• Επίσημη θέση ΣΑΤΕΑ για τις ΣΜΕΑΕ 1) Πέρα από την καταλληλότητα των Αναλυτικών Προγραμμάτων και τη δυνατότητα διαφοροποίησής τους, ανάλογα με τις δυνατότητες και τις αδυναμίες των μαθητών, θεωρείται απαραίτητο να αποσαφηνιστούν, στα πλαίσια της διεπιστημονικότητας και να είναι ξεκάθαροι οι ρόλοι όλων των ειδικοτήτων σε ένα Ειδικό Δημοτικό Σχολείο, το καθηκοντολόγιο της κάθε μιας ειδικότητας, καθώς και να υπάρχει ένα πρωτόκολλο συνεργασίας όλων των ειδικοτήτων. Επίσης, κρίνουμε άδικη τη διάταξη να υπολογίζεται ο χρόνος απασχόλησης στις ΣΔΕΥ ως χρόνος διδακτικών καθηκόντων μόνο για τους Διευθυντές των ΣΜΕΑΕ (παρ.17) 2) Μείζον ζήτημα για την ορθή λειτουργία ενός ειδικού σχολείου είναι ο αριθμός των μαθητών που φοιτούν σε κάθε τάξη. Ειδικότερα, προτείνουμε την ύπαρξη το πολύ τριών-τεσσάρων παιδιών με αναπηρία σε κάθε τάξη ειδικού σχολείου. Αυτός ο αριθμός μαθητών θα επιτρέψει την αποτελεσματικότερη και ασφαλέστερη διδασκαλία των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες. 3) Είναι σημαντικό να υπάρχει δυνατότητα παραπομπής ενός μαθητή στο οικείο ΚΕΔΔΥ είτε από την οικογένεια του μαθητή είτε από τη σχολική μονάδα, όπου φοιτά ο μαθητής (μέσω των ΕΔΕΑΥ ή του Συλλόγου Διδασκόντων), η οποία σχολική μονάδα οφείλει να είναι σε συνεχή επικοινωνία με την οικογένεια του μαθητή. Επιπλέον, θα πρέπει τόσο η οικογένεια όσο και η σχολική μονάδα φοίτησης του μαθητή να έχουν τη δυνατότητα προσφυγής σε δευτεροβάθμια ΕΔΕΑ σε περίπτωση σοβαρής ένστασης αναφορικά με το σχολικό πλαίσιο φοίτησης που προτείνεται από το ΚΕΔΔΥ. 4) Θεωρούμε απαραίτητη την πραγματική λειτουργία τμημάτων ολοήμερου σχολείου σε όλες τις ΣΜΕΑΕ. Το γεγονός αυτό θα εξυπηρετεί αφενός τους εργαζόμενους γονείς των μαθητών με Αναπηρία ή/και Ειδικές Εκπαιδευτικές Ανάγκες και αφετέρου θα πρόσφερει στους μαθητές τις απαραίτητες εκπαιδευτικές υπηρεσίες, τις οποίες τώρα παρέχουν ιδιώτες με μεγάλη οικονομική επιβάρυνση για τις οικογένειες των μαθητών. 5) Πρέπει να δοθεί μόνιμη λύση στο πρόβλημα της μετακίνησης των μαθητών με λεωφορεία. Όταν οι ΣΜΕΑΕ δε διαθέτουν ιδιόκτητα λεωφορεία, και για όσο χρονικό διάστημα δεν έχουν τη δυνατότητα να αποκτήσουν, οι συμβάσεις με τους ιδιοκτήτες λεωφορείων θα πρέπει να είναι πολυετείς και τα δύο μέρη (Πολιτεία-ιδιοκτήτες λεωφορείων) ν’ ανταποκρίνονται επαρκώς στις υποχρεώσεις τους, χωρίς να μετακυλούν το κόστος της μετακίνησης στους μαθητές και τις οικογένειές τους. 6) Απαραίτητη κρίνεται η συνεχής συνεργασία των ΣΜΕΑΕ και των Γενικών Σχολείων. Κάθε ΣΜΕΑΕ πρέπει να έχει άμεση συνεργασία με το πιο κοντινό γενικό σχολείο. Η συνεργασία μπορεί να περιλαμβάνει κοινό πρόγραμμα σε περιπτώσεις μη γειτνίασης των σχολείων ή προγράμματα συνεκπαίδευσης σε περιπτώσεις όμορων ή συστεγαζόμενων σχολείων. Το είδος και η διάρκεια των προγραμμάτων θα αποφασίζεται από τους Συλλόγους Διδασκόντων ειδικού και γενικού σχολείου. 7) Πρέπει να υπάρξει μέριμνα για τη μετάβαση μαθητών από το Ειδικό Σχολείο στο Γενικό: οι εγγεγραμμένοι μαθητές των ειδικών σχολείων, μετά από συνεννόηση των γονέων/κηδεμόνων, της διεύθυνσης και του συλλόγου διδασκόντων του Ειδικού Σχολείου όπου φοιτούν, του αρμόδιου ΚΕΔΔΥ και του Σχολικού Συμβούλου Ειδικής Αγωγής να έχουν τη δυνατότητα αίτησης Παράλληλης Στήριξης και φοίτησης στο Γενικό Σχολείο και μετά το πέρας της Α’ δημοτικού, εκμεταλλευόμενοι την προκαταρκτική τάξη του ειδικού σχολείου. Δηλαδή πρέπει να υπάρχει δυνατότητα ο μαθητής του ειδικού σχολείου να αλλάξει σχολικό πλαίσιο και να εγγραφεί στην Α’ Δημοτικού με Παράλληλη Στήριξη. 8) Άνοιγμα των ΣΜΕΑΕ στην κοινωνία: Να ορίζεται από το νόμο η εκπόνηση προγραμμάτων του Ειδικού Σχολείου έξω από τα όρια του σχολείου, στην κοινωνία, με σκοπό να ενταχθούν οι μαθητές πιο εύκολα στο κοινωνικό σύνολο και να ευαισθητοποιείται η κοινωνία απέναντι στα άτομα με αναπηρία. 9) Υλικοτεχνική υποδομή: Ύπαρξη λίστας προαπαιτούμενων υλικών από το Υπουργείο Παιδείας, με τα οποία πρέπει να είναι εξοπλισμένο ένα ειδικό σχολείο. Η λίστα να αποστέλλεται στην αρχή κάθε σχολικής χρονιάς στα Ειδικά σχολεία και να παρέχονται τα υλικά αυτά στα σχολεία που παρουσιάζουν ελλείψεις. 10) Αύξηση του αριθμού των Ειδικών Σχολείων: Σύμφωνα με εκθέσεις του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για τις Ειδικές Ανάγκες και την Εκπαίδευση της Ένταξης οι οποίες στηρίχτηκαν σε στοιχεία που έδωσε η ίδια η Διεύθυνση Ειδικής Αγωγής του Υπουργείου Παιδείας της Ελλάδος, ο αριθμός των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές που λαμβάνουν υποστήριξη μέσα από τις δομές της ειδικής αγωγής στην Ελλάδα ανέρχεται σε ποσοστό 3,28% επί του συνόλου του μαθητικού πληθυσμού (στοιχεία 2011), όταν ο μέσος όρος σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες είναι διπλάσιος και αγγίζει το 7-10%, ποσοστό που επιβεβαιώνει και η διεθνής βιβλιογραφία. Αυτό σημαίνει ότι ένα μεγάλο πλήθος μαθητών με αναπηρία ή/και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες βρίσκεται ακόμα χωρίς διάγνωση και πιθανότατα εκτός σχολικής δομής. Η τελευταία χαρτογράφηση της Ειδικής Αγωγής της χώρας μας έγινε το 2003 και είναι πλέον μη έγκυρη. Η εμπειρία μας δείχνει ότι ο αριθμός των Ειδικών Σχολείων είναι μικρός για τις εκπαιδευτικές ανάγκες που παρουσιάζονται στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση. Στη δε Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση η υφιστάμενη κατάσταση είναι ακόμα χειρότερη.