση πρέπει να αναφέρει το ταχυδρομικό γραφείο, με το οποίο έστειλε την ειδοποίηση, και τον υπάλληλο που την παρέλαβε, ο οποίος προσυπογράφει τη βεβαίωση. Ύστερα από προφορική αίτηση του παραλήπτη, η αρχή στην οποία είχε παραδοθεί το αντίγραφο, σύμφωνα με την άνω περ. β’ του παρόντος, του το παραδίδει, με έγγραφη απόδειξη που συντάσσεται ατελώς. Στην περίπτωση αυτή η επίδοση θεωρείται ότι συντελέστηκε με τη θυροκόλληση του εγγράφου στην πόρτα της κατοικίας εκείνου προς τον οποίο γίνεται η επίδοση, υπό την προϋπόθεση ότι έγιναν όσα ορίζονται στην περ. β) και στην παρούσα.».

Άρθρο 16

Επίδοση σε νοσοκομείο ή σωφρονιστικό κατάστημα – Προσθήκη παρ. 2 στο άρθρο 131 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

Στο άρθρο 131 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α’ 182), περί της επίδοσης σε νοσοκομείο ή φυλακή, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) προστίθεται τίτλος, β) προστίθεται παρ. 2 και το άρθρο 131 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 131

Επίδοση σε νοσοκομείο ή σωφρονιστικό κατάστημα

1. Αν ο παραλήπτης της επίδοσης νοσηλεύεται σε νοσοκομείο ή κρατείται σε σωφρονιστικό κατάστημα και δεν είναι δυνατή η επικοινωνία μαζί του, σύμφωνα με βεβαίωση της διεύθυνσης του νοσοκομείου ή του σωφρονιστικού καταστήματος, που σημειώνεται στην έκθεση της επίδοσης, η επίδοση μπορεί να γίνει στο διευθυντή του νοσοκομείου ή του σωφρονιστικού καταστήματος, ο οποίος είναι υποχρεωμένος να παραδώσει το έγγραφο στα χέρια εκείνου προς τον οποίο γίνεται η επίδοση.

2. Η επίδοση θεωρείται ότι συντελέστηκε μόλις παραδοθεί το έγγραφο από τον αρμόδιο διευθυντή στον παραλήπτη της παρ. 1.».

Άρθρο 17

Επίδοση σε υπηρετούντα σε εμπορικό πλοίο – Προσθήκη παρ. 3 στο άρθρο 132 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

Στο άρθρο 132 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α’ 182), περί της επίδοσης σε υπηρετούντα σε εμπορικό πλοίο, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) προστίθεται τίτλος, β) προστίθεται παρ. 3, και το άρθρο 132 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 132

Επίδοση σε πρόσωπα υπηρετούντα σε εμπορικά πλοία

1. Αν εκείνος προς τον οποίο πρέπει να γίνει η επίδοση υπηρετεί σε εμπορικό πλοίο που βρίσκεται σε ελληνικό λιμάνι, αν απουσιάζει ή αρνείται να παραλάβει το έγγραφο ή αρνείται ή δεν μπορεί να υπογράψει την έκθεση, η επίδοση γίνεται στον πλοίαρχο του πλοίου ή στον αναπληρωτή του και αν απουσιάζουν ή αρνούνται και αυτοί να το παραλάβουν, η επίδοση γίνεται στο λιμενάρχη, ο οποίος είναι υποχρεωμένος να ειδοποιήσει εκείνον προς τον οποίο γίνεται η επίδοση.

2. Αν εκείνος προς τον οποίο πρέπει να γίνει η επίδοση υπηρετεί σε εμπορικό πλοίο που δεν βρίσκεται σε ελληνικό λιμάνι, η επίδοση γίνεται στην κατοικία του, σύμφωνα με το άρθρο 128 και αν δεν έχει κατοικία, γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις για την επίδοση σε πρόσωπο άγνωστης διαμονής. Σε κάθε περίπτωση η επίδοση γίνεται και στα γραφεία του πλοιοκτήτη στην Ελλάδα, ή, διαφορετικά, στα γραφεία του πράκτορα του πλοίου σε ελληνικό λιμάνι, εφόσον υπάρχουν.

3. Η επίδοση θεωρείται ότι συντελέστηκε μόλις παραδοθεί το έγγραφο στην αρχή ή στο πρόσωπο που ορίζεται στις παρ. 1 και 2, ανεξάρτητα από τον χρόνο της αποστολής και παραλαβής του.».

Άρθρο 18

Επίδοση σε υπηρετούντες στις Ένοπλες Δυνάμεις, στην Ελληνική Αστυνομία και στο Λιμενικό Σώμα – Τροποποίηση περ. δ) παρ. 1 και προσθήκη παρ. 3 στο άρθρο 133 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

Στο άρθρο 133 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α’ 182), περί της επίδοσης σε υπηρετούντες στις Ένοπλες Δυνάμεις, στην Ελληνική Αστυνομία και στο Λιμενικό Σώμα, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) προστίθεται τίτλος, β) στην παρ. 1, βα) στο πρώτο εδάφιο, η λέξη «υπηρέτες» αντικαθίσταται από τις λέξεις «τους οικιακούς βοηθούς», ββ) στην περ. δ) οι λέξεις «αξιωματικούς και υπαξιωματικούς της αστυνομίας πόλεων, της χωροφυλακής» αντικαθίστανται από τις λέξεις «στελέχη της Ελληνικής Αστυνομίας» , β) προστίθενται παρ. 2 και 3 και μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις το άρθρο 133 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 133

Επίδοση σε προσωπικό των ενόπλων δυνάμεων, της αστυνομίας και του λιμενικού σώματος

1. Για πρόσωπα που ανήκουν σε μία από τις ακόλουθες κατηγορίες και βρίσκονται σε ενεργή υπηρεσία, αν δεν είναι δυνατή η επίδοση στους ίδιους ή στους συγγενείς ή τους οικιακούς βοηθούς που συνοικούν μαζί τους, γίνεται, σύμφωνα με τις παραγράφους 3 και 4 του άρθρου 128, καθώς και α) για εκείνους που υπηρετούν γενικά στις ένοπλες δυνάμεις της ξηράς, στο διοικητή της μονάδας ή του καταστήματος ή της υπηρεσίας, όπου ανήκει ο παραλήπτης της επίδοσης. Αν είναι άγνωστη η μονάδα, το κατάστημα ή η υπηρεσία, η επίδοση γίνεται στον αρχηγό του αντίστοιχου κλάδου, β) για αξιωματικούς, υπαξιωματικούς και ναύτες του πολεμικού ναυτικού, στον αρχηγό του γενικού επιτελείου ναυτικού, γ) για αξιωματικούς, υπαξιωματικούς και σμηνίτες της πολεμικής αεροπορίας, στον αρχηγό του γενικού επιτελείου αεροπορίας, δ) για στελέχη της Ελληνικής Αστυνομίας και του λιμενικού σώματος, καθώς και για αστυφύλακες, χωροφύλακες και λιμενοφύλακες, στον προϊστάμενο της υπηρεσίας τους, ε) για εκείνους που ανήκουν στο προσωπικό των φάρων, των φανών και των σηματοφόρων, στο λιμενάρχη της περιφέρειας, όπου ασκούν τα καθήκοντά τους.

2. Οι αναφερόμενοι στις περ. α΄ έως ε της παρ. 1, όταν λάβουν το έγγραφο, είναι υποχρεωμένοι να το στείλουν χωρίς υπαίτια καθυστέρηση σε εκείνον στον οποίο πρέπει να γίνει η επίδοση με το πιο γρήγορο και πιο ασφαλές μέσο.

3. Η επίδοση θεωρείται ότι συντελέστηκε μόλις παραδοθεί το έγγραφο στην αρχή ή στο πρόσωπο που ορίζεται ανωτέρω.».

Άρθρο 19

Επίδοση στην περίπτωση διαμονής ή έδρας στο εξωτερικό – Τροποποίηση παρ. 1 και 3 άρθρου 134 Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

Στο άρθρο 134 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α’ 182), περί της επίδοσης στην περίπτωση διαμονής ή έδρας στο εξωτερικό, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) προστίθεται τίτλος, β) στην παρ. 1, βα) στο πρώτο εδάφιο, μετά από τις λέξεις «στο εξωτερικό,», η λέξη «επίδοση» αντικαθίσταται από τις λέξεις «διαδικασία της επίδοσης», ββ) στο δεύτερο εδάφιο, μετά από τις λέξεις «την εκτέλεση,», η λέξη «επίδοση» αντικαθίσταται από τις λέξεις «διαδικασία της επίδοσης», γ) στην παρ. 3, γα) προστίθενται οι λέξεις «Με την επιφύλαξη των κανόνων του ευρωπαϊκού δικονομικού δικαίου ή ενδεχόμενης πολυμερούς ή διμερούς σύμβασης για την επίδοση στο κράτος προς το οποίο αυτή απευθύνεται,», γβ) οι λέξεις «χωρίς υπαίτια καθυστέρηση» αντικαθίστανται από τη λέξη «άμεσα» και γγ) προστίθενται οι λέξεις «το ταχύτερο δυνατόν» και, μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις, το άρθρο 134 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 134

Επίδοση σε πρόσωπα με διαμονή στην αλλοδαπή

1. Αν το πρόσωπο στο οποίο γίνεται η επίδοση διαμένει ή έχει την έδρα του στο εξωτερικό, η διαδικασία της επίδοσης γίνεται προς τον εισαγγελέα του δικαστηρίου, στο οποίο εκκρεμεί ή πρόκειται να εισαχθεί η δίκη ή σ’ αυτό που εξέδωσε την επιδιδόμενη απόφαση. Για έγγραφα που αφορούν την εκτέλεση, η διαδικασία της επίδοσης γίνεται προς τον εισαγγελέα πρωτοδικών, στην περιφέρεια του οποίου γίνεται η εκτέλεση, και για εξώδικες πράξεις στον εισαγγελέα της τελευταίας στο εσωτερικό κατοικίας ή γνωστής διαμονής του παραλήπτη της επίδοσης και αν δεν υπάρχει κατοικία ή γνωστή διαμονή στο εσωτερικό, η διαδικασία της επίδοσης γίνεται στον εισαγγελέα πρωτοδικών της πρωτεύουσας.

2. Στις περιπτώσεις της παρ. 1, η παραγγελία για επίδοση πρέπει να περιέχει με ακρίβεια τον τόπο και τη διεύθυνση του παραλήπτη της επίδοσης.

3. Με την επιφύλαξη των κανόνων του ευρωπαϊκού δικονομικού δικαίου ή πολυμερούς ή διμερούς σύμβασης για την επίδοση στο κράτος προς το οποίο αυτή απευθύνεται, ο εισαγγελέας, όταν παραλάβει το έγγραφο, οφείλει να το αποστείλει άμεσα στον Υπουργό Εξωτερικών, ο οποίος έχει την υποχρέωση να το διαβιβάσει το ταχύτερο δυνατόν σε εκείνον προς τον οποίο γίνεται η επίδοση.».

Άρθρο 20

Διαδικασία επίδοσης δικογράφου στην αλλοδαπή – Προσθήκη άρθρου 134Α στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

Στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α’ 182), προστίθεται άρθρο 134Α, ως εξής:

«Άρθρο 134Α

Διαδικασία επίδοσης δικογράφου στην αλλοδαπή

1. Η ημερομηνία της επίδοσης δικογράφου στην αλλοδαπή είναι αυτή κατά την οποία η πράξη επιδόθηκε στον παραλήπτη ή, όταν η επίδοση δεν κατέστη δυνατή, η ημερομηνία κατά την οποία η αρχή του κράτους παραλαβής επιχείρησε την επίδοση, και όταν ούτε και αυτή είναι εφικτή, η ημερομηνία που η ημεδαπή αρχή διαπίστωσε την αδυναμία της επίδοσης. Όταν κατά το ημεδαπό δίκαιο μια πράξη πρέπει να επιδοθεί εντός τακτής προθεσμίας ενέργειας, τότε ειδικά για τον αιτούντα λαμβάνεται υπόψη η ημερομηνία επίδοσης στον εισαγγελέα, κατά την παρ. 1 του άρθρου 134.

2. Με την επιφύλαξη των κανόνων του ευρωπαϊκού δικονομικού δικαίου ή πολυμερούς ή διμερούς σύμβασης για την επίδοση στην αλλοδαπή, όταν πρέπει να διαβιβαστεί εισαγωγικό δικόγραφο δίκης ή άλλη ισοδύναμη πράξη στο εξωτερικό και ο εναγόμενος ερημοδικήσει, ο δικαστής υποχρεούται, αφού συζητήσει την υπόθεση, να ορίσει προθεσμία για την προσκομιδή της βεβαίωσης επίδοσης στον παραλήπτη, και να απόσχει από την έκδοση της απόφασης, μέχρις ότου παρέλθει η προθεσμία και διαπιστωθεί τότε, αν η πράξη επιδόθηκε πράγματι στον εναγόμενο ή όχι. Αν η πράξη επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα, εκδίδεται απόφαση ερήμην του εναγομένου, διαφορετικά η συζήτηση κηρύσσεται απαράδεκτη. Το δικαστήριο μπορεί, ακόμη και αν δεν έχει παραληφθεί βεβαίωση επίδοσης της πράξης ή άλλο ισοδύναμο έγγραφο στον διαμένοντα στην αλλοδαπή παραλήπτη, να εκδώσει άμεσα απόφαση, αν α) η πράξη διαβιβάστηκε σύμφωνα με τους εφαρμοζόμενους για τη συγκεκριμένη επίδοση διεθνείς κανόνες ή την παρ. 3 του άρθρου 134, β) από τη διαβίβαση της πράξης έως τη συζήτηση έχει παρέλθει διάστημα τουλάχιστον έξι (6) μηνών και γ) διαπιστωθεί ότι η πράξη διαβιβάστηκε έγκαιρα στο κράτος παραλαβής, ώστε να ήταν δυνατή η περαιτέρω επίδοση στον παραλήπτη. Προσωρινά ή ασφαλιστικά μέτρα, σε περίπτωση επείγουσας ανάγκης, μπορούν να διαταχθούν άμεσα και χωρίς τις προϋποθέσεις αυτές. Αν έχει εκδοθεί κατά τα ανωτέρω απόφαση κατά ερημοδικήσαντος εναγομένου χωρίς βεβαίωση επίδοσης της πράξης στον διαμένοντα στην αλλοδαπή παραλήπτη, ο τελευταίος έχει δικαίωμα επαναφοράς στην προτέρα κατάσταση, αν α) χωρίς υπαιτιότητά του δεν έλαβε εγκαίρως γνώση του εγγράφου, ώστε να αμυνθεί, ή δεν έλαβε γνώση της απόφασης για να ασκήσει ένδικο μέσο, και β) οι ισχυρισμοί του πιθανολογούνται ως βάσιμοι. Η αίτηση επαναφοράς αποκλείεται μετά την πάροδο ενός (1) έτους από την έκδοση της απόφασης.

3. Οι επόμενες μετά το εισαγωγικό δικόγραφο ή άλλη ισοδύναμη πράξη επιδόσεις που απευθύνονται στην αλλοδαπή γίνονται στον αντίκλητο, που, αν δεν συντρέχουν οι όροι των άρθρων 142 ή 143, διορίζεται υποχρεωτικά από τον παραλήπτη. Σχετική μνεία περιλαμβάνεται στην παραγγελία προς επίδοση. Αν, ενώ το εισαγωγικό δικόγραφο ή η ισοδύναμη πράξη επιδόθηκαν στον παραλήπτη, δεν έχει διοριστεί αντίκλητος ή ο διορισμός του γνωστοποιήθηκε σ’ αυτόν που παρήγγειλε την επίδοση καθυστερημένα, ώστε να μην είναι πλέον δυνατή η έγκαιρη επίδοση στον αντίκλητο, αρκεί για την εξέλιξη της διαδικασίας η επίδοση της πράξης στον αρμόδιο κατά την παρ. 1 του άρθρου 134 εισαγγελέα, εφαρμοζόμενης και της παρ. 3 του άρθρου 134. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, η αποδοχή της αίτησης επαναφοράς της παρ. 2, η οποία ασκείται εντός δύο (2) μηνών από την ημερομηνία περιέλευσης της επιδοτέας πράξης στον παραλήπτη, προϋποθέτει επιπλέον την ακυρότητα της πράξης κατά τις περ. 1 ή 2 του άρθρου 159.».

Άρθρο 21

Επίδοση δικογράφου σε πρόσωπα αγνώστου διαμονής – Προσθήκη παρ. 4 στο άρθρο 135 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

Στο άρθρο 135 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α’ 182), περί της επίδοσης σε πρόσωπα άγνωστης διαμονής, προστίθεται παρ. 4 ως εξής:

«4. H επίδοση σε πρόσωπο άγνωστης διαμονής θεωρείται ότι ολοκληρώθηκε από τη δημοσίευση της περίληψης σύμφωνα με την παρ. 1.».

Άρθρο 22

Αποκλειστικότητα και δεσμευτικότητα προθεσμιών – Προσθήκη παρ. 4 στο άρθρο 144 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

Στο άρθρο 144 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α’ 182), περί προθεσμιών, προστίθεται παρ. 4 ως εξής:

«4. Οι προθεσμίες που αναφέρονται στον παρόντα Κώδικα, αν δεν ορίζεται άλλως, είναι αποκλειστικές και δεσμευτικές τόσο για τους διαδίκους όσο και για το δικαστήριο.».