Άρθρο 40 Εγκαταστάσεις πρατηρίων παροχής καυσίμων και ενέργειας των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας – Αντικατάσταση παρ. 4 άρθρου 1 ν.δ. 511/1970  

Η παρ. 4 του άρθρου 1 του ν.δ. 511/1970 (Α΄ 91) αντικαθίσταται ως εξής:

«4. Οι εγκαταστάσεις πρατηρίων παροχής καυσίμων και ενέργειας, σταθμών αυτοκινήτων και πλυντηρίων αυτοκινήτων των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας υπόκεινται στους όρους και τις προϋποθέσεις του π.δ. 1224/1981 (Α΄ 303), του β.δ. 465/1970 (Α΄ 150), του π.δ. 595/1984 (Α΄ 218), του π.δ. 455/1976 (Α΄ 169), της υπ’ αρ. 93067/1083/20.11.2018 (Β΄ 5661), κοινής απόφασης των Υπουργών Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Υποδομών και Μεταφορών και της υπ’ αρ. 33180/351/23.4.2019 (Β΄ 1454) κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης, Οικονομικών, Υποδομών και Μεταφορών, Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και Τουρισμού, όπως εκάστοτε ισχύουν. Οι ανωτέρω εγκαταστάσεις αδειοδοτούνται από τις αρμόδιες, κατά περίπτωση, υπηρεσίες του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας ή του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη ή του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής ή του Υπουργείου Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας.»

  • 27 Φεβρουαρίου 2023, 21:11 | Αλέξανδρος Ξένος

    Ονομάζομαι Αλέξανδρος Ξένος, είμαι Αρχιτέκτων Μηχανικος και ασχολούμαι κυρίως με μελέτες ιδιωτικών έργων.
    Σε κάποιες προτάσεις πελατών μου για να μελετήσω και να αδειοδοτήσω πρατηρια καυσίμων, διαπίστωσα ότι υπάρχουν στη νομοθεσία που αναφέρεται στους όρους και τις προϋποθέσεις ίδρυσης πρατηρίων αναχρονιστικές διατάξεις που ειχαν τεθεί απο το …1970, οταν άλλες ηταν οι δυνατότητες πέδησης των οχημάτων, σαφώς υποδεέστερη η ποιότητα των οδοστρωμάτων, σε σχέση με σήμερα κλπ. Έτσι όμως εμποδίζεται η ανάπτυξη μιας επιχειρηματικής δραστηριότητας γι αυτό και προτείνω να ενταχθεί στο υπό διαβούλευση νομοσχέδιο και η ακόλουθη διάταξη :

    Ρύθμιση
    Η διάταξη της παραγράφου 4 του άρθρου 27 του Π.Δ. 118/06 (Α’ 117) αντικαθίσταται ως
    εξής: «Η περίπτωση 3β του άρθρου 5 του π.δ. 1224/1981 τροποποιείται ως εξής: «β) επί
    κόμβου, όπως αυτός ορίζεται στην παρ. δ του άρθρου 2 του παρόντος, εφόσον κατά την
    εκτίμηση της αρμόδιας για την οδό υπηρεσίας δεν είναι μεγάλου κυκλοφοριακού φόρτου.
    Αν ο κόμβος σηματοδοτείται ή είναι ενταγμένος στον άμεσο προγραμματισμό για
    σηματοδότηση από την αρμόδια υπηρεσία σηματοδότησης, το πλησιέστερο σημείο
    εισόδου ή εξόδου του πρατηρίου, επί της ρυμοτομικής γραμμής, θα πρέπει να απέχει
    τουλάχιστον δέκα (10) μέτρα από τον πλησιέστερο σηματοδότη που ρυθμίζει την κίνηση
    οχημάτων. Αν υφίσταται σηματοδότηση διάβασης πεζών, αυτή θα πρέπει να είναι εκτός της
    προσόψεως του πρατηρίου και τουλάχιστον πέντε (5) μέτρα από τα ακραία όρια αυτής. Η
    ρύθμιση του παρόντος εδαφίου ισχύει και για σταθμούς αυτοκινήτων του Π.Δ. 455/76 (Α΄
    169) όπως ισχύει». Τέλος η διάταξη της παραγρ. 3 του άρθρου 27 του Π.Δ. 118/06 (Α’ 117)
    αντικαθίσταται ως εξής: «Η περίπτωση 3α του άρθρου 5 του π.δ. 1224/1981 τροποποιείται
    ως εξής : «α) Σε θέσεις που βρίσκονται σε καμπυλότητα ή αναστροφή κλίσης των οδών,
    εφόσον υφίσταται, προ του οικοπέδου επί του οποίου πρόκειται να ιδρυθεί το πρατήριο,
    ορατότητα από απόσταση εξήντα (60) μέτρων, η οποία μετράται επί του άξονα της φοράς
    κινήσεως προς το οικόπεδο και προ αυτού».

    Αιτιολογική έκθεση
    Η απόσταση σηματοδότη από την είσοδο ή την έξοδο ενός πρατηρίου, είχε τεθεί ήδη (χωρίς
    επαρκή αιτιολόγηση) με το ΒΔ 464/70 μια ανεξήγητα μεγάλη απόσταση 30 μ. η οποία
    παρέμεινε, ως απολίθωμα, στις επόμενες τροποποιήσεις. Η ίδια δε διάταξη ισχύει και για
    τους Σταθμούς αυτοκινήτων του ΠΔ 455/76. Προφανώς δεν αξιολογείται το γεγονός ότι το
    1970 στην Αθήνα (και σε άλλες μεγάλες πόλεις) οι φωτεινοί σηματοδότες ήταν ελάχιστοι,
    ενώ με την πάροδο των ετών και την αύξηση των κυκλοφορούντων οχημάτων
    πολλαπλασιάστηκαν, με αποτέλεσμα να καθιστούν μη εκμεταλλεύσιμα ακίνητα λόγω
    ακριβώς αυτής της παράλογης απόστασης των 30 μ. Το πρόβλημα είναι εμφανέστατο στην
    Αθήνα που δεν είναι αξιοποιήσιμοι υπόγειοι χώροι στάθμευσης δηλ. δεν μπορούν να
    αδειοδοτηθούν ως «σταθμοί δημοσίας χρήσεως», με αποτέλεσμα τα οχήματα να
    σταθμεύουν στους δρόμους και να επιτείνεται το κυκλοφοριακό πρόβλημα. Στη θεραπεία
    αυτού ακριβώς του προβλήματος αποσκοπεί και η εισαγόμενη προς ψήφιση διάταξη.
    Επίσης επέρχεται μια αναγκαία διόρθωση σχετικά με ορισμένες υπερβολικές απαιτήσεις
    ορατότητας, για την ίδρυση πρατηρίων καυσίμων και ενέργειας και τη μείωση αυτής, χωρίς
    να τίθεται σε δεύτερη μοίρα η οδική ασφάλεια, αφού α) τα σύγχρονα αυτοκίνητα
    διαθέτουν πολύ πιο αποτελεσματικά συστήματα πέδησης (ABS κ.ά.) β) ελέγχονται τακτικά
    από τα ΚΤΕΟ γ) φέρουν καλύτερης ποιότητας ελαστικά, σε σχέση με τα αντίστοιχα του
    έτους 1981 δ) οι σύγχρονοι ασφαλτοτάπητες επιτρέπουν την αποτελεσματικότερη
    πρόσφυση των ελαστικών στις περιπτώσεις πέδησης (φρεναρίσματος) ε) ο μεγάλος
    αριθμός των αυτοκινήτων που κινούνται πλέον μέσα στις πόλεις έχει μειώσει τις ταχύτητες
    που θα μπορούσε κάποιος να αναπτύξει, σε σχέση με αυτές προ 20ετίας.

  • Θα πρέπει να υπάρξει μια σαφής μνεία τουλάχιστον για βασικές διατάξεις που δεν θα πρέπει να ληφθούν υπόψη κατά την έγκριση, όπως ότι δεν απαιτείται έγκριση κυκλοφοριακής σύνδεσης, συστήματος εισροών – εκροών, γραφείου πρατηρίου και βοηθητικών χώρων (WC – αποθήκης).