- Υπουργείο Εσωτερικών - http://www.opengov.gr/ypes -

ΜΕΡΟΣ Α’: ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ (άρθρα 1-37)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α’: ΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ
Άρθρο 1Σκοπός
Άρθρο 2Αντικείμενο
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’: ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
Άρθρο 3Αρμοδιότητες της δημοτικής αστυνομίας
Άρθρο 4Άσκηση αρμοδιοτήτων δημοτικής αστυνομίας
Άρθρο 5Τρόπος άσκησης των αρμοδιοτήτων της δημοτικής αστυνομίας
Άρθρο 6Συμβάσεις διαδημοτικής συνεργασίας
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ’: ΟΡΓΑΝΩΣΗ – ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ      
Άρθρο 7Οργανικές μονάδες δημοτικής Αστυνομίας στο Υπουργείο Εσωτερικών
Άρθρο 8Σύσταση υπηρεσίας δημοτικής αστυνομίας
Άρθρο 9Πρόσληψη ειδικού ένστολου προσωπικού δημοτικής αστυνομίας
Άρθρο 10Προσόντα διορισμού
Άρθρο 11Ποινική καταδίκη και υποδικία
Άρθρο 12Εισαγωγική εκπαίδευση και επιμόρφωση
Άρθρο 13Βαθμοί προσωπικού δημοτικής αστυνομίας
Άρθρο 14Ιεραρχία προσωπικού
Άρθρο 15Προβάδισμα
Άρθρο 16Βαθμολογική εξέλιξη
Άρθρο 17Επετηρίδα
Άρθρο 18Διαδικασία βαθμολογικών προαγωγών
Άρθρο 19Ειδικές περιπτώσεις εγγραφής σε πίνακες προακτέων
Άρθρο 20Βαθμολογική ένταξη
Άρθρο 21Προϊστάμενοι οργανικών μονάδων
Άρθρο 22Κριτήρια επιλογής προϊσταμένων
Άρθρο 23Διαδικασία επιλογής προϊσταμένων οργανικών μονάδων
Άρθρο 24Αναπλήρωση προϊσταμένων
Άρθρο 25Ειδικό Πειθαρχικό Συμβούλιο
Άρθρο 26Νομική υποστήριξη δημοτικών αστυνομικών
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ’: ΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΔΗΜΟΤΙΚΩΝ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΩΝ
Άρθρο 27Απόσπαση
Άρθρο 28Απόσπαση σε τουριστικό δήμο
Άρθρο 29Απόσπαση για λόγους υγείας
Άρθρο 30Συνυπηρέτηση
Άρθρο 31Μετάταξη σε κλάδο δημοτικής αστυνομίας ανώτερης κατηγορίας
Άρθρο 32Μετάταξη σε θέση άλλου κλάδου του ίδιου Ο.Τ.Α. α’ βαθμού
Άρθρο 33Μετάταξη σε δημοτική αστυνομία άλλου Ο.Τ.Α. α’ βαθμού – Αμοιβαία μετάταξη
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε’: ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΙΚΕΣ, ΤΕΛΙΚΕΣ, ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 34Εξουσιοδοτικές διατάξεις
Άρθρο 35Τελικές διατάξεις
Άρθρο 36Μεταβατικές διατάξεις
Άρθρο 37Καταργούμενες διατάξεις

ΜΕΡΟΣ Α’
ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α’

ΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ

 

Άρθρο 1

Σκοπός

Ο σκοπός του παρόντος Μέρους έγκειται στην ενίσχυση της ευελιξίας και αποτελεσματικότητας της δημοτικής αστυνομίας κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της. Επίσης, με το παρόν επιδιώκονται ο ορθολογικός σχεδιασμός της δημοτικής αστυνομίας και η ενίσχυση της ασφάλειας δικαίου μέσω της ενοποίησης του κατακερματισμένου ρυθμιστικού της πλαισίου.

 

Άρθρο 2

Αντικείμενο

Στο παρόν Μέρος καθορίζονται οι αρμοδιότητες της δημοτικής αστυνομίας και διαμορφώνεται το πλαίσιο διαχείρισης του ανθρώπινου δυναμικού της αναφορικά με τα προσόντα και τη διαδικασία πρόσληψης αυτού, την εισαγωγική εκπαίδευση και επιμόρφωσή του, την ιεραρχία, τους βαθμούς και τη βαθμολογική του εξέλιξη, την επιλογή και αναπλήρωση προϊσταμένων οργανικών μονάδων, τη σύσταση Ειδικού Πειθαρχικού Συμβουλίου, τη νομική υποστήριξη, καθώς και την κινητικότητα αυτού.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β

ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ

 

Άρθρο 3

Αρμοδιότητες της δημοτικής αστυνομίας

Η δημοτική αστυνομία ασκεί τις ακόλουθες αρμοδιότητες:

  1. Πρώτη κατηγορία αρμοδιοτήτων

α. Ελέγχει την τήρηση κάθε είδους κανονιστικών αποφάσεων που εκδίδουν οι δημοτικές αρχές και επιβάλλει τα διοικητικά μέτρα που προβλέπονται για την παραβίαση των διατάξεών τους.

β. Ελέγχει την τήρηση των διατάξεων που αφορούν στην ελεγχόμενη στάθμευση, στη στάση και στάθμευση οχημάτων σύμφωνα με τις παρ. 1, 2 και 3 του άρθρου 3, τις παρ. 3 και 11 του άρθρου 4 αναφορικά με τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται με τις πινακίδες Ρ-39, Ρ-40, Ρ-41, Ρ-42, Ρ-69, Ρ-70, Ρ-71 και Ρ-72, τις περ. η’ και θ’ της παρ. 8 του άρθρου 5, τα άρθρα 6, 8 και 9, τις παρ. 2, 3, 5 και 6 του άρθρου 12, την παρ. 2 του άρθρου 13, το άρθρο 15, τις παρ. 4 και 7 του άρθρου 16, της παρ. 3 του άρθρου 19, τις περ. α’, β’, γ’, ε’, στ’, ζ’, η’, θ’, ι’, ια’, ιστ’, ιζ’ και ιη’ της παρ. 2, τις περ. α’, β’, γ’, δ’, ε’, η’, θ’, ι’, ια’ και, ιβ’ της παρ. 3 και τις παρ. 5, 6 και 12 του άρθρου 34, το άρθρο 39, τις παρ. 1 και 5 του άρθρου 48, τις παρ. 4, 6 και 8 του άρθρου 52 και τα άρθρα 86, 88, 90, 94, 100 και 107 του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας [ν. 2696/1999, (Α’ 57).

Επίσης, ελέγχει την τήρηση του άρθρου 7 του ν. 3181/2003 (Α΄218) περί χρηματισμού για εξασφάλιση θέσης στάθμευσης σε δημόσιους χώρους, των άρθρων 15 έως 25 του ν. 4784/2021 (Α΄40) περί ελαφρών προσωπικών ηλεκτρικών οχημάτων, του π.δ. 363/1995 (Α΄ 193) περί καθορισμού συστήματος επιβολής διοικητικών ποινών στους παράγοντες εφαρμογής της Κάρτας Ελέγχου Καυσαερίων και της υπό στοιχεία Δ30/Δ5α/73567/11.3.2022 απόφασης του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών (Β΄ 1144) περί εφοδιασμού οχημάτων με αντιολισθητικές αλυσίδες ή άλλα ανάλογα αντιολισθητικά μέσα.

γ. Ελέγχει την τήρηση των διατάξεων που αφορούν στη λειτουργία παιδότοπων.

δ. Εκτελεί τις διοικητικές κυρώσεις σε καταστήματα ή επιχειρήσεις αρμοδιότητας του οικείου δήμου.

ε. Συμμετέχει στην εφαρμογή σχεδίων για την πολιτική προστασία.

στ. Διενεργεί αυτοψία για την εξακρίβωση των προϋποθέσεων που απαιτούνται για την έκδοση διοικητικών πράξεων από τα όργανα του δήμου και, ιδίως, διενεργεί αυτοψία και συντάσσει έκθεση για την έκδοση πρωτοκόλλου διοικητικής αποβολής του άρθρου 2 του α.ν. 263/1968 (Α’ 12), και για τη χορήγηση βεβαίωσης μόνιμης κατοικίας.

ζ. Ελέγχει την τήρηση των διατάξεων που αφορούν στα εγκαταλελειμμένα οχήματα.

η. Προστατεύει τη δημοτική περιουσία από πράξεις φθοράς ξένης ιδιοκτησίας.

θ. Ελέγχει την τήρηση του άρθρου 168 του Ποινικού Κώδικα (ν. 4619/2019, Α’ 95) σχετικά με τη διατάραξη της λειτουργίας της υπηρεσίας του οικείου Ο.Τ.Α. α΄ βαθμού.

ι. Ελέγχει την ύπαρξη οικοδομικών αδειών και λαμβάνει κάθε πρόσφορο μέτρο για την ασφάλεια από τις επικίνδυνες οικοδομές, προκειμένου να διασφαλισθούν η προστασία της ζωής και της περιουσίας των κατοίκων και η ακώλυτη λειτουργία της πόλης, ενημερώνοντας αμελλητί την αρμόδια υπηρεσία δόμησης.

ια. Ελέγχει την τήρηση των διατάξεων που αφορούν στην προστασία των ανηλίκων από τον καπνό και τα αλκοολούχα ποτά σύμφωνα με τον ν. 3730/2008 (Α’ 262).

ιβ. Επιδίδει τα πάσης φύσεως έγγραφα του οικείου δήμου ή άλλων δημοτικών αρχών εντός των διοικητικών ορίων του οικείου δήμου.

ιγ. Βεβαιώνει, κατ’ οίκον, το γνήσιο της υπογραφής για φυσικά πρόσωπα με κινητικά προβλήματα, υπερήλικες ή ασθενείς.

  1. Δεύτερη κατηγορία αρμοδιοτήτων

Ελέγχει την τήρηση των διατάξεων που αφορούν:

α. στην υπαίθρια διαφήμιση [ν. 2946/2001, (Α΄224)],

β. στα ζώα συντροφιάς [ν. 4830/2021, (Α΄ 169)] και

γ. στο υπαίθριο εμπόριο και στις λαϊκές αγορές, στο πλαίσιο συμμετοχής στελεχών της στα μικτά κλιμάκια που συγκροτούνται με απόφαση της Διυπηρεσιακής Μονάδας Ελέγχου Αγοράς (Δ.Ι.Μ.Ε.Α.) του ν. 4712/2020 (Α΄ 146).

  1. Τρίτη κατηγορία αρμοδιοτήτων

Ελέγχει την τήρηση των διατάξεων που αφορούν:

α. στην αδειοδότηση καταστημάτων που διενεργείται από τον δήμο ή στη γνωστοποίηση λειτουργίας τους που υποβάλλεται στον δήμο (όπως καταστημάτων υγειονομικού ενδιαφέροντος, θεάτρων, κινηματογράφων, καταστημάτων ενοικίασης ποδηλάτων και μοτοποδηλάτων),

β. στην ηχορύπανση, στην κοινή ησυχία και στη λειτουργία μουσικής στα καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος

γ. στο ωράριο λειτουργίας καταστημάτων υγειονομικού ενδιαφέροντος και λοιπών εμπορικών καταστημάτων,

δ. στη λειτουργία εμποροπανηγύρεων, εποχικών υπαίθριων αγορών και λοιπών ψυχαγωγικών δραστηριοτήτων και

δ. στην αντικαπνιστική νομοθεσία σύμφωνα με τον ν. 3730/2008 (Α’ 262).

 

Άρθρο 4

Άσκηση αρμοδιοτήτων δημοτικής αστυνομίας

  1. Οι αρμοδιότητες της πρώτης κατηγορίας του άρθρου 3 δύναται να ασκούνται από υπηρεσίες δημοτικής αστυνομίας δήμων με μόνιμο πληθυσμό έως τρεις χιλιάδες πεντακόσιους (3.500) κατοίκους, σύμφωνα με την τελευταία απογραφή της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, οι οποίες στελεχώνονται με προσωπικό έως πέντε (5) άτομα. Με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου που λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία των μελών του δύναται να ανατίθενται προς άσκηση στη δημοτική αστυνομία και αρμοδιότητες από τη δεύτερη και την τρίτη κατηγορία.
  2. Οι αρμοδιότητες της πρώτης και της δεύτερης κατηγορίας δύναται να ασκούνται από υπηρεσίες δημοτικής αστυνομίας δήμων με μόνιμο πληθυσμό από τρεις χιλιάδες πεντακόσιους έναν (3.501) έως έξι χιλιάδες (6.000) κατοίκους, σύμφωνα με την τελευταία απογραφή της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, οι οποίες στελεχώνονται με προσωπικό από έξι (6) έως δέκα (10) άτομα. Με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου που λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία των μελών του δύναται να ανατίθενται προς άσκηση στη δημοτική αστυνομία και αρμοδιότητες από την τρίτη κατηγορία.
  3. Οι αρμοδιότητες της πρώτης και της δεύτερης κατηγορίας ασκούνται από υπηρεσίες δημοτικής αστυνομίας δήμων με μόνιμο πληθυσμό από έξι χιλιάδες έναν (6.001) έως εκατό χιλιάδες (100.000) κατοίκους, σύμφωνα με την τελευταία απογραφή της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, οι οποίες στελεχώνονται από προσωπικό που προκύπτει από τον μέσο όρο των διαιρέσεων έκτασης [σε τετραγωνικά μέτρα (τ.μ.)] / τριάντα χιλιάδες (30.000) και μόνιμου πληθυσμού (άτομα) / τρεις χιλιάδες (3.000)]. Τυχόν δεκαδικός αριθμός στρογγυλοποιείται στην αμέσως επόμενη μονάδα, εφόσον είναι από μισή μονάδα (0,5) και άνω.

Σε κάθε περίπτωση, οι υπηρεσίες δημοτικής αστυνομίας της παρούσας στελεχώνονται κατ΄ ελάχιστον από δώδεκα (12) άτομα. Με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου που λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία των μελών του δύναται να ανατίθενται προς άσκηση στη δημοτική αστυνομία και αρμοδιότητες από την τρίτη κατηγορία.

Εφόσον ανατεθεί στη δημοτική αστυνομία η άσκηση του συνόλου των αρμοδιοτήτων της τρίτης κατηγορίας, η στελέχωση της υπηρεσίας της δημοτικής αστυνομίας προσαυξάνεται κατά ένα τρίτο (1/3). Στην περίπτωση του πέμπτου εδαφίου, η δημοτική αστυνομία μεταπίπτει σε καθεστώς εικοσιτετράωρης λειτουργίας.

  1. Οι αρμοδιότητες όλων των κατηγοριών (πρώτη, δεύτερη και τρίτη) ασκούνται από υπηρεσίες δημοτικής αστυνομίας δήμων με μόνιμο πληθυσμό από εκατόν έναν χιλιάδες (100.001) κατοίκους και άνω, σύμφωνα με την τελευταία απογραφή της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, οι οποίες στελεχώνονται από προσωπικό που προκύπτει από το πηλίκο της διαίρεσης του μόνιμου πληθυσμού διά δύο χιλιάδες (μόνιμος πληθυσμός/2.000). Τυχόν δεκαδικός αριθμός στρογγυλοποιείται στην αμέσως επόμενη μονάδα, εφόσον είναι από μισή μονάδα (0,5) και άνω.

Κατ’ εξαίρεση, η στελέχωση της δημοτικής αστυνομίας του Δήμου Αθηναίων προκύπτει από το πηλίκο της διαίρεσης του μόνιμου πληθυσμού διά χίλια (μόνιμος πληθυσμός/1.000).

Οι αρμοδιότητες ασκούνται καθ’ όλο το εικοσιτετράωρο σε τρεις βάρδιες (πρωινή, απογευματινή και νυχτερινή), όλες τις ημέρες της εβδομάδας, συμπεριλαμβανομένων των αργιών, με κατάλληλη εναλλαγή του προσωπικού.

  1. Αν δεν πληρούνται τα κριτήρια του μόνιμου πληθυσμού ή της στελέχωσης της υπηρεσίας δημοτικής αστυνομίας, κατά τα οριζόμενα στις παρ. 2 έως 4, η δημοτική αστυνομία ασκεί τις αρμοδιότητες της αμέσως προηγούμενης κατηγορίας, με εξαίρεση την παρ. 1.
  2. Για την άσκηση των αρμοδιοτήτων σύμφωνα με τις παρ. 1 έως 5, εκδίδεται διαπιστωτική πράξη του Συντονιστή Αποκεντρωμένης Διοίκησης.
  3. Με την επιφύλαξη των τελευταίων εδαφίων, αντιστοίχως, των παρ. 3 και 4, οι αρμοδιότητες ασκούνται σε δύο βάρδιες (πρωινή και απογευματινή), όλες τις ημέρες της εβδομάδας, συμπεριλαμβανομένων των αργιών και εξαιρέσιμων, με κατάλληλη εναλλαγή του προσωπικού.

Ειδικά, η αρμοδιότητα της περ. ε’ της πρώτης κατηγορίας του άρθρου 3, σε περιπτώσεις εκτάκτων αναγκών, ασκείται καθ’ όλο το εικοσιτετράωρο, σύμφωνα με τις οδηγίες του κατά περίπτωση αρμόδιου συντονιστικού οργάνου.

 

Άρθρο 5

Τρόπος άσκησης των αρμοδιοτήτων της δημοτικής αστυνομίας

  1. Το προσωπικό της δημοτικής αστυνομίας υποχρεούται να εργάζεται εντός και εκτός γραφείων της υπηρεσίας, ανάλογα με τις υπηρεσιακές ανάγκες και τα καθήκοντα που του ανατίθενται. Τελεί σε διαρκή ετοιμότητα για την ταχεία επέμβασή του, σε κάθε τόπο και χρόνο, σύμφωνα με τους σχετικούς κανονισμούς και τις εντολές των προϊσταμένων. Κατά την άσκηση των καθηκόντων του δύναται να χρησιμοποιεί τεχνολογικά μέσα, εφαρμοζομένης της κατά περίπτωση κείμενης νομοθεσίας. Κάθε δημοτικός αστυνομικός φέρει, με δαπάνες του οικείου δήμου, ειδικό εξοπλισμό και μέσα δέσμευσης, όπως ενδεικτικά, χειροπέδες και αστυνομικές ράβδους. Επίσης, φέρει στολή, το ειδικό διακριτικό σήμα της δημοτικής αστυνομίας, διακριτικό του οικείου βαθμού ιεραρχίας, καθώς και ειδική ταυτότητα προσωπικού.
  2. Για τα παραπτώματα που διώκονται ποινικά και ανήκουν στην αρμοδιότητά του σύμφωνα με το άρθρο 3, το προσωπικό της δημοτικής αστυνομίας ενεργεί καθήκοντα ειδικού ανακριτικού υπαλλήλου όπως αυτά ορίζονται στο άρθρο 31 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας [ν. 4620/2019, (Α’ 96)].
  3. Κάθε ελεγχόμενος από το προσωπικό της δημοτικής αστυνομίας υποχρεούται να παρέχει τα αιτούμενα, γραπτά ή προφορικά, στοιχεία ή την οφειλόμενη συνδρομή, καθώς και να επιτρέπει την είσοδο στους χώρους στους οποίους διεξάγεται έλεγχος, άλλως υποπίπτει στο αδίκημα της απείθειας κατά το άρθρο 169 του Ποινικού Κώδικα (ν. 4619/2019, Α’ 95).
  4. Κάθε αντίσταση, απείθεια, εξύβριση, άσκηση ή απειλή βίας εναντίον του προσωπικού της δημοτικής αστυνομίας, κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων του, επισύρει τις κυρώσεις που προβλέπονται από την ποινική νομοθεσία, ανεξάρτητα από την αποκατάσταση των ζημιών που προκαλούνται σε αυτούς, σύμφωνα με τα άρθρα 914 έως 938 του Αστικού Κώδικα. Σε περίπτωση διάπραξης των ανωτέρω αδικημάτων συντάσσεται από αυτό σχετική έκθεση προς την υπηρεσία του, η οποία διαβιβάζεται, αμέσως, στον αρμόδιο εισαγγελέα.
  5. Η Ελληνική Αστυνομία (ΕΛ.ΑΣ.) παρέχει συνδρομή στο προσωπικό της δημοτικής αστυνομίας κατά την άσκηση του έργου της και, ειδικότερα, σε προγραμματισμένους ελέγχους της δημοτικής αστυνομίας ή σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, όπου αυτό προβλέπεται. H συνδρομή της ΕΛ.ΑΣ. προς τη δημοτική αστυνομία παρέχεται σύμφωνα με το άρθρο 161 του π.δ. 141/1991 (Α΄ 58).
  6. Η δημοτική αστυνομία, για την εκπλήρωση της αποστολής της, στο πλαίσιο άσκησης των αρμοδιοτήτων της δύναται να προβαίνει σε συλλήψεις κατά τις κείμενες διατάξεις.
  7. Για τα αδικήματα που διώκονται κατ’ έγκληση και φέρεται ότι διαπράχθηκαν από το ένστολο προσωπικό της δημοτικής αστυνομίας κατά την άσκηση των καθηκόντων του και εξαιτίας αυτής, δεν έχουν εφαρμογή τα άρθρα 275 και 417 έως 426 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.

Άρθρο 6

Συμβάσεις διαδημοτικής συνεργασίας

Δήμοι που δεν έχουν συστήσει υπηρεσία δημοτικής αστυνομίας μπορούν να συνάπτουν συμβάσεις διαδημοτικής συνεργασίας με όμορους δήμους που διαθέτουν τέτοια υπηρεσία, σύμφωνα με το άρθρο 99 του ν. 3852/2010 (Α΄ 87), με τις οποίες τους αναθέτουν την άσκηση αρμοδιοτήτων δημοτικής αστυνομίας στην περιφέρειά τους. Με τις συμβάσεις αυτές προσδιορίζονται ειδικότερα οι αρμοδιότητες που ασκούνται.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ’

ΟΡΓΑΝΩΣΗ – ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ

 

Άρθρο 7

Οργανικές μονάδες δημοτικής αστυνομίας στο Υπουργείο Εσωτερικών

  1. Στη Γενική Γραμματεία Ανθρώπινου Δυναμικού Δημόσιου Τομέα του Υπουργείου Εσωτερικών λειτουργεί Τμήμα Εποπτείας Ανθρώπινου Δυναμικού Δημοτικής Αστυνομίας που υπάγεται στη Διεύθυνση Προσωπικού Τοπικής Αυτοδιοίκησης, με τις εξής αρμοδιότητες:

α. Τον σχεδιασμό πολιτικής και τον έλεγχο εφαρμογής του νομοθετικού πλαισίου για τα ζητήματα υπηρεσιακής κατάστασης και σταδιοδρομίας του ειδικού ένστολου προσωπικού της δημοτικής αστυνομίας.

β. τη μέριμνα για την εισαγωγική εκπαίδευση του ειδικού ένστολου προσωπικού της δημοτικής αστυνομίας, καθώς και την οργάνωση και εκτέλεση προγραμμάτων επιμόρφωσης ή μετεκπαίδευσης είτε σε εξειδικευμένα αντικείμενα της υπηρεσίας της δημοτικής αστυνομίας είτε σε άλλα γνωστικά αντικείμενα, σε συνεργασία με το Εθνικό Κέντρο Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης (Ε.Κ.Δ.Δ.Α.), την ΕΛ.ΑΣ. και άλλους φορείς.

  1. Στη Γενική Γραμματεία Εσωτερικών και Οργάνωσης του Υπουργείου Εσωτερικών λειτουργεί Τμήμα Οργάνωσης και Λειτουργίας Δημοτικής Αστυνομίας που υπάγεται στη Διεύθυνση Οργάνωσης και Λειτουργίας Τοπικής Αυτοδιοίκησης της Γενικής Διεύθυνσης Αποκέντρωσης και Τοπικής Αυτοδιοίκησης, με τις εξής αρμοδιότητες:

α. Τον σχεδιασμό της οργάνωσης και της λειτουργίας της δημοτικής αστυνομίας,

β. τη διαμόρφωση και τον έλεγχο εφαρμογής του θεσμικού πλαισίου που διέπει τις αρμοδιότητες της δημοτικής αστυνομίας,

γ. τον έλεγχο, την παρακολούθηση και τον συντονισμό της λειτουργίας της δημοτικής αστυνομίας, σε συνεργασία με τα συναρμόδια Υπουργεία και τους ενδιαφερόμενους φορείς ως προς την άσκηση των αρμοδιοτήτων της,

δ. τη συγκέντρωση, την τήρηση και την ανάλυση στατιστικών στοιχείων για την παραγωγικότητα των υπηρεσιών της δημοτικής αστυνομίας,

ε. τη μέριμνα για την ανάπτυξη και εφαρμογή σύγχρονων μεθόδων για την αύξηση της παραγωγικότητας των υπηρεσιών της δημοτικής αστυνομίας και

στ. τη διατύπωση προτάσεων και τη λήψη μέτρων για την αντιμετώπιση τυχόν δυσλειτουργιών και τη βελτίωση των προσφερόμενων υπηρεσιών προς τους πολίτες.

 

Άρθρο 8

Σύσταση υπηρεσίας δημοτικής αστυνομίας

  1. Με τον Οργανισμό Εσωτερικής Υπηρεσίας (Ο.Ε.Υ.) του άρθρου 10 του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων [ν. 3584/2007, (Α΄ 143)] μπορεί να συστήνεται η δημοτική αστυνομία, η οποία λειτουργεί ως διακριτή υπηρεσία του δήμου. Με τον Οργανισμό καθορίζονται η εσωτερική διάρθρωση της υπηρεσίας, οι αρμοδιότητες και το αντικείμενο των οργανικών της μονάδων, οι θέσεις του προσωπικού, κατά κατηγορίες του κλάδου δημοτικής αστυνομίας, καθώς και το σύνολο των θέσεων της ιεραρχίας.
  2. Το προσωπικό της δημοτικής αστυνομίας κατατάσσεται σε κατηγορίες και κλάδους Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (ΠΕ) Δημοτικής Αστυνομίας, Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (ΤΕ) Δημοτικής Αστυνομίας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (ΔΕ) Δημοτικής Αστυνομίας.
  3. Η υπηρεσία της δημοτικής αστυνομίας οργανώνεται σε επίπεδο διεύθυνσης που διαρθρώνεται σε τμήματα ή σε επίπεδο αυτοτελούς τμήματος. Σε δήμους όπου το προσωπικό της δημοτικής αστυνομίας δεν υπερβαίνει τα δέκα (10) άτομα, η υπηρεσία της δημοτικής αστυνομίας οργανώνεται σε επίπεδο αυτοτελούς τμήματος. Σε δήμους οι οποίοι διαιρούνται σε δημοτικά διαμερίσματα είναι δυνατή η σύσταση περισσότερων διευθύνσεων. Στους δήμους αυτούς επιτρέπεται η σύσταση Γενικής Διεύθυνσης Δημοτικής Αστυνομίας.
  4. Η δημοτική αστυνομία αποτελείται από ειδικό ένστολο προσωπικό, το οποίο έχει λάβει ειδική εκπαίδευση, έχει ιδιαίτερη ιεραρχία και διέπεται από κανόνες πειθαρχίας. Η υπηρεσία της δημοτικής αστυνομίας υποστηρίζεται διοικητικά και επιστημονικά από τις υφιστάμενες υπηρεσίες του δήμου με αποκλειστική ή παράλληλη άσκηση καθηκόντων.
  5. Το προσωπικό της δημοτικής αστυνομίας, κατά την άσκηση των καθηκόντων του, οφείλει να τηρεί τις διατάξεις του Συντάγματος, του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και να ενεργεί με γνώμονα την αρχή της ίσης μεταχείρισης. Υπάγεται στο Μέρος Ε’ του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών και Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. [ν. 3528/2007 (Α΄26)] περί πειθαρχικού δικαίου. Ειδικό πειθαρχικό παράπτωμα για το ένστολο προσωπικό της δημοτικής αστυνομίας αποτελεί η άρνησή του να φέρει τη στολή και το διακριτικό σήμα που του χορηγεί η υπηρεσία κατά τον χρόνο της εργασίας τους.

 

Άρθρο 9

Πρόσληψη ειδικού ένστολου προσωπικού δημοτικής αστυνομίας

  1. Για την πρόσληψη του ειδικού ένστολου προσωπικού δημοτικής αστυνομίας εφαρμόζεται ο ν. 4765/2021 (Α΄ 6), με την επιφύλαξη των παρ. 5 και 6 του παρόντος.
  2. Οι υποψήφιοι για τις θέσεις του ειδικού ένστολου προσωπικού της δημοτικής αστυνομίας πρέπει να πληρούν τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α. Να έχουν συμπληρώσει το εικοστό πρώτο (21°) έτος της ηλικίας τους και να μην έχουν υπερβεί, προκειμένου για τους κλάδους ΠΕ και ΤΕ Δημοτικής Αστυνομίας, το τριακοστό πέμπτο (35ο) έτος της ηλικίας τους και για τον κλάδο ΔΕ Δημοτικής Αστυνομίας, το εικοστό όγδοο (28°) έτος της ηλικίας τους.

Για τον υπολογισμό της ηλικίας των ανωτέρω ορίων, ως ημερομηνία γέννησης θεωρείται η 1η Ιανουαρίου του έτους γέννησης για το κατώτατο όριο ηλικίας και η 31η Δεκεμβρίου για το ανώτατο όριο ηλικίας.

β. Να έχουν ανάστημα, χωρίς υποδήματα, τουλάχιστον ένα μέτρο και εξήντα τρία εκατοστά (1,63 μ.) οι γυναίκες και ένα μέτρο και εβδομήντα εκατοστά (1,70 μ.) οι άνδρες.

γ. Να έχουν την ψυχική και σωματική υγεία, καθώς και τα διανοητικά προσόντα που τους επιτρέπουν την εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης τους. Η κατάσταση της υγείας των υποψήφιων υπαλλήλων, προκειμένου να είναι σε θέση να ασκήσουν τα καθήκοντα που προβλέπονται για τη θέση τους, πιστοποιείται με γνωματεύσεις παθολόγου ή γενικού ιατρού και ψυχιάτρου, οι οποίοι απασχολούνται είτε στο Εθνικό Σύστημα Υγείας είτε στον ιδιωτικό τομέα, με βάση παραπεμπτικό έγγραφο, στο οποίο περιγράφονται από την υπηρεσία τα καθήκοντα της θέσης που πρόκειται να αναλάβει ο υπάλληλος.

  1. Οι υποψήφιοι που κρίνονται κατάλληλοι υγειονομικά με βάση την περ. γ’ της παρ. 2 υποβάλλονται σε αθλητικές δοκιμασίες, οι οποίες περιλαμβάνουν:

α) Δρόμο 100 μ. σε χρόνο δεκαέξι δευτερολέπτων [16΄΄ (μία προσπάθεια)],

β) Δρόμο 1.000 μ. σε χρόνο τεσσάρων λεπτών και είκοσι δευτερολέπτων [4 και 20΄΄ (μία προσπάθεια)],

γ) Άλμα σε ύψος με φόρα τουλάχιστον ενός μέτρου [1.00 μ. (τρεις προσπάθειες)],

δ) Άλμα σε μήκος με φόρα τουλάχιστον τριών μέτρων και εξήντα εκατοστών [3.60 μ. (τρεις προσπάθειες)],

ε) Ρίψη σφαίρας (7,275 χλγ.) σε απόσταση τουλάχιστον τεσσερισήμισι μέτρων (4,50 μ.), ως μέσο όρο ρίψης με το δεξί και το αριστερό χέρι (τρεις προσπάθειες ανά χέρι).

  1. Οι υποψήφιοι που επιτυγχάνουν στις αθλητικές δοκιμασίες της παρ. 3 υποβάλλονται σε ψυχοτεχνικές δοκιμασίες και συνέντευξη, ώστε να ερευνηθούν ιδίως η κρίση, η αντίληψη, η προσαρμοστικότητα στις μεταβαλλόμενες καταστάσεις και απαιτήσεις, ο βαθμός ετοιμότητας, η αυτοκυριαρχία, η συναισθηματική σταθερότητα, και η δομή της προσωπικότητας. Η συνέντευξη διενεργείται μετά το πέρας των ψυχοτεχνικών δοκιμασιών, οπότε και συντάσσεται αυτοτελές πρακτικό εξατομικευμένης κρίσης για κάθε υποψήφιο στο οποίο αναφέρεται η τελική κρίση, με ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία.
  2. Σε περίπτωση πλήρωσης θέσεων ειδικού ένστολου προσωπικού δημοτικής αστυνομίας κλάδων ΠΕ, ΤΕ και ΔΕ Δημοτικής Αστυνομίας μέσω του πανελλήνιου γραπτού διαγωνισμού του Μέρους Β΄ του ν. 4765/2021, η συνολική βαθμολογία των υποψηφίων οι οποίοι υπηρέτησαν μέχρι και την απόλυσή τους ως έφεδροι αξιωματικοί ή σε Ειδικές Δυνάμεις ή ως Εθελοντές Πενταετούς Υποχρέωσης (Ε.Π.Υ.) ή ως Επαγγελματίες Οπλίτες (ΕΠ.ΟΠ.) στις Ένοπλες Δυνάμεις ή στην Προεδρική Φρουρά, προσαυξάνεται κατά μία (1) μονάδα.
  3. Σε περίπτωση πλήρωσης θέσεων ειδικού ένστολου προσωπικού δημοτικής αστυνομίας κλάδων ΠΕ, ΤΕ και ΔΕ Δημοτικής Αστυνομίας με σειρά προτεραιότητας του Κεφαλαίου Α΄ του Μέρους Γ΄ του ν. 4765/2021, η συνολική βαθμολογία των υποψηφίων οι οποίοι υπηρέτησαν μέχρι και την απόλυσή τους ως έφεδροι αξιωματικοί ή σε Ειδικές Δυνάμεις ή ως Εθελοντές Πενταετούς Υποχρέωσης (Ε.Π.Υ.) ή ως Επαγγελματίες Οπλίτες (ΕΠ.ΟΠ.) στις Ένοπλες Δυνάμεις ή στην Προεδρική Φρουρά, προσαυξάνεται κατά εκατό (100) μονάδες.
  4. Με την προκήρυξη πλήρωσης θέσεων ειδικού ένστολου προσωπικού δημοτικής αστυνομίας κλάδων ΠΕ, ΤΕ και ΔΕ Δημοτικής Αστυνομίας που εκδίδεται από το Α.Σ.Ε.Π. σύμφωνα με τον ν. 4765/2021 καθορίζεται κάθε θέμα σχετικό με τις υγειονομικές εξετάσεις και τη διεξαγωγή των αθλητικών και ψυχοτεχνικών δοκιμασιών.

 

Άρθρο 10

Προσόντα διορισμού

  1. Τα κατά κλάδο και ειδικότητα τυπικά προσόντα διορισμού του ειδικού ένστολου προσωπικού της δημοτικής αστυνομίας είναι τα εξής:

α. για τον κλάδο ΠΕ Δημοτικής Αστυνομίας, το πτυχίο ή δίπλωμα οποιουδήποτε τμήματος Α.Ε.Ι. της ημεδαπής ή ακαδημαϊκά ισοδύναμος ή ισότιμος τίτλος σχολών της αλλοδαπής.

β. για τον κλάδο ΤΕ Δημοτικής Αστυνομίας, το πτυχίο ή δίπλωμα οποιουδήποτε τμήματος Τ.Ε.Ι. της ημεδαπής ή ισότιμος τίτλος σχολών της αλλοδαπής

γ. για τον κλάδο ΔΕ Δημοτικής Αστυνομίας, οποιοδήποτε πτυχίο ή δίπλωμα ή απολυτήριος τίτλος Επαγγελματικής Ειδικότητας, Εκπαίδευσης και Κατάρτισης επιπέδου 5 (Ι.Ε.Κ. ή Μεταλυκειακού Έτους – Τάξης Μαθητείας ΕΠΑ.Λ.) ή Επαγγελματικής Κατάρτισης επιπέδου μεταδευτεροβάθμιας επαγγελματικής εκπαίδευσης Ι.Ε.Κ. ή Επαγγελματικού Λυκείου (ΕΠΑ.Λ.) ή Επαγγελματικής Ειδικότητας, Εκπαίδευσης και Κατάρτισης επιπέδου 4 ΕΠΑ.Λ. ή Τεχνικού Επαγγελματικού Εκπαιδευτηρίου (Τ.Ε.Ε.) Β΄ κύκλου Σπουδών ή Ενιαίου Πολυκλαδικού Λυκείου (Ε.Π.Λ.) ή Τεχνικού Επαγγελματικού Λυκείου (Τ.Ε.Λ.) ή Μέσης Τεχνικής Επαγγελματικής Σχολής Εργοδηγών [άρθρο 1 ν.δ. 580/1970, (Α΄ 139)] ή Γενικού Λυκείου ή Ενιαίου Λυκείου ή Λυκείου Γενικής Κατεύθυνσης ή άλλος ισότιμος τίτλος σχολικής μονάδας της ημεδαπής ή αλλοδαπής ανεξαρτήτως ειδικότητας.

  1. Για όλους τους κλάδους του ειδικού ένστολου προσωπικού της δημοτικής αστυνομίας, ως πρόσθετα προσόντα διορισμού ορίζονται τα εξής:

α. Γνώση χειρισμού Ηλεκτρονικού Υπολογιστή (Η/Υ) στα αντικείμενα: (αα) επεξεργασίας κειμένων, (αβ) υπολογιστικών φύλλων και (αγ) υπηρεσιών διαδικτύου.

β. Η κατοχή άδειας οδήγησης αυτοκινήτου Β’ κατηγορίας ή δίκυκλης μηχανής, τουλάχιστον πενήντα (50) κυβικών εκατοστών.

 

Άρθρο 11
Ποινική καταδίκη και υποδικία

  1. Δεν διορίζονται σε θέσεις ειδικού ένστολου προσωπικού της δημοτικής αστυνομίας:

α) Όσοι έχουν καταδικασθεί αμετάκλητα για κακούργημα, καθώς και σε οποιαδήποτε ποινή για κλοπή, υπεξαίρεση, απάτη, εκβίαση, πλαστογραφία, χρήση πλαστού εγγράφου, ψευδή βεβαίωση, υπεξαγωγή εγγράφων, ψευδή κατάθεση, απιστία δικηγόρου, δωροληψία υπαλλήλου, δωροδοκία υπαλλήλου, παράνομη βεβαίωση ή είσπραξη δικαιωμάτων του Δημοσίου, παραβίαση υπηρεσιακού απορρήτου, απιστία, παράβαση καθήκοντος, καθώς και για οποιοδήποτε έγκλημα του δέκατου ένατου (19ου) Κεφαλαίου του Ειδικού Μέρους του Ποινικού Κώδικα (ν. 4619/2019, Α’ 95).

β) Όσοι έχουν καταδικασθεί αμετάκλητα με μία ή περισσότερες αποφάσεις, σε ποινή στερητική της ελευθερίας, συνολικής διάρκειας μεγαλύτερης από ένα (1) έτος, για έγκλημα που έχει τελεστεί με δόλο.

  1. Όσοι έχουν παραπεμφθεί με τελεσίδικο βούλευμα ή με απευθείας κλήση για κακούργημα ή για πλημμέλημα της περ. α) της παρ. 1 μπορούν να λαμβάνουν μέρος στις διαδικασίες επιλογής, αλλά δεν διορίζονται δημοτικοί αστυνομικοί, εάν κατά τον χρόνο διορισμού δεν έχει εκδοθεί αμετάκλητη αθωωτική απόφαση ή αμετάκλητο αθωωτικό βούλευμα ή αμετάκλητο βούλευμα ή απόφαση που παύει οριστικά την ποινική δίωξη λόγω παραγραφής.

 

Άρθρο 12

Εισαγωγική εκπαίδευση και επιμόρφωση

  1. Η εισαγωγική εκπαίδευση του ειδικού ένστολου προσωπικού της δημοτικής αστυνομίας πραγματοποιείται μετά τη δημοσίευση των οριστικών πινάκων επιτυχόντων στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και περιλαμβάνει πρόγραμμα θεωρητικής και πρακτικής εκπαίδευσης διάρκειας τουλάχιστον έξι (6) μηνών που παρέχεται από την ΕΛ.ΑΣ. και το Ε.Κ.Δ.Δ.Α..
  2. Όσοι ολοκληρώνουν το πρόγραμμα εισαγωγικής εκπαίδευσης, κατόπιν επιτυχούς συμμετοχής σε εξετάσεις, διορίζονται στους Ο.Τ.Α. α’ βαθμού για τους οποίους έχουν προκηρυχθεί οι θέσεις. Ο οικείος Ο.Τ.Α. α’ βαθμού υποχρεούται, εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών, να εκδώσει την πράξη διορισμού, η οποία ανατρέχει στην ημερομηνία δημοσίευσης των οριστικών πινάκων της παρ. 1. Στη συνέχεια το προσωπικό αυτό καλείται για ορκωμοσία. Ο χρόνος παρακολούθησης του προγράμματος εισαγωγικής εκπαίδευσης λαμβάνεται υπόψη για τη συμπλήρωση της διετούς δοκιμαστικής υπηρεσίας και είναι χρόνος πραγματικής υπηρεσίας με όλες τις συνέπειες ως προς το υπηρεσιακό, μισθολογικό, ασφαλιστικό και συνταξιοδοτικό καθεστώς του υπαλλήλου.
  3. Όσοι από τους εκπαιδευόμενους δεν ολοκληρώνουν επιτυχώς το πρόγραμμα εισαγωγικής εκπαίδευσης δεν διορίζονται σε θέσεις δημοτικών αστυνομικών. Σε περίπτωση μη επιτυχούς ολοκλήρωσης του προγράμματος της εισαγωγικής εκπαίδευσής τους λόγω αποβολής με απόφαση των αρμοδίων οργάνων των φορέων που παρέχουν το πρόγραμμα εκπαίδευσης, εξαιτίας αδικαιολόγητων απουσιών ή πειθαρχικών παραπτωμάτων του Μέρους Ε’ του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν. 3528/2007, Α΄ 26) και του οικείου Κανονισμού Σπουδών, δεν δικαιούνται να συμμετέχουν σε νέο διαγωνισμό πλήρωσης θέσεων ειδικού ένστολου προσωπικού της δημοτικής αστυνομίας για μία πενταετία από την κοινοποίηση σε αυτούς της παραπάνω απόφασης. Κατά της απόφασης του προηγούμενου εδαφίου, οι εκπαιδευόμενοι δύνανται να ασκήσουν ένσταση ενώπιον του Υπουργού Εσωτερικών εντός αποκλειστικής προθεσμίας είκοσι (20) ημερών από την κοινοποίηση σε αυτούς της παραπάνω απόφασης. Η άσκηση της ως άνω ένστασης αποτελεί προϋπόθεση για την άσκηση του δικαιώματος παροχής έννομης προστασίας από τα αρμόδια δικαστήρια.
  4. Για το ειδικό ένστολο προσωπικό της δημοτικής αστυνομίας που διορίζεται με τη διαδικασία του παρόντος εφαρμόζεται η παρ. 2 του άρθρου 17 του ν. 4765/2021 (Α’ 6) περί μη δυνατότητας συμμετοχής σε νέα διαδικασία πλήρωσης θέσεων πριν από την παρέλευση πενταετίας από την ημερομηνία διορισμού του, με εξαίρεση τη συμμετοχή σε διαδικασία πλήρωσης θέσεων κατηγορίας ανώτερης αυτής του διορισμού του. Σε περίπτωση συμμετοχής σε νέα διαδικασία πλήρωσης θέσεων δημοτικών αστυνομικών, μετά την παρέλευση της πενταετίας που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο, δεν επαναλαμβάνεται η εισαγωγική εκπαίδευση, εφόσον αυτή έχει προηγηθεί.
  5. Αν υπάλληλος δημοτικής αστυνομίας υποβάλλει παραίτηση πριν από την παρέλευση δεκαετίας από τον διορισμό του, υποχρεούται να καταβάλει υπέρ του οικείου Ο.Τ.Α. α’ βαθμού αποζημίωση ίση με το γινόμενο του βασικού μισθού του κατεχόμενου μισθολογικού κλιμακίου επί τους μήνες εισαγωγικής εκπαίδευσης που παρακολούθησε, καθώς και τη σχετική δαπάνη που καταβλήθηκε για την εκπαίδευσή του. Η διαδικασία αποδοχής της αίτησης παραίτησης που έχει υποβληθεί, συμπεριλαμβάνει την ενημέρωση της οικείας δημοτικής υπηρεσίας οικονομικών, τον υπολογισμό από αυτή του ύψους της αποζημίωσης και τον καταλογισμό της αποζημίωσης σ’ αυτόν που παραιτήθηκε, με απόφαση του οικείου προϊστάμενου οικονομικών υπηρεσιών. Το ποσό της αποζημίωσης που καταλογίζεται στον υπάλληλο που παραιτείται εισπράττεται σύμφωνα με τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων [ν. 4978/2022 (Α΄190)].
  6. Ο οικείος Ο.Τ.Α. α’ βαθμού υποχρεούται να μεριμνά για την επιμόρφωση και την τακτική επανεκπαίδευση των δημοτικών αστυνομικών του σε όλη τη διάρκεια της σταδιοδρομίας τους ανεξάρτητα από την κατηγορία, τον κλάδο και τον βαθμό τους. Η επιμόρφωση μπορεί να αφορά αντικείμενα της δημόσιας διοίκησης εν γένει ή να έχει τη μορφή εξειδίκευσης σε αντικείμενα της υπηρεσίας της δημοτικής αστυνομίας. Με απόφαση του ανώτερου ιεραρχικά προϊσταμένου της οικείας οργανικής μονάδας της δημοτικής αστυνομίας, η συμμετοχή του προσωπικού σε προγράμματα επιμόρφωσης μπορεί να ορίζεται ως υποχρεωτική.
  7. Τα έξοδα της εισαγωγικής εκπαίδευσης και της επιμόρφωσης του ειδικού ένστολου προσωπικού της δημοτικής αστυνομίας καλύπτονται από πιστώσεις του προϋπολογισμού του οικείου Ο.Τ.Α α’ βαθμού.
  8. Η ΕΛ.ΑΣ., το Ε.Κ.Δ.Δ.Α. και οι λοιπές υπηρεσίες του δημοσίου παρέχουν το αναγκαίο προσωπικό και την υλικοτεχνική υποστήριξη για την υλοποίηση της εισαγωγικής εκπαίδευσης και επιμόρφωσης.
  9. Στο πλαίσιο επιμόρφωσής τους, οι δημοτικοί αστυνομικοί δύναται να μετέχουν σε προγράμματα επιμόρφωσης των σχολών των Ενόπλων Δυνάμεων, της ΕΛ.ΑΣ., του Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής καθώς και των υπηρεσιών πολιτικής προστασίας, ανάλογα με τις ειδικότερες ανάγκες της αποστολής τους.

 

Άρθρο 13

Βαθμοί προσωπικού δημοτικής αστυνομίας

  1. Οι βαθμοί του ειδικού ένστολου προσωπικού της δημοτικής αστυνομίας καθορίζονται ιεραρχικά, ως εξής:

α) Δημοτικός Αστυνόμος Α΄,

β) Δημοτικός Αστυνόμος Β΄,

γ) Δημοτικός Αστυνομικός Α΄,

δ) Δημοτικός Αστυνομικός Β΄, και

ε) Δημοτικός Αστυνομικός Γ΄.

  1. Για τους δημοτικούς αστυνομικούς των κατηγοριών ΠΕ και ΤΕ εισαγωγικός βαθμός είναι αυτός του Δημοτικού Αστυνομικού Β΄. Για τους δημοτικούς αστυνομικούς της κατηγορίας ΔΕ εισαγωγικός βαθμός είναι αυτός του Δημοτικού Αστυνομικού Γ΄.

 

 

Άρθρο 14

Ιεραρχία προσωπικού

  1. α. Το προσωπικό της υπηρεσίας της δημοτικής αστυνομίας, εφόσον αυτή διαρθρώνεται σε επίπεδο Γενικής Διεύθυνσης, ακολουθεί την εξής ιεραρχία:

αα. Προϊστάμενος Γενικής Διεύθυνσης,

αβ. Προϊστάμενος Διεύθυνσης,

αγ. Προϊστάμενος Τμήματος,

αδ. Επόπτης, και

αε. Δημοτικός Αστυνομικός.

β. Το προσωπικό της υπηρεσίας της Δημοτικής Αστυνομίας, εφόσον αυτή διαρθρώνεται σε επίπεδο Διεύθυνσης, ακολουθεί την εξής ιεραρχία:

βα. Προϊστάμενος Διεύθυνσης,

ββ. Προϊστάμενος Τμήματος,

βγ. Επόπτης, και

βδ. Δημοτικός Αστυνομικός.

γ. Το προσωπικό της υπηρεσίας της Δημοτικής Αστυνομίας, εφόσον αυτή διαρθρώνεται σε επίπεδο Αυτοτελούς Τμήματος ή Τμήματος, ακολουθεί την εξής ιεραρχία:

γα. Προϊστάμενος Τμήματος,

γβ. Επόπτης, και

γγ. Δημοτικός Αστυνομικός.

  1. Ο επόπτης ορίζεται με απόφαση του αρμόδιου οργάνου κατόπιν εισήγησης του ανώτερου ιεραρχικά προϊσταμένου της υπηρεσίας δημοτικής αστυνομίας, εφόσον έχει πενταετή τουλάχιστον υπηρεσία ως δημοτικός αστυνομικός.

 

Άρθρο 15

Προβάδισμα

Το προβάδισμα μεταξύ του ειδικού ένστολου προσωπικού της δημοτικής αστυνομίας καθορίζεται ως εξής:

α) Μεταξύ υπαλλήλων που ανήκουν σε διαφορετικές κατηγορίες, προηγούνται οι δημοτικοί αστυνομικοί ανώτερου βαθμού, με βάση την ιεραρχία των βαθμών του άρθρου 13 .

β) Μεταξύ υπαλλήλων του ίδιου βαθμού, προηγούνται οι δημοτικοί αστυνομικοί της κατηγορίας ΠΕ, ακολουθούν οι  δημοτικοί αστυνομικοί της κατηγορίας ΤΕ και, τέλος, οι  δημοτικοί αστυνομικοί της κατηγορίας ΔΕ.

γ) Μεταξύ υπαλλήλων της ίδιας κατηγορίας και βαθμού, δεν υπάρχει προβάδισμα.

 

Άρθρο 16

Βαθμολογική εξέλιξη

  1. Οι δημοτικοί αστυνομικοί κατηγορίας ΔΕ προάγονται μέχρι και τον βαθμό του Δημοτικού Αστυνομικού Α΄. Οι δημοτικοί αστυνομικοί κατηγορίας ΠΕ και ΤΕ προάγονται μέχρι και τον βαθμό του Δημοτικού Αστυνόμου Α΄.
  2. Για την προαγωγή από βαθμό σε βαθμό απαιτείται:

α) Για την κατηγορία ΔΕ:

αα) Από τον βαθμό του Δημοτικού Αστυνομικού Γ΄ στον βαθμό Δημοτικού Αστυνομικού Β΄ δεκαετής υπηρεσία στον βαθμό Δημοτικού Αστυνομικού Γ΄ και

αβ) από τον βαθμό Δημοτικού Αστυνομικού Β΄ στον βαθμό Δημοτικού Αστυνομικού Α΄ δεκαετής υπηρεσία στον βαθμό Δημοτικού Αστυνομικού Β΄.

β) Για την κατηγορία TE:

βα) Από τον βαθμό Δημοτικού Αστυνομικού Β΄ στον βαθμό Δημοτικού Αστυνομικού Α΄ οκταετής υπηρεσία στον βαθμό Δημοτικού Αστυνομικού Β΄,

ββ) από τον βαθμό Δημοτικού Αστυνομικού Α΄ στον βαθμό Δημοτικού Αστυνόμου Β΄ οκταετής υπηρεσία στον βαθμό Δημοτικού Αστυνομικού Α΄ και

βγ) από τον βαθμό Δημοτικού Αστυνόμου Β΄ στον βαθμό Δημοτικού Αστυνόμου Α΄ εννεαετής υπηρεσία στον βαθμό Δημοτικού Αστυνόμου Β΄.

γ) Για την κατηγορία ΠΕ:

γα) Από τον βαθμό Δημοτικού Αστυνομικού Β΄ στον βαθμό Δημοτικού Αστυνομικού Α΄ επταετής υπηρεσία στον βαθμό Δημοτικού Αστυνομικού Β΄,

γβ) από τον βαθμό Δημοτικού Αστυνομικού Α΄ στον βαθμό Δημοτικού Αστυνόμου Β΄ οκταετής υπηρεσία στον βαθμό Δημοτικού Αστυνομικού Α΄ και

γγ) από τον βαθμό Δημοτικού Αστυνόμου Β΄ στον βαθμό Δημοτικού Αστυνόμου Α΄ εννεαετής υπηρεσία στον βαθμό Δημοτικού Αστυνόμου Β΄.

Η υπηρεσία των περ. α), β) και γ) πρέπει να έχει διανυθεί σε θέση δημοτικού αστυνομικού, άλλως δεν προσμετράται για τη βαθμολογική εξέλιξη του υπαλλήλου.
3. Για τους δημοτικούς αστυνομικούς κατηγορίας ΠΕ ή TE, κατόχους μεταπτυχιακού διπλώματος σπουδών διάρκειας ενός (1) τουλάχιστον έτους, ο χρόνος που απαιτείται για τη βαθμολογική εξέλιξη μειώνεται συνολικά κατά δύο (2) έτη. Για τους κατόχους διδακτορικού διπλώματος ο χρόνος που απαιτείται για τη βαθμολογική εξέλιξη μειώνεται συνολικά κατά τέσσερα (4) έτη. Αν ο δημοτικός αστυνομικός κατέχει μεταπτυχιακό τίτλο και ταυτόχρονα κατέχει και διδακτορικό δίπλωμα, η κατά τα ανωτέρω μείωση του χρόνου αφορά μόνο στο διδακτορικό δίπλωμα.

Για τους κατόχους του πιστοποιητικού του έκτου εδαφίου της παρ. 4 του άρθρου 85 του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων (ν. 3584/2007, Α΄143), περί παρακολούθησης ειδικού πιστοποιητικού διοικητικής επάρκειας, ο χρόνος που απαιτείται για τη βαθμολογική εξέλιξη μειώνεται συνολικά κατά ένα (1) έτος.

Για τους δημοτικούς αστυνομικούς κατηγορίας ΔΕ, κατόχους αποφοιτηρίου δημόσιου Ι.Ε.Κ., διάρκειας σπουδών δύο (2) ετών, ή κατόχους πτυχίου επαγγελματικής ειδικότητας, εκπαίδευσης και κατάρτισης, επιπέδου 5, του «Μεταλυκειακού έτους – Τάξης Μαθητείας», ο χρόνος που απαιτείται για τη βαθμολογική εξέλιξη μειώνεται συνολικά κατά δύο (2) έτη.

 

Άρθρο 17

Επετηρίδα

  1. Για το ειδικό ένστολο προσωπικό της δημοτικής αστυνομίας τηρείται επετηρίδα. Η επετηρίδα συντάσσεται τον Ιανουάριο κάθε έτους από την αρμόδια υπηρεσία προσωπικού και σε αυτή καταγράφονται όλοι οι δημοτικοί αστυνομικοί του φορέα κατά κατηγορία, βαθμό και κλάδο με βάση το προβάδισμα του άρθρου 15. Η επετηρίδα συντάσσεται με βάση τα στοιχεία της 31ης Δεκεμβρίου του προηγούμενου έτους και περιλαμβάνει και στοιχεία δηλωτικά της ηλικίας, της συνολικής υπηρεσίας, του μισθολογικού κλιμακίου και των τίτλων σπουδών.
  2. Η επετηρίδα κοινοποιείται υποχρεωτικά στους δημοτικούς αστυνομικούς κατά το πρώτο δεκαήμερο του Φεβρουαρίου κάθε έτους. Διόρθωση των στοιχείων που αναγράφονται σε αυτή γίνεται από την υπηρεσία ύστερα από αίτηση του δημοτικού αστυνομικού, η οποία υποβάλλεται εντός προθεσμίας δέκα (10) εργασίμων ημερών από την κοινοποίηση. Αν η υπηρεσία απορρίψει την αίτηση ή δεν απαντήσει μέσα σε δέκα (10) ημέρες από την υποβολή της, επιτρέπεται η υποβολή αίτησης διόρθωσης στο υπηρεσιακό συμβούλιο του άρθρου 5 του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων (ν. 3584/2007, Α΄143) μέσα σε δέκα (10) ημέρες από την πάροδο της παραπάνω δεκαήμερης προθεσμίας ή από την κοινοποίηση της απορριπτικής απόφασης της υπηρεσίας, αν αυτή γίνει νωρίτερα. Το υπηρεσιακό συμβούλιο αποφασίζει μέσα σε έναν (1) μήνα από την υποβολή της αίτησης διόρθωσης.

 

Άρθρο 18

Διαδικασία βαθμολογικών προαγωγών

  1. Οι βαθμολογικές προαγωγές του ειδικού ένστολου προσωπικού της δημοτικής αστυνομίας διενεργούνται ύστερα από απόφαση του υπηρεσιακού συμβουλίου. Οι δημοτικοί αστυνομικοί προάγονται στον αμέσως επόμενο βαθμό, εφόσον έχουν συμπληρώσει τον απαιτούμενο χρόνο στον βαθμό που κατέχουν, σύμφωνα με το άρθρο 16 και έχουν παρακολουθήσει επιτυχώς ειδικό πρόγραμμα επιμόρφωσης του Ε.Κ.Δ.Δ.Α..
  2. Για τον σχηματισμό της κρίσης του, το οικείο υπηρεσιακό συμβούλιο λαμβάνει υπόψη όλα τα στοιχεία του προσωπικού μητρώου του δημοτικού αστυνομικού, καθώς και εκθέσεις αξιολόγησης της τελευταίας πενταετίας, προκειμένου να διαπιστώσει την επάρκεια των δεξιοτήτων του. Η αξιολόγηση υπαλλήλων ως υψηλής απόδοσης και δυνατοτήτων κατά το άρθρο 13 του ν. 4940/2022 (Α΄ 112) αποτελεί κρίσιμο στοιχείο για σχηματισμό θετικής κρίσης.
  3. Το υπηρεσιακό συμβούλιο, τον Απρίλιο κάθε έτους, καταρτίζει, με βάση την επετηρίδα του άρθρου 17, πίνακα προακτέων με αλφαβητική σειρά κατά βαθμό και κλάδο, καθώς και πίνακες μη προακτέων.

Για την εγγραφή στους πίνακες αυτούς, κρίνονται οι δημοτικοί αστυνομικοί που συμπληρώνουν έως τις 30 Απριλίου του επόμενου έτους τον απαιτούμενο για την προαγωγή χρόνο υπηρεσίας. Η ισχύς των πινάκων αρχίζει την 1η Μαΐου του έτους κατάρτισής τους, ανεξάρτητα από την ημερομηνία οριστικοποίησής τους, σύμφωνα με το άρθρο 92 του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων (ν. 3584/2007, Α΄143) περί ελέγχου νομιμότητας και ισχύος πινάκων προακτέων.

  1. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι παρ. 3 έως 5 του άρθρου 86 καθώς και τα άρθρα 91, 92, 94, 95, 96 και 97 του ν. 3584/2007.

 

Άρθρο 19

Ειδικές περιπτώσεις εγγραφής σε πίνακες προακτέων

Υπάλληλοι οι οποίοι μετατάσσονται ή εντάσσονται στη δημοτική αστυνομία, σύμφωνα με τα άρθρα 20, 31, 32 και 33, καθώς και σύμφωνα με κάθε άλλη ειδική διάταξη, μετά την κύρωση των πινάκων προακτέων, κρίνονται από το υπηρεσιακό συμβούλιο και εγγράφονται στους οικείους πίνακες προακτέων κατά το άρθρο 18.

 

Άρθρο 20

Βαθμολογική ένταξη

  1. Οι υπάλληλοι, που έχουν πριν από τον διορισμό τους χρόνο πραγματικής υπηρεσίας σε υπηρεσία δημοτικής αστυνομίας, εντάσσονται μετά τη μονιμοποίηση τους μέχρι και τον αμέσως προηγούμενο του καταληκτικού βαθμό, με συνυπολογισμό πλεονάζοντος χρόνου στον βαθμό αυτό, ύστερα από ουσιαστική κρίση του υπηρεσιακού συμβουλίου. Η ένταξη ανατρέχει στον χρόνο κρίσης του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου.
  2. Για την κατά τα ανωτέρω ένταξη λαμβάνεται υπόψη μόνο η προϋπηρεσία που έχει διανυθεί πριν από τον διορισμό στην κατηγορία, στην οποία ανήκει ο υπάλληλος κατά τον χρόνο της ένταξης.

 

Άρθρο 21

Προϊστάμενοι οργανικών μονάδων

  1. Ως προϊστάμενοι οργανικών μονάδων δημοτικής αστυνομίας επιλέγονται δημοτικοί αστυνομικοί κλάδων ΠΕ, ΤΕ και ΔΕ Δημοτικής Αστυνομίας κατά το προβάδισμα του άρθρου 15.
  2. Ως προϊστάμενοι γενικής διεύθυνσης δημοτικής αστυνομίας επιλέγονται δημοτικοί αστυνομικοί κλάδου ΠΕ ή ΤΕ Δημοτικής Αστυνομίας, οι οποίοι έχουν τουλάχιστον δεκαπενταετή υπηρεσία ως υπάλληλοι δημοτικής αστυνομίας, εφόσον κατέχουν τον βαθμό Δημοτικού Αστυνόμου Β΄ ή ανώτερο και

α) έχουν ασκήσει για τουλάχιστον ένα (1) έτος καθήκοντα προϊσταμένου γενικής διεύθυνσης δημοτικής αστυνομίας ή

β) έχουν ασκήσει καθήκοντα προϊσταμένου διεύθυνσης δημοτικής αστυνομίας για τρία (3) τουλάχιστον έτη ή

γ) έχουν ασκήσει καθήκοντα προϊσταμένου δημοτικής αστυνομίας για πέντε (5) τουλάχιστον έτη, εκ των οποίων δύο (2) έτη ως προϊστάμενοι διεύθυνσης δημοτικής αστυνομίας ή

δ) είναι κάτοχοι αναγνωρισμένου διδακτορικού διπλώματος ή αναγνωρισμένου μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών και έχουν ασκήσει καθήκοντα προϊσταμένου τμήματος δημοτικής αστυνομίας για πέντε (5) τουλάχιστον έτη.

  1. Ως προϊστάμενοι διεύθυνσης δημοτικής αστυνομίας επιλέγονται δημοτικοί αστυνομικοί κλάδου ΠΕ ή ΤΕ Δημοτικής Αστυνομίας, οι οποίοι έχουν τουλάχιστον οκταετή υπηρεσία ως υπάλληλοι δημοτικής αστυνομίας, εφόσον κατέχουν τον βαθμό Δημοτικού Αστυνομικού Α΄ ή ανώτερο και

α) έχουν ασκήσει για τουλάχιστον ένα (1) έτος καθήκοντα προϊσταμένου διεύθυνσης δημοτικής αστυνομίας ή

β) έχουν ασκήσει καθήκοντα προϊσταμένου τμήματος δημοτικής αστυνομίας για τρία (3) τουλάχιστον έτη ή

γ) είναι κάτοχοι αναγνωρισμένου διδακτορικού διπλώματος ή αναγνωρισμένου μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών και έχουν ασκήσει καθήκοντα προϊσταμένου τμήματος δημοτικής αστυνομίας για ένα (1) τουλάχιστον έτος.

  1. Ως προϊστάμενοι τμήματος ή αυτοτελούς τμήματος δημοτικής αστυνομίας επιλέγονται δημοτικοί αστυνομικοί κλάδου ΠΕ ή ΤΕ ή ΔΕ Δημοτικής Αστυνομίας, εφόσον κατέχουν τον βαθμό Δημοτικού Αστυνομικού Β΄ ή ανώτερο και:

α) έχουν ασκήσει για ένα (1) τουλάχιστον έτος καθήκοντα προϊσταμένου τμήματος δημοτικής αστυνομίας ή

β) έχουν ασκήσει για δύο (2) τουλάχιστον έτη καθήκοντα επόπτη δημοτικής αστυνομίας ή

γ) έχουν πέντε (5) τουλάχιστον έτη πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας σε θέση δημοτικού αστυνομικού.

  1. α) Δεν επιτρέπεται να είναι υποψήφιος για επιλογή σε θέση προϊσταμένου οποιουδήποτε επιπέδου δημοτικός αστυνομικός που αποχωρεί αυτοδικαίως από την υπηρεσία εντός ενός (1) έτους από την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας υποβολής των υποψηφιοτήτων.

β) Δεν επιτρέπεται να είναι υποψήφιος για επιλογή σε θέση προϊσταμένου ή να τοποθετηθεί προϊστάμενος, δημοτικός αστυνομικός ο οποίος διανύει δοκιμαστική υπηρεσία ή τελεί σε διαθεσιμότητα ή αργία ή έχει παραπεμφθεί με τελεσίδικο βούλευμα ή με απευθείας κλήση για κακούργημα ή με τελεσίδικο βούλευμα για πλημμέλημα της παρ. 1 του άρθρου 11 ή του έχει επιβληθεί τελεσίδικα οποιαδήποτε πειθαρχική ποινή ανώτερη του προστίμου ύψους ίσου με τις αποδοχές τεσσάρων (4) μηνών για οποιοδήποτε πειθαρχικό παράπτωμα μέχρι τη διαγραφή της ποινής.

  1. Οι προϋποθέσεις και τα προσόντα επιλογής πρέπει να συντρέχουν κατά την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας υποβολής αιτήσεων υποψηφιότητας.
  2. Όπου στο παρόν αναφέρεται ως προϋπόθεση η άσκηση καθηκόντων προϊσταμένου τμήματος, νοείται και η άσκηση καθηκόντων Τμηματάρχη Α΄ ή προϊσταμένου αυτοτελούς τμήματος.

 

Άρθρο 22

Κριτήρια επιλογής προϊσταμένων

  1. Για την επιλογή προϊσταμένων οργανικών μονάδων της δημοτικής αστυνομίας λαμβάνονται υπόψη τρεις (3) ομάδες κριτηρίων:

α) μοριοδότηση βάσει τυπικών, εκπαιδευτικών προσόντων και προσόντων επαγγελματικής κατάρτισης,

β) μοριοδότηση βάσει πραγματικής υπηρεσίας στο Δημόσιο και άσκησης καθηκόντων ευθύνης σε οργανικές μονάδες της δημοτικής αστυνομίας,

γ) μοριοδότηση βάσει συνέντευξης.

  1. Για την τελική μοριοδότηση ο συνολικός αριθμός των μορίων κάθε κατηγορίας πολλαπλασιάζεται με τον εξής συντελεστή ανά θέση ευθύνης:

α) Για τη θέση προϊσταμένου τμήματος με συντελεστή βαρύτητας:

είκοσι τοις εκατό (20%) για την ομάδα κριτηρίων (α),

πενήντα τοις εκατό (50%) για την ομάδα κριτηρίων (β) και

τριάντα τοις εκατό (30%) για την ομάδα κριτηρίων (γ).

β) Για τη θέση προϊσταμένου διεύθυνσης με συντελεστή βαρύτητας:

είκοσι τοις εκατό (20%) για την ομάδα κριτηρίων (α),

σαράντα τοις εκατό (40%) για την ομάδα κριτηρίων (β) και

σαράντα τοις εκατό (40%) για την ομάδα κριτηρίων (γ).

γ) Για τη θέση προϊσταμένου γενικής διεύθυνσης με συντελεστή βαρύτητας:

είκοσι τοις εκατό (20%) για την ομάδα κριτηρίων (α),

τριάντα τοις εκατό (30%) για την ομάδα κριτηρίων (β) και

πενήντα τοις εκατό (50%) για την ομάδα κριτηρίων (γ).

  1. Τα ως άνω κριτήρια αξιολογούνται ως ακολούθως:

α) Τα τυπικά εκπαιδευτικά προσόντα μοριοδοτούνται ως εξής:

αα) Ο βασικός τίτλος σπουδών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης του υποψηφίου με ογδόντα (80) μόρια.

αβ) Αυτοτελής μεταπτυχιακός τίτλος σπουδών, ετήσιας τουλάχιστον διάρκειας, με εκατόν πενήντα (150) μόρια. Σε κάθε περίπτωση για την ως άνω μοριοδότηση ο μεταπτυχιακός τίτλος σπουδών πρέπει να έχει αποκτηθεί μετά τη λήψη του βασικού τίτλου σπουδών. Μεταπτυχιακός τίτλος που ενσωματώνεται στον βασικό τίτλο σπουδών κατά την έννοια του άρθρου 78 του ν. 4957/2022 (Α΄ 141), μοριοδοτείται με εκατό (100) μόρια. Μεταπτυχιακοί τίτλοι σπουδών επιπλέον του ενός δεν λαμβάνονται υπόψη και δεν μοριοδοτούνται.

αγ) Η επιτυχής αποφοίτηση από τις Σχολές Εκπαίδευσης της δημοτικής αστυνομίας ή η επιτυχής παρακολούθηση προγράμματος εισαγωγικής εκπαίδευσης του άρθρου 12 , με πενήντα (50) μόρια,

αδ) Η παρακολούθηση του ειδικού προγράμματος εκπαίδευσης του Ε.Κ.Δ.Δ.Α. της παρ. 4 του άρθρου 16 του ν. 3731/2008 (Α΄ 263), με είκοσι πέντε (25) μόρια,

αε) Η πιστοποιημένη επιμόρφωση που έχει παρασχεθεί σύμφωνα με την υπό στοιχεία ΔΙΠΑΑΔ/ΕΚΔΔΑ/Φ.4/οικ.9403/24.4.2020 (Β΄1657) απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, καθώς και η επιμόρφωση που παρέχεται από τις σχολές, τα εθνικά κέντρα επιμόρφωσης δημόσιων υπαλλήλων των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και από το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Δημόσιας Διοίκησης μοριοδοτείται με πέντε (5) μόρια ανά σεμινάριο επιμόρφωσης, με ανώτατο όριο τα είκοσι (20) μόρια. Για τη βαθμολογία του κριτηρίου της πιστοποιημένης επιμόρφωσης, λαμβάνεται υπόψη η επιμόρφωση κατά την τελευταία δεκαετία.

αστ) Η πιστοποιημένη γλωσσομάθεια μοριοδοτείται με ανώτατο όριο τα εξήντα (60) μόρια ως εξής:

  1. i) Η άριστη γνώση κάθε ξένης γλώσσας με τριάντα (30) μόρια,
  2. ii) η πολύ καλή γνώση με είκοσι (20) μόρια,

iii) η καλή γνώση με δέκα (10) μόρια.

αζ) Η κατοχή από υποψήφιο δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης του πιστοποιητικού διοικητικής επάρκειας του έκτου εδαφίου της παρ. 4 του άρθρου 85 του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων (ν. 3584/2007, Α΄143) μοριοδοτείται με τριάντα (30) μόρια.

Τα προσόντα των υποπερ. αα), αβ) και αστ) της περ. α) αποδεικνύονται σύμφωνα με την υπ’ αρ. 94/20.6.2022 απόφαση του Ανωτάτου Συμβουλίου Επιλογής Προσωπικού (Β΄ 3614) περί καθορισμού των παγίων μερών του περιεχομένου των προκηρύξεων επιλογής προσωπικού με βάση προκαθορισμένα και αντικειμενικά κριτήρια.

Το σύνολο των μορίων που μπορεί να λάβει ένας υποψήφιος από τα τυπικά εκπαιδευτικά προσόντα δεν μπορεί να υπερβαίνει τα πεντακόσια (500) μόρια.

β) Ο χρόνος πραγματικής υπηρεσίας στο Δημόσιο, συμπεριλαμβανομένων των Ο.Τ.Α. α’ και β’ βαθμού, και η άσκηση καθηκόντων ευθύνης σε οργανικές μονάδες της δημοτικής αστυνομίας μοριοδοτούνται και υπολογίζονται ως εξής:

βα) Εβδομήντα πέντε εκατοστά (0,75) του ενός μορίου για κάθε μήνα πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας στο Δημόσιο, συμπεριλαμβανομένων των Ο.Τ.Α. α’ και β’ βαθμού, εκτός του χρόνου που έχει διανυθεί σε θέση δημοτικού αστυνομικού, με ανώτατο όριο τους εκατόν είκοσι (120) μήνες, δηλαδή δέκα (10) έτη,

ββ) Ένα και μισό (1,5) μόριο για κάθε μήνα πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας σε θέση δημοτικού αστυνομικού, εκτός του χρόνου που έχει διανυθεί σε θέση ευθύνης σε οργανικές μονάδες δημοτικής αστυνομίας, με ανώτατο όριο τους τριακόσιους ενενήντα έξι (396) μήνες, δηλαδή τριάντα τρία (33) έτη και

βγ) τρία (3) μόρια για κάθε πλήρη μήνα άσκησης καθηκόντων ευθύνης επιπέδου τμήματος σε οργανική μονάδα δημοτικής αστυνομίας, τέσσερα (4) μόρια για κάθε πλήρη μήνα άσκησης καθηκόντων ευθύνης επιπέδου διεύθυνσης σε οργανική μονάδα δημοτικής αστυνομίας και πέντε και μισό (5,5) μόρια για κάθε πλήρη μήνα άσκησης καθηκόντων ευθύνης επιπέδου γενικής διεύθυνσης σε οργανική μονάδα δημοτικής αστυνομίας. Για κάθε πλήρη μήνα άσκησης καθηκόντων επόπτη δημοτικής αστυνομίας, δύο (2) μόρια. Η άσκηση καθηκόντων ευθύνης σε οργανικές μονάδες, άλλες αυτών της δημοτικής αστυνομίας, δεν μοριοδοτείται.

βδ) Χρόνος υπηρεσίας ή απασχόλησης μεγαλύτερος του δεκαπενθημέρου, εφόσον είναι συνεχής, λογίζεται ως πλήρης μήνας. Η μοριοδότηση του χρόνου άσκησης καθηκόντων ευθύνης σε οργανικές μονάδες δημοτικής αστυνομίας δεν μπορεί να υπερβαίνει συνολικά τους εκατόν είκοσι (120) μήνες, δηλαδή τα δέκα (10) έτη συνολικά. Αν στο πρόσωπο του υποψηφίου συντρέχουν όλες οι προϋποθέσεις της υποπερ. βγ), λαμβάνονται καταρχάς υπόψη τα μόρια άσκησης καθηκόντων ευθύνης επιπέδου γενικής διεύθυνσης, ακολούθως τα μόρια άσκησης καθηκόντων ευθύνης επιπέδου διεύθυνσης, ακολούθως τα μόρια άσκησης καθηκόντων ευθύνης επιπέδου τμήματος και, τέλος, τα μόρια άσκησης καθηκόντων επόπτη, μέχρι τη συμπλήρωση του ανώτατου αριθμού μηνών. Για την ως άνω μοριοδότηση της υπηρεσίας σε θέση ευθύνης, πρέπει το ήμισυ τουλάχιστον του συνόλου της θητείας του υποψήφιου προϊσταμένου να έχει διανυθεί κατόπιν διαδικασιών επιλογής ή τοποθέτησης ή ορισμού στην περίπτωση του επόπτη. Σε αντίθετη περίπτωση, η υπηρεσία σε θέση ευθύνης που δεν έχει διανυθεί κατόπιν διαδικασιών επιλογής ή τοποθέτησης ή ορισμού στην περίπτωση του επόπτη πολλαπλασιάζεται με συντελεστή ογδόντα πέντε εκατοστά (0,85) για κάθε πλήρη μήνα άσκησης καθηκόντων ευθύνης οποιουδήποτε επιπέδου.

βε) Υποψήφιος που έχει ασκήσει καθήκοντα ευθύνης οποιουδήποτε επιπέδου πάνω από εκατόν είκοσι (120) μήνες, δηλαδή πάνω από δέκα (10) έτη συνολικά, για το χρονικό διάστημα που υπερβαίνει τους εκατόν είκοσι (120) μήνες μοριοδοτείται με ενάμισι (1,5) μόριο για κάθε μήνα πραγματικής άσκησης των ανωτέρω καθηκόντων.

βστ) Το σύνολο των μηνών για τους οποίους δύναται να μοριοδοτηθεί ο υπάλληλος σύμφωνα με τις υποπερ. ββ) και βγ) της περ. β) της παρ. 3 δεν δύναται να υπερβαίνει το ανώτατο όριο των τριάντα τριών (33) ετών, ήτοι των τριακοσίων ενενήντα έξι (396) μηνών συνολικά.

Το σύνολο των μορίων που μπορεί να λάβει ένας υποψήφιος από τον χρόνο πραγματικής υπηρεσίας στο Δημόσιο, συμπεριλαμβανομένων των Ο.Τ.Α. α’ και β’ βαθμού, και την άσκηση καθηκόντων ευθύνης σε οργανικές μονάδες της δημοτικής αστυνομίας δεν μπορεί να υπερβαίνει τα χίλια (1.000) μόρια.

γ) Δομημένη συνέντευξη: Η δομημένη συνέντευξη διενεργείται από τα αρμόδια συμβούλια του άρθρου 23. Σκοπός της δομημένης συνέντευξης είναι το αρμόδιο συμβούλιο να διαμορφώσει γνώμη για την προσωπικότητα, την ικανότητα και την καταλληλότητα του υποψηφίου για την άσκηση των καθηκόντων της θέσης ευθύνης, για την οποία κρίνεται. Κατά το στάδιο αυτό λαμβάνονται υπόψη τα στοιχεία του προσωπικού μητρώου του υπαλλήλου, η αίτηση υποψηφιότητας και το βιογραφικό του σημείωμα, σύμφωνα με την περ. δ’ της παρ. 5 του άρθρου 23. Η δομημένη συνέντευξη περιλαμβάνει δύο (2) θεματικές ενότητες ως εξής:

γα) δομημένη συζήτηση επί θεμάτων σχετικών με το αντικείμενο της δημοτικής αστυνομίας και τις αρμοδιότητες των οργανικών μονάδων που σχετίζονται με τη θέση που έχει προκηρυχθεί, σε συνάρτηση με τις δεξιότητες και τα προσόντα του υποψηφίου, όπως προκύπτουν από το βιογραφικό του και τα στοιχεία του προσωπικού του μητρώου,

γβ) ανάπτυξη ενός υποθετικού σεναρίου γενικού διοικητικού ενδιαφέροντος, που έχει ως σκοπό να αξιολογήσει τις διοικητικές ικανότητες του υποψηφίου να προγραμματίζει, να συντονίζει και να αναλαμβάνει πρωτοβουλίες, καθώς και να λαμβάνει αποτελεσματικές αποφάσεις και να διαχειρίζεται κρίσεις.

Για τη μοριοδότηση λαμβάνονται υπόψη, επίσης, οι επικοινωνιακές δεξιότητες, η ικανότητα διαχείρισης χρόνου, τα χαρακτηριστικά ηγεσίας, ιδίως υπό συνθήκες πίεσης, η ικανότητα συντονισμού ομάδων εργασίας και η δημιουργικότητα του υποψηφίου.

Κάθε σκέλος της συνέντευξης μοριοδοτείται κατ’ ανώτατο όριο με πεντακόσια (500) μόρια. Το σύνολο των μορίων που μπορεί να λάβει ένας υποψήφιος από κάθε μέλος δεν μπορεί να υπερβαίνει τα χίλια (1.000) μόρια.

Η τελική μοριοδότηση της συνέντευξης κάθε υποψηφίου προκύπτει από τον μέσο όρο των βαθμών των μελών του αρμόδιου συμβουλίου. Αν υποψήφιος λαμβάνει τελική μοριοδότηση στη συνέντευξη μικρότερη του πεντακόσια (500) κατά τα ως άνω οριζόμενα, αποκλείεται από την περαιτέρω διαδικασία ανεξαρτήτως από τον συνολικό αριθμό μορίων που συγκεντρώνει σύμφωνα με την παρ. 4 και δεν συμπεριλαμβάνεται στον οικείο πίνακα κατάταξης που καταρτίζεται κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 23.

Το περιεχόμενο της συνέντευξης με τα κρίσιμα και ουσιαστικά σημεία της αναφέρεται συνοπτικά στο πρακτικό του συμβουλίου, το οποίο είναι στη διάθεση όλων των υποψηφίων, και η μοριοδότηση για τον υποψήφιο αιτιολογείται συνοπτικά από κάθε μέλος ως προς κάθε ένα από τα δύο σκέλη της συνέντευξης.

Το Ε.Κ.Δ.Δ.Α. υποστηρίζει επιστημονικά τη διαδικασία των δομημένων συνεντεύξεων, παρέχοντας την απαιτούμενη τεχνογνωσία στα μέλη των Συμβουλίων που διεξάγουν τις συνεντεύξεις.

  1. Το συνολικό αποτέλεσμα της μοριοδότησης κάθε ομάδας κριτηρίων ανά υποψήφιο πολλαπλασιάζεται με τον αντίστοιχο συντελεστή βαρύτητας και εξάγεται το συνολικό άθροισμα. Η συνολική βαθμολογία των κριτηρίων εξάγεται με προσέγγιση δύο (2) δεκαδικών ψηφίων.
  2. Για την εφαρμογή των άρθρων 21 και 22 λαμβάνεται υπόψη αποκλειστικά η εν τοις πράγμασι άσκηση καθηκόντων ευθύνης επιπέδου γενικής διεύθυνσης, διεύθυνσης ή τμήματος, αντίστοιχα, που έχει διανυθεί σε οργανικές μονάδες δημοτικής αστυνομίας.
  3. Με απόφαση των συμβουλίων επιλογής του άρθρου 23 επιτρέπεται, ειδικά για οργανικές μονάδες δημοτικής αστυνομίας των οποίων το αντικείμενο των αρμοδιοτήτων ταυτίζεται ή είναι παρεμφερές, η διεξαγωγή της δομημένης συνέντευξης να αφορά στο σύνολο των οργανικών τους μονάδων, οι οποίες αποτελούν, για τους σκοπούς της παρούσας, μία ενιαία προκηρυσσόμενη θέση. Στην περίπτωση αυτή, οι υποψήφιοι που περιλαμβάνονται στους επτά (7) πρώτους στη σειρά κατάταξης για περισσότερες από μία (1) από τις θέσεις ευθύνης του πρώτου εδαφίου καλούνται σε συνέντευξη μία φορά από το οικείο συμβούλιο και με τη βαθμολογία αυτή κατατάσσονται στο σύνολο των τελικών πινάκων κατάταξης.

 

Άρθρο 23

Διαδικασία επιλογής προϊσταμένων οργανικών μονάδων

  1. Η επιλογή προϊσταμένων γενικών διευθύνσεων διενεργείται από το Ειδικό Υπηρεσιακό Συμβούλιο του άρθρου 4 του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων (ν. 3584/2007, Α’ 143).
  2. Η επιλογή προϊσταμένων διευθύνσεων διενεργείται από το Συμβούλιο Επιλογής Προϊσταμένων Διευθύνσεων Δημοτικής Αστυνομίας (Σ.Ε.Π.Δ.Δ.Α.). Το Σ.Ε.Π.Δ.Δ.Α. συστήνεται στο Υπουργείο Εσωτερικών με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, είναι πενταμελές και αποτελείται από:

α) ένα (1) μέλος του Α.Σ.Ε.Π., ως Πρόεδρο, με τον αναπληρωτή του, που υποδεικνύονται από τον Πρόεδρο του Α.Σ.Ε.Π.,

β) ένα (1) μέλος του Επιστημονικού – Εκπαιδευτικού Συμβουλίου ή Προϊστάμενο Διεύθυνσης Εκπαιδευτικής Μονάδας του Ε.Κ.Δ.Δ.Α., με τον αναπληρωτή του, που υποδεικνύονται από τον Πρόεδρό του,

γ) τον Προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Αποκέντρωσης και Τοπικής Αυτοδιοίκησης του Υπουργείου Εσωτερικών, με αναπληρωτή του Προϊστάμενο άλλης Γενικής Διεύθυνσης του ίδιου Υπουργείου,

δ) τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Προσωπικού Τοπικής Αυτοδιοίκησης του Υπουργείου Εσωτερικών, με αναπληρωτή του τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Οργάνωσης και Λειτουργίας Τοπικής Αυτοδιοίκησης του ίδιου Υπουργείου και

ε) έναν (1) ανώτερο αξιωματικό της ΕΛ.ΑΣ., που υποδεικνύεται από τον Αρχηγό της ΕΛ.ΑΣ., με τον νόμιμο αναπληρωτή του.

Ως Γραμματέας του Σ.Ε.Π.Δ.Δ.Α. και ως ο νόμιμος αναπληρωτής του ορίζονται υπάλληλοι κατηγορίας ΠΕ με Α’ βαθμό, της Διεύθυνσης Προσωπικού Τοπικής Αυτοδιοίκησης του Υπουργείου Εσωτερικών.

Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών ορίζονται τα μέλη και οι γραμματείς του Σ.Ε.Π.Δ.Δ.Α.. Η θητεία των μελών του Σ.Ε.Π.Δ.Δ.Α. είναι τριετής.

  1. Η επιλογή προϊσταμένων τμήματος ή αυτοτελούς τμήματος διενεργείται από τα υπηρεσιακά συμβούλια του άρθρου 5 του ν. 3584/2007, χωρίς τη συμμετοχή των δύο (2) αιρετών εκπροσώπων των υπαλλήλων.
  2. α) Για την πλήρωση θέσεων προϊσταμένων γενικών διευθύνσεων εκδίδεται προκήρυξη από τον οικείο δήμαρχο, με την οποία καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις συμμετοχής στη διαδικασία της επιλογής, σύμφωνα με τα άρθρα 21 και 22.

β) Η προκήρυξη εκδίδεται πέντε (5) μήνες πριν από τη λήξη της θητείας των υπηρετούντων Προϊσταμένων Γενικών Διευθύνσεων και αναρτάται στις ιστοσελίδες του οικείου Ο.Τ.Α. α’ βαθμού και του Α.Σ.Ε.Π..

γ) Δικαίωμα υποβολής αίτησης έχουν όλοι οι δημοτικοί αστυνομικοί των Ο.Τ.Α. α’ βαθμού, εφόσον πληρούν τους όρους και τις προϋποθέσεις της προκήρυξης.

δ) Η αίτηση υποψηφιότητας συνοδεύεται από αναλυτικό βιογραφικό σημείωμα που συντάσσεται με ευθύνη του υποψηφίου και επέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης. Η προθεσμία υποβολής των αιτήσεων ορίζεται σε δεκαπέντε (15) ημέρες και αρχίζει πέντε (5) ημέρες μετά τη δημοσίευση της οικείας προκήρυξης. Σε περίπτωση αναντιστοιχίας όσων υπεύθυνα δηλώνει ο υποψήφιος στην αίτηση υποψηφιότητας και στο βιογραφικό του σημείωμα, με όσα τηρούνται στο προσωπικό μητρώο του και στο αρχείο της υπηρεσίας, λαμβάνονται υπόψη όσα βεβαιώνει η οικεία διεύθυνση προσωπικού, αφού προηγουμένως έχει καλέσει τον υποψήφιο να προσκομίσει τα επιπλέον στοιχεία που υπεύθυνα δηλώνει ότι διαθέτει. Η διαδικασία βεβαίωσης των στοιχείων της αίτησης υποψηφιότητας και του βιογραφικού σημειώματος του υποψηφίου από τις οικείες διευθύνσεις προσωπικού γίνεται εντός αποκλειστικής προθεσμίας δέκα (10) ημερών, μετά το πέρας της προθεσμίας υποβολής των αιτήσεων. Η βεβαίωση στοιχείων κοινοποιείται στον υποψήφιο, προκειμένου να μπορεί να υποβάλει ένσταση εντός αποκλειστικής προθεσμίας πέντε (5) ημερών ενώπιον της οικείας διεύθυνσης προσωπικού. Η ένσταση εξετάζεται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία (5) ημερών. Τα ανωτέρω στοιχεία, τα αντίγραφα των επικαλούμενων στη βεβαίωση στοιχείων και το βιογραφικό σημείωμα του υποψηφίου που τηρούνται στο προσωπικό του μητρώο αποστέλλονται αμελλητί στο Ειδικό Υπηρεσιακό Συμβούλιο του άρθρου 4 του ν. 3584/2007. Σε κάθε περίπτωση, η διαδικασία επιλογής και τοποθέτησης ολοκληρώνεται εντός τριών (3) μηνών από την έναρξη της προθεσμίας υποβολής των αιτήσεων.

ε) Οι υποψήφιοι που δεν πληρούν τους όρους του παρόντος και της προκήρυξης αποκλείονται από την περαιτέρω διαδικασία με απόφαση του Ειδικού Υπηρεσιακού Συμβουλίου, η οποία καταχωρίζεται στα πρακτικά και συντάσσεται σχετικός πίνακας αποκλειομένων. Οι λοιποί υποψήφιοι μοριοδοτούνται με βάση τις ομάδες κριτηρίων που προβλέπονται στις περ. α’ και β’ της παρ. 1 του άρθρου 22. Το Ειδικό Υπηρεσιακό Συμβούλιο, με βάση την ανωτέρω μοριοδότηση και το προβάδισμα του άρθρου 15, καταρτίζει πίνακα κατάταξης για κάθε θέση που προκηρύσσεται. Ο πίνακας αυτός και ο πίνακας αποκλειομένων αναρτώνται στην ιστοσελίδα του Α.Σ.Ε.Π.. Κατά των πινάκων αυτών μπορούν να υποβληθούν ενστάσεις ενώπιον του Ειδικού Υπηρεσιακού Συμβουλίου μέσω του διαδικτυακού τόπου του Α.Σ.Ε.Π., εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριών (3) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία ανάρτησης των πινάκων στην ιστοσελίδα του Α.Σ.Ε.Π.. Ενστάσεις που υποβάλλονται μετά από το πέρας της προθεσμίας του προηγούμενου εδαφίου απορρίπτονται ως απαράδεκτες.

στ) Στη διαδικασία της δομημένης συνέντευξης καλούνται οι επτά (7) πρώτοι υποψήφιοι κάθε πίνακα κατάταξης. Για τη διενέργεια της δομημένης συνέντευξης κάθε υποψήφιος καλείται χωριστά. Αφού πραγματοποιηθεί και η μοριοδότηση με βάση το κριτήριο της δομημένης συνέντευξης, εξάγεται η τελική βαθμολογία, σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 22, και καταρτίζεται ο τελικός πίνακας κατάταξης για κάθε θέση που προκηρύσσεται, αφού ληφθεί υπόψη το προβάδισμα του άρθρου 15. Το όνομα του επικρατέστερου, ανά θέση, υποψήφιου αναρτάται στην ιστοσελίδα του Α.Σ.Ε.Π.. Η διαδικασία ολοκληρώνεται με την τοποθέτηση του επικρατέστερου υποψήφιου στην οικεία θέση με απόφαση του αρμόδιου για την τοποθέτηση οργάνου.

  1. α) Για την πλήρωση θέσεων προϊσταμένων διευθύνσεων και τμημάτων ή αυτοτελών τμημάτων εκδίδεται προκήρυξη από τον οικείο Ο.Τ.Α. α’ βαθμού, με την οποία καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις συμμετοχής στη διαδικασία της επιλογής, σύμφωνα με τα άρθρα 21 και 22.

β) Η προκήρυξη εκδίδεται τρεις (3) μήνες πριν από τη λήξη της θητείας των υπηρετούντων προϊσταμένων και αναρτάται στις ιστοσελίδες του οικείου Ο.Τ.Α. α’ βαθμού και του Α.Σ.Ε.Π.. Ο οικείος Ο.Τ.Α. α’ βαθμού κοινοποιεί την προκήρυξη στους δημοτικούς αστυνομικούς που ανήκουν οργανικά σε αυτόν με κάθε πρόσφορο τρόπο.

γ) Δικαίωμα υποβολής αίτησης έχουν όλοι οι δημοτικοί αστυνομικοί που ανήκουν οργανικά στον Ο.Τ.Α. α’ βαθμού που προκηρύσσει τις θέσεις, εφόσον πληρούν τους όρους και τις προϋποθέσεις του νόμου και της προκήρυξης. Οι υποψήφιοι μπορούν να υποβάλουν αίτηση για πέντε (5) θέσεις κατ’ ανώτατο όριο.

δ) Η αίτηση υποψηφιότητας συνοδεύεται από αναλυτικό βιογραφικό σημείωμα που συντάσσεται με ευθύνη του υποψηφίου και επέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης. Η προθεσμία υποβολής των αιτήσεων ορίζεται σε δεκαπέντε (15) ημέρες και αρχίζει πέντε (5) ημέρες μετά από τη δημοσίευση της οικείας προκήρυξης. Σε περίπτωση αναντιστοιχίας όσων υπεύθυνα δηλώνει ο υποψήφιος στην αίτηση υποψηφιότητας και στο βιογραφικό του σημείωμα με όσα τηρούνται στο προσωπικό μητρώο του και στο αρχείο της υπηρεσίας, λαμβάνονται υπόψη όσα βεβαιώνει η οικεία διεύθυνση προσωπικού, αφού προηγουμένως έχει καλέσει τον υποψήφιο να προσκομίσει τα επιπλέον στοιχεία που υπεύθυνα δηλώνει ότι κατέχει. Η διαδικασία βεβαίωσης των στοιχείων της αίτησης υποψηφιότητας και του βιογραφικού σημειώματος του υποψηφίου από τις οικείες διευθύνσεις προσωπικού γίνεται εντός αποκλειστικής προθεσμίας δέκα (10) ημερών μετά από το πέρας της προθεσμίας υποβολής των αιτήσεων. Η βεβαίωση στοιχείων κοινοποιείται στον υποψήφιο, προκειμένου να μπορεί να υποβάλει ένσταση εντός αποκλειστικής προθεσμίας πέντε (5) ημερών ενώπιον της οικείας διεύθυνσης προσωπικού. Η ένσταση εξετάζεται εντός αποκλειστικής προθεσμίας (5) ημερών. Τα ανωτέρω στοιχεία, τα αντίγραφα των επικαλούμενων στη βεβαίωση στοιχείων και το βιογραφικό σημείωμα του υποψηφίου, που τηρούνται στο προσωπικό του μητρώο, αποστέλλονται αμελλητί κατά περίπτωση στο Σ.Ε.Π.Δ.Δ.Α. ή στο αρμόδιο υπηρεσιακό συμβούλιο του άρθρου 5 του ν. 3584/2007.

Σε κάθε περίπτωση, η διαδικασία επιλογής και τοποθέτησης ολοκληρώνεται εντός τριών (3) μηνών από την έναρξη της προθεσμίας υποβολής των αιτήσεων.

ε) Οι υποψήφιοι που δεν πληρούν τους όρους του παρόντος και της προκήρυξης αποκλείονται από την περαιτέρω διαδικασία με απόφαση του Σ.Ε.Π.Δ.Δ.Α. ή του υπηρεσιακού συμβουλίου του άρθρου 5 του ν. 3584/2007, η οποία καταχωρίζεται στα πρακτικά και συντάσσεται σχετικός πίνακας αποκλειομένων. Οι λοιποί υποψήφιοι μοριοδοτούνται με βάση τις ομάδες κριτηρίων που προβλέπονται στις περ. α΄ και β΄ της παρ. 1 του άρθρου 22 και σύμφωνα με όσα ορίζονται στο ίδιο άρθρο. Στη συνέχεια, το Σ.Ε.Π.Δ.Δ.Α. ή το υπηρεσιακό συμβούλιο του άρθρου 5 του ν. 3584/2007, με βάση την ανωτέρω μοριοδότηση και το προβάδισμα του άρθρου 15, καταρτίζει πίνακα κατάταξης για κάθε θέση που προκηρύσσεται. Ο πίνακας αυτός και ο πίνακας αποκλειομένων αναρτώνται στην ιστοσελίδα του φορέα που προκηρύσσει τις θέσεις. Κατά των πινάκων αυτών υποβάλλονται ενστάσεις ενώπιον του Σ.Ε.Π.Δ.Δ.Α. ή του υπηρεσιακού συμβουλίου του άρθρου 5 του ν. 3584/2007 εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριών (3) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία ανάρτησης των πινάκων στην ιστοσελίδα του φορέα. Ενστάσεις που υποβάλλονται μετά από το πέρας της προθεσμίας του προηγούμενου εδαφίου απορρίπτονται ως απαράδεκτες. Αν μετά από την εξέταση των ενστάσεων που υποβλήθηκαν επέλθουν μεταβολές στον πίνακα κατάταξης, ο αναμορφωμένος πίνακας για κάθε θέση που προκηρύσσεται αναρτάται στην ιστοσελίδα του οικείου φορέα και βάσει του πίνακα αυτού καλούνται οι υποψήφιοι προς συνέντευξη.

στ) Ακολουθεί η διεξαγωγή της δομημένης συνέντευξης της περ. γ΄ της παρ. 3 του άρθρου 22 από το Σ.Ε.Π.Δ.Δ.Α. ή το υπηρεσιακό συμβούλιο του άρθρου 5 του ν. 3584/2007. Στη συνέντευξη καλούνται οι επτά (7) πρώτοι υποψήφιοι κάθε πίνακα κατάταξης. Αφού πραγματοποιηθεί η μοριοδότηση με βάση και το κριτήριο της δομημένης συνέντευξης, εξάγεται η τελική βαθμολογία, σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 22, και καταρτίζονται οι πίνακες κατάταξης, αφού ληφθεί υπόψη το προβάδισμα του άρθρου 15.

  1. Όσοι επιλέγονται από το Ειδικό Υπηρεσιακό Συμβούλιο, το Σ.Ε.Π.Δ.Δ.Α. και τα υπηρεσιακά συμβούλια τοποθετούνται προϊστάμενοι σε αντίστοιχου επιπέδου οργανικές μονάδες για θητεία τριών (3) ετών με απόφαση του οικείου οργάνου, η οποία εκδίδεται το αργότερο εντός δέκα (10) ημερών από τη γνωστοποίηση της επιλογής τους.

Αν δημοτικός αστυνομικός άλλου Ο.Τ.Α. α’ βαθμού επιλεγεί ως προϊστάμενος γενικής διεύθυνσης, με την τοποθέτησή του αποσπάται αυτοδικαίως στην υπηρεσία για την οποία έχει επιλεγεί.

Οι προϊστάμενοι, των οποίων η θητεία έχει λήξει, εξακολουθούν και ασκούν τα καθήκοντά τους ως την επανατοποθέτησή τους ως προϊσταμένων ή την τοποθέτηση νέου προϊσταμένου.

  1. Με απόφαση του αρμόδιου οργάνου, ο προϊστάμενος παύεται υποχρεωτικά πριν από τη λήξη της θητείας του, αν συντρέχουν οι εξής προϋποθέσεις:

α) αν καταδικασθεί τελεσιδίκως για τα αδικήματα της περ. α΄ της παρ. 1 του άρθρου 11,

β) αν υποβληθεί σε στερητική δικαστική συμπαράσταση, πλήρη ή μερική, ή σε επικουρική δικαστική συμπαράσταση, πλήρη ή μερική, ή σε συνδυασμό των δύο,

γ) αν τεθεί σε διαθεσιμότητα ή αργία, ή του επιβληθεί τελεσίδικα οποιαδήποτε πειθαρχική ποινή ανώτερη του προστίμου αποδοχών τεσσάρων (4) μηνών για οποιοδήποτε πειθαρχικό παράπτωμα μέχρι τη διαγραφή της ποινής κατά το άρθρο 145 του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν. 3528/2007, Α΄ 26).

Με απόφαση του κατά περίπτωση οικείου οργάνου, η οποία εκδίδεται ύστερα από σύμφωνη γνώμη του Ειδικού Υπηρεσιακού Συμβουλίου, του Σ.Ε.Π.Δ.Δ.Α. ή του υπηρεσιακού συμβουλίου του άρθρου 5 του ν. 3584/2007, ο προϊστάμενος οργανικής μονάδας παύεται από τα καθήκοντά του πριν από τη λήξη της θητείας του για σοβαρό υπηρεσιακό λόγο που αφορά σε πλημμελή άσκηση των καθηκόντων του. Ο προϊστάμενος μπορεί, επίσης, να απαλλαγεί από τα καθήκοντά του με αίτησή του, ύστερα από απόφαση του Ειδικού Υπηρεσιακού Συμβουλίου, του Σ.Ε.Π.Δ.Δ.Α. ή του υπηρεσιακού συμβουλίου του άρθρου 5 του ν. 3584/2007, το οποίο συνεκτιμά τις υπηρεσιακές ανάγκες.

  1. Αν κενωθεί ή συσταθεί θέση προϊσταμένου, η θέση προκηρύσσεται το αργότερο εντός δεκαπέντε (15) ημερών και η διαδικασία τοποθέτησης ολοκληρώνεται το αργότερο εντός δύο (2) μηνών από την προκήρυξη της θέσης. Ο νέος προϊστάμενος επιλέγεται για πλήρη θητεία και έως την τοποθέτησή του εφαρμόζεται το άρθρο 24 περί αναπλήρωσης προϊσταμένων.

Ειδικά στην περίπτωση που κενωθεί θέση προϊσταμένου κατά τη διάρκεια του πρώτου έτους της θητείας του, στην θέση που κενώνεται τοποθετείται για το υπόλοιπο της θητείας ο επόμενος στον οικείο πίνακα κατάταξης, σύμφωνα με το τελευταίο εδάφιο της παρ. 5, εφόσον δεν έχει τοποθετηθεί σε άλλη θέση ευθύνης του ίδιου επιπέδου.

  1. Αν δεν υποβληθούν αιτήσεις, το αρμόδιο όργανο τοποθετεί δημοτικό αστυνομικό που πληροί τις νόμιμες προϋποθέσεις και υπηρετεί στον τόπο όπου πρόκειται να ασκήσει καθήκοντα προϊσταμένου.
  2. Όσοι προϊστάμενοι τμημάτων δεν έχουν ασκήσει κατά το παρελθόν καθήκοντα προϊσταμένου παρακολουθούν υποχρεωτικά σχετικό πρόγραμμα επιμόρφωσης του Ε.Κ.Δ.Δ.Α. μετά από την τοποθέτησή τους.
  3. Δημοτικός αστυνομικός που επιλέγεται και τοποθετείται ως προϊστάμενος, σύμφωνα με τον παρόντα, δεν έχει δικαίωμα υποβολής αίτησης υποψηφιότητας και περαιτέρω συμμετοχής σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας επιλογής για άλλη θέση που προκηρύσσεται ίδιου ή κατώτερου επιπέδου της ίδιας ή άλλης προκήρυξης, εφόσον από την τοποθέτησή του δεν έχει διανύσει τα δύο τρίτα (2/3) της προβλεπόμενης θητείας του.
  4. Δικαίωμα υποβολής αίτησης υποψηφιότητας για επιλογή σε θέση ευθύνης οποιουδήποτε επιπέδου δεν έχει ο προϊστάμενος που απαλλάσσεται από τα καθήκοντά του, σύμφωνα με την παρ. 7, πριν από την πάροδο δύο (2) ετών από την απόφαση απαλλαγής του ως προϊσταμένου.

 

Άρθρο 24

Αναπλήρωση προϊσταμένων

  1. Τον προϊστάμενο γενικής διεύθυνσης ή διεύθυνσης που απουσιάζει ή κωλύεται αναπληρώνει στα καθήκοντά του ο ανώτερος κατά βαθμό προϊστάμενος των υποκείμενων οργανικών μονάδων και επί ομοιοβάθμων ο προϊστάμενος που έχει ασκήσει για περισσότερο χρόνο καθήκοντα προϊσταμένου. Το αρμόδιο για τον διορισμό όργανο μπορεί, τηρουμένου του προβαδίσματος των βαθμών, να ορίσει ως αναπληρωτή προϊσταμένου γενικής διεύθυνσης ή διεύθυνσης, που απουσιάζει ή κωλύεται, έναν από τους προϊσταμένους των υποκείμενων οργανικών μονάδων, υπό την προϋπόθεση ότι δεν είναι δυνατή η αναπλήρωση σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο.
  2. Τον τμηματάρχη, που απουσιάζει ή κωλύεται, αναπληρώνει στα καθήκοντα του ο ανώτερος κατά βαθμό επόπτης. Αν υπηρετούν περισσότεροι επόπτες με τον ίδιο βαθμό, αναπληρώνει αυτός που έχει ασκήσει για περισσότερο χρόνο καθήκοντα επόπτη. Το αρμόδιο για τον διορισμό όργανο μπορεί, τηρουμένου του προβαδίσματος των βαθμών, να ορίσει ως αναπληρωτή τμηματάρχη, που απουσιάζει ή κωλύεται, έναν από τους επόπτες, υπό την προϋπόθεση ότι δεν είναι δυνατή η αναπλήρωση σύμφωνα με το πρώτο και το δεύτερο εδάφιο.
  3. Σε κάθε περίπτωση αναπλήρωσης προϊσταμένου σύμφωνα με τις παρ. 1 και 2, ο δημοτικός αστυνομικός πρέπει να ανήκει σε κατηγορία της οποίας οι δημοτικοί αστυνομικοί προβλέπεται ότι μπορούν να προΐστανται, σύμφωνα με τις οικείες οργανικές διατάξεις.
  4. Αν κενωθεί ή συσταθεί θέση προϊσταμένου οργανικής μονάδας, έως την τοποθέτηση νέου προϊσταμένου εφαρμόζεται το παρόν άρθρο. Ο αναπληρωτής της θέσης κατά την παρούσα δικαιούται το επίδομα που προβλέπεται για τη θέση από την έναρξη της αναπλήρωσης.

Άρθρο 25

Ειδικό Πειθαρχικό Συμβούλιο

  1. Για την άσκηση πειθαρχικής εξουσίας στο ειδικό ένστολο προσωπικό της δημοτικής αστυνομίας αποκλειστικά αρμόδιο είναι το Ειδικό Πειθαρχικό Συμβούλιο του παρόντος.
  2. Το Ειδικό Πειθαρχικό Συμβούλιο είναι πενταμελές και αποτελείται από:

α) Τον Πρόεδρο, ο οποίος είναι πάρεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου ή εφέτης ή πρόεδρος πρωτοδικών ή πρωτοδίκης των διοικητικών ή πολιτικών δικαστηρίων ή εισαγγελέας ή αντεισαγγελέας εφετών ή εισαγγελέας ή αντεισαγγελέας πρωτοδικών με τον αναπληρωτή του, οι οποίοι υποδεικνύονται από τον πρόεδρο του οικείου δικαστηρίου ή από τον προϊστάμενο της οικείας εισαγγελίας,

β) δύο (2) μέλη, οι οποίοι είναι πάρεδροι ή δικαστικοί πληρεξούσιοι του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους με τους αναπληρωτές τους, οι οποίοι υποδεικνύονται από τον Πρόεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,

γ) δύο (2) μέλη, οι οποίοι είναι μόνιμοι υπάλληλοι, προϊστάμενοι διεύθυνσης της δημοτικής αστυνομίας δήμων, με τους αναπληρωτές τους, οι οποίοι ορίζονται από τον Υπουργό Εσωτερικών κατόπιν κλήρωσης.

Γραμματέας του Ειδικού Πειθαρχικού Συμβουλίου ορίζεται υπάλληλος του Υπουργείου Εσωτερικών κατηγορίας ΠΕ ή ΤΕ με βαθμό τουλάχιστον Β’.

  1. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, που εκδίδεται τον μήνα Δεκέμβριο κάθε δευτέρου έτους, ορίζονται τα μέλη του Ειδικού Πειθαρχικού Συμβουλίου με τους αναπληρωτές τους για θητεία δύο (2) ετών που αρχίζει την 1η Ιανουαρίου του επόμενου έτους. Κατά τη διάρκεια της θητείας τους, απαγορεύεται η αντικατάσταση μελών, εκτός αν συντρέχουν αποδεδειγμένα σοβαροί υπηρεσιακοί ή προσωπικοί λόγοι.
  2. Αρμόδιο πειθαρχικό όργανο για να κρίνει σε δεύτερο βαθμό το προσωπικό που υπάγεται στο Ειδικό Πειθαρχικό Συμβούλιο της παρ. 1, είναι το Γ’ Τμήμα του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου του άρθρου 146Α του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν. 3528/2007, Α’ 26).
  3. Για τα λοιπά θέματα λειτουργίας και διαδικασίας ενώπιον του Ειδικού Πειθαρχικού Συμβουλίου, εφαρμόζεται αναλόγως το άρθρο 146Β του ν. 3528/2007.

 

Άρθρο 26

Νομική υποστήριξη δημοτικών αστυνομικών

  1. Οι Ο.Τ.Α. α’ βαθμού υποχρεούνται στη νομική υποστήριξη του ειδικού ένστολου προσωπικού της δημοτικής αστυνομίας, ενώπιον των δικαστηρίων ή των δικαστικών αρχών, σε περίπτωση διενέργειας προκαταρκτικής εξέτασης ή άσκησης ποινικής δίωξης σε βάρος τους για αδικήματα που τους αποδίδεται ότι διέπραξαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Η ανωτέρω νομική υποστήριξη δεν παρέχεται σε περίπτωση ποινικής δίωξης ύστερα από καταγγελία εκ μέρους δημόσιας υπηρεσίας ή ανεξάρτητης διοικητικής αρχής.
  2. Η νομική υποστήριξη παρέχεται στους δημοτικούς αστυνομικούς σύμφωνα με το άρθρο 52 του ν. 4674/2020 (Α΄ 53) και με τις ακόλουθες ειδικότερες ρυθμίσεις: α) Σε περίπτωση θετικής απόφασης της οικονομικής επιτροπής, ο δήμος καταβάλλει τα έξοδα στα οποία υποβάλλονται οι δημοτικοί αστυνομικοί κατά την προκαταρκτική διαδικασία ή με την ιδιότητα του κατηγορουμένου και β) σε περίπτωση απορριπτικής απόφασης της οικονομικής επιτροπής, τα ως άνω έξοδα καταβάλλονται, εφόσον για τις ποινικές υποθέσεις: βα) εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση, με την οποία τα ως άνω πρόσωπα κηρύσσονται αθώα ή απαλλάσσονται των κατηγοριών, ή τελεσίδικο βούλευμα δικαστικού συμβουλίου, με το οποίο παύει οριστικά η ποινική δίωξη εναντίον τους ή ββ) τίθεται η υπόθεση στο αρχείο. Εάν οι δημοτικοί αστυνομικοί καταδικασθούν αμετάκλητα, υποχρεούνται να επιστρέψουν στον φορέα τις ως άνω δαπάνες.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄

ΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΔΗΜΟΤΙΚΩΝ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΩΝ

 

Άρθρο 27

Απόσπαση

  1. Για την κάλυψη επείγουσας υπηρεσιακής ανάγκης, επιτρέπεται η απόσπαση, για χρονικό διάστημα έως ενός (1) έτος, ειδικού ένστολου προσωπικού της δημοτικής αστυνομίας σε υπηρεσία δημοτικής αστυνομίας άλλου Ο.Τ.Α. α’ βαθμού. Η απόσπαση γίνεται με αίτηση του ενδιαφερομένου και απόφαση του δημάρχου του δήμου υποδοχής, ύστερα από σύμφωνη γνώμη του δημάρχου του δήμου προέλευσης. Η απόσπαση μπορεί να παρατείνεται με την ίδια διαδικασία για ένα (1) ακόμη έτος.
  2. Με την πάροδο του χρόνου της απόσπασης, αυτή παύει αυτοδίκαια και ο δημοτικός αστυνομικός υποχρεούται να επιστρέψει στην οργανική του θέση, χωρίς άλλη διατύπωση.
  3. Η απόσπαση μπορεί να παύει οποτεδήποτε με απόφαση του δημάρχου του δήμου υποδοχής, πριν από τη λήξη των χρονικών ορίων του παρόντος, για λόγους που ανάγονται στην υπηρεσία.
  4. Ο αποσπασμένος δημοτικός αστυνομικός που συμπλήρωσε τα χρονικά όρια του παρόντος δεν επιτρέπεται να αποσπασθεί, πριν παρέλθει διετία από τη λήξη της προηγούμενης απόσπασης.
  5. Ο χρόνος υπηρεσίας που διανύεται με απόσπαση λογίζεται για όλες τις συνέπειες ως προς το υπηρεσιακό, μισθολογικό, ασφαλιστικό και συνταξιοδοτικό καθεστώς, ως συνεχής πραγματική υπηρεσία του δημοτικού αστυνομικού στην οργανική του θέση.
  6. Οι αποδοχές του δημοτικού αστυνομικού που αποσπάται, καθώς και οι εργοδοτικές και ασφαλιστικές εισφορές, βαρύνουν τον δήμο στον οποίο γίνεται η απόσπαση.
  7. Δεν είναι δυνατή η απόσπαση:

α. όταν πρόκειται για τον μοναδικό δημοτικό αστυνομικό στην κατηγορία του κλάδου του,

β. πριν παρέλθει διετία από τον διορισμό του,

γ. αν υποχρεούται ο δημοτικός αστυνομικός να υπηρετήσει για ορισμένο χρονικό διάστημα στον Ο.Τ.Α. α’ βαθμού όπου διορίστηκε,

δ. δημοτικού αστυνομικού που έχει επιλεγεί ως προϊστάμενος οργανικής μονάδας.

  1. Αν ο αποσπασμένος δημοτικός αστυνομικός επιλεγεί σε θέση της ιεραρχίας, επέρχεται αυτοδίκαιη παύση της απόσπασής του, από την τοποθέτησή του.

 

Άρθρο 28  

Απόσπαση σε τουριστικό δήμο

  1. Επιτρέπεται η απόσπαση δημοτικού αστυνομικού της δημοτικής αστυνομίας σε δημοτική αστυνομία άλλου Ο.Τ.Α. α’ βαθμού τουριστικής περιοχής, ύστερα από τη συμπλήρωση της διετούς δοκιμαστικής υπηρεσίας. Για την απόσπαση, ο ενδιαφερόμενος δήμος απευθύνει δημόσια πρόσκληση για την κάλυψη των υπηρεσιακών αναγκών της δημοτικής αστυνομίας κατά την τουριστική περίοδο. Η απόσπαση γίνεται με αίτηση του ενδιαφερόμενου δημοτικού αστυνομικού και απόφαση του δημάρχου του Ο.Τ.Α. α’ βαθμού υποδοχής, ύστερα από σύμφωνη γνώμη του δημάρχου του Ο.Τ.Α. α’ βαθμού προέλευσης. Η απόσπαση γίνεται κατά την τουριστική περίοδο και για χρονικό διάστημα που δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερο των έξι (6) μηνών.
  2. Για τις αποσπάσεις του παρόντος εφαρμόζονται οι παρ. 2, 5, 6 και 7 του άρθρου 27.

 

Άρθρο 29  

Απόσπαση για λόγους υγείας

Επιτρέπεται, μετά από αίτηση, η απόσπαση δημοτικού αστυνομικού σε δημοτική αστυνομία άλλου Ο.Τ.Α. α’ βαθμού, για αποδεδειγμένα ιδιαίτερα σοβαρούς λόγους υγείας του ιδίου, συζύγου ή συμβιούντος κατά την έννοια του άρθρου 1 του ν. 4356/2015 (Α΄ 181) ή τέκνου ή προσώπου του οποίου ο αιτών μετά τον διορισμό, διορίζεται δικαστικός συμπαραστάτης και του ανατίθεται δικαστικώς και η επιμέλεια, εφόσον η καθημερινή φροντίδα του προσώπου αυτού δεν παρέχεται από ιδρύματα και φορείς κοινωνικής προστασίας, με κοινή απόφαση των δημάρχων προέλευσης και υποδοχής. Σε κάθε περίπτωση, η αίτηση πρέπει να είναι ειδικώς αιτιολογημένη και να προκύπτει αιτιώδης σύνδεσμος της αναγκαιότητας για απόσπαση και των λόγων υγείας. Αποσπάσεις, οι οποίες διενεργούνται για λόγους υγείας, ανανεώνονται με κοινή απόφαση των δημάρχων προέλευσης και υποδοχής για μια ή περισσότερες φορές, για όσο χρόνο εξακολουθούν να υφίστανται οι λόγοι υγείας για τους οποίους έγιναν και εφόσον αυτοί αποδεικνύονται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο παρόν.

 

Άρθρο 30

Συνυπηρέτηση

Για την απόσπαση δημοτικού αστυνομικού για λόγους συνυπηρέτησης στην περιοχή όπου υπηρετεί σύζυγος ή συμβιών κατά την έννοια του άρθρου 1 του ν. 4356/2015 (Α΄181) εφαρμόζεται το άρθρο 21 του ν. 2946/2001 (Α΄ 224).

 

Άρθρο 31

Μετάταξη σε κλάδο δημοτικής αστυνομίας ανώτερης κατηγορίας

  1. Μετάταξη δημοτικού αστυνομικού σε κενή θέση κλάδου δημοτικής αστυνομίας ανώτερης κατηγορίας, του ίδιου Ο.Τ.Α. α’ βαθμού, επιτρέπεται μετά από αίτησή του, κατόπιν γνώμης του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου.

Ο μετατασσόμενος πρέπει να κατέχει τον τίτλο σπουδών που απαιτείται για την κατηγορία στην οποία μετατάσσεται.

  1. Δημοτικός αστυνομικός που είχε τον απαιτούμενο σύμφωνα με το άρθρο 10 τίτλο σπουδών για διορισμό σε ανώτερη κατηγορία, κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης διορισμού του, δεν επιτρέπεται να μεταταγεί σε θέση κλάδου δημοτικής αστυνομίας ανώτερης κατηγορίας, πριν από τη συμπλήρωση οκταετίας από τον διορισμό του.
  2. Ο δημοτικός αστυνομικός μετατάσσεται με τον βαθμό που κατέχει. Ο χρόνος υπηρεσίας που έχει διανυθεί στον βαθμό με τον οποίο μετατάσσεται, θεωρείται ότι έχει διανυθεί στον βαθμό της θέσης στην οποία μετατάσσεται, εφόσον έχει διανυθεί με τον τίτλο σπουδών που απαιτείται για την κατηγορία αυτή.
  3. Αν υπάρχουν περισσότεροι υποψήφιοι για μετάταξη, προτάσσονται εκείνοι που έχουν διανύσει εν τοις πράγμασι τον περισσότερο χρόνο υπηρεσίας και, αν έχουν διανύσει τον ίδιο χρόνο υπηρεσίας, λαμβάνονται υπόψη τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα τους, τυχόν εκθέσεις αξιολόγησης και κάθε στοιχείο από το προσωπικό τους μητρώο που καταδεικνύει την καταλληλότητά τους για τη συγκεκριμένη θέση.

 

Άρθρο 32 

Μετάταξη σε θέση άλλου κλάδου του ίδιου Ο.Τ.Α. α’ βαθμού

Μετά τη συμπλήρωση είκοσι (20) ετών συνολικής υπηρεσίας σε υπηρεσία δημοτικής αστυνομίας ενός ή περισσότερων Ο.Τ.Α. α’ βαθμού, μπορεί να διενεργείται μετάταξη των δημοτικών αστυνομικών σε άλλους κλάδους και ειδικότητες της ίδιας ή ανώτερης κατηγορίας ή να ανατίθενται άλλα καθήκοντα, σύμφωνα με τα άρθρα 35, 75 και 76 του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων (ν. 3584/2007, Α΄143).

 

Άρθρο 33 

Μετάταξη σε δημοτική αστυνομία άλλου Ο.Τ.Α. α’ βαθμού – Αμοιβαία μετάταξη

  1. Επιτρέπεται η μετάταξη δημοτικού αστυνομικού σε αντίστοιχη κενή οργανική θέση υπηρεσίας δημοτικής αστυνομίας άλλου δήμου κατόπιν αίτησης του ενδιαφερομένου. Η απόφαση για τη μετάταξη εκδίδεται από τον δήμαρχο του δήμου υποδοχής, ύστερα από σύμφωνη γνώμη του δημάρχου του δήμου προέλευσης και των οικείων υπηρεσιακών συμβουλίων.
  2. Με τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία της παρ. 1 επιτρέπεται και η αμοιβαία μετάταξη. Στην περίπτωση αυτή οι θέσεις που κατέχουν οι μετατασσόμενοι λογίζονται κενές.
  3. Δεν επιτρέπεται η μετάταξη δημοτικού αστυνομικού αν υποχρεούται να υπηρετήσει για ορισμένο χρονικό διάστημα σε συγκεκριμένο Ο.Τ.Α. α’ βαθμού, βάσει ειδικής διάταξης.
  4. Οι δημοτικοί αστυνομικοί δεν μετατάσσονται αν δεν παρέλθει διετία από τον διορισμό τους.
  5. Κατ’ εξαίρεση, επιτρέπεται, σύμφωνα με τη διαδικασία της παρ. 2, μετάταξη πριν από την παρέλευση του χρονικού διαστήματος της παρ. 4 στην περίπτωση της αμοιβαίας μετάταξης.
  6. Δεν επιτρέπεται μετάταξη αν πρόκειται για τον μοναδικό δημοτικό αστυνομικό του κλάδου του, με εξαίρεση την περίπτωση της αμοιβαίας μετάταξης.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄

ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΙΚΕΣ, ΤΕΛΙΚΕΣ, ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

 

Άρθρο 34

Εξουσιοδοτικές διατάξεις

  1. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Προστασίας του Πολίτη καθορίζονται οι προδιαγραφές, ο τύπος του εξοπλισμού και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρ. 1 του άρθρου 4.
  2. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, κατόπιν προηγούμενης γνωμοδότησης της επιτροπής του άρθρου 9 του α.ν. 1342/1938 (Α΄ 290), καθορίζονται τα θέματα που αφορούν στο ειδικό διακριτικό σήμα της δημοτικής αστυνομίας, στη στολή του ειδικού ένστολου προσωπικού και στα διακριτικά όλων των βαθμών της ιεραρχία. Με την ίδια απόφαση καθορίζεται ο τύπος της ειδικής ταυτότητας του προσωπικού της παρ. 1 του άρθρου 4.
  3. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 20 του ν. 4622/2019 (Α΄ 133) συστήνονται οι οργανικές μονάδες των παρ. 1 και 2 του άρθρου 7 .
  4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Προστασίας του Πολίτη καθορίζεται κάθε θέμα σχετικό με την οργάνωση της εισαγωγικής εκπαίδευσης του άρθρου 12, του ειδικού προγράμματος επιμόρφωσης της παρ. 1 του άρθρου 18, καθώς και κάθε θέμα σχετικό με την μετεκπαίδευση και επιμόρφωση του ειδικού ένστολου προσωπικού της δημοτικής αστυνομίας.
  5. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, κατόπιν γνώμης της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδας (Κ.Ε.Δ.Ε.), εκδίδεται ο Κανονισμός Λειτουργίας δημοτικής αστυνομίας, με τον οποίο καθορίζονται, ιδίως, τα καθήκοντα και οι αρμοδιότητες των θέσεων του άρθρου 14, ο τρόπος άσκησης αυτών, η διάρθρωση της εσωτερικής και εξωτερικής υπηρεσίας, κανόνες συμπεριφοράς, η διαδικασία ελέγχου και βεβαίωσης των παραβάσεων, καθώς και κάθε άλλη σχετική αναγκαία λεπτομέρεια.
  6. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών καθορίζεται ειδικό σύστημα αξιολόγησης του ειδικού ένστολου προσωπικού της δημοτικής αστυνομίας, καθώς και κάθε άλλη σχετική αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του ως άνω συστήματος.
  7. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών συστήνεται στο Υπουργείο Εσωτερικών το Ειδικό Πειθαρχικό Συμβούλιο του άρθρου 25 με αποκλειστική αρμοδιότητα την άσκηση πειθαρχικής εξουσίας στο ειδικό ένστολο προσωπικό της δημοτικής αστυνομίας.
  8. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομικών καθορίζεται η αποζημίωση των τακτικών και αναπληρωματικών μελών του Ειδικού Πειθαρχικού Συμβουλίου του άρθρου 25, καθώς και του γραμματέα με βάση, ιδίως, τον αριθμό των συνεδριάσεων στις οποίες μετείχαν και τον αριθμό των υποθέσεων που ολοκληρώθηκαν.

 

 

Άρθρο 35 

Τελικές διατάξεις

  1. Το προσωπικό της δημοτικής αστυνομίας υπάγεται στις διατάξεις του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων (ν. 3584/2007, Α΄143) για όσα θέματα δεν ρυθμίζονται διαφορετικά από τις διατάξεις του παρόντος ή άλλες ειδικές διατάξεις.
    2. Ελεγκτικές αρμοδιότητες που ασκούνται από άλλους φορείς του Δημοσίου, πλην δημοτικής αστυνομίας, κατ’ εφαρμογή νόμων ή κανονιστικών πράξεων δεν θίγονται από τις διατάξεις του παρόντος.
  2. Οι πράξεις μετάταξης που διενεργούνται σύμφωνα με τις παρ. 4 και 5 του παρόντος, καθώς και τα άρθρα 31, 32 και 33 δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, σε περίληψη, με μέριμνα του Συντονιστή της Αποκεντρωμένης Διοίκησης.
  3. Θέσεις για τις οποίες εκδόθηκε προκήρυξη πλήρωσής τους με διορισμό δεν καλύπτονται με μετάταξη.
  4. α) Υπάλληλοι που κατ’ εφαρμογή της παρ. 2 του άρθρου 81 του ν. 4172/2013 (Α΄ 167) μετατάχθηκαν αυτοδικαίως από τις 23.9.2013 σε συνιστώμενες προσωποπαγείς θέσεις κατηγορίας ΠΕ Διοικητικού ή ΤΕ Διοικητικού ή ΔΕ Διοικητικού στον δήμο ή μεταγενέστερα σε άλλη υπηρεσία και υπάλληλοι που, μετά τη θέση τους σε διαθεσιμότητα, διατέθηκαν σε άλλους φορείς, δύνανται να μετατάσσονται ως ειδικό ένστολο προσωπικό δημοτικής αστυνομίας, σε κενές οργανικές θέσεις ή, εφόσον δεν υπάρχουν, σε συνιστώμενες προσωποπαγείς θέσεις, κλάδων ΠΕ ή ΤΕ ή ΔΕ Δημοτικής Αστυνομίας, της ίδιας κατηγορίας. Η μετάταξη διενεργείται με αίτηση που υποβάλλεται στον οικείο δήμο και απόφαση του δημάρχου, περίληψη της οποίας δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, με μέριμνα του Συντονιστή της Αποκεντρωμένης Διοίκησης. Ο αιτών υπάλληλος πρέπει να μην είναι ο μοναδικός που υπηρετεί στον οικείο κλάδο. Ειδικά για τις μετατάξεις του πολιτικού προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας απαιτείται, για την έκδοση της απόφασης του δεύτερου εδαφίου, η σύμφωνη γνώμη του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη.

β) Το προσωπικό της περ. α) μετατάσσεται στον δήμο με το μισθολογικό κλιμάκιο που κατέχει και με διατήρηση τυχόν προσωπικής διαφοράς. Οι μετατασσόμενοι διατηρούν το ίδιο ασφαλιστικό και συνταξιοδοτικό καθεστώς.

 

Άρθρο 36  

Μεταβατικές διατάξεις

  1. Αρμοδιότητες που έχουν ανατεθεί σε δημοτικούς υπαλλήλους κατ’ εφαρμογή των άρθρων 81 του ν. 4172/2013 (Α΄167) και 19 του ν. 4325/2015 (Α΄ 47), παύουν να ασκούνται εντός τριμήνου από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.
  2. Υφιστάμενες, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, υπηρεσίες δημοτικής αστυνομίας δύνανται να λειτουργούν με προσωπικό που υπολείπεται του οριζομένου στο άρθρο 4 μέχρι την πλήρωση των προβλεπόμενων θέσεων.
  3. Αν προβλέπεται προβάδισμα βάσει κατηγορίας κατά την επιλογή προϊσταμένων δημοτικής αστυνομίας σε υφιστάμενες κατά τη δημοσίευση του παρόντος οργανικές διατάξεις δήμων, αυτό παύει να ισχύει από την έναρξη ισχύος του παρόντος.
  4. Οι δημοτικοί αστυνομικοί, που υπηρετούν κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, κατατάσσονται από 1ης.1.2023 αυτοδικαίως στους βαθμούς της κατηγορίας που υπηρετούν, σύμφωνα με τα άρθρα 13 και 16, με βάση την πραγματική υπηρεσία που έχει διανυθεί σε θέση δημοτικού αστυνομικού. Πλεονάζων χρόνος θεωρείται ότι διανύθηκε στον βαθμό κατάταξης.
    Για την ως άνω κατάταξη δεν υπολογίζονται:

α. Ο χρόνος της διαθεσιμότητας, με εξαίρεση τον χρόνο διαθεσιμότητας του άρθρου 81 του ν. 4172/2013,

β. ο χρόνος της αργίας, είτε εξαιτίας ποινικής δίωξης που κατέληξε σε οποιαδήποτε καταδίκη είτε εξαιτίας πειθαρχικής δίωξης που κατέληξε σε πειθαρχική ποινή τουλάχιστον προστίμου αποδοχών τριών (3) μηνών,

γ. ο χρόνος της αδικαιολόγητης αποχής από τα καθήκοντα,

δ. ο χρόνος της προσωρινής παύσης,

ε. ο χρόνος της άδειας άνευ αποδοχών που δεν αποτελεί χρόνο πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας,

στ. ο χρόνος της αναστολής άσκησης καθηκόντων εφόσον στη συνέχεια ο υπάλληλος τέθηκε σε αργία,

ζ. το χρονικό διάστημα κατά το οποίο στερήθηκε ο υπάλληλος το δικαίωμα για προαγωγή,

η. χρονικό διάστημα ίσο προς το μισό του απαιτούμενου προς προαγωγή χρόνου, σε περίπτωση επιβολής της πειθαρχικής ποινής του υποβιβασμού.

Για την ως άνω κατάταξη εκδίδονται διαπιστωτικές πράξεις από τον οικείο δήμαρχο, που δεν δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

  1. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος:

α) Έως την επιλογή προϊσταμένων οργανικών μονάδων σύμφωνα με τα άρθρα 21, 22 και 23, καθήκοντα προϊσταμένων εξακολουθούν να ασκούν οι κατά τη δημοσίευση του παρόντος προϊστάμενοι.

β) Έως την τοποθέτηση νέων εποπτών σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος εξακολουθούν να ασκούν τα καθήκοντά τους οι υφιστάμενοι επόπτες.

γ) Η θητεία των περ. α) και β) λήγει αυτοδικαίως με την επιλογή και τοποθέτηση στις θέσεις της ιεραρχίας σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος.

δ) Καταργούνται οι υποδιευθύνσεις δημοτικής αστυνομίας και λήγει αυτοδικαίως η θητεία των υποδιευθυντών.

  1. Κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος, αν δεν υποβληθούν αιτήσεις για την επιλογή προϊσταμένων οργανικών μονάδων, εφόσον δεν υπάρχουν υπάλληλοι που πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 24, για την κάλυψη των θέσεων προϊσταμένων των οργανικών μονάδων, τα καθήκοντα αυτά ασκούνται παράλληλα από προϊστάμενο Διεύθυνσης ή Τμήματος, αντίστοιχα, άλλου κλάδου του οικείου δήμου, ύστερα από απόφαση του δημάρχου.
  2. Μετά τη σύσταση νέας υπηρεσίας δημοτικής αστυνομίας με τον οικείο Οργανισμό Εσωτερικής Υπηρεσίας του άρθρου 10 του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων (ν. 3584/2007, Α’ 143) και τη στελέχωσή της, οι θέσεις προϊσταμένων οργανικών μονάδων καλύπτονται σύμφωνα με το άρθρο 24 του παρόντος.
  3. Το Ειδικό Πειθαρχικό Συμβούλιο του άρθρου 25 συγκροτείται εντός τριών (3) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος. Κατ’ εξαίρεση, η θητεία του αρχίζει από την συγκρότηση του και λήγει την 31η Δεκεμβρίου του μεθεπόμενου έτους.

 

Άρθρο 37   

Καταργούμενες διατάξεις

Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργούνται:

α) το π.δ. 135/2006 (Α΄ 153) περί συστήματος πρόσληψης ειδικού ένστολου προσωπικού της δημοτικής αστυνομίας και τρόπου εκπαίδευσης αυτού,

β) το άρθρο 74 του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων (ν. 3584/2007, Α΄143) περί μετάταξης από Ο.Τ.Α. σε Ο.Τ.Α.,

γ) τα άρθρα 1 έως 17 του ν. 3731/2008 (Α΄263) περί αναδιοργάνωσης της δημοτικής αστυνομίας,

δ) η παρ. 5 του άρθρου 19 του ν. 4325/2015 (Α΄47) περί μετάταξης δημοτικών αστυνομικών σε άλλους κλάδους ή ανάθεσης άλλων καθηκόντων, και

ε) κάθε γενική ή ειδική διάταξη που αντίκειται στον παρόντα.