- Μετανάστευσης και Ασύλου - https://www.opengov.gr/immigration -

Άρθρο 16 Υποχρεώσεις και κυρώσεις που επιβάλλονται σε μεταφορείς – Τροποποίηση άρθρου 25 Κώδικα Μετανάστευσης

Στο άρθρο 25 του Κώδικα Μετανάστευσης (ν. 5038/2023, Α’ 81), περί υποχρεώσεων όσων μεταφέρουν πολίτες τρίτων χωρών και κυρώσεων, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στην παρ. 1, αα) στην περ. α. μετά τη λέξη «κάθειρξη» διαγράφονται οι λέξεις «μέχρι δέκα (10) ετών», αβ) στην περ. β. i) οι λέξεις «, κατ’ επάγγελμα ή κατά συνήθεια» αντικαθίστανται από τις λέξεις «ή κατ’ επάγγελμα» και ii) μετά τη λέξη «πράκτορα» προστίθενται οι λέξεις «ή είναι μέλος Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης (Μ.Κ.Ο.) εγγεγραμμένης στο Μητρώο Ελληνικών και Ξένων ΜΚΟ του άρθρου 78 του Κώδικα Νομοθεσίας για την υποδοχή, τη διεθνή προστασία πολιτών τρίτων χωρών και ανιθαγενών και την προσωρινή προστασία σε περίπτωση μαζικής εισροής εκτοπισθέντων αλλοδαπών (ν. 4939/2022, Α’ 111)», β) στην παρ. 6, οι λέξεις «ν. 4939/2022 (Α’ 111)» αντικαθίστανται από τις λέξεις «Κώδικα Νομοθεσίας για την υποδοχή, τη διεθνή προστασία πολιτών τρίτων χωρών και ανιθαγενών και την προσωρινή προστασία σε περίπτωση μαζικής εισροής εκτοπισθέντων αλλοδαπών», β) η παρ. 8 αντικαθίσταται, γ) στην παρ. 10, γα) στο πρώτο εδάφιο οι λέξεις «καθώς και των παρ. 4, 5 και 7 του άρθρου 24» αντικαθίστανται από τις λέξεις «καθώς και των παρ. 4, 5, 6 και 7 του άρθρου 24», γβ) στο τρίτο εδάφιο οι λέξεις «του άρθρου 310» αντικαθίστανται από τις λέξεις «του άρθρου 311», γγ) προστίθεται πέμπτο εδάφιο, δ) στην παρ. 11 οι λέξεις «οι παρ. 4, 5 και 7» αντικαθίστανται από τις λέξεις «οι παρ. 4, 5, 6 και 7» και το άρθρο 25 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 25

Υποχρεώσεις μεταφορέων – Κυρώσεις

  1. Πλοίαρχοι ή κυβερνήτες πλοίου, πλωτού μέσου ή αεροπλάνου και οδηγοί κάθε είδους μεταφορικού μέσου που μεταφέρουν από το εξωτερικό στην Ελλάδα πολίτες τρίτων χωρών, που δεν έχουν δικαίωμα εισόδου στο ελληνικό έδαφος ή στους οποίους έχει απαγορευθεί η είσοδος για οποιαδήποτε αιτία, καθώς και αυτοί που τους παραλαμβάνουν από τα σημεία εισόδου, τα εξωτερικά ή εσωτερικά σύνορα, για να τους προωθήσουν στο εσωτερικό της χώρας ή στο έδαφος άλλου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή τρίτης χώρας ή διευκολύνουν τη μεταφορά τους ή εξασφαλίζουν σε αυτούς κατάλυμα για απόκρυψη, τιμωρούνται:

α. με κάθειρξη και χρηματική ποινή τριάντα χιλιάδων (30.000) έως εξήντα χιλιάδων (60.000) ευρώ για κάθε μεταφερόμενο πρόσωπο,

β. με κάθειρξη τουλάχιστον δέκα (10) ετών και χρηματική ποινή εξήντα χιλιάδων (60.000) έως εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ για κάθε μεταφερόμενο πρόσωπο, αν ο υπαίτιος ενεργεί από κερδοσκοπία ή κατ’ επάγγελμα ή είναι υπότροπος ή έχει την ιδιότητα του δημοσίου υπαλλήλου ή τουριστικού ή ναυτιλιακού ή ταξιδιωτικού πράκτορα ή είναι μέλος Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης (Μ.Κ.Ο.) εγγεγραμμένης στο Μητρώο Ελληνικών και Ξένων ΜΚΟ του άρθρου 78 του Κώδικα Νομοθεσίας για την υποδοχή, τη διεθνή προστασία πολιτών τρίτων χωρών και ανιθαγενών και την προσωρινή προστασία σε περίπτωση μαζικής εισροής εκτοπισθέντων αλλοδαπών (ν. 4939/2022, Α’ 111) ή αν δύο (2) ή περισσότεροι ενεργούν από κοινού,

γ. με κάθειρξη τουλάχιστον δεκαπέντε (15) ετών και χρηματική ποινή τουλάχιστον διακοσίων χιλιάδων (200.000) ευρώ για κάθε μεταφερόμενο πρόσωπο, αν από την πράξη μπορεί να προκύψει κίνδυνος για άνθρωπο,

δ. με ισόβια κάθειρξη και χρηματική ποινή τουλάχιστον επτακοσίων χιλιάδων (700.000) ευρώ για κάθε μεταφερόμενο πρόσωπο, αν στην περ. γ’ επήλθε θάνατος.

  1. Πλοίαρχοι ή κυβερνήτες πλοίου, πλωτού μέσου ή αεροπλάνου και οδηγοί κάθε είδους μεταφορικού μέσου υποχρεούνται να μην δέχονται για μεταφορά πρόσωπα, τα οποία δεν είναι εφοδιασμένα με τα απαιτούμενα ταξιδιωτικά έγγραφα ή δεν έχουν υποστεί τον κανονικό αστυνομικό έλεγχο. Οι παραβάτες τιμωρούνται σύμφωνα με την παρ. 1. Η ανωτέρω αξιόποινη πράξη θεωρείται τετελεσμένη, προκειμένου μεν για θαλάσσια και εναέρια μεταφορικά μέσα, εφόσον το πρόσωπο που επιβιβάσθηκε λαθραία βρίσκεται μέσα σε αυτά κατά την έναρξη του ελέγχου από τα αρμόδια κρατικά όργανα προ του απόπλου ή της απογείωσης ή μετά τον απόπλου του πλοίου ή την απογείωση του αεροπλάνου, προκειμένου δε για άλλα μεταφορικά μέσα, εφόσον το πρόσωπο που αναχωρεί λαθραία βρίσκεται μέσα σε αυτά κατά τον τελευταίο έλεγχο εξόδου ή πλησίον των συνόρων. Οι κυρώσεις της παρ. 3 εφαρμόζονται και στα πρόσωπα που αναφέρονται στην παρούσα.
  2. Αεροπορικές ή ναυτιλιακές εταιρείες, καθώς και κάθε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο που εκτελεί οποιασδήποτε μορφής δημόσια μεταφορά ατόμων, υποχρεούνται να μην δέχονται για μεταφορά και να λαμβάνουν κάθε μέτρο που αποκλείει τη μεταφορά από το εξωτερικό στην Ελλάδα πολιτών τρίτων χωρών που: α) δεν είναι εφοδιασμένοι με τα απαραίτητα σε ισχύ διαβατήρια ή άλλα ταξιδιωτικά έγγραφα και θεώρηση εισόδου, όπου απαιτείται η λήψη τους πριν από την άφιξη των πολιτών τρίτων χωρών στη χώρα, εκτός αν ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 35 του Κανονισμού (ΕΚ) 810/2009 σε συνδυασμό με την περ. β’ της παρ. 5 του άρθρου 6 του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/399 ή β) κατέχουν διαβατήρια ή άλλα ταξιδιωτικά έγγραφα με εμφανείς ενδείξεις πλαστογράφησης ή παραποίησης. Με απόφαση της Αρχής Πολιτικής Αεροπορίας επιβάλλεται στις αεροπορικές εταιρείες, καθώς και σε κάθε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο που μεταφέρει άτομα αεροπορικώς, τα οποία παραβαίνουν την παραπάνω υποχρέωση, χρηματικό πρόστιμο από πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ έως τριάντα χιλιάδες (30.000) ευρώ για κάθε μεταφερόμενο πρόσωπο. Στις ναυτιλιακές εταιρείες, καθώς και σε κάθε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο που εκτελεί δημόσια μεταφορά ατόμων με πλωτό μέσο, το ανωτέρω πρόστιμο επιβάλλεται με απόφαση της αστυνομικής αρχής, η οποία είναι κατά τόπον αρμόδια για τη διενέργεια του ελέγχου των προσώπων που εισέρχονται στο ελληνικό έδαφος ή εξέρχονται από αυτό, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 5. Στις εταιρείες οδικών μεταφορών, καθώς και σε κάθε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο που εκτελεί δημόσια οδική μεταφορά ατόμων, το ανωτέρω πρόστιμο επιβάλλεται με απόφαση του Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, στα διοικητικά όρια της οποίας έλαβε χώρα η παράβαση.

Σε περίπτωση υποτροπής εντός του ίδιου ημερολογιακού έτους, τα ανωτέρω πρόστιμα μπορεί να προσαυξάνονται στο διπλάσιο και πάντως όχι πέραν του ποσού των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ, με απόφαση του κατά περίπτωση αρμόδιου οργάνου. Τα παραπάνω πρόστιμα επιβάλλονται σε φυσικά πρόσωπα που εκτελούν οποιασδήποτε μορφής δημόσια μεταφορά ή αποκλειστικά στο νομικό πρόσωπο των ανωτέρω αεροπορικών ή ναυτιλιακών εταιρειών ή μεταφορέων και στα πρόσωπα της παρ. 1 του άρθρου 50 του ν. 4987/2022 (Α’ 206), τα οποία ευθύνονται αλληλεγγύως. Το παραπάνω πρόστιμο δεν επιβάλλεται στα νομικά ή φυσικά πρόσωπα που αποδεικνύουν ότι έχουν λάβει επαρκή προληπτικά μέτρα για να διασφαλίσουν ότι οι επιβαίνοντες πολίτες τρίτων χωρών δεν εμπίπτουν στις περ. α’ και β’. Ειδικότερα απαιτείται η λήψη των κατάλληλων μέτρων ενημέρωσης των επιβατών, πριν από την επιβίβασή τους, ως προς τα ταξιδιωτικά έγγραφα που απαιτούνται για τη νόμιμη είσοδό τους στην Ελλάδα, η καταχώρισή τους, κατά την επιβίβαση, με τα στοιχεία που φέρουν τα ταξιδιωτικά έγγραφα, στους καταλόγους επιβατών και η κοινοποίηση των καταλόγων στις αρμόδιες αερολιμενικές, λιμενικές και τελωνειακές αρχές. Οι αποφάσεις επιβολής προστίμου της παρούσας υπόκεινται σε ενδικοφανή προσφυγή ενώπιον του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών και του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη αντίστοιχα, μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίησή τους. Σε περίπτωση μερικής ακύρωσης, επιβάλλεται πρόστιμο, όχι χαμηλότερο από το ήμισυ του ελάχιστου προβλεπόμενου.

  1. Τα πρόσωπα που αναφέρονται στις παρ. 1, 2 και 3, καθώς και ταξιδιωτικά γραφεία και οι ιδιοκτήτες των μεταφορικών μέσων ευθύνονται εις ολόκληρον για τις δαπάνες διαβίωσης και τα έξοδα επαναπροώθησης των ανωτέρω προσώπων στο εξωτερικό. Την ίδια ευθύνη έχουν και όσοι εγγυήθηκαν τον επαναπατρισμό πολίτη τρίτης χώρας, αν παραβιάσθηκαν όροι εισόδου ή διαμονής του στη χώρα. Η διαδικασία βεβαίωσης και καταβολής του ανωτέρω προστίμου ενεργείται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων (ν. 4978/2022, Α’ 190).
  2. Τα πρόσωπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παρ. 1 ή οι ιδιοκτήτες των μεταφορικών μέσων ή οι αντιπρόσωποι αυτών στην Ελλάδα, υποχρεούνται αμέσως μετά την άφιξη του μεταφορικού μέσου να παραδίδουν στις υπηρεσίες του αστυνομικού ελέγχου διαβατηρίων δελτία άφιξης ή καταστάσεις των επιβατών που είναι πολίτες τρίτων χωρών, τους οποίους μεταφέρουν και προορίζουν για την Ελλάδα και αντίστροφα. Την ίδια υποχρέωση έχουν κατά την άφιξη αεροπλάνων μη τακτικών πτήσεων από τρίτες χώρες.
  3. Οι ανωτέρω κυρώσεις δεν επιβάλλονται στις περιπτώσεις διάσωσης ανθρώπων στη θάλασσα, της μεταφοράς ανθρώπων που χρήζουν διεθνούς προστασίας κατά τις επιταγές του διεθνούς δικαίου, καθώς και στις περιπτώσεις προώθησης στο εσωτερικό της χώρας ή διευκόλυνσης της μεταφοράς, προς τον σκοπό της υπαγωγής στις διαδικασίες του άρθρου 83 του ν. 3386/2005 (Α’ 212) ή του άρθρου 42 του Κώδικα Νομοθεσίας για την υποδοχή, τη διεθνή προστασία πολιτών τρίτων χωρών και ανιθαγενών και την προσωρινή προστασία σε περίπτωση μαζικής εισροής εκτοπισθέντων αλλοδαπών κατόπιν ενημέρωσης των αρμοδίων αστυνομικών και λιμενικών αρχών.
  4. Το άρθρο 254 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (ν. 4620/2019, Α’ 122) εφαρμόζεται και για τις αξιόποινες πράξεις που προβλέπονται από το άρθρο 24 και το παρόν άρθρο, ανεξάρτητα αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις των άρθρων 187 και 187Α του Ποινικού Κώδικα.
  5. Επί καταδίκης για τις αξιόποινες πράξεις του παρόντος καθώς και των παρ. 4, 5, 6 και 7 του άρθρου 24, η ποινή δεν αναστέλλεται ούτε μετατρέπεται με κανέναν τρόπο, τυχόν δε ασκηθείσα έφεση δεν έχει αναστέλλουσα ισχύ. Η παρ. 8 του άρθρου 24 εφαρμόζεται αναλογικά για τις αξιόποινες πράξεις του παρόντος άρθρου.
  6. Για την εκδίκαση των κακουργημάτων που προβλέπονται στην παρ. 1, εκτός από αυτό της περ. δ’, καθώς και στο άρθρο 24 αρμόδιο είναι το Μονομελές Εφετείο και εφαρμόζεται η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 309 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
  7. Περιουσία που αποτελεί προϊόν της εγκληματικής δραστηριότητας του παρόντος άρθρου, καθώς και των παρ. 4, 5, 6 και 7 του άρθρου 24 ή που αποκτήθηκε με οποιονδήποτε τρόπο από προϊόν τέτοιας εγκληματικής δραστηριότητας ή περιουσία που χρησιμοποιήθηκε, εν όλω ή εν μέρει, ή προορίζονταν να χρησιμοποιηθεί για την εκτέλεση της παραπάνω εγκληματικής δραστηριότητας κατάσχεται και μπορεί να δημευθεί με την καταδικαστική απόφαση, αν ανήκει στον αυτουργό ή σε οποιονδήποτε από τους συμμετόχους. Αν το δικαστήριο, αυτεπαγγέλτως ή μετά από αίτημα διαδίκου ή τρίτου, κρίνει ότι η δήμευση που θα επιβληθεί στον καταδικασθέντα θα αποστερήσει τον ίδιο ή τρίτους, ιδίως την οικογένειά του, από πράγμα που εξυπηρετεί τον αναγκαίο βιοπορισμό τους και ότι υπάρχει κίνδυνος να προκληθεί σε αυτούς υπέρμετρη και ανεπανόρθωτη βλάβη, δεν την επιβάλλει. Η απόδοση περιουσίας στον ιδιοκτήτη της γίνεται σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 311 και το άρθρο 373 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Αν η περιουσία ή το προϊόν κατά το πρώτο εδάφιο υπερβαίνει τις τέσσερις χιλιάδες (4.000) ευρώ και δεν είναι δυνατόν να κατασχεθεί, κατάσχονται και δημεύονται υπό τους όρους του ίδιου εδαφίου περιουσιακά στοιχεία ίσης αξίας προς εκείνη της προαναφερθείσας περιουσίας ή του προϊόντος. Με την ίδια καταδικαστική απόφαση ανακαλείται, περαιτέρω, άδεια διαμονής παντός τύπου που είχε χορηγηθεί από τις αρμόδιες ελληνικές αρχές στον καταδικασθέντα.
  8. Το παρόν άρθρο και οι παρ. 4, 5, 6 και 7 του άρθρου 24 εφαρμόζονται και όταν οι προβλεπόμενες σε αυτά αξιόποινες πράξεις τελέσθηκαν στην αλλοδαπή από ημεδαπό ή αλλοδαπό, ακόμη και αν αυτές δεν είναι αξιόποινες κατά τους νόμους της χώρας στην οποία τελέσθηκαν.».