- Υπουργείο Δικαιοσύνης - http://www.opengov.gr/ministryofjustice -

Κεφάλαιο 37 – ΒΑΣΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΔΕΙΞΗ

Άρθρο 242
Αντικείμενο Απόδειξης

1. Αντικείμενο απόδειξης είναι αμφισβητούμενα πραγματικά γεγονότα που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης.
2. Πραγματικά γεγονότα κοινώς γνωστά ώστε να μην υπάρχει εύλογη αμφιβολία ότι είναι αληθινά, καθώς και εκείνα που είναι γνωστά στο δικαστήριο από προηγούμενη δικαστική ενέργεια λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως, χωρίς απόδειξη.
3. Τα διδάγματα της κοινής πείρας λαμβάνονται υπόψη από το δικαστήριο αυτεπαγγέλτως.
4. Το αλλοδαπό δίκαιο, το έθιμο και τα συναλλακτικά ήθη λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως, εφόσον είναι γνωστά στο δικαστήριο. Αν δεν είναι γνωστά, διατάσσεται απόδειξη κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 251.

Άρθρο 243
Βάρος απόδειξης

1. Κάθε διάδικος υποχρεούται να αποδείξει τα πραγματικά γεγονότα που επικαλείται για να στηρίξει τους ισχυρισμούς του, εκτός αν ο νόμος που διέπει την επίδικη σχέση ορίζει διαφορετικά.
2. Οι διάδικοι έχουν το δικαίωμα σε ανταπόδειξη.
3. Ο διάδικος κατά του οποίου αντιτάσσεται νόμιμο μαχητό τεκμήριο έχει το βάρος της ανατροπής του.
4. Αν ιδιώτης διάδικος που φέρει κατ’ αρχήν το βάρος της απόδειξης σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 3 δεν δύναται να αποδείξει εν όλω ή εν μέρει τα πραγματικά γεγονότα που επικαλείται επειδή τα αποδεικτικά στοιχεία βρίσκονται στην κατοχή δημόσιου φορέα, αντίδικου αυτού στη δίκη, το δικαστήριο μπορεί να επιρρίψει στον δημόσιο αυτό φορέα το βάρος της απόδειξης των πραγματικών γεγονότων που επικαλείται ο ιδιώτης διάδικος.

Άρθρο 244
Αποδεικτικά στοιχεία και αποδεικτικά μέσα

1. Το δικαστήριο για τη διαπίστωση των πραγματικών γεγονότων που είναι αναγκαία για τη διάγνωση της υπόθεσης στηρίζεται σε κάθε αποδεικτικό στοιχείο που κρίνει πρόσφορο εφόσον δεν εμποδίζεται σ’ αυτό ρητώς από τον νόμο.
2. Τα αποδεικτικά στοιχεία περιέχονται στον διοικητικό φάκελο της υπόθεσης ή προκύπτουν από την ενώπιον του δικαστηρίου αποδεικτική διαδικασία.
3. Αποδεικτικά μέσα είναι:
(α) τα έγγραφα,
(β) η αυτοψία,
(γ) η πραγματογνωμοσύνη,
(δ) οι μάρτυρες,
(ε) οι ακροάσεις υπηρεσιακών παραγόντων, οι εξηγήσεις των διαδίκων και η αποδοχή της αλήθειας πραγματικών περιστατικών από διάδικο και
(στ) τα δικαστικά τεκμήρια.
4. Τα αποδεικτικά στοιχεία που προσάγει ένας διάδικος καθίστανται κοινά για τους άλλους.

Άρθρο 245
Δικαστικά τεκμήρια

Το δικαστήριο μπορεί να συνάγει συμπεράσματα για πραγματικά γεγονότα, από άλλα πραγματικά γεγονότα που έχουν ήδη αποδειχθεί.

Άρθρο 246
Χρήση και εκτίμηση αποδεικτικών μέσων

1. Το δικαστήριο χρησιμοποίει τα αποδεικτικά μέσα κατά τη κρίση του και τα εκτιμά ελευθέρως, αυτοτελώς ή σε συνδυασμό μεταξύ τους, εκτός αν ειδική διάταξη νόμου ορίζει διαφορετικά. Λαμβάνει επίσης υπόψη και εκτιμά ελεύθερα και ατελή αποδεικτικά μέσα που δεν πληρούν τους όρους του νόμου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 247.
2. Το δικαστήριο υποχρεούται να σχηματίσει πλήρη δικανική πεποίθηση αποφασίζοντας κατά συνείδηση για την αλήθεια των κρίσιμων στη δίκη πραγματικών περιστατικών. Στην απόφαση πρέπει να αναφέρονται οι λόγοι που οδήγησαν το δικαστή να σχηματίσει την πεποίθησή του.
3. Όπου ο νόμος θεωρεί αρκετή την πιθανολόγηση το δικαστήριο δεν έχει υποχρέωση να εφαρμόσει τις διατάξεις που ισχύουν για την αποδεικτική διαδικασία, τα αποδεικτικά μέσα και τη δύναμή τους, αλλά λαμβάνει υπόψη οποιαδήποτε μέσα κρίνει κατάλληλα για να σχηματιστεί πιθανότητα σχετικά με την αλήθεια των πραγματικών περιστατικών. Το εδάφιο β΄ της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζεται αναλόγως και στην περίπτωση αυτή.

Άρθρο 247
Αποδεικτικά μέσα που δεν πληρούν τους όρους του νόμου.

1. Το δικαστήριο δεν λαμβάνει υπόψη του παράνομα αποδεικτικά μέσα.
2. Με την επιφύλαξη ειδικής αντίθετης διάταξης νόμου, το δικαστήριο δύναται να λαμβάνει υπόψη και αποδεικτικά μέσα που προσκομίζονται από τους διαδίκους και δεν εμπίπτουν στα αποδεικτικά μέσα που ορίζονται στο άρθρο 244, εφόσον κρίνει ότι η μη εκτίμηση των μέσων αυτών θα έπληττε τη δικαιότητα της δίκης.
3. Εξαιρετικώς, το δικαστήριο δύναται να λαμβάνει υπόψη του αποδεικτικά μέσα που εμφανίζουν τυπικές ατέλειες εφόσον η διαδικαστική πράξη από την οποία έχουν προκύψει δεν είναι άκυρη ή δεν έχει ακυρωθεί από το δικαστήριο λόγω δικονομικής βλάβης του διαδίκου και οι ατέλειες που φέρουν δεν αναιρούν την αξιοπιστία τους.