• Σχόλιο του χρήστη 'Επιτροπή Αγώνα Πολιτών Βόλου' | 26 Ιουνίου 2018, 07:39

    Ως Επιτροπή Αγώνα Πολιτών Βόλου κατά της καύσης σκουπιδιών από την ΑΓΕΤ-Lafarge μπορούμε να εκλάβουμε το κείμενο της Εθνικής Στρατηγικής για την Κυκλική Οικονομία μόνο ως κακόγουστο αστείο που θα τελειώσει με τη λήξη της διαβούλευσης και θα αντικατασταθεί με το αληθινό. Γιατί το κατατεθειμένο στη διαβούλευση κείμενο, δεν έχει καμία σχέση με την Κυκλική Οικονομία, δηλαδή την οικονομία που επιμηκύνει τον χρόνο ζωής των προϊόντων ή μέρους αυτών, ώστε να ελαχιστοποιήσει τη χρήση φυσικών πόρων και να αποτρέψει την εξάντλησή τους. Δηλαδή, κυκλική οικονομία σημαίνει ότι οι πρώτες ύλες επιστρέφουν στην παραγωγή, ώστε να μη χρειάζεται να παραχθούν ξανά σε βάρος του περιβάλλοντος. Όταν στη χώρα μας δεν έχει γίνει τίποτα ουσιαστικό σε εθνικό επίπεδο για τη μείωση των απορριμμάτων και την καλλιέργεια της κουλτούρας της μη δημιουργίας τους, όταν δεν υπάρχουν οι κατάλληλες υποδομές για την επίτευξη των στόχων της διαλογής στην πηγή και όταν τα επίπεδα της ανακύκλωσης απέχουν έτη φωτός από τους εθνικούς και κοινοτικούς στόχους, δεν υφίσταται ουσιαστική συζήτηση για την κυκλική οικονομία. Επιπλέον, σε καμία περίπτωση κυκλική οικονομία δεν σημαίνει να καταστρέφονται οι πρώτες ύλες και άρα οι φυσικοί πόροι, όπως συμβαίνει με την επιλογή της καύσης των σκουπιδιών. Η καύση ουσιαστικά ακυρώνει την κυκλική οικονομία, γεγονός που βασίζεται σε στοιχεία από τη διεθνή πρακτική και από έγκριτες επιστημονικές μελέτες, αφού καταστρέφει τους πόρους που θα μπορούσαν να επιστρέψουν στην οικονομία, επιβαρύνοντας ταυτόχρονα τη δημόσια υγεία, το περιβάλλον και την τοπική οικονομία (ειδικά επιχειρήσεις που βασίζονται στους φυσικούς πόρους, τους οποίους καταστρέφει η καύση). Άλλωστε, το γεγονός ότι η καύση δεν συνάδει με την κυκλική οικονομία το επιβεβαιώνει και το Σχέδιο Δράσης για την Κυκλική Οικονομία της ΕΕ. Σε σχετικά έγγραφά του αναφέρει ότι «εκτιμάται πως η παραγωγή πλαστικών υλών και η αποτέφρωση πλαστικών αποβλήτων προκαλούν παγκοσμίως την έκλυση περίπου 400 εκατ. τόνων CO2 κάθε χρόνο», για αυτό και δίνει έμφαση στην πρόληψη και στην ανακύκλωση αποβλήτων, ως πιο συμφέρουσα λύση. Αναφέρει δε χαρακτηριστικά ότι για να μειωθεί η εξάρτηση από την εξόρυξη ορυκτών καυσίμων για την παραγωγή πλαστικών υλών και να μειωθούν οι εκπομπές CO2 «η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ήδη προτείνει νέους κανόνες σχετικά με τη διαχείριση των αποβλήτων. Οι κανόνες αυτοί περιλαμβάνουν σαφέστατες υποχρεώσεις των εθνικών αρχών να ενισχύουν τη χωριστή αποκομιδή, στόχους για την ενθάρρυνση των επενδύσεων στην ικανότητα ανακύκλωσης και την αποφυγή πλεονάζουσας ικανότητας των υποδομών για την επεξεργασία μικτών αποβλήτων (π.χ. αποτέφρωση) και περισσότερο εναρμονισμένους κανόνες σχετικά με τη χρήση της διευρυμένης ευθύνης του παραγωγού». Επίσης αναφέρει πως «Στην πρότασή της για την αναθεώρηση της νομοθεσίας σχετικά με τα απόβλητα, η Επιτροπή έδωσε έμφαση στη χρήση οικονομικών μέσων προκειμένου να δοθεί προτεραιότητα στην πρόληψη και την ανακύκλωση των αποβλήτων σε εθνικό επίπεδο. Η εσωτερίκευση του περιβαλλοντικού κόστους της υγειονομικής ταφής και της αποτέφρωσης με υψηλή ή βαθμιαία αύξηση των τελών ή φόρων θα μπορούσε να καταστήσει πιο συμφέρουσα την ανακύκλωση των πλαστικών». Η δικαιολογία δε της ανάκτησης ενέργειας από την καύση δεν συνεισφέρει τίποτα στην οικονομία, καθώς (πέρα από το περιβαλλοντικό κόστος) υπάρχει και το οικονομικό: 90 ευρώ στον κάθε πολίτη ανά τόνο σκουπιδιών, όταν η διαλογή στην πηγή κοστίζει μόνο 30 ευρώ/τόνο με μηδενικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις, σύμφωνα με τον Οδηγό εφαρμογής προγραμμάτων Διαλογής στην Πηγή και συστημάτων διαχείρισης των βιοαποβλήτων του ΕΠΠΕΡΑΑ (2012). Ενδιαφέρον, πάντως, έχει η έμφαση με την οποία τονίζεται η συμβολή της καύσης RDF από τις τσιμεντοβιομηχανίες στην κυκλική οικονομία, ενώ δεν αναφέρονται καν άλλες περιπτώσεις επιχειρηματικών ιδεών ή επιχειρήσεων. Μήπως η Εθνική Στρατηγική για την κυκλική οικονομία έχει σαν στόχο να λειτουργήσει ως άλλοθι για την προώθηση της συναποτέφρωσης και μάλιστα με κυκλικά φορολογικά κίνητρα;