• Σχόλιο του χρήστη 'Κυνηγετικοί Σύλλογοι Έδεσσας, Φλώρινας, Κοζάνης, Καστοριάς,, Γρεβενών, Άργους Ορεστικού, Αμυνταίου, Εορδαίας , Αμπελοκήπων Θεσσαλονίκης, Γιαννιτσών, Σιάτιστας, Τσοτυλίου, Βελβεντού, Σερβίων, Δεσκάτης, Αλμωπίας, Θεσσαλονίκης, Κατερίνης, Αιγινίου και Μελίκης' | 22 Νοεμβρίου 2017, 00:18

    Στο υπό διαβούλευση σχέδιο νόμου «Οργάνωση και λειτουργία φορέων διαχείρισης προστατευόμενων περιοχών» του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, προβλέπεται μεταξύ άλλων (Άρθρο 2.) επέκταση των ορίων ευθύνης των υφιστάμενων αλλά και των υπό ίδρυση Φορέων Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών, η οποία σε πολλές περιπτώσεις ξεπερνά το εικοσαπλάσιο των σημερινών περιοχών ευθύνης τους. Στο άρθρο 2, παρ. 2. α. για παράδειγμα, προβλέπεται η ίδρυση του «Φορέα Διαχείρισης ευρύτερης περιοχής Βόρα – Λιμνών Δυτικής Μακεδονίας». Στην περιοχή ευθύνης του συγκεκριμένου φορέα διαχείρισης περιλαμβάνονται οι περιοχές του δικτύου Natura 2000 της ΚΥΑ ΑΑΑ/2017 με κωδικούς GR1210001, GR1240001, GR1240002, GR1240003, GR1240004, GR1240005, GR1240006, GR1240007, GR1240008, GR1240009, GR1320001, GR1320003, GR1330001, GR1330002, GR1340004, GR1340005, GR1340006, GR1340007 και GR1340008. Οι συγκεκριμένες δεκαεννέα προστατευόμενες περιοχές είναι οι εξής: όρος Βέρμιο, Κορυφές Όρους Βόρα, Όρη Τζένα, Όρος Πάϊκο, Λίμνη Άγρα, Στενά Αψάλου και Μογλενίτσας, Λίμνη και φράγμα Άγρα, Όρη Τζένα και Πίνοβο, Όρος Βόρας, Όρος Πάϊκο- στενά Αψάλου και Μογλενίτσας, Λίμνη Καστοριάς, Λίμνη Καστοριάς (Ορεστιάς), Όρος Βούρινος – κορυφή Ασπροβούνι, Όρη βορείου Βούρινου και Μελλια, Λίμνες Βεγορίτιδα και Πετρών, Λίμνες Χειμαδίτιδα και Ζάζαρη, Όρος Βέρνον – κορυφή Βίτσι, Λίμνη Πετρών, Λίμνες Χειμαδίτιδα – Ζάζαρη (τα κοινά ονόματα οφείλονται στο γεγονός πως κάποιες περιοχές είναι ταυτόχρονα Τόποι Κοινοτικής Σημασίας και Ζώνες Ειδικής Προστασίας). Η έκταση των παραπάνω περιοχών συνολικά, μετά την αφαίρεση όσων έχουν κοινή ονομασία και περιλαμβάνουν τις ίδιες εκτάσεις, ανέρχεται σε περισσότερα από 2.700.000 στρέμματα, σύμφωνα με τη επίσημη ιστοσελίδα της Ε.Ε. (http://natura2000.eea.europa.eu/#). Οι αποστάσεις μεταξύ των πιο απομακρυσμένων από αυτές τις περιοχές ξεπερνούν τα εκατό χιλιόμετρα. Οι παραπάνω προστατευόμενες περιοχές υπάγονται διοικητικά σε δύο Περιφέρειες, έξι Περιφερειακές Ενότητες και δώδεκα Δήμους. Το συγκεκριμένο χαρακτηριστικό παράδειγμα των όσων προβλέπονται στο Σχέδιο Νόμου, από μόνο του αποδεικνύει την αστοχία του σκεπτικού στο οποίο βασίζεται το εν λόγω νομοσχέδιο, με την έννοια του ανεφάρμοστου και του ανεδαφικού των διατάξεών που αυτό περιλαμβάνει εξ’ αρχής. Εκτάσεις αυτού του μεγέθους θα δυσκολευόντουσαν να διαχειριστούν θεσμικοί φορείς του Δημοσίου, με πλήρως κατοχυρωμένες επιχειρησιακές και ανακριτικές αρμοδιότητες. Πόσο μάλλον οι ιδιωτικοί φορείς διαχείρισης, με τα τεράστια προβλήματα θεσμικής κατοχύρωσης που τους χαρακτηρίζουν, κανένα από τα οποία δε λύνει το συγκεκριμένο νομοσχέδιο. Η παραπάνω διαπίστωση ενισχύεται σημαντικά, λαμβάνοντας υπόψη τη δομή, τη λειτουργία, την οργάνωση, την αποτελεσματικότητα και γενικότερα την παρουσία των φορέων διαχείρισης προστατευόμενων περιοχών της χώρας από ιδρύσεώς τους μέχρι σήμερα, που δεν αφήνουν κανένα περιθώριο αισιοδοξίας πως θα υπάρξει δυνατότητα εφαρμογής των διατάξεων του συγκεκριμένου νομοσχεδίου στην πράξη. Σύμφωνα με το σχέδιο νόμου, οι Φορείς Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών: Συνεχίζουν να αποτελούν νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου και δεν προσαρτώνται σε κάποια δημόσια αρχή (Δασική Υπηρεσία – Ο.Τ.Α.), όπως εξαρχής θα έπρεπε να είχε γίνει (και όπως προβλέπεται σύμφωνα με το σχόλιο του κ. Βαβίζου, στη μελέτη με τίτλο «Οργάνωση των Φορέων Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών και Σχεδιασμός της πρώτης φάσης λειτουργίας τους», η αμοιβή της οποίας ανήλθε στα 684.883.68 € και η ανάθεσή της είχε γίνει από το Υπουργείο Περιβάλλοντος στις 2 Νοεμβρίου 2008. Η πρόταση της μελέτης «Οργάνωση των Φορέων Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών και Σχεδιασμός της πρώτης φάσης λειτουργίας τους» ήταν να εξετασθεί η μετατροπή των Φορέων Διαχείρισης είτε σε υπηρεσίες των Περιφερειών είτε σε Επιχειρήσεις των Περιφερειών. Το Ελληνικό Δημόσιο δηλαδή, πλήρωσε περίπου 700.000 ευρώ για μία μελέτη η οποία αφού δεν αξιοποιήθηκε για εννέα χρόνια, ακυρώνεται πλήρως με το συγκεκριμένο Σχέδιο Νόμου) Συνεχίζουν να μην έχουν θεσμικά κατοχυρωμένες αρμοδιότητες, Συνεχίζουν να μην έχουν θεσμικά κατοχυρωμένο κοινό κανονισμό λειτουργίας, Συνεχίζουν να μην έχουν θεσμικά κατοχυρωμένη χρηματοδότηση για τα στοιχειώδη απαιτούμενα της λειτουργίας τους, Συνεχίζουν να μην έχουν θεσμικά κατοχυρωμένη χρηματοδότηση, για τους μισθούς των εργαζομένων, ενώ δεν προβλέπεται καμία αύξηση του προσωπικού τους, ανάλογη και αντίστοιχη με την τεράστια αύξηση των περιοχών ευθύνης τους, Συνεχίζουν να μην έχουν θεσμικά κατοχυρωμένη χρηματοδότηση για την κάλυψη των οδοιπορικών, για τις τεράστιες αποστάσεις που θα πρέπει να διανύουν οι εργαζόμενοι για να βρίσκονται στις προστατευόμενες περιοχές της ευθύνης τους, Συνεχίζουν να μην υπόκεινται ουσιαστικά σε κανέναν έλεγχο για τα πεπραγμένα τους (ενδεικτικά αναφέρουμε πως οι Κυνηγετικές Οργανώσεις ελέγχονται σε ετήσια βάση από τη Δασική Υπηρεσία τόσο σε επίπεδο προϋπολογισμού, όσο και σε επίπεδο απολογισμού των εσόδων τους, που προέρχονται από την ανανέωση των αδειών θήρας). Με το συγκεκριμένο νομοσχέδιο οι Φορείς Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών: Δε θα έχουν συμμετοχή και εκπροσώπηση των κατά τόπους Δήμων και Π.Ε, Δε θα έχουν συμμετοχή και εκπροσώπηση των κατά τόπους Δασικών αρχών, Δε θα έχουν συμμετοχή και εκπροσώπηση των παραγωγικών φορέων, Και δε θα έχουν συμμετοχή, εκπροσώπηση και κατ’ επέκταση αποδοχή των τοπικών κοινωνιών. Ως αποτέλεσμα των παραπάνω, είναι προφανές πως οι φορείς διαχείρισης που θα προκύψουν από το συγκεκριμένο νομοσχέδιο, σε περίπτωση που αυτό γίνει νόμος του κράτους, όχι μόνο δε θα πετύχουν το σκοπό ίδρυσης και λειτουργίας τους αλλά το αντίθετο, θα δημιουργηθούν σωρεία προβλημάτων και θα ενισχυθούν τα ήδη υπάρχοντα, θεμελιώδη προβλήματα που αντιμετωπίζουν. Όλα αυτά θα γίνουν εις βάρος του φυσικού περιβάλλοντος της χώρας το οποίο θα παραμείνει χωρίς πρακτική και ουσιαστική διαχείριση και προστασία, Εις βάρος των τοπικών κοινωνιών, εις βάρος των παραγωγικών φορέων και των χρηστών των προστατευόμενων περιοχών, που αποκλείονται από τις σχετικές διαδικασίες που τους αφορούν άμεσα, Εις βάρος της Δασικής Υπηρεσίας η οποία υποβαθμίζεται και απαξιώνεται όσο ποτέ άλλοτε στο παρελθόν, Εις βάρος της Τοπικής Αυτοδιοίκησης η οποία απαξιώνεται πλήρως, Και προς όφελος κανενός, σε καιρό πρωτοφανούς οικονομικής κρίσης. Είναι πραγματικά δύσκολο να εντοπίσει κανείς έστω ένα θετικό στοιχείο του εν λόγω νομοσχεδίου, αν θέλει να προσεγγίσει το ζήτημα αποκλειστικά με όρους προστασίας, διαχείρισης και ανάπτυξης των προστατευόμενων περιοχών της χώρας. Είναι πρακτικά ανεξήγητη η σπουδή του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας και του Αν. Υπουργού κ. Φάμελλου, στην προώθηση ενός νομοσχεδίου που είναι εκ των προτέρων προφανές πως δε θα λύσει κανένα από τα προβλήματα που εντοπίζονται στη διαχείριση και την προστασία των προστατευόμενων περιοχών της χώρας, αλλά αντίθετα θα ενισχύσει το εξαιρετικά θολό και αναποτελεσματικό τοπίο που επικρατεί στη διαχείριση του φυσικού περιβάλλοντος ευρύτερα. Οι Κυνηγετικοί Σύλλογοι Έδεσσας, Φλώρινας, Κοζάνης, Καστοριάς, Γρεβενών, Άργους Ορεστικού, Αμυνταίου, Εορδαίας, Αμπελοκήπων Θεσσαλονίκης, Γιαννιτσών, Σιάτιστας, Τσοτυλίου, Βελβεντού, Σερβίων, Δεσκάτης, Αλμωπίας, Θεσσαλονίκης, Κατερίνης, Αιγινίου και Μελίκης, ως εκπρόσωποι περισσότερων από δέκα χιλιάδες Έλληνες πολίτες, εν ενεργεία κυνηγών, Εκφράζουμε την πλήρη αντίθεση μας στο σύνολο των διατάξεων του συγκεκριμένου νομοσχεδίου και ως εκ τούτου ζητούμε την άμεση απόσυρσή του. Αναγνωρίζουμε πλήρως τα δικαιώματα των εργαζομένων των Φ.Δ.Π.Π., αλλά θεωρούμε πως η εργασιακή τους εξασφάλιση δε θα πρέπει σε καμία περίπτωση να ταυτιστεί μη τη συνέχιση της αναποτελεσματικής λειτουργίας των συγκεκριμένων φορέων. Θα πρέπει αντίθετα να αντιμετωπιστεί ως ανεξάρτητο ζήτημα από το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας και να μη χάσει κανείς εργαζόμενος τη δουλειά του. Οι λύσεις στα τεράστια περιβαλλοντικά προβλήματα της χώρας, μπορούν να δοθούν μόνο υπό την αιγίδα της Δασικής Υπηρεσίας και τη συμμετοχή της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, των τοπικών κοινωνιών και των ανθρώπων της υπαίθρου. Οποιαδήποτε άλλη προσέγγιση εκτιμούμε πως είναι καταδικασμένη να αποτύχει, όπως αποδεικνύεται περίτρανα, από τα όσα έχουν γίνει μέχρι σήμερα στον τομέα της διαχείρισης του φυσικού περιβάλλοντος της χώρας. Εκτιμούμε πως οι πρώτοι που θα έπρεπε να αντισταθούν στο εν λόγω σχέδιο νόμου, είναι όλοι οι θεσμικοί και μη φορείς που σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με τη διαχείριση του φυσικού περιβάλλοντος με πρωταγωνιστές τη Δασική Υπηρεσία και τους ίδιους τους Φορείς Διαχείρισης.