Άρθρο 41 – Επιλογή και ποιοτική αξιολόγηση των Υποψηφίων (άρθρο 38 παρ. 1-9 Οδηγίας 2014/23/ΕΕ)

  1. Οι Αναθέτουσες Αρχές και οι Αναθέτοντες Φορείς εξακριβώνουν τις προϋποθέσεις συμμετοχής που σχετίζονται με την επαγγελματική και τεχνική ικανότητα, τη χρηματοπιστωτική και οικονομική επάρκεια των Υποψηφίων ή των Προσφερόντων βάσει υπεύθυνων δηλώσεων και συστάσεων που πρέπει να υποβάλλονται ως αποδεικτικά στοιχεία, σύμφωνα με τις απαιτήσεις που διευκρινίζονται στην προκήρυξη της Σύμβασης Παραχώρησης και οι οποίες πρέπει να μην εισάγουν διακρίσεις και να είναι αναλογικές με το αντικείμενο της Σύμβασης Παραχώρησης. Οι προϋποθέσεις συμμετοχής σχετίζονται και είναι αναλογικές με την ανάγκη διασφάλισης της ικανότητας του Παραχωρησιούχου να εκτελέσει τη Σύμβαση Παραχώρησης, λαμβάνοντας υπόψη το αντικείμενο της σύμβασης και με τον στόχο εξασφάλισης πραγματικού ανταγωνισμού.
  2. Για την πλήρωση των προϋποθέσεων συμμετοχής που αναφέρονται στην παράγραφο 1, ένας Οικονομικός Φορέας μπορεί, εφόσον κρίνεται σκόπιμο και για συγκεκριμένη Σύμβαση Παραχώρησης, να στηρίζεται στις ικανότητες άλλων φορέων, ασχέτως της νομικής φύσης των δεσμών του με αυτούς. Στην περίπτωση αυτή πρέπει να αποδείξει στην Αναθέτουσα Αρχή ή στον Αναθέτοντα Φορέα ότι θα έχει στη διάθεσή του τους αναγκαίους πόρους καθ’ όλη τη διάρκεια της παραχώρησης, προσκομίζοντας για παράδειγμα σχετική δέσμευση των εν λόγω φορέων. Όσον αφορά τη χρηματοοικονομική επάρκεια, η Αναθέτουσα Αρχή ή ο Αναθέτων Φορέας μπορεί να απαιτεί ο Οικονομικός Φορέας και οι άλλοι φορείς να είναι από κοινού υπεύθυνοι για την εκτέλεση της Σύμβασης Παραχώρησης.
  3. Ομοίως, μια ένωση ή κοινοπραξία Οικονομικών Φορέων, όπως αναφέρεται στο άρθρο 26, μπορεί να στηρίζεται στις ικανότητες των συμμετεχόντων στην ένωση ή κοινοπραξία ή άλλων φορέων.
  4. Οι Αναθέτουσες Αρχές και οι Αναθέτοντες Φορείς όπως ορίζονται στο στοιχείο α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 4 αποκλείουν έναν Οικονομικό Φορέα από τη συμμετοχή σε διαδικασία ανάθεσης Σύμβασης Παραχώρησης σε περίπτωση που περιέλθει σε γνώση τους ότι υπάρχει τελεσίδικη καταδικαστική απόφαση εις βάρος του για έναν από τους ακόλουθους λόγους:

α) συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 2 της απόφασης-πλαίσιο 2008/841/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 24ης Οκτωβρίου 2008, για την καταπολέμηση του οργανωμένου (ΕΕ L 300 της 11.11.2008 σ.42)·

β) δωροδοκία, όπως ορίζεται στο άρθρο 3 της σύμβασης περί της καταπολέμησης της διαφθοράς στην οποία ενέχονται υπάλληλοι των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή των κρατών μελών της Ένωσης (ΕΕ C 195 της 25.6.1997, σ. 1) και στο άρθρο 2 παράγραφος 1 της απόφασης-πλαίσιο 2003/568/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 22ας Ιουλίου 2003, για την καταπολέμηση της δωροδοκίας στον ιδιωτικό τομέα (ΕΕ L 192 της 31.7.2003, σ. 54), καθώς και όπως ορίζεται στο εθνικό δίκαιο της Αναθέτουσας αρχής ή του Οικονομικού Φορέα.

γ) απάτη, κατά την έννοια του άρθρου 1 της σύμβασης σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΕΕ C 316 της 27.11.1995, σ. 48), η οποία κυρώθηκε με το Ν. 2803/2000 (Α 48)·

δ) τρομοκρατικά εγκλήματα ή εγκλήματα συνδεόμενα με τρομοκρατικές δραστηριότητες, όπως ορίζονται, αντιστοίχως, στα άρθρα 1 και 3 της απόφασης-πλαίσιο 2002/475/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 13ης Ιουνίου 2002, για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας (ΕΕ L 164 της 22.6.2002, σ. 3), ή ηθική αυτουργία, ή συνέργεια ή απόπειρα διάπραξης εγκλήματος, όπως ορίζονται στο άρθρο 4 αυτής·

ε) νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 1 της οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Οκτωβρίου 2005, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας (ΕΕ L 309 της 25.11.2005, σ. 15), η οποία ενσωματώνεται με το Ν. 3691/2008 (ΦΕΚ Α 166) και αντικαθίστανται οι σχετικές διατάξεις του Ν. 2331/1995 (ΦΕΚ Α 173), όπως ισχύουν·

στ) παιδική εργασία και άλλες μορφές εμπορίας ανθρώπων, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 της οδηγίας 2011/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 5ης Απριλίου 2011, για την πρόληψη και την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων και για την προστασία των θυμάτων της, καθώς και για την αντικατάσταση της απόφασης-πλαίσιο 2002/629/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 101 της 15.4.2011, σ. 1), η οποία ενσωματώνεται με το Ν. 4198/2013 (ΦΕΚ Α 215).

Η υποχρέωση αποκλεισμού Οικονομικού Φορέα εφαρμόζεται επίσης όταν το πρόσωπο εις βάρος του οποίου εκδόθηκε τελεσίδικη καταδικαστική απόφαση είναι μέλος του διοικητικού, διευθυντικού ή εποπτικού οργάνου του εν λόγω Οικονομικού Φορέα ή έχει εξουσία εκπροσώπησης, λήψης αποφάσεων ή ελέγχου σε αυτό.

Αναθέτοντες Φορείς άλλοι από τους αναφερόμενους στο στοιχείο α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 4 μπορούν να αποκλείσουν έναν Οικονομικό Φορέα από τη συμμετοχή σε διαδικασία ανάθεσης Σύμβασης Παραχώρησης σε περίπτωση που περιέλθει σε γνώση τους ότι υπάρχει τελεσίδικη καταδικαστική απόφαση εις βάρος του για έναν από τους λόγους που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου.

  1. Οι Αναθέτουσες Αρχές ή οι Αναθέτοντες Φορείς όπως ορίζονται στο στοιχείο α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 4 αποκλείουν Οικονομικό Φορέα από τη συμμετοχή σε διαδικασία ανάθεσης Σύμβασης Παραχώρησης, εάν περιέλθει σε γνώση τους ότι αυτός αθετεί τις υποχρεώσεις του όσον αφορά την καταβολή φόρων ή εισφορών κοινωνικής ασφάλισης, εφόσον αυτό πιστοποιείται από τελική και δεσμευτική δικαστική ή διοικητική απόφαση σύμφωνα με τις νομοθετικές διατάξεις της χώρας στην οποία είναι εγκατεστημένος ή με τις διατάξεις της ελληνικής νομοθεσίας.

Επιπλέον, οι Αναθέτουσες Αρχές ή οι Αναθέτοντες Φορείς αποκλείουν από τη συμμετοχή σε διαδικασία ανάθεσης Σύμβασης Παραχώρησης Οικονομικό Φορέα, εάν μπορούν να αποδείξουν με κατάλληλα μέσα ότι αυτός έχει παραβεί τις υποχρεώσεις του, όσον αφορά την καταβολή φόρων ή εισφορών κοινωνικής ασφάλισης.

Η παρούσα παράγραφος παύει να εφαρμόζεται όταν ο Οικονομικός Φορέας εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του, είτε καταβάλλοντας τους φόρους ή τις εισφορές κοινωνικής ασφάλισης που οφείλει, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, των δεδουλευμένων τόκων ή των προστίμων, είτε υπαγόμενος σε δεσμευτικό διακανονισμό για την καταβολή τους.

  1. Κατ’ εξαίρεση, οι Αναθέτουσες Αρχές ή οι Αναθέτοντες Φορείς μπορούν να μην αποκλείουν Οικονομικούς Φορείς για τους λόγους που αναφέρονται στην παράγραφο 5, εφόσον:

α) τούτο δικαιολογείται από επιτακτικούς λόγους δημόσιου συμφέροντος, όπως δημόσιας υγείας ή προστασίας του περιβάλλοντος.

β) ο αποκλεισμός θα ήταν σαφώς δυσανάλογος, ιδίως όταν μόνο μικρά ποσά των φόρων ή των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης, που πάντως δεν υπερβαίνουν το ποσό των 1.000 Ευρώ, δεν έχουν καταβληθεί ή όταν ο Οικονομικός Φορέας ενημερώθηκε σχετικά με το ακριβές ποσό που όφειλε λόγω αθέτησης των υποχρεώσεών του όσον αφορά την καταβολή φόρων ή εισφορών κοινωνικής ασφάλισης σε χρόνο κατά τον οποίο δεν είχε τη δυνατότητα να λάβει μέτρα, σύμφωνα με το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 5, πριν από την εκπνοή της προθεσμίας υποβολής αίτησης συμμετοχής.

  1. Οι Αναθέτουσες Αρχές ή οι Αναθέτοντες Φορείς μπορούν να προβλέπουν στα Τεύχη Διαγωνισμού ότι αποκλείεται από τη συμμετοχή σε διαδικασία ανάθεσης Σύμβασης Παραχώρησης οιοσδήποτε Οικονομικός Φορέας εάν πληρούται οιαδήποτε από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) εάν μπορούν να αποδείξουν με κατάλληλα μέσα αθέτηση των υποχρεώσεων που προβλέπονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 30,

β) εάν ο Οικονομικός Φορέας έχει κηρύξει πτώχευση ή υπόκειται σε διαδικασία αφερεγγυότητας ή εκκαθάρισης, τελεί υπό αναγκαστική διαχείριση από εκκαθαριστή ή από το δικαστήριο, έχει υπαχθεί σε πτωχευτικό συμβιβασμό, έχει αναστείλει τις επιχειρηματικές δραστηριότητές του ή βρίσκεται σε οποιαδήποτε ανάλογη κατάσταση που προκύπτει από παρόμοια διαδικασία προβλεπόμενη στις εθνικές νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις. Ωστόσο, η Αναθέτουσα Αρχή ή ο Αναθέτων Φορέας μπορεί να αποφασίσει να μην αποκλείσει Οικονομικό Φορέα ο οποίος βρίσκεται σε μια από τις ανωτέρω καταστάσεις, όταν έχει διαπιστωθεί ότι ο εν λόγω Οικονομικός Φορέας θα είναι σε θέση να εκτελέσει τη σύμβαση, λαμβανομένων υπόψη των εφαρμοστέων εθνικών κανόνων και μέτρων σχετικά με τη συνέχεια των δραστηριοτήτων στις ανωτέρω καταστάσεις,

γ) εάν η Αναθέτουσα Αρχή μπορεί να αποδείξει, με κατάλληλα μέσα, ότι ο Οικονομικός Φορέας έχει διαπράξει σοβαρό επαγγελματικό παράπτωμα, το οποίο θέτει εν αμφιβόλω την ακεραιότητά του,

δ) εάν η σύγκρουση συμφερόντων κατά την έννοια του δεύτερου εδαφίου του άρθρου 37 δεν μπορεί να θεραπευθεί αποτελεσματικά με άλλα, λιγότερο παρεμβατικά, μέσα,

ε) εάν η Αναθέτουσα Αρχή διαθέτει επαρκώς εύλογες ενδείξεις που οδηγούν στο συμπέρασμα ότι ο Οικονομικός Φορέας συνήψε συμφωνίες με άλλους Οικονομικούς Φορείς με στόχο τη στρέβλωση του ανταγωνισμού,

στ) εάν ο Οικονομικός Φορέας έχει παρουσιάσει σημαντικές ή επαναλαμβανόμενες ελλείψεις όσον αφορά ουσιώδη απαίτηση στο πλαίσιο προηγούμενης Σύμβασης Παραχώρησης ή προηγούμενης σύμβασης με Αναθέτουσα Αρχή ή Αναθέτοντα Φορέα όπως ορίζονται στα 3 και 4 του παρόντος νόμου ή στην Οδηγία 2014/25/ΕΕ που είχαν ως αποτέλεσμα την πρόωρη καταγγελία της εν λόγω σύμβασης, αποζημιώσεις ή άλλες παρόμοιες κυρώσεις,

ζ) εάν ο Οικονομικός Φορέας έχει κριθεί ένοχος σοβαρών ψευδών δηλώσεων κατά την παροχή των πληροφοριών που απαιτούνται για την εξακρίβωση της απουσίας λόγων αποκλεισμού ή την πλήρωση των κριτηρίων επιλογής, έχει αποκρύψει τέτοιες πληροφορίες ή δεν είναι σε θέση να προσκομίσει τα απαιτούμενα έγγραφα προς επίρρωση αυτών των πληροφοριών,

η) εάν ο Οικονομικός Φορέας επιχειρεί να επηρεάσει με αθέμιτο τρόπο τη διαδικασία λήψης αποφάσεων της Αναθέτουσας Αρχής ή του Αναθέτοντος Φορέα, να αποκτήσει εμπιστευτικές πληροφορίες που ενδέχεται να συνεπάγονται αθέμιτα πλεονεκτήματα για τον ίδιο στη διαδικασία ανάθεσης Σύμβασης Παραχώρησης ή να παράσχει εξ αμελείας παραπλανητικές πληροφορίες που ενδέχεται να επηρεάσουν ουσιωδώς τις αποφάσεις που αφορούν τον αποκλεισμό, την επιλογή ή την ανάθεση της σύμβασης,

θ) στην περίπτωση Συμβάσεων Παραχώρησης στους τομείς της άμυνας και της ασφαλείας κατά τα οριζόμενα στον Ν. 3978/2011, εφόσον έχει εξακριβωθεί, βάσει αποδεικτικών στοιχείων, συμπεριλαμβανομένων προστατευόμενων πηγών δεδομένων, ότι ο Οικονομικός Φορέας δεν διαθέτει την αξιοπιστία που απαιτείται για τον αποκλεισμό κινδύνων κατά της ασφαλείας του Κράτους.

Ο αποκλεισμός του Οικονομικού Φορέα είναι υποχρεωτικός, εφόσον συντρέχει στο πρόσωπό του ένας από τους λόγους που αναφέρονται στις περιπτώσεις ε΄, ζ)΄και η΄ της παρούσας παραγράφου.

  1. Οι Αναθέτουσες Αρχές και οι Αναθέτοντες Φορείς όπως ορίζονται στο στοιχείο α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 4 αποκλείουν, σε οποιοδήποτε χρονικό σημείο κατά τη διάρκεια της διαδικασίας ανάθεσης Σύμβασης Παραχώρησης, Οικονομικό Φορέα, εφόσον αποδεικνύεται ότι ο εν λόγω Οικονομικός Φορέας βρίσκεται, λόγω πράξεων ή παραλείψεων αυτού είτε πριν είτε κατά τη διάρκεια της διαδικασίας σε μία από τις καταστάσεις:

α) των παραγράφων 4 ή 5 του παρόντος άρθρου ή

β) των περιπτώσεων ε΄, ζ΄ και η΄της παραγράφου 7 του παρόντος άρθρου ή

γ) των περιπτώσεων α΄, β΄, γ΄, δ΄, στ΄ ή θ΄ της παραγράφου 7 του παρόντος άρθρου, εφόσον στα Τεύχη Διαγωνισμού έχει προβλεφθεί ότι οι καταστάσεις αυτές αποτελούν λόγο αποκλεισμού του Οικονομικού Φορέα.

  1. Κάθε Οικονομικός Φορέας που βρίσκεται σε μία από τις καταστάσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 4 και 7 μπορεί να προσκομίσει στοιχεία από τα οποία να τεκμαίρεται ότι τα μέτρα που έλαβε επαρκούν για να αποδείξουν την αξιοπιστία του, παρά την ύπαρξη του σχετικού λόγου αποκλεισμού. Εάν τα στοιχεία κριθούν επαρκή, ο εν λόγω Οικονομικός Φορέας δεν αποκλείεται από τη διαδικασία.

Για τον σκοπό αυτόν, ο Οικονομικός Φορέας αποδεικνύει ότι έχει καταβάλει ή δεσμευθεί να καταβάλει αποζημίωση για τυχόν ζημίες που προκλήθηκαν από το ποινικό αδίκημα ή το παράπτωμα, έχει διευκρινίσει τα γεγονότα και τις περιστάσεις με ολοκληρωμένο τρόπο, μέσω ενεργού συνεργασίας με τις ερευνητικές αρχές, και έχει λάβει συγκεκριμένα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα καθώς και μέτρα σε επίπεδο προσωπικού κατάλληλα για την αποφυγή περαιτέρω ποινικών αδικημάτων ή παραπτωμάτων. Τα μέτρα που λαμβάνονται από τους Οικονομικούς Φορείς αξιολογούνται σε συνάρτηση με τη σοβαρότητα και τις ιδιαίτερες περιστάσεις του ποινικού αδικήματος ή του παραπτώματος. Σε περίπτωση που τα μέτρα κριθούν ανεπαρκή, αποστέλλεται στον εν λόγω Οικονομικό Φορέα αιτιολόγηση της σχετικής απόφασης.

Οικονομικός Φορέας που έχει αποκλειστεί, με τελεσίδικη απόφαση, από τη συμμετοχή σε διαδικασίες ανάθεσης δημόσιας σύμβασης ή σύμβασης έργων, προμήθειας αγαθών ή παροχής υπηρεσιών υπό την έννοια των Οδηγιών 2014/24/ΕΕ ή 2014/25/ΕΕ ή Σύμβασης Παραχώρησης του παρόντος νόμου, δεν μπορεί να κάνει χρήση της δυνατότητας που παρέχεται βάσει της παρούσας παραγράφου κατά την περίοδο του αποκλεισμού που ορίζεται στην εν λόγω απόφαση στο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο οποίο ισχύει η απόφαση.

  • 11 Μαρτίου 2016, 13:01 | ΣΔ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ

    41 παρ. 7 και 8 Επιλογή και ποιοτική αξιολόγηση των Υποψηφίων
    (α) Να διαγραφεί το τελευταίο εδάφιο της περ. θ της παρ. 7 που ορίζει ότι ο αποκλεισμός του Οικονομικού φορέα είναι υποχρεωτικός εφόσον συντρέχει στο πρόσωπο του λόγος αποκλεισμού των περ. ε, ζ και η, δηλ. στις περιπτώσεις όπου: i) η αναθέτουσα αρχή διαθέτει εύλογες ενδείξεις ότι ο Οικονομικός Φορέας συνήψε συμφωνίες με άλλους Οικονομικούς φορείς με στόχο την στρέβλωση του ανταγωνισμού (περ. ε), ii) κριθεί ένοχος ψευδών δηλώσεων κατά την παροχή πληροφοριών προς την αναθέτουσα αρχή που αφορούν την εξακρίβωση λόγων αποκλεισμού (περ. ζ) iii) αν ο Οικονομικός Φορέας επιχειρεί να επηρεάζει με αθέμιτο τρόπο της διαδικασία λήψης αποφάσεων της αναθέτουσας αρχής κλπ (περ. η), σύμφωνα με το άρθρο 38 της Οδηγίας η οποία θεσπίζει ως προς τις παραπάνω καταστάσεις, ευχέρεια και όχι υποχρέωση αποκλεισμού.
    (β) Να διαγραφεί αντιστοίχως στην παρ. 8, η περ. β που περιλαμβάνει μεταξύ των λόγων υποχρεωτικού αποκλεισμού τις περ. ε, ζ και η.
    (γ) Να τροποποιηθεί η περ. γ της παρ. 8 ώστε να περιλάβει στις καταστάσεις που αποτελούν λόγο αποκλεισμού εφόσον υπάρχει σχετική πρόβλεψη στα Τεύχη Διαγωνισμού, και τις παραπάνω περιπτώσεις ε, ζ και η.

  • 11 Μαρτίου 2016, 13:26 | Ηλίας Κορομπλής

    “…σημαντικές ή επαναλαμβανόμενες ελλείψεις”, “…ή άλλες παρόμοιες κυρώσεις”. Πώς στοιχειοθετούνται? Διαφαίνεται διακριτική ευχέρεια στην Πολιτεία να αποκλείει τη συμμετοχή κατά το δοκούν.