• Στο τέλος της παρ. 1 να συμπληρωθεί ως ακολούθως: 1. Στις περιπτώσεις της παρ. 2 του άρθρου 23 το επίδομα χορηγείται για το χρονικό διάστημα του συμβατικού χρόνου ισχύος που ρητά προβλέπεται στην εκάστοτε νέα σύμβαση μίσθωσης κατοικίας, εφόσον πληρούνται σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις: α) το ετήσιο φορολογητέο πραγματικό ή τεκμαρτό, καθώς και το απαλλασσόμενο ή φορολογούμενο με ειδικό τρόπο, εισόδημα του ανασφάλιστου υπερήλικα δεν υπερβαίνει το ποσό των τεσσάρων χιλιάδων τριακοσίων είκοσι (4.320,00) ευρώ, για τα δε ανασφάλιστα ζεύγη το ποσό των οκτώ χιλιάδων εξακοσίων σαράντα (8.640,00) ευρώ. Το δηλούμενο εισόδημα δεν περιλαμβάνει τα μη ανταποδοτικά επιδόματα αναπηρίας που χορηγούνται από το κράτος. Αιτιολόγηση: Είναι ευρέως γνωστό, ότι τα επιδόματα αναπηρίας δίνονται στα άτομα με αναπηρία και χρόνιες παθήσεις για την αντιμετώπιση του πρόσθετου κόστους διαβίωσης που προκύπτει από την αναπηρία και δεν αποτελούν σε καμία περίπτωση εισοδηματικό κριτήριο, όπως προκύπτει και από το άρθρο 11 της υπ’ αριθμ. Απόφασης Δ12α/Γ.Π.οικ.68856/2202 (ΦΕΚ 5855/2018 Β΄), η οποία αναφέρει: «Τα χρηματικά ποσά που καταβάλλονται ως προνοιακές παροχές σε χρήμα σε άτομα με αναπηρία, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας, δεν εμπίπτουν σε καμία κατηγορία εισοδήματος και επομένως δεν φορολογούνται. Επιπλέον το ποσό προνοιακών παροχών σε χρήμα σε άτομα με αναπηρία δεν υπόκειται σε οποιαδήποτε κράτηση ή κράτηση χαρτοσήμου, δεν κατάσχεται, ούτε συμψηφίζεται με ήδη βεβαιωμένα χρέη προς το Δημόσιο, ιδιώτες ή πιστωτικά ιδρύματα και δεν υπολογίζεται στα εισοδηματικά όρια για την καταβολή οποιασδήποτε παροχής κοινωνικού ή προνοιακού χαρακτήρα». Ως εκ τούτου πρέπει να εξαιρεθούν τα πάσης φύσεως επιδόματα αναπηρίας από τα εισοδηματικά κριτήρια, όπως αναφέρεται και στο άρθρο 4 του παρόντος.