• Σχόλιο του χρήστη 'Χρήστος Μαμαρίκας' | 30 Αυγούστου 2016, 13:50

    Θέσεις και επιχειρήματα για τη μη προώθηση της διάσπασης της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας-Θράκης Οι Αποκεντρωμένες Διοικήσεις αντιμετωπίζουν την τελευταία χρονική περίοδο μια κατάσταση συνεχών επιθέσεων, αρχικά για την κατάργησή τους και στη συνέχεια για τη μείωση της υπόστασής τους, για την υποβάθμισή τους και σήμερα, μέσω του παρόντος σχεδίου νόμου, για τη διάσπαση μιας από αυτές, δηλ. της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας-Θράκης. Απέναντι σ΄αυτήν την ανεξήγητη πρωτοβουλία του Υπουργείου Εσωτερικών, καλό θα ήταν να καταδείξουμε τον πλήρη ανορθολογισμό της συγκεκριμένης νομοθετικής ενέργειας και να αντιπαραθέσουμε τα οφέλη και τα πλεονεκτήματα από τη λειτουργία και ενίσχυση των δομών των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων, με τη μορφή που υφίστανται σήμερα και με το δεδομένο χώρο (μέγεθος) γεωγραφικής αναφοράς τους. Ο ανορθολογισμός της διάσπασης συνίσταται στο γεγονός ότι ο νομοθετικός αυτός σχεδιασμός προωθείται χωρίς προηγουμένως να υπάρχει στοιχειώδης αξιολόγηση του έργου και των αποτελεσμάτων που έχουν παραχθεί από το συγκεκριμένο Οργανισμό της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας-Θράκης. Δεν πρέπει να λησμονείται ότι η ανασυγκρότηση της αποκεντρωμένης κρατικής διοίκησης σε μεγαλύτερες μονάδες (επτά μεγάλες περιφερειακές οντότητες) που έγινε με τον «Καλλικράτη» ανταποκρίνεται στις συνταγματικές επιταγές αποκέντρωσης του κράτους καθώς και στις νέες συγκοινωνιακές και κοινωνικοοικονομικές συνθήκες που δημιουργούν τα νέα δίκτυα μεταφορών αλλά και οι τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνίας που διαθέτει σήμερα η χώρα μας. Επίσης είναι βαρύνουσας σημασίας το γεγονός ότι με τις δομές αυτές επιτυγχάνονται οικονομίες κλίμακας και συγκέντρωση πόρων και δυνάμεων σε λειτουργική κλίμακα (βλ. αιτιολογική έκθεση του Προγράμματος «Καλλικράτης»). Α) Ποια είναι τα πλεονεκτήματα της διατήρησης των υπαρχουσών δομών των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων : Στο διάστημα της λειτουργίας των έξι (6) χρόνων των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων έχει φανεί, όπως αναμενόταν και από το σχεδιασμό του νέου διοικητικού μοντέλου, ότι : 1) Η μορφή (δομή) κρατικής διοίκησης με την οποία μπορεί το κράτος να προσεγγίσει καλύτερα το περιφερειακό και τοπικό επίπεδο και να επιδιώξει να καλύψει ικανοποιητικά τις πραγματικές ανάγκες των περιοχών (από πλευράς σχεδιασμού του χώρου, διαχείρισης και προστασίας του περιβάλλοντος, υποστήριξης της τοπικής αυτοδιοίκησης κλπ), είναι η υπάρχουσα μορφή των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων που έχουν αναφορά στις μεγάλες περιφερειακές ενότητες. 2) Η δομή αποκεντρωμένης κρατικής διοίκησης που μπορεί εξασφαλίζει καλύτερα τη μεταβίβαση (μεταφορά) των κέντρων λήψης απόφασης για τα περιφερειακά ζητήματα, από το κέντρο στον περιφερειακό χώρο καθώς και την επιτυχή άσκηση των αποφασιστικών αρμοδιοτήτων που το ίδιο το Σύνταγμα επιβάλλει, είναι η υφιστάμενη ισχυρή διαπεριφερειακή δομή. 3) Η υπάρχουσα αποκεντρωμένη δομή, ως «υπερκείμενη» χωρικά των διακεκριμένων αιρετών Περιφερειών και έχοντας την συνολική εικόνα και γνώση των εδαφικών περιοχών των Δήμων στον ευρύτερο γεωγραφικό χώρο, μπορεί να συντονίσει καλύτερα, από τις μικρότερες κρατικές δομές, το σύστημα διοίκησης-αυτοδιοίκησης. 4)Το υφιστάμενο σχήμα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης καλύπτει ικανοποιητικά την ανάγκη οι τομείς του χωροταξικού και περιβαλλοντικού σχεδιασμού, της διαχείρισης των υδάτων και της διαχείρισης των δασών, να αποτελούν μια ενιαία οντότητα, οποία μεριμνά για τον περιφερειακό χωροταξικό σχεδιασμό και την προστασία του περιβάλλοντος. Στο πλαίσιο των παραπάνω τομέων εντάσσεται και η πολιτική προστασία, ως προστασία, από τις φυσικές και τεχνολογικές καταστροφές, της ανθρώπινης ζωής και του φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος καθώς οι υπηρεσίες αποκατάστασης από καταστροφές (σεισμούς-πλημμύρες κλπ). Καλύπτει επίσης θέματα ορυκτών πόρων, ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και τεχνικά ζητήματα (θέματα τεχνικών έργων) κρατικής αναφοράς Τα παραπάνω απαιτούν προφανώς τις ανάλογες υποστηρικτικές δομές (διοικητικές , τεχνολογικές και οικονομικές). Οι υπάρχουσες Υπηρεσίες της Αποκεντρωμένης Διοίκησης έχουν τη γνώση και την εμπειρία να ανταποκριθούν στην υποστήριξη των προαναφερομένων παραγωγικών τομέων της κρατικής περιφερειακής δομής. Β) Σε αντίθεση με τα παραπάνω πλεονεκτήματα η διάσπαση της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας-Θράκης εξασθενίζει τις κρατικές δομές στον περιφερειακό χώρο. Με δεδομένο μάλιστα ότι από την πλευρά των διοικήσεων των αιρετών Περιφερειών έχουν αναφανεί στο διάστημα όλων των τελευταίων χρόνων «ανταγωνιστικά» χαρακτηριστικά απέναντι στην αποκεντρωμένη κρατική δομή και τάσεις σύνδεσης και επαφής απευθείας με το κεντρικό κράτος, με παραμέληση της αναγκαίας σύνδεσης και συνεργασίας με την Αποκεντρωμένη Διοίκηση, αντιλαμβάνεται κανείς ότι η γεωγραφική αντιστοίχιση αιρετών και κρατικών περιφερειακών οργανισμών είναι πολύ εύκολο να οδηγήσει τα πράγματα από τον «ανταγωνισμό» στην πλήρη περιθωριοποίηση της νέας περιορισμένης κρατικής δομής και σε τάση ή επιδίωξη μεταφοράς των κρατικών αρμοδιοτήτων στις Περιφέρειες, παρά τις ρητές συνταγματικές προβλέψεις. Η εμπειρία του τελευταίου χρονικού διαστήματος των 18 μηνών της επιδίωξης κατάργησης/υποβάθμισης της Αποκεντρωμένης διοίκησης μαρτυρά την προαναφερόμενη πιθανή εξέλιξη. Πέραν αυτών είναι σκόπιμο να τονισθεί το πλήθος των προβλημάτων που δημιουργεί η επιδίωξη της διάσπασης στους υπαλλήλους και στις Υπηρεσίες. Οι εργαζόμενοι, εκτός από τις τεράστιες οικονομικές δυσχέρειες που αντιμετωπίζουν εξ αιτίας της «κρίσης», βιώνουν όλα τα τελευταία χρόνια μία κατάσταση αβεβαιότητας και ανασφάλειας από τις συνεχείς απειλές και τις επιδιώξεις κατάργησης φορέων, απολύσεων δημοσίων υπαλλήλων, μετακινήσεων, αδικαιολόγητης μεταφοράς αρμοδιοτήτων, μη εφαρμογής ενός σταθερού και αξιοκρατικού συστήματος επιλογής προϊσταμένων, αυθαίρετων ενεργειών των διοικούντων κλπ. Δεν διατηρείται λοιπόν ένα ασφαλές και δοκιμασμένο εργασιακό περιβάλλον, μέσα στο οποίο οι εργαζόμενοι θα μπορούν με ζήλο, προγραμματισμό και στόχους (υπηρεσιακούς και ατομικούς) να αναπτύξουν τις ικανότητές τους για το δημόσιο συμφέρον και το κοινωνικό όφελος. Οι Υπηρεσίες από την πλευρά τους, με τις συνεχείς μεταβολές (πραγματοποιούμενες ή σχεδιαζόμενες ή επαπειλούμενες), δεν έχουν μια τεκμηριωμένη, καταγεγραμμένη και σταθερή (δηλ. μιας εύλογης χρονικής διάρκειας) αποστολή, δεν έχουν όραμα, δεν πραγματοποιούν το στρατηγικό τους σχεδιασμό και δεν εκτελούν συνήθως το έργο τους με βάση τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα αλλά στη λογική της απλής διεκπεραίωσης υποθέσεων. Η σύνδεση με τα Υπουργεία είναι υποτυπώδης, οι γενικές πολιτικές και οι αναγκαίες εξειδικεύσεις τους λείπουν, κατευθυντήριες γραμμές απουσιάζουν και ο συντονισμός αποτελεί άγνωστη λειτουργία. Γ) Τι προτείνουμε : Με βάση τα παραπάνω δεδομένα, καλό θα ήταν οι κυβερνητικοί υπεύθυνοι να λάβουν υπόψη στους σχεδιασμούς τους, που αφορούν τις αποκεντρωμένες κρατικές δομές και την αυτοδιοίκηση, τα παρακάτω: -Το ζήτημα που έχει την κυρίαρχη σημασία είναι να μπορoύν η κρατική διοίκηση και η αυτοδιοίκηση, με βάση και τα συνταγματικά δεδομένα, συνεργαζόμενες κατάλληλα, να ανταποκρίνονται με τον καλύτερο και πιο αποτελεσματικό τρόπο στην ανάπτυξη των διαφόρων περιοχών και στην κάλυψη των κοινωνικών αναγκών στο περιφερειακό και τοπικό επίπεδο. Από την πλευρά του κράτους η προσέγγιση του περιφερειακού επιπέδου, για να μπορεί να έχει τα παραπάνω χαρακτηριστικά, θα πρέπει να πραγματοποιείται με ένα ενιαίο κατά το δυνατόν οργανισμό (δημόσια οργάνωση) που να μπορεί να παίρνει αποφάσεις για το περιφερειακό και το διαπεριφερειακό επίπεδο αναφοράς του, διασφαλίζοντας τα πραγματικά συμφέροντα της περιοχής, στο πλαίσιο του δημοσίου συμφέροντος, και συμβάλλοντας από την πλευρά του στην ανάπτυξή της, με βάση τον εθνικό σχεδιασμό. Ο εθνικός σχεδιασμός πρέπει να καλύπτει ισόρροπα την ανάπτυξη της χώρας και της κάθε περιοχής. Σ’ αυτόν το σχεδιασμό θα πρέπει προφανώς να συμμετέχει η ενιαία αποκεντρωμένη κρατική δομή του περιφερειακού χώρου και η αυτοδιοίκηση, με βάση τις αρχές και το μοντέλο του δημοκρατικού προγραμματισμού. - Εκείνο που έχει απόλυτη προτεραιότητα, που η έλλειψή του αποτελεί μέχρι σήμερα μία από τις βασικές υστερήσεις της ελληνικής πολιτείας, είναι να καταστεί η κάθε περιφέρεια της χώρας (ως σύνολο θεσμών, οργάνων και ανθρώπων), ένα περιφερειακό κέντρο εξουσίας που να μπορεί να παίρνει αποφάσεις για θέματα που αφορούν την ανάπτυξή της, στο πλαίσιο του εθνικού σχεδίου. -Για να καταστεί ο περιφερειακός χώρος ένα τέτοιο κέντρο εξουσίας απαιτείται η σαφής διεκδίκηση και μεταφορά αυτής της εξουσίας από το κέντρο και η ενδυνάμωση της περιφερειακής διοίκησης, τόσο της αποκεντρωμένης κρατικής όσο και της αυτοδιοίκησης. Ένα ισχυρός αποκεντρωμένος δημόσιος φορέας (δηλ. μια ισχυρή Αποκεντρωμένη Διοίκηση), θα ασκεί τις αρμοδιότητες που ορίζονται από το Σύνταγμα ως κρατικές και τις οποίες του απονέμει η πολιτεία προκειμένου να μπορεί να ανταποκριθεί στις ανάγκες της δημόσιας και κοινωνικής αποστολής του. Δε θα έρχεται σε σύγκρουση με τους αυτοδιοικητικούς οργανισμούς, δεδομένου ότι και ο ένας και οι άλλοι θα έχουν τους δικούς τους προσδιορισμένους ρόλους και τις οριοθετήσεις τους αλλά και τις απαραίτητες σχέσεις και συνεργασίες μεταξύ τους για την επιτυχή εκτέλεση του έργου τους που θα έχει συνδυαστικά αποτελέσματα για το δημόσιο συμφέρον και την ανάπτυξη του περιφερειακού χώρου. Ένας ανίσχυρος αποκεντρωμένος δημόσιος οργανισμό (δηλ. μια ανίσχυρη Αποκεντρωμένη Διοίκηση), με πολυδιασπασμένη δομή, δεν θα μπορεί να σχεδιάζει ολοκληρωμένα σε ό,τι αφορά τα αντικείμενά του (χωροταξικός-περιβαλλοντικός σχεδιασμός, διαχείριση υδάτων, προστασία και διαχείριση δασών, υποστήριξη της αυτοδιοίκησης κλπ) , θα αρκείται στην απλή διεκπεραίωση υποθέσεων και στην απλή συμμετοχή ή την παρακολούθηση του σχεδιασμού που θα πραγματοποιείται από τους κεντρικούς ή άλλους φορείς. Δ) Ποια είναι η λύση Η λύση και η προοπτική είναι, επομένως, η διατήρηση και ενίσχυση των υφιστάμενων κρατικών δομών των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων. Εκείνο που πρέπει να εξετασθεί είναι η καλύτερη προσαρμογή των Οργανισμών (Οργανογραμμάτων) των Φορέων αυτών, ώστε να μπορούν να ανταποκριθούν στις πραγματικές ανάγκες τους, για να ασκήσουν με τον πλέον κατάλληλο τρόπο το έργο τους σε όλο το εύρος των αρμοδιοτήτων τους. Και προπαντός εκείνο που χρειάζεται είναι η ίδια η υπεύθυνη συμμετοχή των εργαζομένων στα ζητήματα που αφορούν τις Υπηρεσίες και τους Φορείς στους οποίους εργάζονται. Η δημοκρατία απαιτεί διάλογο, τεκμηρίωση και υπεύθυνες και δικαιολογημένες αποφάσεις. Η κατάρτιση του συγκεκριμένου άρθρου για τη διάσπαση της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας-Θράκης δεν ακολούθησε αυτές τις αυτονόητες και ορθολογικές δημοκρατικές διαδικασίες. Είναι χαρακτηριστικό μάλιστα ότι ο συντάκτης της αιτιολογικής έκθεσης της υπόψη διάταξης αναφέρεται σε «δυσλειτουργίες που έχουν αναδειχθεί στα έξι(6) χρόνια του νέου διοικητικού μοντέλου», χωρίς όμως να ονομάσει έστω και μία, κατά τη θεώρησή του, δυσλειτουργία. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ποια ζητήματα θα έπρεπε να είχαν τεθεί πριν επιχειρηθεί η διάσπαση της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας-Θράκης : 1. Ποια είναι η καταγραφή των επιτυχιών ή των υστερήσεων του Φορέα αυτού; 2. Έχει συμβάλει αυτή η Αποκεντρωμένη Διοίκηση, ως κρατικός φορέας και στο μέτρο της δικής του συμμετοχής, στην ανάπτυξη της Κεντρικής Μακεδονίας, της Ανατολικής Μακεδονίας και της Θράκης; 3. Έχει ασκήσει ο Οργανισμός αυτός τον συντονιστικό, εποπτικό, ελεγκτικό και κατευθυντήριο ρόλο του σε σχέση με τις κρατικές υποθέσεις που πρέπει να διαχειρίζεται στον περιφερειακό χώρο; 4. Έχει επέλθει σ΄αυτά τα έξι (6) χρόνια της λειτουργίας των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων , ο απαραίτητος βαθμός συνέργειας και συντονισμού τους τόσο με το κεντρικό επίπεδο των Υπουργείων όσο και με το επίπεδο των δύο βαθμίδων της Αυτοδιοίκησης; 5. Λειτουργούν ικανοποιητικά οι Υπηρεσίες της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας-Θράκης; Διαθέτουν επαρκές προσωπικό, σε αριθμό, στελέχωση και επιστημονική γνώση; Είναι αποδοτικό και αποτελεσματικό αυτό το ανθρώπινο δυναμικό; 6. Το μέγεθος και η γεωγραφική σύνθεση του χώρου αναφοράς λειτουργεί θετικά ή αρνητικά στο να ανταποκριθεί με τον δέοντα τρόπο ο Φορέας αυτός και να επιτελέσει την αποστολή του με επάρκεια; Αυτά και άλλα συναφή ερωτήματα θα έπρεπε να θέσει κανείς για να αξιολογήσει τον υπάρχοντα Φορέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας-Θράκης και να προδιαγράψει την ύπαρξή του και το μέλλον του, στο πλαίσιο βεβαίως πάντοτε του συνολικού συστήματος διοίκησης-αυτοδιοίκησης. Αναγνωρίζουμε ότι δυστυχώς καμία Αποκεντρωμένη Διοίκηση δεν έχει κάνει την αυτοαξιολόγησή της και πολύ περισσότερο το κεντρικό κράτος και η νυν κυβέρνηση, όπως και οι προηγούμενες κυβερνήσεις, δεν προχώρησαν στην απαιτούμενη αξιολόγηση των υπόψη Οργανισμών καθώς και όλων των άλλων της Διοίκησης και της Αυτοδιοίκησης (παρά το γεγονός ότι η λέξη αξιολόγηση μπήκε έντονα, αλλά δυστυχώς χωρίς ουσία και πράξεις, στην καθημερινότητα της διοίκησης όλα τα τελευταία χρόνια).