• Σχόλιο του χρήστη 'ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΑ Π.ΕΜΜΑΝΟΥΗΛΙΔΟΥ' | 16 Ιουλίου 2021, 08:30

    Για πολλοστή φορά τροποποιείται η διάταξη του άρθρου 6 παρ.2 του ν. 2664/1998 προκειμένου τώρα να εναρμονισθεί με την «πρόωρη περάτωση κτηματογράφησης», δημιουργώντας πλείστα ερμηνευτικά προβλήματα. Η πρόβλεψη του εδαφίου 5 της παρ. γ , που αφορά την εναγωγή και του αιτούντος τη διόρθωση κατ’ άρθρο 6α του ν. 2308/1995, πέραν των προβλημάτων που δημιουργεί (σύγχυση κτηματογράφησης και λειτουργούντος κτηματολογίου) διευρύνει τον κύκλο των διαδίκων , με ότι τούτο συνεπάγεται για μία δίκη (θα πρόκειται για απλή ή αναγκαστική ομοδικία?, οι γνωρίζοντες πολιτική δικονομία μπορούν να αντιληφθούν τον προβληματισμό μου και τις συνέπειες της επιλογής της μιας ή της άλλης θέσης). Επίσης ουδέν αναφέρεται για την περίπτωση που εκκρεμεί από την κτηματογράφηση ένσταση του άρθρου 2 παρ.9 του ν. 2308/1995 (δηλ. για ακίνητα με την ένδειξη αγνώστου ιδιοκτήτη, όπου ο ενιστάμενος επικαλείται κυριότητα με έκτακτη χρησικτησία). Θα ενάγεται και ο κάθε ενιστάμενος που επικαλείται κυριότητα με έκτακτη χρησικτησία σε ακίνητο με την ένδειξη «άγνωστος»? Η πρακτική έχει αναδείξει περιπτώσεις γεωτεμαχίων , μεγάλης έκτασης (πχ χερσολίβαδα πλέον των 500.000 τμ) που στην ανάρτηση φέρονται ως «αγνώστου ιδιοκτήτη» και επί των οποίων και δη επί τμημάτων αυτών, έκτασης μερικών δεκάδων τμ εκάστου, προβάλλουν δικαιώματα κυριότητας με χρησικτησία (είτε των ιδίων, είτε των δικαιοπαρόχων τους) χιλιάδες ενιστάμενοι. Στις περιπτώσεις αυτές θα έχουμε δίκες με χιλιάδες διαδίκους? Όσον αφορά την υποχρεωτικότητα της διαμεσολάβησης του ν. 4640/2019 ενώπιον «κτηματολογικού μεσολαβητή», λεκτέα τα ακόλουθα: Η πρόβλεψη του άρθρου 7 , σε συνδυασμό με το άρθρο 6 παρ.2 του ν. 2664/1998, αναφέρεται σε διόρθωση πρώτων εγγραφών με αμετάκλητη δικαστική απόφαση (αποκλειομένης της απόφασης του Ειρηνοδικείου), απαιτείται δηλαδή ο μέγιστος βαθμός δικαστικού ελέγχου και μάλιστα στον πρώτο βαθμό από εξειδικευμένο δικαστήριο (Κτηματολογικός Δικαστής). Με δεδομένο το άρθρο 12 του ν. 4640/2019 , όπου διαμεσολαβητής μπορεί να είναι οποιοσδήποτε πτυχιούχος τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, η επίλυση κτηματολογικών διαφορών και η κρίση περί εμπραγμάτων δικαιωμάτων ( που σημειωτέον ότι οποιαδήποτε σύσταση, αλλοίωση, επιβάρυνση κλπ. αυτών γίνεται με διοικητική πράξη ή δικαστική απόφαση ή συμβολαιογραφικό έγγραφο και υπόκειται σε πλείστους περιορισμούς και εξειδικευμένες ρυθμίσεις νομιμότητας και δημοσιότητας) μεταφέρεται στις γνώσεις και την εμπειρία ενός «διαμεσολαβητή», σαν να επρόκειτο για οποιαδήποτε ενοχική διαφορά. Τα εμπράγματα δικαιώματα επί ακινήτου δεν αφορούν μόνο τους άμεσα εμπλεκομένους, αλλά «τριτενεργούν» στο χρόνο , γι’ αυτό και σήμερα για την επίλυση των σχετικών διαφορών ο δικαστής ανατρέχει σε προϊσχύοντες κανόνες δικαίου. Το πρακτικό διαμεσολάβησης του άρθρου 8 του ν. 4640/2019 δεν μπορεί να είναι ισοδύναμο με αυτό των άρθρων 214Α, 214Β και 293 του ΚΠολΔ, όπου η ανάμειξη του Δικαστή είναι καθοριστική. Η ασφαλέστερη λύση είναι να αποκλεισθεί από τη διόρθωση των κτηματολογικών εγγραφών η διαμεσολάβηση του ν. 4640/2019 και να γίνει υποχρεωτική, όπως ήταν στο παρελθόν (παλιό 214Α), είτε του 214Α , είτε του 214Β του ΚΠολΔ. Σε κάθε περίπτωση πρέπει να προβλεφθεί ότι το πρακτικό διαμεσολάβησης για να επιφέρει διόρθωση κτηματολογικών εγγραφών θα πρέπει να κατατεθεί ενώπιον του Κτηματολογικού Δικαστή, ο οποίος θα το επικυρώσει, αφού προηγουμένως προβεί στον αναγκαίο έλεγχο νομιμότητας και μάλιστα να έχει αυτός τη δυνατότητα άμεσης πρόσβασης στην κτηματολογική βάση, ούτως ώστε με το πρακτικό διαμεσολάβησης να μην θίγονται δικαιώματα τρίτων μη μετεχόντων στη διαδικασία μεσολάβησης και να βρίσκεται τούτο σε αρμονία με τις λοιπές κτηματολογικές εγγραφές . Τέλος , η πρόβλεψη της υποπαρ. ε ότι απαγορεύεται το πρακτικό διαμεσολάβησης να υποκρύπτει άτυπη μεταβίβαση και υπόκειται σε διάρρηξη ως καταδολιευτικό (939 του ΑΚ) ουδόλως προστατεύει τις συναλλαγές από πχ. διανομές ακινήτων με αυθαίρετες κατασκευές , παράνομες κατατμήσεις, απαγορευμένες διαθέσεις, παράνομες συστάσεις οριζοντίων και καθέτων ιδιοκτησιών κλπ. Εξάλλου, ο διενεργούμενος έλεγχος νομιμότητας κατ’ άρθρο 16 του ν. 2664/1998 από τον Προϊστάμενο του Κτηματολογικού Γραφείου θα πρέπει – όπως καλώς γίνεται μέχρι σήμερα- να εμποδίζει την καταχώριση τέτοιων πρακτικών και με την τυχόν άσκηση αντιρρήσεων (16 παρ.5 ν. 2664/1998) να μεταπίπτει η διαφορά ενώπιον Κτηματολογικού Δικαστή.