ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄ ΡΥΘΜΙΣΗ ΘΕΜΑΤΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗΣ ΔΙΑΦΟΡΑΣ Άρθρο 28 Αναστολή μείωσης προσωπικής διαφοράς κατά την μισθολογική εξέλιξη των υπαλλήλων

 

Αναστέλλεται από 1ης.6.2022 και μέχρι τις 31.5.2024, η εφαρμογή του τέταρτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 27 του ν. 4354/2015 (Α΄ 176). Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών δύναται να αναπροσαρμόζεται η καταληκτική ημερομηνία αναστολής.

  • 23 Μαΐου 2022, 16:45 | ΓΕΩΡΓΙΟΣ Γ.

    Η προσωπική διαφορά θα πρέπει να δίνεται σε όλους του Δημοσίους υπαλλήλους και όχι επιλεκτικά σε κάποια Υπουργεία.
    Ειδικά σε αυτούς που έχει κοπεί επειδή έκαναν μετάταξη λίγο πριν την έναρξη της κινητικότητας πιστεύω ότι είναι κατάφορη αδικία και είναι ευκαιρία να διορθωθεί με το παρόν νομοσχέδιο.

  • 23 Μαΐου 2022, 16:13 | Δημητρα

    Αντισυνταγματικό να υπάρχουν διαφορετικές αμοιβές μεταξύ των υπαλλήλων γενικότερα, ιδιαίτερα μεταξύ των υπαλλήλων που εργάζονται στην ίδια υπηρεσία κι έχουν τα ίδια αντικείμενα εργασίας. Να υπάρξει ισότιμη αντιμετώπιση και επιτέλους να εφαρμοστεί ενιαίο μισθολόγιο επι της ουσίας.

  • 23 Μαΐου 2022, 14:59 | Π. Σαραφόπουλος

    Σωστό το άρθρο, αλλά πρώτα πρέπει να χορηγηθεί η Προσωπική Διαφορά σε όσους υπαλλήλους του Υπουργείου Οικονομικών(ΥΠ.ΟΙΚ.), διορίστηκαν ή μετατάχθηκαν μετά τον 10/2018, οι οποίοι είναι υπάλληλοι αυξημένων προσόντων και αμείβονται χαμηλότερα από όλους, γιατί βρέθηκαν στο Υπουργείο, μετά την 11/10/2018.
    Η Προσωπική Διαφορά αρχικώς αποδόθηκε με νομοθετική ρύθμιση στους ήδη υπηρετούντες υπαλλήλους του ΥΠ.ΟΙΚ., με τις διατάξεις του ν. 4024/2011 (Α’ 226) και ακολούθως επεκτάθηκε με τις διατάξεις του ν. 4354/2015 (Α΄ 176) και τελευταία του ν. 4569/2018 (Α’ 179), κατ΄ εφαρμογή της συνταγματικής αρχής της ισότητας, όπως ρητά αναφερόταν στην σχετική αιτιολογική έκθεση, διευθετώντας το πρόβλημα της άνισης μισθολογικής αντιμετώπισης. Το νομοθετικό σώμα αποδέχθηκε ρητά την ανάγκη επίλυσης των θεμάτων μισθολογικής αντιμετώπισης επί τη βάσει της αρχής της ισότητας.
    ΘΕΡΜΗ ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ ΝΑ ΕΠΙΛΥΣΕΤΕ ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΩΡΑ, ΜΕ ΤΗΝ ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗΣ ΔΙΑΦΟΡΑΣ ΣΕ ΟΣΟΥΣ ΥΠΑΛΛΗΛΟΣ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΔΕΝ ΤΗΝ ΛΑΜΒΑΝΟΥΝ, ΒΑΖΟΝΤΑΣ ΤΕΛΟΣ ΣΤΗΝ ΜΙΣΘΟΛΟΓΙΚΗ ΑΔΙΚΙΑ, ΟΠΩΣ ΟΡΙΖΕΙ ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΖΕΤΑΙ ΑΠΟ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΠΡΟΗΓΜΕΝΕΣ ΧΩΡΕΣ.

  • 23 Μαΐου 2022, 13:21 | Ν.Μ.

    Πρέπει να διορθωθεί η μισθολογική ανισότητα μεταξύ υπαλλήλων του Υπουργείου Οικονομικών και να αποδοθεί η προσωπική διαφορά σε όσους υπαλλήλους διορίστηκαν ή μετατάχθηκαν μετά τον 10/2018.
    Η Προσωπική Διαφορά αρχικώς αποδόθηκε με νομοθετική ρύθμιση στους ήδη υπηρετούντες υπαλλήλους του Υπουργείου Οικονομικών, με τις διατάξεις του ν. 4024/2011 (Α’ 226) και ακολούθως επεκτάθηκε με τις διατάξεις του ν. 4354/2015 (Α΄ 176) και τελευταία του ν. 4569/2018 (Α’ 179), κατ΄ εφαρμογή της συνταγματικής αρχής της ισότητας.
    ΠΑΡΑΚΑΛΩ ΝΑ ΔΩΣΕΤΕ ΤΕΛΟΣ ΣΤΗΝ ΑΔΙΚΙΑ ΑΥΤΗ, ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΜΑΣ.

  • 23 Μαΐου 2022, 13:05 | Γεώργιος

    Η Προσωπική Διαφορά αρχικώς αποδόθηκε με νομοθετική ρύθμιση στους ήδη υπηρετούντες υπαλλήλους του Υπουργείου Οικονομικών, με τις διατάξεις του ν. 4024/2011 (Α’ 226) και ακολούθως επεκτάθηκε με τις διατάξεις του ν. 4354/2015 (Α΄ 176) και τελευταία του ν. 4569/2018 (Α’ 179), κατ΄ εφαρμογή της συνταγματικής αρχής της ισότητας, όπως ρητά αναφέρεται στην σχετική αιτιολογική έκθεση, διευθετώντας το πρόβλημα της άνισης μισθολογικής αντιμετώπισης. Το νομοθετικό σώμα αποδέχθηκε ρητά την ανάγκη επίλυσης των θεμάτων μισθολογικής αντιμετώπισης επί τη βάσει της αρχής της ισότητας.
    Επιβάλλεται να επιλυθεί το μείζον θέμα της κατάφορης αδικίας από το κράτος που θέλει να χαρακτηρίζεται κράτος δικαίου, με την απόδοση της Προσωπικής Διαφοράς σε όλους τους υπαλλήλους του Υπουργείου Οικονομικών.

  • 23 Μαΐου 2022, 13:22 | And Spi

    Άμεση χορήγηση προσωπικής διαφοράς με την μέγιστη δυνατή αναδρομικότητα σε ΟΛΕΣ τις υπηρεσίες της παρ.1 άρθρο 45 Ν.4569/2018, όπως έχει τροποποιηθεί με το άρθρο 57 Ν. 4605/2019 και το άρθρο 221 κεφ.Η΄ Ν. 4635/2019. Δηλαδή, ΚΑΙ στο Υπουργείο Ανάπτυξης & Επενδύσεων (ΥΠΑΝΕΠ), ΚΑΙ στην Επιτροπή Ανταγωνισμού.

    Να προηγηθεί του νομοσχεδίου στοχοθεσίας – αξιολόγησης – ανταμοιβής η συνολική αναπροσαρμογή των μισθών ΌΛΩΝ των μισθοδοτούμενων από την Ενιαία Αρχή Πληρωμής ΜΟΝΟ με βάση το άρθρο 22 παρ. 1β του Συντάγματος ΚΑΙ των τυπικών προσόντων ΑΣΕΠ.

  • 23 Μαΐου 2022, 13:15 | ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ ΣΤΗ ΓΓΠΣ

    Εκ μέρους των υπαλλήλων που εργάζονται στη ΓΓΠΣΔΔ και που προσλήφθηκαν στη ΓΓΠΣΔΔ μετά την 11η Οκτωβρίου του 2018, κατ’ εφαρμογή της συνταγματικής αρχής της ισότητας, με δεδομένο ότι πρόκειται για υπάλληλους οι οποίοι παρέχουν τις ίδιες υπηρεσίες και ασκούν όμοια καθήκοντα με τους ήδη υπηρετούντες, υπενθυμίζουμε ότι υπάρχει μεταξύ των σημαντική μισθολογική διαφοροποίηση. Το γεγονός, όπου υπάλληλοι της ίδιας Υπηρεσίας, με τα ίδια προσόντα και το ίδιο αντικείμενο εργασίας, αμείβονται με διαφορετικό τρόπο, με μοναδικό κριτήριο τον χρόνο τοποθέτησής τους στην υπηρεσία, δημιουργεί μια άδικη μισθολογική διάκριση, μεταξύ νέων και παλαιών υπαλλήλων.
    Τέτοιου είδους διαφοροποιήσεις προκαλούν εντάσεις μεταξύ συναδέλφων ως προς την εκτέλεση όμοιων καθηκόντων, και οδηγούν σε μαζικές αποχωρήσεις, έμπειρου και αναγκαίου στελεχιακού δυναμικού.
    Εξαιτίας του καθεστώτος που έχει δημιουργηθεί, οι συγκεκριμένοι συνάδελφοι έχουν επέλθει σε δυσχερή οικονομική θέση σε σχέση με τους παλαιότερους υπηρετούντες στην Υπηρεσία,
    Για τους ανωτέρω λόγους, είναι επιτακτική πλέον η διευθέτηση της εις βάρος των διακριτικής μεταχείρισης και η αποκατάσταση της διαταραχθείσας ισότητας μέσω της νομοθετικής τακτοποίησης της εκκρεμότητας της μισθολογικής εξομοίωσης των συναδέλφων που εντάχθηκαν στη δύναμη των υπηρεσιών της ΓΓΠΣΔΔ, μετά την ισχύ του αρ. 45 του ν. 4569/2018.

  • 23 Μαΐου 2022, 13:38 | Σπύρος Γ.

    Η ρύθμιση του άρθρου 28 κινείται καταρχάς στη σωστή κατεύθυνση, καθώς αναστέλλει το συμψηφισμό της Προσωπικής Διαφοράς (Π.Δ.) με τη μισθολογική εξέλιξη, για όσους υπαλλήλους βέβαια λαμβάνουν Π.Δ.
    Ωστόσο, με τη ρύθμιση αυτή διευρύνεται, εντός του ίδιου φορέα, το μισθολογικό χάσμα ανάμεσα σε όσους λαμβάνουν και σε όσους δεν λαμβάνουν Π.Δ.
    Στο Υπουργείο Ανάπτυξης και Επενδύσεων όπου εργάζομαι, όσοι υπάλληλοι μεταταχθήκαμε μετά την 31η-3-2019 δεν λαμβάνουμε Π.Δ., παρά το γεγονός ότι προσφέρουμε ίση εργασία -και άρα χωρίς ίση αμοιβή- με τους παλαιότερους συναδέλφους του Υπουργείου, που είχαν την «τύχη» να διοριστούν ή μεταταχθούν πριν την ανωτέρω ημερομηνία – ορόσημο.
    Πρέπει λοιπόν συμπληρωματικά στην υφιστάμενη διάταξη του άρθρου 28 και για την αποκατάσταση της προφανούς αδικίας να τροποποιηθεί, σε ότι μας αφορά, το άρθρο 57 του ν. 4605/2019 (Α’52), με το οποίο αντικαταστάθηκε η παρ. 1 του άρθρου 45 του ν. 4569/2018 (Α΄179), προκειμένου να χορηγηθεί η Π.Δ. και σε όσους υπαλλήλους μεταταχθήκαμε στο Υπουργείο Ανάπτυξης και Επενδύσεων μετά την 31η-3-2019.

  • 23 Μαΐου 2022, 12:14 | ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΣΤΟΝ ΣΥΝΗΓΟΡΟ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ

    Η «Ρύθμιση θεμάτων προσωπικής διαφοράς» του Κεφ. Β’ δεν μπορεί να περιλαμβάνει μόνο τη μισθολογική ενίσχυση όσων ήδη τη λαμβάνουν, χωρίς να αντιμετωπίζεται το ζήτημα των ακραίων μισθολογικών ανισοτήτων εντός του ίδιου φορέα που δημιουργεί η προσωπική διαφορά. Οι νέοι Ειδικοί Επιστήμονες στον Συνήγορο του Πολίτη, όσοι/-ες προσελήφθησαν ή μετατάχθηκαν στην Αρχή από το 2018 κ.ε., αμείβονται με μισθούς Ενιαίου μισθολογίου, σε πλήρη αναντιστοιχία με τα τυπικά προσόντα, την επαγγελματική διαδρομή, αλλά και τα ιδιαιτέρως απαιτητικά καθήκοντα τους στο πλαίσιο της αποστολής της Αρχής. Επισημαίνεται δε ότι η φύση της εργασίας και τα καθήκοντα των νέων Ειδικών Επιστημόνων είναι ακριβώς τα ίδια με εκείνα των παλαιών! Όσο δεν ικανοποιείται το αίτημα του Συλλόγου Εργαζομένων στον Συνήγορο του Πολίτη, για ένα νέο, δίκαιο και αντιπροσωπευτικό μισθολόγιο για το σύνολο του Ειδικού Επιστημονικού προσωπικού, διαιωνίζεται ένα καθεστώς ανισότητας και αδικίας –κατά παράβαση θεμελιωδών συνταγματικών αρχών, όπως η ίση αμοιβή για ίση εργασία, η αξιοκρατία και η αναλογικότητα- που με την προτεινόμενη διάταξη θα διευρυνθεί ακόμη περισσότερο. Στο πλαίσιο της προτεινόμενης διάταξης, η άμεση χορήγηση της προσωπικής διαφοράς στους νέους Ειδικούς Επιστήμονες στον Συνήγορο του Πολίτη είναι το ελάχιστο που μπορεί να γίνει στην κατεύθυνση της άρσης των απαράδεκτων μισθολογικών ανισοτήτων έναντι των παλαιότερων συναδέλφων τους

  • 23 Μαΐου 2022, 12:22 | Ιωάννα Καζάκου

    Με τροπολογία στο εν λόγω σχέδιο νόμου θα πρέπει να διορθωθεί η μισθολογική ανισότητα που υφίσταται με τη μη απόδοση της προσωπικής διαφοράς στους υπαλλήλους που προσλήφθηκαν/μετατάχθηκαν στο Υπουργείο Οικονομικών μετά την 11/10/2018. Ο αρχικός λόγος χορήγησης της προσωπικής διαφοράς σε όλο το Δημόσιο γενικά έχει ήδη κατά κάποιο τρόπο «αναιρεθεί» σε πολλά Υπουργεία, μεταξύ αυτών και στο Υπουργείο Οικονομικών, καθόσον ήδη μετά την ψήφισή της με το ν.4024/2011, έχει αποδοθεί ορθώς άλλες δύο φορές με σχετικές νομοθετικές ρυθμίσεις (ν.4354/2015 και ν.4569/2018), κατ΄εφαρμογή της ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΤΗΣ ΙΣΟΤΗΤΑΣ, όπως αναφέρεται στις αιτιολογικές εκθέσεις των αντίστοιχων νόμων. Συνεπώς, θα πρέπει να διορθωθεί αυτή η άνιση μισθολογική μεταχείριση με την απόδοση της προσωπικής διαφοράς σε όλους του υπαλλήλους με τα ίδια προσόντα και χρόνο υπηρεσίας που ασκούν τα ίδια καθήκοντα, προτού εφαρμοστεί η προτεινόμενη ρύθμιση ή οποιαδήποτε άλλη μισθολογική ρύθμιση, η οποία θα έχει ως αποτέλεσμα τη διατήρηση αυτής της αδικίας.

  • 23 Μαΐου 2022, 11:53 | ΑΝΑΣΤΑΣΟΠΟΥΛΟΣ ΛΑΜΠΡΟΣ

    Οι υπάλληλοι στην ίδια υπηρεσία, με τα ίδια προσόντα, τα ίδια χρόνια συνολικής προϋπηρεσίας και τα ίδια καθήκοντα, έχουν μεγάλες μισθολογικές διαφορές. Η ΠΔ πρέπει να δοθεί στο σύνολο των υπηρετούντων υπαλλήλων του Υπουργείου Οικονομικών και των Εποπτευόμενων αυτού Φορέων, δηλαδή και σε αυτούς που μετατάχθηκαν ή διορίστηκαν σε αυτό μετά τον Οκτώβριο του 2018. Μόνο τότε θα μπορούμε να μιλάμε για ίση και δίκαιη μισθοδοσία.

  • 23 Μαΐου 2022, 10:34 | Δημήτρης Κ.

    Υπάλληλοι στην ίδια υπηρεσία, με τα ίδια προσόντα, τα ίδια χρόνια συνολικής προϋπηρεσίας και τα ίδια καθήκοντα, έχουν μεγάλες μισθολογικές διαφορές, με μοναδικό κριτήριο τον χρόνο τοποθέτησής τους στην υπηρεσία. Το γεγονός, δημιουργεί μια άδικη μισθολογική διάκριση μεταξύ υπαλλήλων που υπηρετούσαν στο ΥΠ.ΟΙΚ πριν την 01.11.2018 και σε υπαλλήλους που μετατάχθηκαν στο ΥΠ.ΟΙΚ. μετά.

    Η Προσωπική Διαφορά (ΠΔ) αρχικώς αποδόθηκε με νομοθετική ρύθμιση στους ήδη υπηρετούντες υπαλλήλους του ΥΠ.ΟΙΚ, με τις διατάξεις του ν. 4024/2011 (Α’ 226) και ακολούθως επεκτάθηκε με τις διατάξεις του ν. 4354/2015 (Α΄ 176) και τελευταία του ν. 4569/2018 (Α’ 179), κατ΄ εφαρμογή της συνταγματικής αρχής της ισότητας. Θα πρέπει να γίνει το ίδιο για όλους τους υπαλλήλους που ήρθαν στο ΥΠΟΙΚ μετά τον 11/2018.

    Η αναστολή από 1.6.2022 και μέχρι τις 31.5.2024, της εφαρμογής του τέταρτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 27 του ν. 4354/2015 (Α΄ 176), χωρίς την προηγούμενη χορήγηση της ΠΔ στους μετά την 01.11.2018 συναδέλφους, θα έχει σαν αποτέλεσμα την περαιτέρω διεύρυνση, της μισθολογικής ανισότητας και αδικίας μεταξύ των υπαλλήλων.

    Συνεπώς:
    α) δεν αποδίδεται η ΠΔ στους νέους υπαλλήλους που χειρίζονται όλο και περισσότερο ιδιόμορφα θέματα (Ταμείο αλληλεγγύης, Επιστρεπτέα προκαταβολή, κ.α.)
    β) αυξάνεται το μισθολογικό κενό μεταξύ παλαιών και νέων υπαλλήλων
    γ) ζητείται ίδια απόδοση με διαφορετικό μισθό
    δ) το άρθρο είναι αντισυνταγματικό σύμφωνα με τις διατάξεις του αρθρ. 22, παρ.β’

    Προτείνεται να συμπεριληφθεί διάταξη για την άμεση χορήγηση της ΠΔ στο σύνολο των υπαλλήλων μιας υπηρεσίας όπου ήδη αυτή χορηγείται, τους μισθούς χωρίς την ΠΔ να τους δώσετε στους συμβούλους σας.

  • 23 Μαΐου 2022, 10:56 | ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΦΟΡΙΑΚΩΝ ΝΟΜΟΥ ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΟΥ – ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΘΕΟΔΟΣΗΣ ΣΤΕΦΑΝΑΚΗΣ

    Ο Σύλλογος Εφοριακών Νομού Δωδεκανήσου θεωρεί, ότι τα αναγραφόμενα στο άρθρο 28 του εν λόγω νομοσχεδίου είναι εύλογα και δίκαια στην παρούσα φάση, καθώς θα σταματήσει η περαιτέρω οικονομική αιμορραγία των συναδέλφων μας. Όμως, λαμβάνοντας υπόψη τα δίκαια αιτήματα και τις σκέψεις των συναδέλφων μας, όπως αυτά διατυπώνονται καθημερινά στα μέλη του συλλόγου μας,προτείνουμε την άμεση συμπλήρωση του εν λόγω άρθρου με τις κάτωθι ρεαλιστικές προτάσεις μας, οι οποίες παρακαλούμε όπως εισακουστούν:
    1) Προκειμένου να αρθούν οι υφιστάμενες μισθολογικές ανισότητες, να αποδοθεί άμεσα η προσωπική διαφορά στους συναδέλφους που δεν την λαμβάνουν,δεδομένου ότι αντίστοιχες ρυθμίσεις νομοθετήθηκαν αρκετές φορές κατά το παρελθόν και αποκατέστησαν αδικίες μεταξύ συναδέλφων.
    2) Προκειμένου να αποφευχθούν νέες μισθολογικές ανισότητες, να εφαρμοστούν οι διατάξεις του άρθρου 28, για όλους τους υπαλλήλους που εξελίχθηκαν υπηρεσιακά από 01-01-2016 μέχρι 31-05-2022 με κάθε τρόπο (λόγω λήψης μεταπτυχιακού ή διδακτορικού, μετάταξης σε ανώτερη κατηγορία, αναγνώρισης χρόνου προϋπηρεσίας στο δημόσιο κ.τ.λ.) εκτός της μισθολογικής ωρίμανσης και να αναπροσαρμοστεί άμεσα η προσωπική διαφορά τους. Δεδομένου ότι μετά τη ψήφιση του προαναφερόμενου άρθρου,για κάθε τέτοια υπηρεσιακή εξέλιξη δεν θα μειώνεται η προσωπική διαφορά των υπαλλήλων και έτσι θα επιβραβεύεται με ουσιαστικό τρόπο (αύξηση καθαρών αποδοχών) η κτήση πρόσθετων τυπικών προσόντων, με την εν λόγω πρόταση θα επιβραβευθούν ομοιόμορφα και δεν θα παραμείνουν τιμωρημένοι εκείνοι οι υπάλληλοι που ενώ απέκτησαν και αναγνώρισαν παρόμοια τυπικά προσόντα,εξελισσόμενοι υπηρεσιακά κατά το προαναφερόμενο χρονικό διάστημα, υπέστησαν μείωση των καθαρών τους αποδοχών λόγω της εξέλιξης αυτής.
    Σε κάθε περίπτωση πάγια θέση του Συλλόγου μας είναι η εξάλειψη της υπάρχουσας προσωπικής διαφοράς και η θέσπιση ενός νέου επιδόματος στα πλαίσια του ενιαίου μισθολογίου, το οποίο θα ανταμείβει με τρόπο ουσιαστικό και δίκαιο τους συναδέλφους που υπερβαίνουν καθημερινά τον εαυτό τους σε αντίξοες συνθήκες, υπερασπιζόμενοι τα συμφέροντα του Ελληνικού Δημοσίου, το οποίο με τη σειρά του πρέπει να αναγνωρίσει τον σημαντικό ρόλο τους και να τους συμπεριφερθεί κατά τρόπο όμοιο με αυτόν που αντιμετωπίζεται η πλειοψηφία των Ευρωπαίων συναδέλφων από τα κράτη τους.

  • 23 Μαΐου 2022, 09:39 | ΓΙΩΡΓΟΣ Φ.

    Η προσωπική διαφορά μέχρι σήμερα, έχει αποδοθεί με νομοθετική ρύθμιση στους υπηρετούντες υπαλλήλους του Υπουργείου Οικονομικών δύο φορές, σύμφωνα με τις διατάξεις των Ν.4354/2015 και Ν.4569/2018, κατ΄ εφαρμογή της συνταγματικής αρχής της ισότητας στην εργασία, διευθετώντας το πρόβλημα της άνισης μισθολογικής αντιμετώπισης των υπαλλήλων τη δεδομένη χρονική στιγμή.
    Σήμερα, συνάδελφοι σε διπλανά γραφεία, με το ίδιο αντικείμενο εργασίας, τις ίδιες αρμοδιότητες και τις ίδιες ευθύνες, αντιμετωπίζονται άνισα μισθολογικά με μοναδικό κριτήριο την ημερομηνία ανάληψης καθηκόντων στο Υπουργείο Οικονομικών.
    Σε κάθε γραφείο υπάρχουν περιπτώσεις:
    • Συναδέλφων που συμμετείχαν στον ίδιο διαγωνισμό 9Κ/2017, αξιολογήθηκαν με τα ίδια κριτήρια και έχουν διαφορετική μισθολογική αντιμετώπιση. Όσοι διορίστηκαν πριν την ημερομηνία της τροπολογίας (11/10/2018) λαμβάνουν την Προσωπική Διαφορά, ενώ όσοι ανέλαβαν υπηρεσία μετά από τη συγκεκριμένη ημερομηνία δε τη λαμβάνουν.
    • Συναδέλφων με αυξημένα τυπικά προσόντα που μετατάχθηκαν από άλλες Υπηρεσίες του Δημοσίου με προϋπηρεσία 15-25 χρόνια και αμείβονται χαμηλότερα από υπαλλήλους με 3 – 5 έτη προϋπηρεσία.
    Η απόδοση της προσωπικής διαφοράς θα επιλύσει όλες τις ανωτέρω μισθολογικές στρεβλώσεις και ανισορροπίες, ενώ παράλληλα θα αποτελέσει δίκαιη ανταμοιβή και αναγνώριση των προσπαθειών που καταβάλουμε καθημερινά για την παροχή υψηλού επιπέδου υπηρεσιών.

  • 23 Μαΐου 2022, 09:46 | Διονύσης

    Η προσωπική διαφορά θα πρέπει να δίνεται σε όλους του Δημοσίους υπαλλήλους και όχι επιλεκτικά σε κάποια Υπουργεία.
    Ειδικά σε αυτούς που έχει κοπεί επειδή έκαναν μετάταξη λίγο πριν την έναρξη της κινητικότητας πιστεύω ότι είναι κατάφορη αδικία και είναι ευκαιρία να διορθωθεί με το παρόν νομοσχέδιο.

  • 23 Μαΐου 2022, 09:48 | Nas Nik

    Άμεση χορήγηση προσωπικής διαφοράς σε ΟΛΕΣ τις υπηρεσίες της παρ.1 άρθρο 45 Ν.4569/2018, όπως έχει τροποποιηθεί με το άρθρο 57 Ν. 4605/2019 και το άρθρο 221 κεφ.Η΄ Ν. 4635/2019. Δηλαδή, στο Υπουργείο Οικονομικών, στο Υπουργείο Ανάπτυξης & Επενδύσεων και στην Επιτροπή Ανταγωνισμού.

    Να προηγηθεί του νομοσχεδίου στοχοθεσίας – αξιολόγησης – ανταμοιβής, η συνολική αναπροσαρμογή των μισθών ΌΛΩΝ των μισθοδοτούμενων από την Ενιαία Αρχή Πληρωμής ΜΟΝΟ με βάση το άρθρο 22 παρ. 1β του Συντάγματος ΚΑΙ των τυπικών προσόντων ΑΣΕΠ.

  • 23 Μαΐου 2022, 08:30 | Μ.Τ.

    Μετά την 11η Οκτωβρίου του 2018 που έλαβε χώρα η τελευταία νομοθετική ρύθμιση [ν. 4569/2018 (Α’ 179)] υφίσταται σαφής, σημαντική, αδικαιολόγητη, άδικη μεταχείριση μεταξύ υπαλλήλων με τα ίδια και πολλές φορές περισσότερα προσόντα οι οποίοι παρέχουν την ίδια ακριβώς εργασία, παράλειψη ρύθμισης η οποία έρχεται σαφώς σε αντίθεση το άρθρο 22 του Συντάγματος «Προστασία της εργασίας».
    Με την παρούσα διάταξη, εντείνεται η ήδη αναιτιολόγητη και κατάφωρα άδικη συνθήκη εργασίας, με υπαλλήλους ίδιων τυπικών προσόντων και ίδιων καθηκόντων να αμείβονται με διαφορετικό τρόπο.

    ΠΑΡΑΚΑΛΩ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΜΕΣΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΣΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΔΙΟΡΘΩΣΗ ΤΗΣ ΑΔΙΚΙΑΣ, ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΗΝ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΙΣΟΤΗΤΑΣ.

  • 23 Μαΐου 2022, 08:51 | ΔΗΜΗΤΡΑ ΚΑΡΟΥΖΟΥ

    η αναστολή για να είναι δίκαιη προς όλους τους εργαζομένους πρέπει να περιλαμ- βάνει στις εγκύκλιες οδηγίες της τον τρόπο εφαρμογής τόσο για τους εργαζομένους που θα πάρουν κλιμάκιο μέσα στο επίμαχο διάστημα της εφαρμογής της διάταξης όσο και τον επαναπυπολογισμό των κλιμακίων που συμψηφίστηκαν κατά το παρελθόν από (το 2016 και μετά) ή τουλάχιστον και ανελαστικά για το κλιμάκιο που κάθε εργαζό- μενος βρίσκεται από την έναρξη ισχύος της διάταξης και εξής. δηλαδή όλοι οι υπάλληλοι από την ημερομηνία ισχύος της διάταξης να εμπίπτουν στην «αναστολή του συμψηφισμού» του τρέχοντος κλιμακίου τους.

  • 23 Μαΐου 2022, 08:24 | Δημήτρης

    Αξιότιμε και αγαπητέ κ. Υπουργέ,

    Με Πτυχίο, Μεταπτυχιακό και Διδακτορικό από κορυφαία Πανεπιστήμια σε Ελλάδα και Eξωτερικό, με δημοσιεύσεις σε επιστημονικά περιοδικά υψηλού κύρους και παρουσία σε αρκετά επιστημονικά συνέδρια, με προϋπηρεσία πάνω από 22 έτη σε επιτελικές θέσεις στον Ιδιωτικό τομέα (με υψηλότατο μισθό, ακριβό εταιρικό αυτοκίνητο, γραμματέα, ταξίδια και bonus επίτευξης στόχων), αποφάσισα να εργαστώ και να προσφέρω με την ψυχή μου στο Ελληνικό Δημόσιο.

    Με ειλικρίνεια σας πληροφορώ ότι γνώριζα τον μισθό πριν επιτύχω στον διαγωνισμό μέσω ΑΣΕΠ, αλλά δεν γνώριζα την πολυπλοκότητα της εργασίας.
    Με ειλικρίνεια σας πληροφορώ, επίσης, ότι γνώριζα τις προηγούμενες αποφάσεις απόδοσης προσωπικής διαφοράς, αλλά δεν γνώριζα την επιμονή της Κυβέρνησης (;) ή κάποιων μελών της Κυβέρνησης να μην αποκαθιστούν την αδικία, ενώ προηγούμενες Κυβερνήσεις το έχουν κάνει. Άλλωστε η οικονομική επιβάρυνση είναι ελαχιστότατη και σε καμία περίπτωση δεν θα επιβαρύνει τον Κρατικό προϋπολογισμό περισσότερο από τις υπόλοιπες νομοθετικές ρυθμίσεις που προβλέπει το συγκεκριμένο νομοσχέδιο, το οποίο μάλιστα διογκώνει ακόμα περισσότερο την οικονομική διαφορά των νέων με τους παλαιούς εργαζόμενους.

    Σε κάθε περίπτωση, θα ήθελα παρακαλώ όπως αναλογιστείτε ότι ακόμα και ένας απλός πωλητής σε ζαχαροπλαστείο ή μια γραμματέας, έχει καλύτερη αμοιβή και αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί.
    Δείτε πως θα το αντιμετωπίσετε το ζήτημα, το οποίο είναι σοβαρό. Σαφέστατα δεν είναι μόνο θέμα οικονομικό, αλλά κυρίως ηθικό και έτσι το αντιμετωπίζω προσωπικά.
    Αναμένω παρακαλώ τη λήψη σοβαρών αποφάσεων από την Κυβέρνηση που τόσα έχει προσφέρει στον τόπο και συνεχίζει να προσφέρει με εντιμότητα, συνέπεια, επαγγελματισμό και δικαιοσύνη.

    Με σεβασμό,

    Δημήτρης

  • 23 Μαΐου 2022, 08:47 | Ν.Λ.

    Με την παρούσα διάταξη, εντείνεται η ήδη αναιτιολόγητη και κατάφωρα άδικη συνθήκη εργασίας, με υπαλλήλους ίδιων τυπικών προσόντων και ίδιων καθηκόντων να αμείβονται με διαφορετικό τρόπο. Σε ένα επιτελικό κράτος που προάγει την επίτευξη στόχων και την αριστεία, με ποιόν τρόπο περιμένετε να είναι ένας υπάλληλος παραγωγικός και αποδοτικός, όταν αδικείται με αυτόν τον τρόπο;;;; Πολλώ δε μάλλον όταν διανύουμε μια περίοδο ιδιαίτερης οικονομικής επιβάρυνσης που καθιστά την καθημερινότητα των ελληνικών νοικοκυριών ασφυκτική.
    Το άρθρο πρέπει να τροποποιηθεί ώστε να αποδοθεί πρώτα η Π.Δ. στους υπαλλήλους που δεν την λαμβάνουν, ενώ ασκούν ίδια καθήκοντα και έχουν ίδια τυπικά προσόντα με άλλους που την λαμβάνουν, παραβιάζοντας έτσι την συνταγματική αρχή της ισότητας και εν συνεχεία να εφαρμοσθεί η αναστολή μείωσής της.
    Το μόνον που επιτυγχάνεται με την παρούσα μορφή, είναι η ακόμα μεγαλύτερη μισθολογική διάκριση μεταξύ υπαλλήλων που επιτελούν το ίδιο έργο με τα ίδια προσόντα, με μοναδικό κριτήριο διαφοροποίησής τους τον χρόνο τοποθέτησης στην υπηρεσία.
    Είναι μια αδικία που πρέπει άμεσα να διορθωθεί!!!!!

  • 23 Μαΐου 2022, 02:39 | Χρήστος Μπάφας

    Με το παρόν άρθρο επιχειρείται -ορθά- η άρση των στρεβλώσεων που προκάλεσε το «πάγωμα» της μισθολογικής εξέλιξης όταν υφίσταται λήψη Προσωπικής Διαφοράς (Π.Δ).

    Όμως, σε ό,τι αφορά στο Υπ. Οικον. (και στους εποπτευόμενους αυτού φορείς), δεν υφίσταται καμία μέριμνα για την συντριπτικά σημαντικότερη στρέβλωση που επιφέρει η μη απόδοση Π.Δ. στους υπαλλήλους οι οποίοι μετατάχθηκαν σε αυτό μετά την ισχύ του Ν.4569/2018, οπότε και -εντελώς μυωπικά και αποσπασματικά- αποδόθηκε η Π.Δ. μόνο στους τότε υπηρετούντες στο Υπουργείο, χωρίς πρόβλεψη για όσους μετακινηθούν σε αυτό μετέπειτα.

    Το αποτέλεσμα είναι να επανεμφανίζεται και να διογκώνεται το οξύτατο ζήτημα της άνισης μισθολογικής μεταχείρισης υπαλλήλων με προσόντα υψηλού περιεχομένου, εξειδίκευσης κι εμπειρίας, έναντι συναδέλφων στην ίδια υπηρεσία (ακόμη και στο ίδιο τμήμα/γραφείο), με το αυτό αντικείμενο εργασίας, ίδια τυπικά προσόντα και ίδιας εκπαιδευτικής βαθμίδας.

    Μάλιστα, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις όπου υπάλληλοι χαμηλότερης εκπαιδευτικής βαθμίδας και μικρότερου χρόνου προϋπηρεσίας λαμβάνουν υψηλότερες αποδοχές από συναδέλφους, με κριτήριο το χρόνο ανάληψης υπηρεσίας στο Υπ.Οικ.

    Εφόσον υπάρχει η διάθεση το πρώτο τη τάξει Υπουργείο να επιτελεί τους υψηλής κρισιμότητας σκοπούς του, οφείλει να δημιουργεί τις συνθήκες εκείνες στις οποίες οι υπάλληλοί του δεν θα αναλώνονται στη διεκδίκηση των αυτονόητων, ήτοι εν προκειμένω της ίσης μισθολογικής μεταχείρισης.

    Η μη απόδοση της Π.Δ. στους μετά την 11/10/2018 μεταταχθείσες/έντες υπαλλήλους στο Υπ. Οικ. και στους εποπτευόμενους αυτούς φορείς, αποτελεί άρνηση εφαρμογής της συνταγματικής επιταγής για ισότητα, λειτουργεί ως αντικίνητρο αύξησης της παραγωγικότητας, δημιουργεί απογοήτευση/αίσθημα αδικίας, υποσκάπτει την εργασιακή ηρεμία, αποτρέπει από την επιδίωξη της ατομικής και υπηρεσιακής βελτίωσης, φαλκιδεύει το πλαίσιο αξιολόγησης και αποτελεί εν γένει ανασταλτικό παράγοντα εύρυθμης και αποδοτικής λειτουργίας των υπηρεσιών. Πολλώ δε μάλλον, όταν η ρύθμιση του αρ. 28 θα επιτείνει την ήδη υπάρχουσα μισθολογική ανισότητα μεταξύ λαμβανόντων και μη την Π.Δ., με τις επακόλουθες αρνητικές προεκτάσεις.

    Σε ένα σχέδιο νόμου περί στοχοθεσίας, αξιολόγησης και ανταμοιβής για την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας της δημόσιας διοίκησης, η μισθολογική εξίσωση των υπαλλήλων βάσει θεμελιωδών αρχών ισότητας και χρηστής διοίκησης με κριτήρια το χρόνο υπηρεσίας, τα τυπικά προσόντα και το αντικείμενο εργασίας, κι όχι με το τυχαίο του πράγματος που συνιστά ο χρόνος μετακίνησης στην υπηρεσία, συνιστά εκ των ων ουκ άνευ προϋπόθεση για την επιτυχή εφαρμογή του και την τελεσφόρηση των επιδιώξεών του.

    Συνακόλουθα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη μέριμνα στην εξειδίκευση του τρόπου υπολογισμού/προσδιορισμού της Π.Δ, ώστε να αποτραπούν νέες συνθήκες γέννησης δυσαρέσκειας και αισθήματος αδικίας. Δεν είναι δόκιμο να υπολογίζεται η Π.Δ. με εικονική κατάταξη σε παρελθοντικό χρόνο με βάση την υπηρεσιακή/οικογενειακή κατάσταση τότε κι έπειτα να απομειώνεται λόγω αύξησης τυπικών προσόντων/τέκνων, τιμωρώντας ουσιαστικά εκείνον ο οποίος δαπάνησε προσωπικούς πόρους για κάτι που -εν τέλει- αποβαίνει προς όφελος και της Υπηρεσίας, έναντι εκείνου που επέλεξε την πλήρη αδράνεια και στασιμότητα (σκεφτείτε την περίπτωση υπάλληλος ο οποίος απέκτησε λ.χ. μεταπτυχιακό/Phd/πανεπιστημιακό τίτλο και είτε εξελίχθηκε μισθολογικά είτε κατετάγη σε υψηλότερη κατηγορία/κλάδο να λάβει εν τέλει την επίμαχη Π.Δ., αλλά αυτή να απομειωθεί λόγω των μισθολογικών αυξήσεων εξαιτίας της αύξησης των τυπικών του προσόντων, σε σχέση με υπάλληλο που επέλεξε τη στασιμότητα… ο πρώτος θα λάβει μειωμένη Π.Δ. κι αναλογικά μικρότερες απολαβές βάσει των προσόντων του έναντι του δεύτερου)

    Κατόπιν αυτών, πιστεύω πως απαιτείται άμεση απόδοση της Π.Δ. στους υπαλλήλους του Υπ. Οικ. και των εποπτευόμενων αυτού φορέων (αλλά και σε όσες Υπηρεσίες/Φορείς υφίσταται το σχετικό καθεστώς) οι οποίοι μετατάχθηκαν σε αυτό μετά την ισχύ του Ν.4569/2018, με σαφή ανάλυση του τρόπου προσδιορισμού αυτής, στη βάση των τυπικών προσόντων/υπηρεσιακής κατάστασης/οικογενειακής κατάστασης την ημέρα ισχύος του προς ψήφισης Νόμου, ώστε να μην τιμωρεί εκείνους που εξελίχθηκαν ατομικά και οικογενειακά.

  • 22 Μαΐου 2022, 21:54 | Θεοδώρα

    Θα πρέπει να λάβετε υπόψη όλες αυτές τις φωνές των ανθρώπων που ζητούν το αυτονόητο. Ισοτιμία μεταξύ συναδέρφων. Παλεύουμε και αγαπάμε την δουλειά μας και ζητώ να αντιμετωπίζετε τέτοια ζητήματα με δικαιοσύνη και λογική. Εγώ αναγνώρισα την προϋπηρεσία που είχα στο δημόσιο και έλαβα ένα μεταπτυχιακό, και όλα αυτά μετά το 2016. Όταν τοποθετήθηκα σε ΕΥΔ το 2021 ενημερώθηκα ότι δεν δικαιούμουν καμία προσωπική διαφορά καθώς είχα λάβει 6 Μισθολογικά Κλιμάκια αύξηση που προήλθαν από την αύξηση των τυπικών προσόντων και έτσι η προσωπική διαφορά εξαλείφθηκε. Η αύξηση αυτή δεν προήλθε από την κανονική αύξηση Μ.Κ. λόγω παραμονής του απαραίτητου χρόνου στο προηγούμενο κλιμάκιο αλλά από αύξηση προσόντων. Είναι προφανές ότι όσο και αν είναι δύσκολο θα πρέπει να αναθεωρηθεί το συγκεκριμένο άρθρο γιατί με την συγκεκριμένη διατύπωση και εννοιολογική σημασία ουδόλως ικανοποιεί τον σκοπό της αποκατάστασης αδικιών.

  • 22 Μαΐου 2022, 21:27 | Χατζηνά Θ.

    Η θεσμική και συνταγματική ανισότητα που προκαλεί η χορήγηση της προσωπικής διαφοράς ΔΕΝ αφορά μόνο τους υπαλλήλους του Υπουργείο Οικονομικών, ΑΛΛΑ ΤΟ ΣΥΝΟΛΟ των εργαζομένων του δημοσίου που διορίστηκαν ή μετατάχθηκαν από την 11/10/2018. Απαιτείται χορήγηση της και μισθολογική εξομοίωση στο σύνολο του προσωπικού του δημοσίου τομέα. Όλοι εμείς μετά το 2018, ζούμε με 800 και 900 Ευρώ.

  • 22 Μαΐου 2022, 20:36 | Ειδικός Επιστήμων Ανεξάρτητης Αρχής

    Κύριε Υπουργέ,

    το Ειδικό Επιστημονικό Προσωπικό (ΕΕΠ) των Ανεξάρτητων Αρχών, πλήθος του οποίου διορίστηκε μετά το 2018, λαμβάνει μισθούς πείνας, ενώ αποτελεί μέλος προσωπικού αυξημένων προσόντων και καθηκόντων. Πρόκειται για επιστήμονες με ειδική εξειδίκευση και εμπειρία σε συγκεκριμένο επιστημονικό αντικείμενο, που προσλαμβάνεται μέσω ΑΣΕΠ, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του γνωστικού πεδίου που θέτει η έκαστη προκήρυξη. Ενδεικτικά αναφέρω ότι ο μισθός του μέλους ειδικού επιστημονικού προσωπικού κατά τον διορισμό είναι 890,00 ευρώ καθαρά, ενώ οι αν λόγω επιστήμονες διαθέτουν υποχρεωτικά μεταπτυχιακούς και διδακτορικούς τίτλους σπουδών.

    Σημειώνεται ότι, η κατάργηση του μισθολογίου των ΕΕΠ με την εφαρμογή του ενιαίου μισθολογίου, επέφερε την παραπάνω μισθολογική εξαθλίωση των μελών ΕΕΠ, ενώ συνάδελφοι άλλων κατηγοριών, με λιγότερα προσόντα και λιγότερες αρμοδιότητες, λαμβάνουν διπλάσιες μηνιαίες αποδοχές και μικρότερη εργασιακή εμπειρία, μόνο και μόνο επειδή διορίστηκαν νωρίτερα, μέσω της διατήρησης της προσωπικής διαφοράς.
    Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, προσωπικό αυξημένων προσόντων και εξειδικευμένης εμπειρίας να αποχωρεί από τις ανεξάρτητες αρχές και τους δημόσιους φορείς αναζητώντας και καταλαμβάνοντας μια θέση στον ιδιωτικό τομέα, στην Ελλάδα ή το Εξωτερικό.

    Απαιτείται όπως άμεσα αναθεωρηθεί ο N.4354/2015, αναγνωριστεί η προϋπηρεσία του ιδιωτικού τομέα στο δημόσιο, ιδίως όταν αποτελεί απαραίτητο προσόν διορισμού όπως απαιτείται να υφίσταται στις προσλήψεις ΕΕΠ, χορηγηθεί η προσωπική διαφορά στο σύνολο του προσωπικού που εκτελεί τουλάχιστον την ίδια εργασία, έχει τουλάχιστον τα ίδια καθήκοντα και τουλάχιστον τα ίδια τυπικά προσόντα και θεσπιστεί το μισθολόγιο των ειδικών επιστημόνων κατηγορίας ΕΕΠ του δημοσίου, ως ανεξάρτητη – ανώτερη κατηγορία προσωπικού που είναι ήδη θεσμικά, με την καταβολή αξιοπρεπούς αμοιβής που ανταποκρίνεται στα ουσιαστικά και τυπικά προσόντα και του ρόλου που επιτελεί.

    Δεν μπορούμε να ζήσουμε με 900,00 ευρώ, ούτε αυτές οι αποδοχές αντικατοπτρίζουν την πολυετή εξειδικευμένη μας εμπειρία και τα τυπικά και ουσιαστικά μας προσόντα.

  • 22 Μαΐου 2022, 15:29 | ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ Ε.

    Για ποια αξιολόγηση κάνει μνεία το παρόν νομοσχέδιο όταν δεν τηρούνται βασικές αρχές όπως ισότητα και δικαιοσύνη;

    Απαιτείται η εξάλειψη του μισθολογικού χάσματος εντός των υπηρεσίων που αυτή υφίσταται (βλ. ΓΓΠΣΔΔ).

    Καταλυτικής σημασίας για την αποτελεσματική λειτουργία της Δ.Δ. η τροποποίηση του άρθρου 28 με σκοπό την παροχή της Π.Δ. στους υπαλλήλους που έχουν διορισθεί ή μεταταχθεί μετά την 11/10/2018.

  • 22 Μαΐου 2022, 10:44 | ΤΑΚΟΥΡ Α.

    Για το Ειδικό Επιστημονικό Προσωπικό της Ανεξάρτητης Αρχής «ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ» θεσπίσθηκε από καθιδρύσεως ειδική μισθολογική μεταχείριση πλέον της καταβολής ειδικής πρόσθετης αμοιβής ερειδόμενη στη συνταγματική εξουσιοδότηση του αρθ. 101 Α και του αρθ. 103 παρ. 9 προς τον κοινό νομοθέτη αφενός για προσέλκυση Ειδικών Επιστημόνων αυξημένων τυπικών και ουσιαστικών προσόντων αφετέρου για διασφάλιση της από μέρους τους απρόσκοπτης και ανεξάρτητης άσκησης των καθηκόντων τους στο πλαίσιο της θεσμικής αποστολής της Αρχής. Η προσωπική διαφορά του αρθ. 27 του Ν. 4354/2015 (για όσους προσλήφθηκαν ή μετατάχθηκαν στην Αρχή στις προθεσμίες του Ν. 4569/2018, όπως τροποποιήθηκε μεταγενεστέρως) διαμορφώθηκε βάσει ακριβώς του προηγουμένως νομοθετημένου ειδικού μισθολογίου του Συνηγόρου του Πολίτη.
    Εν τούτοις, για τους νέους Ειδικούς Επιστήμονες οι οποίοι προσλήφθηκαν ή μετατάχθηκαν στην Αρχή για το μετά την ως άνω ημερομηνία χρόνο, συνέβη το εξής:
    Ο νομοθέτης εξακολούθησε να ανταποκρίνεται – και μάλιστα με μεγαλύτερη ένταση – στη συνταγματική του υποχρέωση κατά το σκέλος πρόσληψης – προσέλκυσης Ειδικών Επιστημόνων αυξημένων προσόντων, οι οποίοι καλούνται να ανταποκριθούν, σύμφωνα με το Ειδικό Περίγραμμα της Θέσης (job description), σε ιδιαίτερα απαιτητικά και υπερεντατικά κύρια και τακτικά καθήκοντα (ενδεικτικά: χειρισμός σημαντικού αριθμού αναφορών πολιτών διαβαθμισμένης δυσκολίας στο πλαίσιο της διαμεσολαβητικής αρμοδιότητας για περιπτώσεις παράνομης δράσης, κακοδιοίκησης ή παραβίασης δικαιωμάτων, σε πιεστικούς χρόνους – σύνταξη γνωμοδοτήσεων / εισηγήσεων / τεκμηριωμένη επιστημονική, συμβουλευτική ή τεχνική υποστήριξη σε θέματα της ειδικότητάς τους, πρόταση στρατηγικών και δράσεων και λήψη υπόψη παραγόντων αποτελεσματικής εφαρμογής μέσω της διαμόρφωσης εναλλακτικών σεναρίων, διεξαγωγή έρευνας, διενέργεια ελέγχων, αυτοψιών, εξέταση μαρτύρων, ανακριτικά καθήκοντα, συμμετοχή σε επισκέψεις κλιμακίων εντός και εκτός έδρας, βελτιωτικές, τροποποιητικές προτάσεις νομοθετικών ή κανονιστικών ρυθμίσεων για την εξάλειψη των φαινομένων αναποτελεσματικότητας, κακοδιοίκησης, χαμηλής ποιότητας παρεχομένων προς τον πολίτη υπηρεσιών, με σκοπό τη βελτίωση των σχέσεων κράτους – πολίτη, συμμετοχή σε σύνταξη συνόψεων διαμεσολάβησης και πορισμάτων, της ετήσιας και των ειδικών εκθέσεων της Αρχής) και σε πρόσθετα καθήκοντα (σεμινάρια, ημερίδες, συνέδρια, συναντήσεις εργασίας, συμμετοχή σε ομάδες έργου κλπ). Περαιτέρω, οι Ειδικοί Επιστήμονες απαιτείται να κατέχουν επαγγελματικές ικανότητες και δεξιότητες όπως οργανωτικότητα, μεθοδικότητα, αναλυτική και συνθετική ικανότητα, αντικειμενικότητα και αξιοπιστία, πρωτοβουλία και ανάληψη ευθυνών, επίδειξη συνεργατικού πνεύματος, δυνατότητα ευελιξίας και διαπραγμάτευσης, ικανότητα ανταπόκρισης σε αυστηρά χρονοδιαγράμματα, επαγγελματισμό και αποφασιστικότητα, εχεμύθεια και τήρηση απορρήτου ως προς τα στοιχεία στα οποία έχουν πρόσβαση στο πλαίσιο της έρευνας, ήθος και κοινωνική υπευθυνότητα. Σημειωτέον ότι ακριβώς λόγω της σπουδαιότητας των καθηκόντων τους, οι Ειδικοί Επιστήμονες υπόκεινται σε νόμω προδιαγεγραμμένη διαδικασία ειδικής αξιολόγησης της υπηρεσιακής τους επάρκειας με ποσοτικά και ποιοτικά κριτήρια προκειμένου να διαγνωστεί ότι συνταυτίζεται η προσωπική σταδιοδρομία με τη συνεισφορά στο συνταγματικής περιωπής έργο του Συνηγόρου του Πολίτη.
    Παραταύτα, ο νομοθέτης, κοινός και κανονιστικός, παρέλειψε μη νομίμως να ανταποκριθεί στο έτερο σκέλος της συνταγματικής του υποχρέωσης, αυτό της διασφάλισης της ιδιαίτερης μισθολογικής μεταχείρισης του Ειδικού Επιστημονικού Προσωπικού, νομιμοποιητικός λόγος της οποίας είναι η ανάγκη διαφύλαξης του δημοσίου λειτουργήματος που ασκεί, οι ιδιαίτερες απαιτήσεις των αρμοδιοτήτων του όσον αφορά στο χρόνο απασχόλησης, την ένταση και την ποιότητα της εργασίας, οι ιδιαίτερες ευθύνες που απορρέουν από την άσκηση των καθηκόντων, τα οποία δέον όπως εκτελούνται απερίσπαστα και ανεξάρτητα, υπό καθεστώς πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης, την πολυετή πανεπιστημιακή και μεταπανεπιστημιακή εκπαίδευση των Ειδικών Επιστημόνων και την ανάγκη για διαρκή εκπαίδευση στην επιστήμη τους προκειμένου να ανταπεξέλθουν στα πολυδιάστατα προβλήματα που ανακύπτουν από την κρατική ρύθμιση σε νευραλγικούς τομείς και αφορούν στο σύνολο των πολιτών. Η μη λήψη υπόψη της ειδικής προσωπικής και νομικής κατάστασης των Ειδικών Επιστημόνων που επιτελούν συνταγματικώς οριζόμενες διαμεσολαβητικές, γνωμοδοτικές, εισηγητικές και ελεγκτικές αρμοδιοτήτες και που ανέκαθαν σήμαναν τη μισθολογική τους διαφοροποίηση και η συλλήβδην ένταξή τους, χωρίς ειδική τεκμηρίωση, στο ενιαίο μισθολόγιο, έπληξε κατά κύριο λόγο τους προσληφθέντες – μεταταχθέντες νέους Ειδικούς Επιστήμονες οι οποίοι, λόγω της πρόδηλης αναντιστοιχίας των μισθολογικών αποδοχών τους με τα λειτουργικά καθήκοντα και τα προσόντα τους βιώνουν, κατά κύριο λόγο, την ανισότητα υπό τη μορφή της παραβίασης της υποχρέωσης του νομοθέτη να μεταχειρίζεται ανίσως άνισες καταστάσεις. Οι Ειδικοί Επιστήμονες του Συνηγόρου του Πολίτη, πλέον, εξομοιώνονται με τους λοιπούς υπαλλήλους του Δημοσίου παρ’ ότι δεν μεταβλήθηκε ο κεντρικός κορμός των αυξημένης απαίτησης αρμοδιοτήτων που ασκούν διαχρονικά ούτε εξέλειπε ο νομιμοποιητικός λόγος των αυξημένων αποδοχών τους για τη διασφάλιση του κύρους του συνταγματικού θεσμού.
    Περαιτέρω, οι νέοι Ειδικοί Επιστήμονες βιώνουν την ανισότητα και υπό τη μορφή της παραβίασης από το νομοθέτη της υποχρέωσης ίσης μεταχείρισης ίσων καταστάσεων, δοθέντος ότι μέσω της οριζόντιας εφαρμογής της διακηρυχθείσας ως «δημοσιονομικά ουδέτερης μεταρρύθμισης» του Ν. 4336/2015, διαφυλάχθηκαν οι υπέρτερες αποδοχές, μέσω της προσωπικής διαφοράς, αποκλειστικά και μόνο του τοποθετημένου έως το 2018 ΕΕΠ στην Αρχή με αποτέλεσμα να πλήττονται Επιστήμονες που παρ’ ότι απασχολούνται ακριβώς υπό τις ίδιες συνθήκες σε όμοια καθήκοντα, διαφέρει, απλώς, ο χρόνος τοποθέτησής τους, δεν λαμβάνουν ούτε στο ελάχιστο συγκρίσιμες αποδοχές. Διαπιστώνεται, συνεπώς, ότι ο νομοθέτης παραβίασε την αυτοτελή του υποχρέωση να μην διακινδυνεύει την ανεξαρτησία και την εύρυθμη λειτουργία της Ανεξάρτητης Αρχής, η οποία απολαύει διοικητικής και οικονομικής αυτοτέλειας, με δικό της προϋπολογισμό κατά την εκτέλεση του οποίου διαθέτει πλήρη αυτονομία, υποκείμενη μόνο σε κοινοβουλευτικό έλεγχο, μέσω της υποβάθμισης των αποδοχών του νέου Επιστημονικού Προσωπικού χωρίς να συντρέχει δημοσιονομικός λόγος για περικοπή του μισθολογικού κόστους της Αρχής και παρ’ ότι εξακολούθησε να αναζητείται η στελέχωση του Συνηγόρου του Πολίτη με νέο εξειδικευμένο και επιστημονικά άρτιο Προσωπικό, στο οποίο, εντούτοις, δεν εξασφαλίζεται επαρκές επίπεδο διαβίωσης ανάλογο του λειτουργήματός του.
    Ακολούθως, ο κοινός νομοθέτης παρέλειψε να θεσπίσει μεταβατικό πλαίσιο επεκτατικής εφαρμογής της διάταξης περί χορήγησης προσωπικής διαφοράς σε όλους τους Ειδικούς Επιστήμονες αδιακρίτως ημερομηνίας πρόσληψης, όπως ευχερώς έπραξε σε έτερες περιπτώσεις (π.χ. για το ΕΕΠ της Επιτροπής Ανταγωνισμού), ενώ ο κανονιστικός νομοθέτης έως σήμερα παραλείπει να χορηγήσει πρόσθετη ειδική αμοιβή σε συνάρτηση με την περιγραφή της θέσης καθηκόντων (job based remuneration), παρ’ ότι πληρούνται άπασες οι προϋποθέσεις χορήγησης στους Ειδικούς Επιστήμονες του Συνηγόρου του Πολίτη.
    Εν συνόψει, δοθέντος ότι μέσω της προτεινόμενης διάταξης του Σχεδίου Νόμου καταπίπτει και το προηγουμένως προβαλλόμενο επιχείρημα «των αναγκών δημοσιονομικής προσαρμογής», ενώ διακηρυκτικός στόχος είναι «η αίρεση της αντίφασης που θα προκαλούσε το ενδεχόμενο να λαμβάνει ο υπάλληλος χαμηλότερες αποδοχές μολονότι εξελίσσεται υπηρεσιακά και ανέρχεται μισθολογικό κλιμάκιο», θα πρέπει κατά μείζονα λόγο να ενσωματωθεί στην τελολογία της διάταξης η άρση της αντίφασης της αναντίστοιχης συνάρτησης αποδοχών και υπηρεσιακής εξέλιξης των νέων Ειδικών Επιστημόνων του Συνηγόρου του Πολίτη, οι οποίοι θα πρέπει να συμπεριληφθούν στο πεδίο εφαρμογής της δια της θεσπίσεως μεταβατικής ρύθμισης που να προβλέπει τη χορήγηση της προσωπικής διαφοράς, αδιακρίτως, από το χρόνο της πρόσληψης, χωρίς να ασκεί επιρροή ο χρόνος τοποθέτησης του Ειδικού Επιστήμονα στην Ανεξάρτητη Αρχή.

  • 22 Μαΐου 2022, 09:58 | Ανδρέας

    Όταν ένας υπάλληλος λαμβάνει Μεταπτυχιακό τίτλο που είναι σχετικός με την υπηρεσία του θα έπρεπε να επιβραβεύεται και όχι να «τιμωρείται». Σημαίνει ότι προσπάθησε να ανταποκρίνεται στα καθήκοντα του και παράλληλα να αυξήσει τις δεξιότητες του. Με το παρόν πλαίσιο, στην πράξη ένας υπάλληλος λαμβάνει πραγματική μείωση στο μισθό του, μετά την αναγνώριση της συνάφειας του μεταπτυχιακού του. Είναι ο ορισμός της ανακολουθίας και της φαυλότητας. Προφανώς και θα πρέπει να υπάρξει αναθεώρηση του πλαισίου με αναδρομικότητα. Μια προτεινόμενη λύση θα μπορούσε να είναι η ακόλουθη. Α) Αναγνωρίζεται το δικαίωμα στους έχοντες αναγνωρισμένο και συναφές μεταπτυχιακό τίτλο να λάβουν αύξηση στο ΜΚ τους χωρίς μείωση της προσωπικής διαφοράς τους Β) Η προβλεπόμενη μισθολογική αύξηση παρέχεται χωρίς αναδρομικότητα αλλά από την 1/6/2022. Με αυτόν τον τρόπο αναγνωρίζεται μια εσφαλμένη πρακτική – αντίληψη της διοίκησης και δεν δημιουργείται δημοσιονομική πρόκληση (αν και δεν ξέρω το ύψος αυτής και αν είναι τόσο σημαντική) . Το αντίθετο θα έπρεπε η διοίκηση να απολογείται για το αν χρησιμοποίησε τα πρόσθετα προσόντα των στελεχών της. Θα έπρεπε να υπάρξει μητρώο πρόσθετων δεξιοτήτων από τη δημόσια διοίκηση για τα στελέχη της και έκθεση για τους τρόπους με τους οποίους τα αξιοποίησε. Ειδάλλως αν ένα στέλεχος έμαθε να χρησιμοποιεί πχ: στατιστικά πακέτα αλλά η διοίκηση ουδέποτε το έλαβε αυτό υπόψη της, τότε η δημόσια διοίκηση θα έπρεπε να απολογείται και όχι να μειώνεται ο μισθός του υπαλλήλου (ο ορισμός της φαυλότητας).

  • 21 Μαΐου 2022, 23:12 | Γονείς δημοσίου υπαλλήλου

    Αξιότιμε κύριε Υπουργέ, ζητάτε από το παιδί μας να αυξήσει τα έσοδα του Κράτους αλλά του δίνετε χαμηλότερο μισθό από άλλους συναδέλφους του, της ίδιας μόρφωσης και εμπειρίας. Εσάς θα σας άρεσε να παίρνατε μικρότερη αποζημίωση από τους άλλους Υπουργούς; Σίγουρα όχι! Φροντίστε άμεσα την εξάλειψη της αδικίας εξομοιώνοντας τους μισθούς και εμείς θα σας θυμηθούμε οικογενειακώς, πολύ σύντομα…

  • 21 Μαΐου 2022, 16:35 | Νικόλαος Π

    Αξιότιμε Υπουργέ,
    γνωρίζετε και λόγω της επαγγελματικής σας ιδιότητας, ότι η αρχή της ισότητας εφαρμόζεται από τα ελληνικά δικαστήρια επεκτατικά. Ο Άρειος Πάγος πάντοτε έτσι εφάρμοζε την αρχή, το δε Συμβούλιο της Επικρατείας μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1980 αρχές της δεκαετίας του 1990 εφάρμοζε την αρχή συσταλτικά. Επεκτατική εφαρμογή της αρχής της ισότητας είναι η αποκατάσταση της ανισότητας με την επέκταση της παροχής που προκάλεσε την ανισότητα, αντίθετα, συσταλτική εφαρμογή είναι η αποκατάσταση της ανισότητας με την κατάργηση της παροχής που προκάλεσε την ανισότητα. Αν δηλαδή μία χρηματική παροχή περιορίζεται σε ορισμένους κατά παράβαση της συνταγματικής αρχής της ισότητας, η αντισυνταγματικότητα θα αρθεί, στην πρώτη περίπτωση με την χορήγηση της παροχής σε όσους έπρεπε από τη θέσπισή της να δοθεί, στην δεύτερη περίπτωση με την κατάργηση της παροχής και για όσους έχει δοθεί. Ορθή, από την άποψη της θεωρίας του Συνταγματικού Δικαίου, είναι η συσταλτική εφαρμογή της αρχής της ισότητας. Προϋποθέτει όμως την ύπαρξη συνταγματικού δικαστηρίου στα πρότυπα των συνταγματικών δικαστηρίων, πχ της Γερμανίας, της Ιταλίας, της Γαλλίας, τα οποία μπορούν, μετά άσκηση αίτησης – προσφυγής από έχοντα έννομο συμφέρον, να ακυρώσουν erga omnes νόμο μετά την έκδοσή του. Στην περίπτωση αυτή, ο άμεσα θιγόμενος από την κατά παράβαση της αρχής της ισότητας νομοθέτηση έχει τη δυνατότητα να ζητήσει δικαστική προστασία, η οποία θα έχει τη μορφή της κατάργησης της αντισυνταγματικής παροχής μέσω της ακύρωσης του σχετικού νόμου, όχι την επέκταση της παροχής και στον ίδιο. Στην Ελλάδα δεν υπάρχει ειδικό συνταγματικό δικαστήριο, το οποίο να μπορεί κατόπιν αίτησης έχοντος έννομο συμφέρον να καταργεί νόμο. Για τον λόγο αυτό, η άρση της παρανομίας από την αντισυνταγματική νομοθέτηση λόγω παράβασης της αρχής της ισότητας με κάποια χρηματική επί παραδείγματι παροχή επαφίεται στη βούληση του Νομοθέτη, ο οποίος είναι όμως ο ίδιος που έχει προκαλέσει με τη νομοθεσία του την προσβολή. Επειδή, ωστόσο, η δικαστική προστασία πρέπει να είναι σε κάθε περίπτωση αποτελεσματική, μόνη λύση για την ελληνική έννομη τάξη προβάλλει η επεκτατική εφαρμογή της αρχής της ισότητας από τα δικαστήρια με σκοπό την αποκατάσταση της ισότητας, έστω κι αν με τον τρόπο αυτό τα δικαστήρια υπεισέρχονται στη θέση του Νομοθέτη, δηλαδή, νομοθετούν στην ουσία χωρίς να έχουν το δικαίωμα αυτό.
    Τα παραπάνω είναι αναγκαία για την κατανόηση της κατάστασης που έχει διαμορφωθεί μετά την επέκταση της «προσωπικής διαφοράς» με το άρθρο 188 του ν. 4261/2014 και για δεύτερη φορά με το άρθρο 45 του ν. 4569/2018 σε κατηγορίες δικαιούχων υπαλλήλων που δεν είχαν περιληφθεί στους δικαιούχους όταν για πρώτη φορά τέθηκε περιορισμός στη μείωση των αποδοχών ορισμένων δημοσίων υπαλλήλων με το άρθρο 29 παρ. 2 του ν. 4024/2011. Πρόκειται για δημοσίους υπαλλήλους και δικαστικούς υπαλλήλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου οι οποίοι κατά τη θέση σε ισχύ του ν. 4024/2011 είτε δεν είχαν την ιδιότητα του υπαλλήλου είτε υπηρετούσαν σε άλλη θέση και δεν εισέπρατταν ΔΙΒΕΕΤ και οι οποίοι κατά τη θέση σε ισχύ των ν. 4261/2014 και 4569/2018 εργάζονταν πλέον σε υπηρεσίες που πλήρωναν προσωπική διαφορά στους υπαλλήλους τους που υπηρετούσαν κατά τη θέση του ν. 4024/2011 σε ισχύ. Στην αιτιολογική έκθεση αμφοτέρων των νόμων 4261 και 4569 αναφέρεται ότι η επέκταση της προσωπικής διαφοράς γίνεται για λόγους ισότητας, ότι επιβάλλεται από τη συνταγματική αρχή της ισότητας. Κατά τη γνώμη μου, αυτό αποτελεί μία ψευδή αιτιολόγηση του Νομοθέτη, ο οποίος δεν αποκλείεται βέβαια να θεωρούσε ότι αίρει με τον τρόπο αυτό μία ανισότητα. Η πραγματικότητα ήταν ότι το προσωπικό που δεν εισέπραττε προσωπική διαφορά δεν βρισκόταν στην ίδια κατάσταση με το προσωπικό που εισέπραττε δυνάμει του ν. 4024/2011. Διότι το μεν παλαιό προσωπικό είχε πράγματι υψηλές αποδοχές – αδικαιολόγητα νομίζω υψηλές και γι’ αυτό έγινε προσπάθεια από τον Νομοθέτη να περιορίσει τις μισθολογικές μειώσεις μέσω του μηχανισμού της προσωπικής διαφοράς του άρθρου 29 παρ. 2 του ν. 4024/2011, το δε νεότερο όμως προσωπικό, αυτό που δεν υπηρετούσε το 2011 και υπηρετούσε το 2014 ή το 2018, δεν είχε στην παλαιά του θέση υψηλές αποδοχές ώστε να δικαιολογείται η επέμβαση του Νομοθέτη για τη διατήρηση μέρους των αποδοχών του προσωπικού αυτού. Το παλαιό, δηλαδή, προσωπικό και το νεότερο προσωπικό, υπό την ανωτέρω έννοια, δεν βρισκόταν στην ίδια μισθολογική κατάσταση μέχρι την κρίσιμη για κάθε κατηγορία νομοθέτηση, συνεπώς, δεν υπήρχε παραβίαση της αρχής της ισότητας που να απαιτεί και να δικαιολογεί τις νομοθετικές ρυθμίσεις των ν. 4261 και 4569. Έτσι εχόντων των πραγμάτων, ο Νομοθέτης χορήγησε στο προσωπικό, επανειλημμένως με τους ν. 4261/2014 και 4569/2018, μία μισθολογική παροχή. Αποφάσισε και το έκανε, προέβη σε αύξηση μισθού των υπαλλήλων τους οποίους ενέταξε στις ρυθμίσεις των νόμων, δεν αποκατέστησε τη συνταγματική αρχή της ισότητας. Αντίθετα, εφόσον προέβη στις παροχές αλλά περιόρισε αυτές σε αμφότερες τις περιπτώσεις χρονικά, παραβίασε την αρχή της ισότητας για το σύνολο του προσωπικού που εντάχθηκε στους φορείς που πληρώνουν προσωπική διαφορά μετά τη θέση σε ισχύ των ανωτέρω δύο νόμων. Διότι όρισε και περιόρισε μία μισθολογική παροχή, την οποία ονόμασε προσωπική διαφορά, με κριτήριο τον χρόνο θέσεως των νόμων σε ισχύ.
    Το Ελληνικό Δημόσιο για πρώτη φορά με τον ν. 4261/2014 παραβίασε την αρχή της ισότητας, περιορίζοντας την μισθολογική παροχή στο προσωπικό που υπηρετούσε κατά τη θέση του νόμου σε ισχύ. Επανέλαβε την παραβίαση με τον ν. 4569/2018, για τον ίδιο λόγο. Η αρχή της ισότητας δεν είχε παραβιασθεί μετά τη θέσπιση του ν. 4024/2011, για πρώτη φορά παραβιάσθηκε με το ν. 4261/2014. Έκτοτε, το Ελληνικό Δημόσιο είναι έκθετο σε δικαστική προσφυγή, η οποία μπορεί να επιδικάσει αποζημίωση στους δικαιούχους, νομιμοτόκως, λόγω αντισυνταγματικής νομοθέτησης, η οποία αποτελεί αστικό αδίκημα κατά την έννοια του άρθρου 105 του ΕισΝΑΚ (σχετ. Ολομ.Α.Π. 13/1991, Α.Π. 147/2009, ΣτΕ 442/2012, 2100/2006, 5/2001, 1141/1999, 3587/1997). Με δεδομένο το ενιαίο μισθολόγιο των δημοσίων και δικαστικών υπαλλήλων και μέχρι αυτό να αλλάξει, το Ελληνικό Δημόσιο μπορεί να άρει την παρανομία με δύο τρόπους: 1) Με κατάργηση με νόμο της προσωπικής διαφοράς από όλους όσους τη λαμβάνουν (συσταλτική εφαρμογή της αρχής της ισότητας). 2) Με επέκταση της προσωπικής διαφοράς στο σύνολο του προσωπικού των φορέων που πληρώνουν προσωπική διαφορά, το οποίο θα υπηρετεί κατά τη θέση του νόμου σε ισχύ αλλά και στο προσωπικό που θα υπηρετεί στο μέλλον, μετά τη θέση του νόμου σε ισχύ δηλαδή (επεκτατική εφαρμογή της αρχής της ισότητας).
    Με τιμή

  • 21 Μαΐου 2022, 14:46 | Νικ.Π.

    Η αρχή της ισότητας εφαρμόζεται από τα ελληνικά δικαστήρια επεκτατικά. Ο Άρειος Πάγος πάντοτε έτσι εφάρμοζε την αρχή, το δε Συμβούλιο της Επικρατείας μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1980 αρχές της δεκαετίας του 1990 εφάρμοζε την αρχή συσταλτικά. Επεκτατική εφαρμογή της αρχής της ισότητας είναι η αποκατάσταση της ανισότητας με την επέκταση της παροχής που προκάλεσε την ανισότητα, αντίθετα, συσταλτική εφαρμογή είναι η αποκατάσταση της ανισότητας με την κατάργηση της παροχής που προκάλεσε την ανισότητα. Αν δηλαδή μία χρηματική παροχή περιορίζεται σε ορισμένους κατά παράβαση της συνταγματικής αρχής της ισότητας, η αντισυνταγματικότητα θα αρθεί, στην πρώτη περίπτωση με την χορήγηση της παροχής σε όσους έπρεπε από τη θέσπισή της να δοθεί, στην δεύτερη περίπτωση με την κατάργηση της παροχής και για όσους έχει δοθεί. Ορθή, από την άποψη της θεωρίας του Συνταγματικού Δικαίου, είναι η συσταλτική εφαρμογή της αρχής της ισότητας. Προϋποθέτει όμως την ύπαρξη συνταγματικού δικαστηρίου στα πρότυπα των συνταγματικών δικαστηρίων, πχ της Γερμανίας, της Ιταλίας, της Γαλλίας, τα οποία μπορούν, μετά άσκηση αίτησης – προσφυγής από έχοντα έννομο συμφέρον, να ακυρώσουν erga omnes νόμο μετά την έκδοσή του. Στην περίπτωση αυτή, ο άμεσα θιγόμενος από την κατά παράβαση της αρχής της ισότητας νομοθέτηση έχει τη δυνατότητα να ζητήσει δικαστική προστασία, η οποία θα έχει τη μορφή της κατάργησης της αντισυνταγματικής παροχής μέσω της ακύρωσης του σχετικού νόμου, όχι την επέκταση της παροχής και στον ίδιο. Στην Ελλάδα δεν υπάρχει ειδικό συνταγματικό δικαστήριο, το οποίο να μπορεί κατόπιν αίτησης έχοντος έννομο συμφέρον να καταργεί νόμο. Για τον λόγο αυτό, η άρση της παρανομίας από την αντισυνταγματική νομοθέτηση λόγω παράβασης της αρχής της ισότητας με κάποια χρηματική επί παραδείγματι παροχή επαφίεται στη βούληση του Νομοθέτη, ο οποίος είναι όμως ο ίδιος που έχει προκαλέσει με τη νομοθεσία του την προσβολή. Επειδή, ωστόσο, η δικαστική προστασία πρέπει να είναι σε κάθε περίπτωση αποτελεσματική, μόνη λύση για την ελληνική έννομη τάξη προβάλλει η επεκτατική εφαρμογή της αρχής της ισότητας από τα δικαστήρια με σκοπό την αποκατάσταση της ισότητας, έστω κι αν με τον τρόπο αυτό τα δικαστήρια υπεισέρχονται στη θέση του Νομοθέτη, δηλαδή, νομοθετούν στην ουσία χωρίς να έχουν το δικαίωμα αυτό.
    Τα παραπάνω είναι αναγκαία για την κατανόηση της κατάστασης που έχει διαμορφωθεί μετά την επέκταση της «προσωπικής διαφοράς» με το άρθρο 188 του ν. 4261/2014 και για δεύτερη φορά με το άρθρο 45 του ν. 4569/2018 σε κατηγορίες δικαιούχων υπαλλήλων που δεν είχαν περιληφθεί στους δικαιούχους όταν για πρώτη φορά τέθηκε περιορισμός στη μείωση των αποδοχών ορισμένων δημοσίων υπαλλήλων με το άρθρο 29 παρ. 2 του ν. 4024/2011. Πρόκειται για δημοσίους υπαλλήλους και δικαστικούς υπαλλήλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου οι οποίοι κατά τη θέση σε ισχύ του ν. 4024/2011 είτε δεν είχαν την ιδιότητα του υπαλλήλου είτε υπηρετούσαν σε άλλη θέση και δεν εισέπρατταν ΔΙΒΕΕΤ και οι οποίοι κατά τη θέση σε ισχύ των ν. 4261/2014 και 4569/2018 εργάζονταν πλέον σε υπηρεσίες που πλήρωναν προσωπική διαφορά στους υπαλλήλους τους που υπηρετούσαν κατά τη θέση του ν. 4024/2011 σε ισχύ. Στην αιτιολογική έκθεση αμφοτέρων των νόμων 4261 και 4569 αναφέρεται ότι η επέκταση της προσωπικής διαφοράς γίνεται για λόγους ισότητας, ότι επιβάλλεται από τη συνταγματική αρχή της ισότητας. Κατά τη γνώμη μου, αυτό αποτελεί μία ψευδή αιτιολόγηση του Νομοθέτη, ο οποίος δεν αποκλείεται βέβαια να θεωρούσε ότι αίρει με τον τρόπο αυτό μία ανισότητα. Η πραγματικότητα ήταν ότι το προσωπικό που δεν εισέπραττε προσωπική διαφορά δεν βρισκόταν στην ίδια κατάσταση με το προσωπικό που εισέπραττε δυνάμει του ν. 4024/2011. Διότι το μεν παλαιό προσωπικό είχε πράγματι υψηλές αποδοχές – αδικαιολόγητα νομίζω υψηλές και γι’ αυτό έγινε προσπάθεια από τον Νομοθέτη να περιορίσει τις μισθολογικές μειώσεις μέσω του μηχανισμού της προσωπικής διαφοράς του άρθρου 29 παρ. 2 του ν. 4024/2011, το δε νεότερο όμως προσωπικό, αυτό που δεν υπηρετούσε το 2011 και υπηρετούσε το 2014 ή το 2018, δεν είχε στην παλαιά του θέση υψηλές αποδοχές ώστε να δικαιολογείται η επέμβαση του Νομοθέτη για τη διατήρηση μέρους των αποδοχών του προσωπικού αυτού. Το παλαιό, δηλαδή, προσωπικό και το νεότερο προσωπικό, υπό την ανωτέρω έννοια, δεν βρισκόταν στην ίδια μισθολογική κατάσταση μέχρι την κρίσιμη για κάθε κατηγορία νομοθέτηση, συνεπώς, δεν υπήρχε παραβίαση της αρχής της ισότητας που να απαιτεί και να δικαιολογεί τις νομοθετικές ρυθμίσεις των ν. 4261 και 4569. Έτσι εχόντων των πραγμάτων, ο Νομοθέτης χορήγησε στο προσωπικό, επανειλημμένως με τους ν. 4261/2014 και 4569/2018, μία μισθολογική παροχή. Αποφάσισε και το έκανε, προέβη σε αύξηση μισθού των υπαλλήλων τους οποίους ενέταξε στις ρυθμίσεις των νόμων, δεν αποκατέστησε τη συνταγματική αρχή της ισότητας. Αντίθετα, εφόσον προέβη στις παροχές αλλά περιόρισε αυτές σε αμφότερες τις περιπτώσεις χρονικά, παραβίασε την αρχή της ισότητας για το σύνολο του προσωπικού που εντάχθηκε στους φορείς που πληρώνουν προσωπική διαφορά μετά τη θέση σε ισχύ των ανωτέρω δύο νόμων. Διότι όρισε και περιόρισε μία μισθολογική παροχή, την οποία ονόμασε προσωπική διαφορά, με κριτήριο τον χρόνο θέσεως των νόμων σε ισχύ.
    Το Ελληνικό Δημόσιο για πρώτη φορά με τον ν. 4261/2014 παραβίασε την αρχή της ισότητας περιορίζοντας τη μισθολογική παροχή στο προσωπικό που υπηρετούσε κατά τη θέση του νόμου σε ισχύ. Επανέλαβε την παραβίαση με τον ν. 4569/2018 για τον ίδιο λόγο. Η αρχή της ισότητας δεν είχε παραβιασθεί μετά τη θέσπιση του ν. 4024/2011, για πρώτη φορά παραβιάσθηκε με το ν. 4261/2014. Έκτοτε, το Ελληνικό Δημόσιο είναι έκθετο σε δικαστική προσφυγή, η οποία μπορεί να επιδικάσει αποζημίωση στους δικαιούχους, νομιμοτόκως, λόγω αντισυνταγματικής νομοθέτησης, η οποία αποτελεί αστικό αδίκημα κατά την έννοια του άρθρου 105 του ΕισΝΑΚ (σχετ. Ολομ.Α.Π. 13/1991, Α.Π. 147/2009, ΣτΕ 442/2012, 2100/2006, 5/2001, 1141/1999, 3587/1997). Με δεδομένο το ενιαίο μισθολόγιο των δημοσίων και δικαστικών υπαλλήλων και μέχρι αυτό να αλλάξει, το Ελληνικό Δημόσιο μπορεί να άρει την παρανομία με δύο τρόπους: 1) Με κατάργηση με νόμο της προσωπικής διαφοράς από όλους όσους τη λαμβάνουν (συσταλτική εφαρμογή της αρχής της ισότητας). 2) Με επέκταση της προσωπικής διαφοράς στο σύνολο του προσωπικού των φορέων που πληρώνουν προσωπική διαφορά, το οποίο θα υπηρετεί κατά τη θέση του νόμου σε ισχύ αλλά και στο προσωπικό που θα υπηρετεί στο μέλλον, μετά τη θέση του νόμου σε ισχύ δηλαδή (επεκτατική εφαρμογή της αρχής της ισότητας).
    Με εκτίμηση

  • 21 Μαΐου 2022, 14:34 | Ε.Γιαννακουλοπουλου

    Είναι απαράδεκτο υπάλληλοι που εργάζονται στον ίδιο χώρο και χειρίζονται υποθέσεις υψίστης σοβαρότητας εξίσου να αμοίβονται με κατώτερο μισθό , σχεδόν το μισό από τους υπόλοιπους
    Το ζήτημα αυτό πρέπει να διευθετηθεί για λόγους ισότητας και δικαιοσύνης!!

  • 21 Μαΐου 2022, 12:27 | εργαζόμενος

    Οι υπάλληλοι του ΥΠΟΙΚ που ανέλαβαν καθήκοντα μετά τον Οκτώβριο του 2018 παλεύουν με μόνα όπλα το ήθος, το υψηλό αίσθημα ευθύνης και καθήκοντος και το φιλότιμο την ίδια στιγμή που λαμβάνουν 30% χαμηλότερο μισθό έχοντας τα ίδια τυπικά προσόντα και τα ίδια χρόνια προϋπηρεσίας με συναδέλφους που μπορεί να μετατάχθηκαν ή να διορίστηκαν 3 μήνες νωρίτερα και πλέον συνυπηρετούν. Πώς είναι δυνατόν να μιλάμε για ισονομία, παραγωγικότητα και αξιοπρέπεια τη στιγμή που υπάρχουν τέτοιες ανισότητες; Έχουν περάσει τέσσερα χρόνια και διεκδικούνται τα αυτονόητα. Δικαίωμα στην ίση αντιμετώπιση και μόνο!

  • 21 Μαΐου 2022, 07:58 | Ε.Π.

    Η προσωπική διαφορά αποτελεί σημαντική βελτίωση της εργασιακης καθημερινότητας καθοτι κάπως αναγνωρίζεται η προσπάθεια που καταβάλλει για ποιοτική αναβάθμιση των υπηρεσιών που προσφέρει κάθε υπάλληλος. Ωστόσο, στον ίδιο φορέα είναι ΑΔΙΑΝΟΗΤΟ υπάλληλοι με ίδιο καθηκοντολογιο,ιδια ευθύνη ακόμα και σε διπλανά γραφεία να μην την λαμβάνουν. Ίσως πρέπει να ληφθεί υπόψη αυτό γιατί ειναι θέμα ισότητας στην ίδια μονάδα εργασίας να μην υπάρχουν υπάλληλοι των ίδιων ταχυτήτων αλλά με διαφορετικές μισθολογικές απολαβές.

  • 20 Μαΐου 2022, 20:55 | Γιώργος Τ

    Είναι μια απίστευτη κατάσταση να υπάρχουν οικονομικές ανισότητες ακόμα κι εντός του ίδιου φορέα. Η διαφορετική μισθολογική αντιμετώπιση υπαλλήλων με ίδια προσόντα που προσφέρουν ίδια υπηρεσία είναι απαράδεκτη και το συγκεκριμένο άρθρο θα πρέπει να τροποποιηθεί και να συμπεριλάβει το σύνολο των υπαλλήλων του ΥΠΟΙΚ αλλά και όσων άλλων υπαλλήλων άλλων υπηρεσιών βρίσκονται στην ίδια κατάσταση.

  • 20 Μαΐου 2022, 20:32 | ΝΙΚΟΛΑΟΣ Τ.

    Είναι πρόδηλο, εκ των σχολίων που παρατίθενται στην υπόψη διαβούλευση και αφορούν στις ανισότητες στις απολαβές μεταξύ υπαλλήλων – όμοιων ή και ανώτερων τυπικών προσόντων- ότι η αίσθηση της αδικίας κυριαρχεί στους νεοτοποθετούμενους ή μεταταγέντες υπαλλήλους από την μη απόδοση και σε αυτούς της προσωπικής διαφοράς. Το έλλειμα δικαίου καθιστά δύσκολη την παρακίνηση του εν λόγω προσωπικού για το λεγόμενο ‘extra mile». Συνεπώς αναφερόμενος και στο άρθρο 26,το πραγματικό κίνητρο θα αποτελούσε για αυτήν την κατηγορία υπαλλήλων η αποκατάσταση της αδικίας ώστε να ξεκινούν όλοι από την ίδια αφετηρία.

  • 20 Μαΐου 2022, 19:34 | ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΑΣ

    Η προσωπική διαφορά αρχικώς αποδόθηκε με νομοθετική ρύθμιση στους τότε υπηρετούντες υπαλλήλους του Υπουργείου Οικονομικών και των εποπτευόμενων από αυτό Νοµικών Προσώπων Δηµοσίου Δικαίου με τις διατάξεις του Ν. 4024/2011 (Α’ 226). Aκολούθως, επεκτάθηκε με τις διατάξεις του Ν. 4354/2015 (Α΄ 176) και τελευταία του Ν. 4569/2018 (Α’ 179), κατ΄ εφαρμογή της συνταγματικής αρχής της ισότητας, όπως ρητά προβλέπεται στη σχετική αιτιολογική έκθεση, διευθετώντας έτσι το πρόβλημα της άνισης μισθολογικής αντιμετώπισης.
    Από την ψήφιση του Ν. 4569/2018 έχει παρέλθει περίπου μία τετραετία και έκτοτε, στους εποπτευόμενους φορείς του Υπουργείου Οικονομικών έχουν προσληφθεί μέσω ΑΣΕΠ νέοι συνάδελφοι υψηλού επιστημονικού και επαγγελματικού επιπέδου. Οι συνάδελφοι αυτοί έχουν μεν αναλάβει εξαρχής τις ίδιες αρμοδιότητες και τις ίδιες ευθύνες με τους παλαιοτέρους συναδέλφους μας, όμως οι μισθοί τους είναι σημαντικά χαμηλότεροι, καθώς δεν λαμβάνουν την προσωπική διαφορά. Αυτό αποτελεί μία κατάφωρα άδικη και άνιση μεταχείριση, η οποία αμφισβητεί την αξία της εργασίας τους και της ίδιας της προσωπικότητάς τους.
    Η μη πρόβλεψη στο προς διαβούλευση νομοσχέδιο απόδοσης της προσωπικής διαφοράς στους υπαλλήλους, που προσλήφθηκαν στο Υπουργείο Οικονομικών και στους εποπτευόμενους από αυτό φορείς μετά τον Οκτώβριο του 2018, εγκαθιδρύει την άδικη και αδικαιολόγητη μισθολογική ανισότητα και εντείνει τον υφιστάμενο διαχωρισμό των υπαλλήλων της ίδιας υπηρεσίας.
    Η αναστολή της εφαρμογής του τέταρτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 27 του ν. 4354/2015 (Α΄ 176), χωρίς την προηγούμενη χορήγηση της προσωπικής διαφοράς στους προσληφθέντες μετά τον Οκτώβριο του 2018 συναδέλφους, θα έχει ως αποτέλεσμα την έτι περαιτέρω διεύρυνση της μισθολογικής ανισότητας και αδικίας μεταξύ των υπαλλήλων.
    Δεδομένων των ανωτέρω, προτείνεται να συμπεριληφθεί διάταξη στο προς διαβούλευση νομοσχέδιο για την άμεση χορήγηση της προσωπικής διαφοράς στο σύνολο των υπαλλήλων που προσλήφθηκαν στο Υπουργείο Οικονομικών και στους εποπτευόμενους φορείς του μετά τον Οκτώβριο του 2018.
    Επιπρόσθετα, προκύπτει άνιση μισθολογική μεταχείριση για τους υπαλλήλους που ολοκλήρωσαν τη μετάταξή τους σε ανώτερη κατηγορία ή αναγνώρισαν τη συνάφεια του μεταπτυχιακού ή διδακτορικού τίτλου σπουδών τους από 1/1/2016 και μέχρι την έναρξη ισχύος του νέου νόμου σε σχέση με άλλους υπαλλήλους ίδιας κατηγορίας, ίδιου βαθμού, ίδιου μισθολογικού κλιμακίου, αρχαιότητας και γενικότερης υπηρεσιακής κατάστασης.

  • 20 Μαΐου 2022, 19:22 | ΑΓΗΣ

    Εγώ θα πρότεινα να εφαρμόζεται ένα ενιαίο μισθολόγιο, το οποίο θα κατατάσσει τους υπαλλήλους σε κλιμάκια ανάλογα με τα καθήκοντά τους και τη θέση τους. Η αύξηση μισθών των υπαλλήλων που έχουν προσωπική διαφορά αυξάνει και τις ανισότητες μεταξύ των υπαλλήλων με τις ίδες αρμοδιότητες και καθήκοντα.

    Αυτοί που αδικούνται στην πραγματικότητα είναι όσοι προσελήφθησαν μετά την εφαρμογή του ενιαίου μισθολογίου κι έχουν μικρούς μισθούς με ίδια ή και περισσότερα προσόντα.

  • 20 Μαΐου 2022, 18:30 | Β. Μ.

    Η ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΔΙΑΦΟΡΑ ΣΥΜΦΩΝΩ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΤΗΝ ΠΑΙΡΝΟΥΝ ΟΛΟΙ ΚΑΙ ΕΝΑΣ ΛΟΓΩΣ ΠΑΡΑΠΑΝΩ ΓΙΑ ΑΥΤΟΥΣ ΤΟΥΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ ΠΟΥ ΠΗΓΑΝ ΜΕ ΜΕΤΑΤΑΞΗ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΕΧΕΙ ΚΟΠΕΙ, ΕΙΝΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΑΔΙΚΙΑ ΑΥΤΟ ΚΑΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΙΟΡΘΩΘΕΙ ΑΜΜΕΣΑ!!! ΕΛΕΟΣ!!!

  • 20 Μαΐου 2022, 18:04 | ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ

    Η ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΔΙΑΦΟΡΑ ΝΑ ΔΙΝΕΤΑΙ ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΔΗΜΟΣΙΟΥΣ ΥΠΑΛΛΗΛΟΥΣ ΚΑΙ ΟΧΙ ΕΠΙΛΕΚΤΙΚΑ ΣΕ ΥΠΟΥΡΓΕΙΑ ,ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΑ ΣΕ ΟΣΟΥΣ ΕΧΕΙ ΚΟΠΕΙ ΓΙΑ ΟΠΟΙΟΔΗΠΟΤΕ ΛΟΓΩ ,ΟΠΩΣ ΜΕΤΑΤΑΞΕΙΣ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ Η ΑΙΤΗΣΗ ΥΠΑΛΛΗΛΟΥ ΚΛΠ.ΕΤΣΙ ΘΑ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΘΕΙ Η ΑΔΙΚΙΑ ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΔΗΜΟΣΙΟΥΣ ΥΠΑΛΛΗΛΟΥΣ.

  • 20 Μαΐου 2022, 18:20 | ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ

    Στις μετατάξεις που εξετάζονται και διεκπεραιώνονται κατόπιν πρόσκλησης -η αιτήσεως του υπαλλήλου
    και σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 18 του ν.4440/2016 σε εφαρμογή του
    ενιαίου μισθολογίου, αφαιρείται το δικαίωμα διατήρησης της προσωπικής διαφοράς από
    τον αιτούντα μεταταχθέντα σύμφωνα με το άρθρο 27 παρ.4 του Ν.4354/2015.
    Ενώ σύμφωνα με την παρ.2 του άρθρου 18 του ν.4440/2016 κατά τη μετάταξη υπαλλήλων
    αναφέρεται κατηγορηματικά η διατήρηση της τυχόν προσωπικής διαφοράς στις αποδοχές.
    Αυτή η μη διατήρηση της προσωπικής διαφοράς,οπωσ και αναφερεται παραπανω αποτελεί ανισότητα μεταξύ εργαζομένων,με
    υπαλλήλους ιδίου φορέα, ιδίων εφοδίων και ετών εργασίας, να λαμβάνουν διαφορετικό
    μισθό και να αποτελούν εργαζομένους δύο ταχυτήτων, κάτι που αντίκειται στην έννοια του
    ενιαίου μισθολογίου. Είναι μια αδικία σε βάρος μερίδας υπαλλήλων που πρέπει να
    διορθωθεί. Η διακοπή καταβολής της προσωπικής διαφοράς που ελάμβαναν έως τη
    μετάταξή τους αυτοί οι υπάλληλοι, αποτελεί σημαντική μείωση του μισθού τους σε βάρος
    του οικογενειακού προϋπολογισμού τους. Η συνέχιση διατήρησης της καταβολής της
    προσωπικής διαφοράς – καταβολή που δεν επιβαρύνει επιπλέον το Δημόσιο – αποτελεί
    ένδειξη ίσης αντιμετώπισης εργαζομένων και σαφή υλοποίηση της έννοιας του ενιαίου
    μισθολογίου.

  • 20 Μαΐου 2022, 18:42 | ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ

    Σύμφωνα με το άρθρο 27 παρ.4 του Ν.4354/2015 ισχύει ότι σε περίπτωση μετάταξης ή
    μεταφοράς του υπαλλήλου σε άλλο φορέα, η προσωπική διαφορά του παρόντος άρθρου
    παύει να καταβάλλεται. Εξαίρεση αποτελεί μόνο η υποχρεωτική μετάταξη ή μεταφορά του
    υπαλλήλου σε άλλο φορέα, λόγω συνολικής ή μερικής μεταφοράς ή κατάργησης της
    Υπηρεσίας του ή στο πλαίσιο κινητικότητας των υπαλλήλων, όπως αυτή καθορίζεται με
    κοινή απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης και
    Οικονομικών, οπότε η εν λόγω προσωπική διαφορά εξακολουθεί να καταβάλλεται,
    σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 1.

    Στις μετατάξεις που εξετάζονται και διεκπεραιώνονται κατόπιν πρόσκλησης -η αιτήσεως του υπαλλήλου
    και σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 18 του ν.4440/2016 σε εφαρμογή του
    ενιαίου μισθολογίου, αφαιρείται το δικαίωμα διατήρησης της προσωπικής διαφοράς από
    τον αιτούντα μεταταχθέντα σύμφωνα με το άρθρο 27 παρ.4 του Ν.4354/2015.
    Ενώ σύμφωνα με την παρ.2 του άρθρου 18 του ν.4440/2016 κατά τη μετάταξη υπαλλήλων
    αναφέρεται κατηγορηματικά η διατήρηση της τυχόν προσωπικής διαφοράς στις αποδοχές.
    Αυτή η μη διατήρηση της προσωπικής διαφοράς,οπωσ και αναφερεται παραπανω αποτελεί ανισότητα μεταξύ εργαζομένων,με
    υπαλλήλους ιδίου φορέα, ιδίων εφοδίων και ετών εργασίας, να λαμβάνουν διαφορετικό
    μισθό και να αποτελούν εργαζομένους δύο ταχυτήτων, κάτι που αντίκειται στην έννοια του
    ενιαίου μισθολογίου. Είναι μια αδικία σε βάρος μερίδας υπαλλήλων που πρέπει να
    διορθωθεί. Η διακοπή καταβολής της προσωπικής διαφοράς που ελάμβαναν έως τη
    μετάταξή τους αυτοί οι υπάλληλοι, αποτελεί σημαντική μείωση του μισθού τους σε βάρος
    του οικογενειακού προϋπολογισμού τους. Η συνέχιση διατήρησης της καταβολής της
    προσωπικής διαφοράς – καταβολή που δεν επιβαρύνει επιπλέον το Δημόσιο – αποτελεί
    ένδειξη ίσης αντιμετώπισης εργαζομένων και σαφή υλοποίηση της έννοιας του ενιαίου
    μισθολογίου.

  • 20 Μαΐου 2022, 18:22 | Σωτηρία Καρακοντάκη

    Το δικαίωμα ίσης αμοιβής για όμοια εργασία καταστρατηγείται εντός του ίδιου Υπουργείου.

    Η ΠΔ πρέπει να δοθεί στο σύνολο των υπηρετούντων υπαλλήλων του Υπουργείου Οικονομικών και των Εποπτευόμενων αυτού Φορέων, δηλαδή και σε αυτούς που μετατάχθηκαν ή διορίστηκαν σε αυτό μετά τον Οκτώβριο του 2018.

    Το συγκεκριμένο άρθρο αμβλύνει ακόμα περισσότερο τις υφιστάμενες μισθολογικές διακρίσεις.

  • 20 Μαΐου 2022, 16:04 | Χρήστος Τσαπακίδης

    Ειδικά για το Υπουργείο Οικονομικών, επικρατεί μία κατάφωρη αδικία εις βάρος των νέων μόνιμων υπαλλήλων, η οποία με το υπό συζήτηση νομοσχέδιο αναμένεται να μεγεθυνθεί. Πιο συγκεκριμένα, οι υπάλληλοι που είτε προσλήφθηκαν είτε μετατάχθηκαν στο Υπουργείο Οικονομικών μετά τον Οκτώβριο του 2018 (οπότε και εφαρμόστηκε η τελευταία διάταξη που έδινε την προσωπική διαφορά σε όλους τους υπαλλήλους του Υπουργείου) έχουν διαφορετική μισθολογική αντιμετώπιση σε σύγκριση με τους παλαιότερους υπαλλήλους και αυτό γιατί δεν λαμβάνουν την προσωπική διαφορά που λαμβάνουν οι τελευταίοι.

    Έτσι, έχουμε οδηγηθεί σε μία κατάσταση κατά την οποία οι νέοι εργαζόμενοι έχουν τα ίδια καθήκοντα με τους παλιούς και κατά περίπτωση μπορεί να έχουν και αυξημένα προσόντα σε σύγκριση με τους παλιούς συναδέλφους τους και να έχουν χαμηλότερες αποδοχές. Μάλιστα, η νέα διάταξη εξασφαλίζει διεύρυνση των ανισοτήτων, καθώς προβλέπει αναστολή μείωσης προσωπικής διαφοράς κατά την μισθολογική εξέλιξη των υπαλλήλων.

    Όπως αντιλαμβάνεστε, η παρούσα, αλλά και η υπό διαμόρφωση (με το νέο νομοσχέδιο) κατάσταση έρχονται σε πλήρη αντίθεση τόσο με το ίδιο το Σύνταγμα (βλ. άρθρο 4 περί ισότητας και άρθρο 22 περί προστασίας της εργασίας), αλλά και με την ίδια την ιδεολογία της παρούσας Κυβέρνησης, η οποία έχει ενστερνιστεί μεταξύ άλλων τις αρχές της ισότητας, της αξιοκρατίας και των ίσων ευκαιριών. Εφόσον, λοιπόν, δεν εξασφαλίζεται το level playing field εντός του ίδιου του Δημοσίου, πώς θα διεκδικήσουμε κάτι αντίστοιχο στον ιδιωτικό τομέα; Και για να μην προσθέσουμε στην εξίσωση το άγχος του κάθε νέου εργαζομένου απέναντι στο αυξημένο κόστος διαβίωσης που έχουν προκαλέσει, όντως, εξωγενείς παράγοντες.

    Ως εκ τούτου, προτείνεται, μεν, η διατήρηση της υφιστάμενης διατύπωσης του άρθρου 28, αλλά και η προσθήκη μίας νέας διάταξης που θα χορηγεί την προσωπική διαφορά σε όλους ανεξαιρέτως τους μόνιμους υπαλλήλους που εργάζονται στο Υπουργείο Οικονομικών. Το κόστος, άλλωστε, της προτεινόμενης παρέμβασης δεν είναι υψηλό.

    Διαφορετικά, θα έχουμε πατρικίους και πληβείους εντός του ίδιου υπουργείου, με αποτέλεσμα να υπονομεύεται ολόκληρο το σύστημα κινητροδότησης, αλλά και η ίδια η προσπάθεια της Κυβέρνησης για αύξηση της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας του δημόσιου τομέα.

  • 20 Μαΐου 2022, 15:16 | Αναστασία

    Κύριε Υπουργέ,

    Είμαι υπάλληλος που υπηρετεί στο Υπουργείο Οικονομικών με 22 χρόνια προϋπηρεσία. Η εν λόγω διάταξη ήρθε για να διορθώσει τη στρέβλωση μείωσης των αποδοχών μας κατά τη μισθολογική μας εξέλιξη. Για να διορθωθούν όμως πλήρως οι μισθολογικές ανισότητες μεταξύ των υπαλλήλων του υπουργείου θα πρέπει να αποδοθεί η προσωπική διαφορά και σε όσους δεν την λαμβάνουν.

  • 20 Μαΐου 2022, 14:14 | ΦΕΛΟΥΚΑΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

    Ανήκω σε μια μερίδα εργαζομένων στη ΜΟΔ και στις Ειδικές Υπηρεσίες Διαχείρισης που βιώνουμε μια αδικία που με το παρόν νομοσχέδιο επιτείνεται έτι περαιτέρω. . Πρόκειται για όσους από εμάς απέκτησαν μεταπτυχιακό δίπλωμα σπουδών μετά τις 01.01.2016.
    Συγκεκριμένα, από τις ισχύουσες διατάξεις της σχετικής με το νέο Ενιαίο Μισθολόγιο νομοθεσίας (Ν. 4354/15), η οποία εφαρμόστηκε από 01.01.2016, προέκυψαν τα εξής:
    Α) Σε όσους είχαν αποκτήσει μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών έως και την 31.12.2015, και προκειμένου για την κατάταξή τους στα μισθολογικά κλιμάκια, προσμετρήθηκαν 2 επιπλέον κλιμάκια λόγω του μεταπτυχιακού, χωρίς όμως να υποστούν ισόποση μείωση στην προσωπική τους διαφορά.
    Β) Αντιθέτως, όσοι αποκτήσαμε μεταπτυχιακό δίπλωμα ειδίκευσης μετά τις 01.01.2016, λάβαμε μεν τα 2 μισθολογικά κλιμάκια στο βασικό μας μισθό, αλλά μειώθηκε ισόποσα η προσωπική μας διαφορά. Έτσι λοιπόν, παρά τη λήψη μεταπτυχιακού τίτλου (και με τις επιπλέον γνώσεις και δεξιότητες που αυτή συνεπάγεται), οι συνολικές μας αποδοχές παρέμειναν σταθερές (οι καθαρές αποδοχές μας μάλιστα μειώθηκαν λόγω αυξημένων κρατήσεων).
    Κατά συνέπεια, δημιουργήθηκε το φαινόμενο συναδέλφων 2 ταχυτήτων, δηλαδή 2 συνάδελφοι που έχουν το ίδιο πτυχίο/δίπλωμα, την ίδια ειδικότητα, το ίδιο μεταπτυχιακό δίπλωμα, την ίδια προϋπηρεσία και κάνουν την ίδια ακριβώς δουλειά, να έχουν διαφορά στις συνολικές αποδοχές τους κατά 2 μισθολογικά κλιμάκια.
    Με το νομοσχέδιο, η απόκτηση μισθολογικού κλιμακίου δεν θα έχει ως αντίκτυπο τη μείωση της προσωπικής διαφοράς, προκειμένου να αποφευχθεί, με τον τρόπο αυτό, η μείωση στις καθαρές αποδοχές των εργαζομένων. Είναι προφανές ότι μια τέτοια ρύθμιση ενδεχομένως να ωφελήσει όσους συναδέλφους αποκτήσουν μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών από την έναρξη της ισχύος της και έπειτα, καθόσον πρόκειται να επαναφέρει τα πράγματα στην προτέρα (προ της 01/01/2016) κατάσταση, ήτοι στην αύξηση των μηνιαίων αποδοχών κατά 2 μισθολογικά κλιμάκια, δίχως την ταυτόχρονη και ισόποση μείωση της προσωπικής διαφοράς.
    Συνεπώς, από τα ανωτέρω καθίσταται προφανές ότι συντελείται μια καταφανέστατη αδικία για όσους αποκτήσαμε μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών από 01.01.2016 έως και το 2022 (έτος της σχετικής ρύθμισης), καθόσον δημιουργείται ένα χρονικό διάστημα 7 ετών, εντός των οποίων όσοι λάβαμε μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών είδαμε τις πραγματικές μας αποδοχές καθηλωμένες και την προσωπική μας διαφορά να μειώνεται, σε αντίθεση με όλους τους υπόλοιπους συναδέλφους, πριν (και μετά) το χρονικό αυτό διάστημα, που έλαβαν τα 2 μισθολογικά κλιμάκια χωρίς καμία μείωση της προσωπικής τους διαφοράς.
    Επίσης, σημειώνεται ότι η περίπτωσή μας προσιδιάζει με αυτήν της δίκαιης ρύθμισης που προωθείται για τους «νέους» προϊσταμένους (μετά το 2011), όπου το επίδομα θέσης ευθύνης που έλαβαν μείωσε ισόποσα την προσωπική τους διαφορά, σε αντίθεση με τους «παλιούς» προϊσταμένους, οι οποίοι δεν είχαν καμία μείωση προσωπικής διαφοράς.
    Συμπερασματικά, και σύμφωνα με όλα τα ανωτέρω, αιτούμαστε τη συμπερίληψη ειδικής ρύθμισης στο νομοσχέδιο, αναφορικά με τη διευθέτηση του δικού μας θέματος, δηλαδή των στελεχών των ΕΥΔ και της ΜΟΔ που αποκτήσαμε μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών μετά τις 01.01.2016.
    Η ρύθμιση αυτή, την οποία θεωρούμε δίκαιη και επιβεβλημένη και με όρους εργασιακής δικαιοσύνης και ισονομίας και εύρυθμης λειτουργίας, προκειμένου να μας εξισώνει πλήρως με όλους τους συναδέλφους, θα πρέπει να έχει και αναδρομική ισχύ.
    Με την αιτούμενη ρύθμιση στο παρόν νομοσχέδιο, εργαζόμενοι με τα ίδια προσόντα, που εκτελούν την ίδια εργασία, θα λαμβάνουν και την ίδια αμοιβή.

  • Κατά την άποψή μου πολύ σωστά το παρόν νομοσχέδιο προτίθεται να αναστείλει τη μείωση της προσωπικής διαφοράς στη μισθολογική εξέλιξη των υπαλλήλων.

    Ατομικά εισπράττω προσωπική διαφορά, αλλά θα ήταν σωστό και δίκαιο να την εισπράττουν και οι συνάδελφοί μου που έχουν εισέλθει αργότερα στην ίδια υπηρεσία με μένα και παράγουν το ίδιο έργο με μένα.

    Ωστόσο, στην προσπάθεια αυτή της ευεργετικής μέριμνας για παλαιούς υπαλλήλους του ΥΠΟΙΚ, δεν περιλαμβάνεται η απόδοση της προσωπικής διαφοράς στους υπαλλήλους που προσήλθαν στο ΥΠΟΙΚ μετά τον Οκτώβρη του 2018.
    Αυτό έχει συντελέσει στην δημιουργία επαγγελματικής αδικίας με προοπτική να διογκώνεται με την πάροδο του χρόνου η διαφορά αυτή.
    Με αυτόν τον τρόπο έχουν δημιουργηθεί υπάλληλοι πολλαπλών ταχυτήτων, παραβιάζοντας τη συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή της ισότητας και της αναλογικότητας.

    Άλλωστε, «η καθιερούμενη με το άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος Αρχή της Ισότητας αποτελεί νομικό κανόνα, ο οποίος επιβάλλει την ομοιόμορφη μεταχείριση προσώπων που τελούν υπό τις αυτές ή παρόμοιες συνθήκες και αποκλείει τόσο την έκδηλα άνιση μεταχείριση, είτε με τη μορφή της εισαγωγής καθαρά χαριστικού μέτρου ή προνομίου μη συνδεομένου προς αξιολογικά κριτήρια είτε με την μορφή της επιβολής αδικαιολόγητης επιβάρυνσης, όσο και την αυθαίρετη εξομοίωση διαφορετικών καταστάσεων ή την ενιαία μεταχείριση προσώπων που βρίσκονται κάτω από διαφορετικές συνθήκες με βάση όλως τυπικά ή συμπτωματικά ή άσχετα μεταξύ τους κριτήρια (3396/2014 ΣΤΕ)».

    Απαραίτητη προϋπόθεση για την εφαρμογή ενός κοινού πλαισίου αξιολόγησης (στοιχείο το οποίο πραγματεύεται το παρόν νομοσχέδιο), είναι η ίση αντιμετώπιση των υπαλλήλων με την χρήση ενιαίων τουλάχιστον κριτηρίων.
    Αυτό για να επιτευχθεί θα πρέπει στο παρόν άρθρο #28# εξαρχής να προβλέπεται η χορήγηση της προσωπικής διαφοράς στους Υπαλλήλους του ΥΠΟΙΚ στους οποίους δεν χορηγείται αυτό σήμερα (υπάλληλοι οι οποίοι διορίστηκαν ή μετατάχθηκαν μετά τον Οκτώβριο του 2018).

    Με εκτίμηση

  • 20 Μαΐου 2022, 14:22 | Γ.Ν.

    Δυστυχώς, εμβαλωματικές και πελατειακές λογικές οδηγούν στην άρση μιας διάταξης που ήταν ορθολογική εντός του σταθερού πλαισίου αδιαφάνειας και στρέβλωσης των κινήτρων στα μισθολόγια των δημοσίων υπαλλήλων. Οι ρυθμίσεις περί παροχής προσωπικών διαφορών, αναπαράγουν, και σήμερα, την αδιαφάνεια σε ορισμένα μισθολόγια και την εντυπωσιακή, σε ορισμένες περιπτώσεις, στρέβλωση κινήτρων. Είναι χαρακτηριστικό ότι, όπως έχει ακουστεί χωρίς διάψευση (δοθέντος ότι δε δημοσιεύονται επίσημα σχετικά στοιχεία), ορισμένοι υπάλληλοι λαμβάνουν προσωπική διαφορά σχεδόν ίση προς το βασικό τους, βάσει «ενιαίου» μισθολογίου, μισθό. Μάλιστα, ένα από τα πιο ακραία παραδείγματα στρεβλώσεων είναι στην Εθνική Αρχή Διαφάνειας στην οποία δεν ισχύει ο συμψηφισμός, όπου ένας υπάλληλος με πτυχίο ΤΕ μπορεί να λαμβάνει, λόγω προσωπικής διαφοράς, έως και 600€ καθαρά παραπάνω το μήνα από έναν υπάλληλο στην ίδια θέση με πτυχίο ΠΕ, ίδια έτη υπηρεσίας και επιπλέον Σχολή Δημόσιας Διοίκησης και διδακτορικό. Κατά συνέπεια, η άρση του συμψηφισμού που προτείνεται με την παρούσα διάταξη διαιωνίζει τις στρεβλώσεις. Υπενθυμίζω ότι με το εργαλείο του συμψηφισμού, επιτυγχανόταν η σταδιακή μείωση των αδιαφανών προσωπικών διαφορών, και ήταν ένα από τα σωστά μέτρα τού ν. 4354/2015. Ελπίζω κάποια στιγμή να προβλεφθεί ο συμψηφισμός όλων των προσωπικών διαφορών με τα ορθολογικά και διαφανή επιδόματα, και επιπλέον να μη θεσπιστούν νέες προσωπικές διαφορές.

  • 20 Μαΐου 2022, 14:53 | Ιάσονας Α

    Κάποιος υπάλληλος για να λάβει αύξηση (λήψη πρόσθετων Μισθολογικών Κλιμακίων) λόγω λήψης μεταπτυχιακού θα πρέπει να εκκινήσει μια διαδικασία που περιλαμβάνει τρία βήματα. Πρώτον την κατάθεση του τίτλου στην υπηρεσία του με αίτηση του για να αναγνωρισθεί η συνάφεια του μεταπτυχιακού τίτλου από το Υπηρεσιακό συμβούλιο της υπηρεσίας του. Δεύτερον, το υπηρεσιακό συμβούλιο να προβεί στην αναγνώριση της συνάφειας και να εκδώσει σχετική απόφαση. Τρίτον, η Υπηρεσία να προχωρήσει στην έκδοση σχετικής απόφασης. Έτσι όπως αναγράφεται το άρθρο του νόμου δεν καθορίζει ακριβώς τί θα συμβεί στις 01/06/2022 για αυτούς που θα λάβουν Μισθολογικό Κλιμάκιο λόγω λήψης μεταπτυχιακού τίτλου. Ποιο από αυτά τα τρία βήματα κρίνεται ως καθοριστικό. Ποιο θα είναι το χρονικό ώστε κάποιος να συμπεριληφθεί στην εύνοια του άρθρου; Η Κατάθεση του τίτλου στην υπηρεσία, η απόφαση του υπηρεσιακού συμβουλίου που αναγνωρίζει τη συνάφεια του τίτλου ή η απόφαση της υπηρεσίας για τη λήψη των Μισθολογικών Κλιμακίων; Γιατί τα στάδια διαθέτουν διαφορετική χρονική διάρκεια και εκτείνονται σε βάθος τουλάχιστον εξαμήνου. Για αυτό το λόγο καλό θα είναι να υπάρξει μια αναδρομικότητα στο άρθρο του νόμου, τουλάχιστον από τις αρχές του 2022, ώστε να περιληφθούν όλες οι εκκρεμείς αιτήσεις για αναγνώριση μεταπτυχιακών τίτλων που βρίσκονται σε εκκρεμότητα ή έχουν πρόσφατα εκδοθεί. Να περιληφθεί, δηλαδή, πλήρως το έτος 2022 ως προς την απόφαση της Υπηρεσίας (το τρίτο βήμα της διαδικασίας) για αναγνώριση μεταπτυχιακού τίτλου.

  • 20 Μαΐου 2022, 13:44 | ΡΟΥΣΣΟΥ

    Aνήκω σε μια μερίδα εργαζομένων στη ΜΟΔ και στις Ειδικές Υπηρεσίες Διαχείρισης που βιώνουμε μια αδικία που με το παρόν νομοσχέδιο επιτείνεται έτι περαιτέρω. . Πρόκειται για όσους από εμάς απέκτησαν μεταπτυχιακό δίπλωμα σπουδών μετά τις 01.01.2016.
    Συγκεκριμένα, από τις ισχύουσες διατάξεις της σχετικής με το νέο Ενιαίο Μισθολόγιο νομοθεσίας (Ν. 4354/15), η οποία εφαρμόστηκε από 01.01.2016, προέκυψαν τα εξής:
    Α) Σε όσους είχαν αποκτήσει μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών έως και την 31.12.2015, και προκειμένου για την κατάταξή τους στα μισθολογικά κλιμάκια, προσμετρήθηκαν 2 επιπλέον κλιμάκια λόγω του μεταπτυχιακού, χωρίς όμως να υποστούν ισόποση μείωση στην προσωπική τους διαφορά.
    Β) Αντιθέτως, όσοι αποκτήσαμε μεταπτυχιακό δίπλωμα ειδίκευσης μετά τις 01.01.2016, λάβαμε μεν τα 2 μισθολογικά κλιμάκια στο βασικό μας μισθό, αλλά μειώθηκε ισόποσα η προσωπική μας διαφορά. Έτσι λοιπόν, παρά τη λήψη μεταπτυχιακού τίτλου (και με τις επιπλέον γνώσεις και δεξιότητες που αυτή συνεπάγεται), οι συνολικές μας αποδοχές παρέμειναν σταθερές (οι καθαρές αποδοχές μας μάλιστα μειώθηκαν λόγω αυξημένων κρατήσεων).
    Κατά συνέπεια, δημιουργήθηκε το φαινόμενο συναδέλφων 2 ταχυτήτων, δηλαδή 2 συνάδελφοι που έχουν το ίδιο πτυχίο/δίπλωμα, την ίδια ειδικότητα, το ίδιο μεταπτυχιακό δίπλωμα, την ίδια προϋπηρεσία και κάνουν την ίδια ακριβώς δουλειά, να έχουν διαφορά στις συνολικές αποδοχές τους κατά 2 μισθολογικά κλιμάκια.
    Με το νομοσχέδιο, η απόκτηση μισθολογικού κλιμακίου δεν θα έχει ως αντίκτυπο τη μείωση της προσωπικής διαφοράς, προκειμένου να αποφευχθεί, με τον τρόπο αυτό, η μείωση στις καθαρές αποδοχές των εργαζομένων. Είναι προφανές ότι μια τέτοια ρύθμιση ενδεχομένως να ωφελήσει όσους συναδέλφους αποκτήσουν μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών από την έναρξη της ισχύος της και έπειτα, καθόσον πρόκειται να επαναφέρει τα πράγματα στην προτέρα (προ της 01/01/2016) κατάσταση, ήτοι στην αύξηση των μηνιαίων αποδοχών κατά 2 μισθολογικά κλιμάκια, δίχως την ταυτόχρονη και ισόποση μείωση της προσωπικής διαφοράς.
    Συνεπώς, από τα ανωτέρω καθίσταται προφανές ότι συντελείται μια καταφανέστατη αδικία για όσους αποκτήσαμε μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών από 01.01.2016 έως και το 2022 (έτος της σχετικής ρύθμισης), καθόσον δημιουργείται ένα χρονικό διάστημα 7 ετών, εντός των οποίων όσοι λάβαμε μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών είδαμε τις πραγματικές μας αποδοχές καθηλωμένες και την προσωπική μας διαφορά να μειώνεται, σε αντίθεση με όλους τους υπόλοιπους συναδέλφους, πριν (και μετά) το χρονικό αυτό διάστημα, που έλαβαν τα 2 μισθολογικά κλιμάκια χωρίς καμία μείωση της προσωπικής τους διαφοράς.
    Επίσης, σημειώνεται ότι η περίπτωσή μας προσιδιάζει με αυτήν της δίκαιης ρύθμισης που προωθείται για τους «νέους» προϊσταμένους (μετά το 2011), όπου το επίδομα θέσης ευθύνης που έλαβαν μείωσε ισόποσα την προσωπική τους διαφορά, σε αντίθεση με τους «παλιούς» προϊσταμένους, οι οποίοι δεν είχαν καμία μείωση προσωπικής διαφοράς.
    Συμπερασματικά, και σύμφωνα με όλα τα ανωτέρω, αιτούμαστε τη συμπερίληψη ειδικής ρύθμισης στο νομοσχέδιο, αναφορικά με τη διευθέτηση του δικού μας θέματος, δηλαδή των στελεχών των ΕΥΔ και της ΜΟΔ που αποκτήσαμε μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών μετά τις 01.01.2016.
    Η ρύθμιση αυτή, την οποία θεωρούμε δίκαιη και επιβεβλημένη και με όρους εργασιακής δικαιοσύνης και ισονομίας και εύρυθμης λειτουργίας, προκειμένου να μας εξισώνει πλήρως με όλους τους συναδέλφους, θα πρέπει να έχει και αναδρομική ισχύ.
    Με την αιτούμενη ρύθμιση στο παρόν νομοσχέδιο, εργαζόμενοι με τα ίδια προσόντα, που εκτελούν την ίδια εργασία, θα λαμβάνουν και την ίδια αμοιβή.

  • 20 Μαΐου 2022, 13:12 | ΧΟΧΛΑΚΗ ΕΥΓΕΝΙΑ

    Κύριε Υπουργέ,
    Η προσωπική διαφορά μέχρι σήμερα, έχει αποδοθεί με νομοθετική ρύθμιση στους υπηρετούντες υπαλλήλους του Υπουργείου Οικονομικών δύο φορές, σύμφωνα με τις διατάξεις των Ν.4354/2015 και Ν.4569/2018, κατ΄ εφαρμογή της συνταγματικής αρχής της ισότητας στην εργασία, διευθετώντας το πρόβλημα της άνισης μισθολογικής αντιμετώπισης των υπαλλήλων τη δεδομένη χρονική στιγμή.
    Σήμερα, συνάδελφοι σε διπλανά γραφεία, με το ίδιο αντικείμενο εργασίας, τις ίδιες αρμοδιότητες και τις ίδιες ευθύνες, αντιμετωπίζονται άνισα μισθολογικά με μοναδικό κριτήριο την ημερομηνία ανάληψης καθηκόντων στο Υπουργείο Οικονομικών.
    Σε κάθε γραφείο υπάρχουν περιπτώσεις:
    • Συναδέλφων που συμμετείχαν στον ίδιο διαγωνισμό 9Κ/2017, αξιολογήθηκαν με τα ίδια κριτήρια και έχουν διαφορετική μισθολογική αντιμετώπιση. Όσοι διορίστηκαν πριν την ημερομηνία της τροπολογίας (11/10/2018) λαμβάνουν την Προσωπική Διαφορά, ενώ όσοι ανέλαβαν υπηρεσία μετά από τη συγκεκριμένη ημερομηνία δε τη λαμβάνουν.
    • Συναδέλφων με αυξημένα τυπικά προσόντα που μετατάχθηκαν από άλλες Υπηρεσίες του Δημοσίου με προϋπηρεσία 15-25 χρόνια και αμείβονται χαμηλότερα από υπαλλήλους με 3 – 5 έτη προϋπηρεσία.
    Η απόδοση της προσωπικής διαφοράς θα επιλύσει όλες τις ανωτέρω μισθολογικές στρεβλώσεις και ανισορροπίες, ενώ παράλληλα θα αποτελέσει δίκαιη ανταμοιβή και αναγνώριση των προσπαθειών που καταβάλουμε καθημερινά για την παροχή υψηλού επιπέδου υπηρεσιών.