- Η απομάκρυνση πολίτη τρίτης χώρας που τελεί υπό διαδικασία επιστροφής αναβάλλεται υποχρεωτικά στις περιπτώσεις που:
α) παραβιάζεται η αρχή της μη επαναπροώθησης ή
β) έχει ανασταλεί σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 14.
- Οι αρμόδιες για την εκτέλεση της απόφασης επιστροφής αστυνομικές αρχές μπορούν, με αιτιολογημένη απόφασή τους, να αναβάλουν την απομάκρυνση, για εύλογο χρόνο, λαμβάνοντας υπόψη τις ειδικές περιστάσεις κάθε περίπτωσης και ιδίως α) όταν υφίστανται αποδεδειγμένα σοβαρά προβλήματα υγείας του ενδιαφερομένου που καθιστούν την άμεση απομάκρυνση δυσανάλογη ή επικίνδυνη, β) την έλλειψη δυνατότητας άμεσης απομάκρυνσης, λόγω αντικειμενικής αδυναμίας διαπίστωσης της ταυτότητας, και γ) για τεχνικούς λόγους, όπως είναι η έλλειψη μέσων μεταφοράς. Στην περίπτωση αυτή διαβιβάζεται φάκελος στην αρμόδια εισαγγελική αρχή προκειμένου να κινήσει κατά την κρίση της την ποινική δίωξη για τυχόν διαπραχθέντα αδικήματα από τον προς απομάκρυνση πολίτη τρίτης χώρας.
- Εάν αναβληθεί η απομάκρυνση, κατά τα προβλεπόμενα στις παρ. 1 και 2, οι ως άνω αρμόδιες αρχές μπορούν να επιβάλουν με αιτιολογημένη απόφαση στον πολίτη τρίτης χώρας τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στην παρ. 3 του άρθρου 8.
- Η απόφαση αναβολής της απομάκρυνσης επιδίδεται στον πολίτη τρίτης χώρας και συνιστά γραπτή βεβαίωση ότι η απόφαση επιστροφής δεν μπορεί να εκτελεσθεί προσωρινά (βεβαίωση αναβολής της απομάκρυνσης). Η βεβαίωση αυτή έχει εξάμηνη ισχύ και μπορεί να ανανεώνεται μετά από νέα κρίση σχετικά με την εξακολούθηση του ανέφικτου της απομάκρυνσης. Κατά το χρονικό διάστημα ισχύος της γραπτής βεβαίωσης, ο κάτοχός της οφείλει να παραμένει στη διάθεση των αρμόδιων για την εκτέλεση της απομάκρυνσης αρχών και να συνεργάζεται μαζί τους, ώστε αυτή να καταστεί δυνατή σε σύντομο χρόνο.