• Σχόλιο του χρήστη 'Γ.Τ.' | 28 Οκτωβρίου 2011, 22:32

    Προτεινόμενες συμπληρώσεις και τροποποιήσεις στην κατηγοριοποίηση των Εξορυκτικών και Συναφών Δραστηριοτήτων (Παράρτημα V): 1) Διαχωρισμός της εξόρυξης βιομηχανικών ορυκτών από την εξόρυξη μαρμάρων. Η εξόρυξη βιομηχανικών ορυκτών κατατάσσεται: Στην Υποκατηγορία Α1 αν διεξάγεται σε έκταση εμβαδού >= 50 στρεμμάτων εντός περιοχής Natura, ή σε έκταση εμβαδού >= 250 στρεμμάτων εκτός περιοχής Natura. Στην Υποκατηγορία Α2 αν διεξάγεται σε έκταση εμβαδού < 50 στρεμμάτων εντός περιοχής Natura, ή σε έκταση εμβαδού < 250 στρεμμάτων εκτός περιοχής Natura. Στην Υποκατηγορία Α2 κατατάσσονται και όλες οι περιπτώσεις υπόγειας εξόρυξης. Η εξόρυξη μαρμάρων κατατάσσεται: Στην Υποκατηγορία Α1 αν διεξάγεται σε έκταση εμβαδού >= 50 στρεμμάτων εντός περιοχής Natura ή σε διάταξη όμορων λατομείων συνολικού εμβαδού >= 250 στρεμμάτων εκτός περιοχής Natura. Στην Υποκατηγορία Α2 αν διεξάγεται σε έκταση εμβαδού >= 20 στρεμμάτων και < 50 στρεμμάτων εντός περιοχής Natura, ή σε έκταση εμβαδού >= 20 στρεμμάτων και < 100 στρεμμάτων εκτός περιοχής Natura, ή σε διάταξη όμορων λατομείων εμβαδού < 250 στρεμμάτων εκτός περιοχής Natura. Στις Παρατηρήσεις πρέπει να αναφέρεται ότι: α) τα αργιλικά ορυκτά υπάγονται στα βιομηχανικά ορυκτά και οι σχιστολιθικές πλάκες στα μάρμαρα, β) το εμβαδόν ενιαίου λατομείου μαρμάρου ανέρχεται κατ' ελάχιστο σε 20 στρέμματα και κατά μέγιστο σε 100 στρέμματα, και γ) οι μαρμαροψηφίδες υπάγονται στην κατηγορία των αδρανών υλικών. Ο λόγος του προταθέντος διαχωρισμού είναι ότι η κατηγοριοποίησή τους πρέπει ευλόγως να ακολουθεί την κατηγοριοποίηση των ορυκτών όπως αυτή αποτυπώνεται στον Μεταλλευτικό Κώδικα (Ν.Δ. 210/1973) και στον νόμο περί Εκμεταλλεύσεως Λατομείων (Ν.669/1977), όπως άλλωστε συμβαίνει και με τις άλλες κατηγορίες ορυκτών που συμπεριλαμβάνονται στο σχέδιο της Υπουργικής Απόφασης. Σημειώνεται ότι αν η αναφορά του ορίου των 250 στρεμμάτων στην εξόρυξη μαρμάρων οφείλεται σε απλή παραδρομή και δεν αποσκοπεί να ρυθμίσει την περιβαλλοντική αδειοδότηση διατάξεων όμορων λατομείων, τότε η ανωτέρω διατύπωση για την κατάταξη της εξόρυξης μαρμάρων αντικαθίσταται ως εξής: Η εξόρυξη μαρμάρων κατατάσσεται: Στην Υποκατηγορία Α1 αν διεξάγεται σε έκταση εμβαδού >= 50 στρεμμάτων εντός περιοχής Natura. Στην Υποκατηγορία Α2 αν διεξάγεται σε έκταση εμβαδού >= 20 στρεμμάτων και < 50 στρεμμάτων εντός περιοχής Natura, ή σε έκταση εμβαδού >= 20 στρεμμάτων και < 100 στρεμμάτων εκτός περιοχής Natura. 2) Αποσαφήνιση της κατηγοριοποίησης των αδρανών υλικών. Η κατηγοριοποίηση της εξόρυξης αδρανών υλικών πρέπει να αποδοθεί με μεγαλύτερη σαφήνεια βάσει των ιεραρχικών κριτηρίων τα οποία έθεσαν οι αρμόδιες Υπηρεσίες του Υπουργείου (ΣΠΕ, λατομική περιοχή, Natura, εμβαδόν έκτασης). Πρέπει επίσης να εξεταστεί η ένταξη της υπόγειας εξόρυξης αδρανών υλικών κατ' αναλογία με την περίπτωση των βιομηχανικών ορυκτών. 3) Διευκρινίσεις για την κατηγοριοποίηση των αμμοληψιών. Επισημαίνεται ότι για τις αμμοληψίες, δηλαδή για την «εξόρυξη και λήψη άμμου, αμμοχώματος, λίθων, χαλίκων, αμμοκροκκάλης και άλλων συναφών υλικών», υπάρχει ειδική νομοθεσία (Α.Ν. 1219/1938 όπως τροποποιήθηκε) η οποία κατισχύει της γενικότερης νομοθεσίας περί λατομείων αδρανών υλικών (Ν.1428/1984 όπως τροποποιήθηκε). Επομένως είναι απαραίτητο να διευκρινισθεί στις Παρατηρήσεις του εν λόγω έργου ποιες αμμοληψίες και βάσει ποιών διατάξεων και τεχνικών ή άλλων κριτηρίων εμπίπτουν στα λατομεία αδρανών υλικών και ρυθμίζονται από τον Ν.1428/1984, και όχι στον Α.Ν. 1219/1938. Αν δεν υπάρχουν διατάξεις και δεν έχουν καθορισθεί τεχνικά ή άλλα κριτήρια για την υπαγωγή κάποιων αμμοληπτικών δραστηριοτήτων στον Ν.1428/1984 περί λατομείων αδρανών υλικών, τότε η διατύπωση του έργου με α/α 5 πρέπει να επανέλθει σε αυτήν της υπ' αρ. Η.Π. 15393/2332/2002 προηγούμενης Κ.Υ.Α., δηλαδή να διατυπωθεί σαν «Παντός είδους αμμοληψίες». 4) Περιβαλλοντική αποκατάσταση εγκαταλελειμμένων λατομείων, μεταλλείων, αμμορυχείων κτλ. Η μη αναφορά έργων περιβαλλοντικής αποκατάστασης εγκαταλελειμμένων λατομείων στην υπό ψήφιση Υπουργική Απόφαση, με το σκεπτικό ότι δεν προβλέπεται από την κείμενη νομοθεσία άδεια για εξορυκτικές αποκαταστατικές εργασίες και συνεπώς δεν μπορεί να υφίσταται αντίστοιχο έργο, έρχεται σε ευθεία αντίθεση με τα ισχύοντα στις περιβαλλοντικές νομοθεσίες άλλων κρατών με αναπτυγμένη εξορυκτική βιομηχανία, χωρίς να εξυπηρετείται καμία σκοπιμότητα. Προτείνεται να συμπεριληφθεί στο Παράρτημα V η ακόλουθη ομάδα έργων: Είδος: Έργα τα οποία συμπεριλαμβάνουν την περιβαλλοντική αποκατάσταση εγκαταλελειμμένων ορυχείων (μεταλλείων, λατομείων, αμμορυχείων) με εξορυκτικές εργασίες διαμόρφωσης του εδαφικού τους αναγλύφου, παράλληλα με την πραγματοποίηση άλλης μη εξορυκτικής δραστηριότητας, εφόσον η τελευταία κατατάσσεται σε κατώτερη ή ίση κατηγορία βάσει των επιμέρους περιβαλλοντικών της επιπτώσεων. Υποκατηγορία Α1: Το σύνολο όσων πραγματοποιούνται σε εγκαταλελειμμένα μεταλλεία, καθώς και όσα πραγματοποιούνται σε εγκαταλελειμμένα λατομεία και αμμορυχεία εμβαδού >= 300 στρεμμάτων εκτός περιοχής Natura, και εμβαδού >= 100 στρεμμάτων εντός περιοχής Natura. Υποκατηγορία Α2: Όσα πραγματοποιούνται σε εγκαταλελειμμένα λατομεία και αμμορυχεία εμβαδού >= 100 στρεμμάτων και < 300 στρεμμάτων εκτός περιοχής Natura, και εμβαδού < 100 στρεμμάτων εντός περιοχής Natura. Κατηγορία Β: Όσα πραγματοποιούνται σε εγκαταλελειμμένα αμμορυχεία εμβαδού < 100 στρεμμάτων εκτός περιοχής Natura. Παρατηρήσεις: Η κατά περίπτωση απαιτούμενη άδεια λειτουργίας του έργου εκδίδεται για την παράλληλη μη εξορυκτική δραστηριότητα η οποία θα εγκατασταθεί στον χώρο του εγκαταλελειμμένου ορυχείου. Τονίζεται ότι η άδεια λειτουργίας του έργου δεν εκδίδεται για τις αποκαταστατικές εργασίες αλλά για την παράλληλη μη εξορυκτική δραστηριότητα. Το δε οικονομικό κίνητρο για την περιβαλλοντική αποκατάσταση των εγκαταλελειμμένων λατομείων δεν θα είναι το προσδοκώμενο κέρδος από την εμπορική εκμετάλλευση των εξορυσσόμενων υλικών, αλλά το κέρδος από την διενέργεια της παράλληλης μη εξορυκτικής δραστηριότητας. Η δυνατότητα πώλησης μέρους των εξορυσσομένων υλικών θα μπορούσε να ρυθμισθεί νομοθετικά σαν ένα επιπλέον κίνητρο για την εγκατάσταση παράλληλων δραστηριοτήτων σε χώρους εγκαταλελειμμένων λατομείων, ειδικά όταν το κόστος της αποκατάστασης είναι υψηλό σε σχέση με τα αναμενόμενα ετήσια κέρδη της παράλληλης μη εξορυκτικής δραστηριότητας. Με την ανωτέρω πρόταση δεν επέρχεται καμία αλλαγή στην περιβαλλοντική κατάταξη των παράλληλων κύριων έργων ανώτερης κατηγορίας, ενώ ταυτοχρόνως αποφεύγεται η κατάταξη σε κατώτερη κατηγορία όσων παράλληλων έργων εγκατασταθούν σε εγκαταλελειμμένα λατομεία, πράγμα το οποίο θα συμβεί αν δεν ληφθούν υπόψη οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις των αποκαταστατικών εξορυκτικών εργασιών.