• Σχόλιο του χρήστη 'Δίκτυο Φο.Δ.Σ.Α.' | 21 Ιανουαρίου 2019, 13:32

    ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΔΙΚΤΥΟΥ Φο.Δ.Σ.Α ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΙΜΟΛΟΓΗΣΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΔΙΑΘΕΣΗΣ-ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΙΣΦΟΡΑ 1.ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΙΜΟΛΟΓΗΣΗΣ ΦοΔΣΑ Α) Η ετήσια εισφορά των ΟΤΑ προς τους ΦοΔΣΑ μέχρι σήμερα επιμεριζόταν αναλογικά με βάση τις συνολικές ποσότητες απορριμμάτων που διαχειρίζεται ο ΦοΔΣΑ, σε σχέση με τις ποσότητες που αναλογούν σε κάθε Δήμο. Οι ποσότητες απορριμμάτων ήταν μετρήσιμες και μη αμφισβητήσιμες και προέκυπταν από τη ζύγιση κάθε απορριμματοφόρου ενώ οι ΦοΔΣΑ δεν διαχειρίζονταν και επομένως δεν χρέωναν στους Δήμους τις ποσότητες των ανακυκλώσιμων Α.Σ.Α. που εκτρέπονταν από τους Δήμους. Αν για παράδειγμα το κόστος λειτουργίας του ΦοΔΣΑ είναι 1 εκατ. ανά έτος και αφορά τη διαχείριση συνολικά 100.000 τν απορριμμάτων από τέσσερις Δήμους, το τέλος διαμορφώνεται σε 10 ευρώ/τόνο και αν ένας από τους τέσσερις Δήμους παράγει 20.000 τν για διαχείριση θα καταβάλει αναλογικά 200.000 ευρώ ως εισφορά στον οικείο ΦοΔΣΑ, και οι υπόλοιποι τρείς Δήμοι αντίστοιχα την εισφορά τους ώστε να συμπληρωθεί τελικά το ποσό του 1 εκατ. Ευρώ. Με βάση την προτεινόμενη ΚΥΑ και σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση αυτής, αλλάζει ο τρόπος επιμερισμού του κόστους λειτουργίας του ΦοΔΣΑ (δηλαδή το 1 εκατ. του παραδείγματος) και πλέον ο επιμερισμός της εισφοράς θα γίνεται με βάση τα στοιχεία ποσοτήτων ανακύκλωσης και ανάκτησης που αναλύονται στην ΚΥΑ, με σκοπό να δοθούν κίνητρα και αντικίνητρα στους Δήμους για καλύτερη διαχείριση των απορριμμάτων τους με έμφαση στη διαλογή στην πηγή και την ανακύκλωση. Είναι τελικά όμως έτσι;;; Επί της ουσίας, τα κίνητρα και τα αντικίνητρα τα μοιράζονται μεταξύ τους οι Δήμοι μέλη του ΦοΔΣΑ αφού ο ΦοΔΣΑ θα εισπράξει το συνολικό ποσό της εισφοράς που θέλει για να λειτουργήσει, απλά άλλοι Δήμοι μέλη του θα καταβάλουν μεγαλύτερη εισφορά και άλλοι μικρότερη από αυτή που αναλογούσε με βάση τα μέχρι σήμερα δεδομένα. Με βάση τον τρόπο υπολογισμού της ΚΥΑ, βασικό κίνητρο για την μείωση της εισφορά του μέχρι και 25% είναι ο Δήμος να συλλέγει υλικά προς ανακύκλωση μέχρι σε ποσοστό 20% κατά βάρος σε σχέση με τα συνολικά απορρίμματά του. Αν, στο παράδειγμά μας, ο ένας από τους τέσσερις Δήμους συλλέγει το 20% των ανακυκλώσιμων υλικών συσκευασίας (μπλε κάδους) και τα μεταφέρει στα ΚΔΑΥ, τότε από 10 ευρώ/τόνο η εισφορά θα αναμορφωθεί σε 7,5 ευρώ/τόνο και άρα από 200.000 ευρώ η εισφορά του Δήμου αυτού θα μειωθεί στα 150.000 ευρώ. Στην περίπτωση που οι υπόλοιποι Δήμοι έχουν κάτω από 5% ανακύκλωση θα επιμεριστούν αναλογικά το ποσό των 50.000 ευρώ της διαφοράς και θα το αποδώσουν αυτοί, ώστε να συμπληρωθεί το 1 εκατομμύριο συνολικά που χρειάζεται για να λειτουργήσει ο ΦοΔΣΑ. Αν και οι τέσσερις Δήμοι του ΦοΔΣΑ καταφέρουν να έχουν όλοι το ίδιο ποσοστό ανακύκλωσης κατά βάρος των απορριμμάτων τους (πχ 25%) τότε όλοι θα έχουν την ίδια έκπτωση (πχ 20%) στην εισφορά τους προς το ΦοΔΣΑ, οπότε, με δεδομένο ότι ο ΦοΔΣΑ συνεχίζει να έχει ένα σταθερό σχετικά κόστος λειτουργίας (πχ μια 10% εκτροπή των απορριμμάτων δεν θα επιφέρει και 10% στο κόστος λειτουργίας αλλά μια πολύ μικρή μείωση), τότε οι Δήμοι θα συνεχίσουν να μοιράζονται αναλογικά το ίδιο ποσό με αυτό που θα πλήρωναν αν είχαν μικρότερη ανακύκλωση. Β) Σημαντικό κίνητρο δίνεται σε ένα Δήμο αν αυτός υπερτερεί στην ανακύκλωση σε σχέση με τους άλλους Δήμους μέλη του ΦοΔΣΑ, ώστε να επιμερίζεται σε αυτόν μικρότερο ποσοστό του κόστους λειτουργίας του ΦοΔΣΑ και οι άλλοι Δήμοι να πληρώνουν τη διαφορά. Με άλλα λόγια, η ανακύκλωση καθίσταται συγκρίσιμο μέγεθος μεταξύ των Δήμων του ίδιου ΦοΔΣΑ, και ανεξάρτητα από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους. Αν ο ένας από τους τέσσερις Δήμους του παραδείγματος είναι αστικός, με μεγάλη συγκέντρωση ανακυκλώσιμων υλικών στον αστικό ιστό (πχ από μεγάλα super market, ξενοδοχεία κτλ) και οι υπόλοιποι Δήμοι μη αστικοί (πχ ημιορεινοί) τότε ο αστικός Δήμος θα συλλέγει εύκολα και οικονομικά μεγάλες ποσότητες ανακυκλώσιμων σε σχέση με τους ημιορεινούς Δήμους οι οποίοι θα συλλέγουν μικρές ποσότητες (πχ από χωριά) με μεγαλύτερη προσπάθεια και κόστος με αποτέλεσμα να γίνεται και δύσκολος ο όποιος «ανταγωνισμός» προτείνεται από την ΚΥΑ μεταξύ των Δήμων μελών του ΦοΔΣΑ. Η πρόβλεψη στο άρθρο 3 6.β. της προτεινόμενης ΚΥΑ για προνομιακά τιμολόγια που θα καθορίζει η διοίκηση του ΦοΔΣΑ δεν διασφαλίζει μια δίκαιη αντιμετώπιση μεταξύ των ΟΤΑ αφού θα εξαρτάται από τους συσχετισμούς των αστικών και ορεινών Δήμων στη Διοίκηση του ΦοΔΣΑ δημιουργώντας επιπλέον τριγμούς στις σχέσης των ΟΤΑ. Γ) Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι για να πραγματοποιείται αυτός ο επιμερισμός της ετήσιας εισφοράς, πρέπει ο κάθε Δήμος μέλος του ΦοΔΣΑ να βεβαιώνει στο ΦοΔΣΑ τα στοιχεία ποσοτήτων της ανακύκλωσης και της εκτροπής που επιτυγχάνει. Τα στοιχεία αυτά, είναι οι ποσότητες των ανακυκλώσιμων υλικών συσκευασίας που ανακτούνται από τα ΚΔΑΥ, η διαλογή στην πηγή που πραγματοποιείται μέσω πχ της οικιακής κομποστοποίησης, η εκτροπή και επαναχρησιμοποίηση ρουχισμού, επίπλων, ηλεκτρικών συσκευών κτλ μέσω πχ των ΚΑΕΔΙΣΠ που λειτουργούν κ.α. Όμως, τα ανωτέρω στοιχεία που δίνονται από τους Δήμους δεν είναι αντικειμενικά μετρήσιμα, σε σημείο που να είναι απολύτως αμφισβητήσιμα ως προς την ορθότητά τους από τους υπολοίπους Δήμους μέλη του ΦοΔΣΑ ή και τον ίδιο τον ΦοΔΣΑ. Κατ’ αρχάς τα ΚΔΑΥ σε όλη τη χώρα δεν έχουν προσαρμόσει τη λειτουργία τους ώστε να βεβαιώνουν το πραγματικό ανακυκλώσιμο υλικό που ανακτάται από κάθε Δήμο ξεχωριστά, αλλά όλα τα ΚΔΑΥ υπολογίζουν ένα μέσο όρο της καθαρότητας των συνολικών απορριμμάτων που διαχειρίζονται από όλους τους Δήμους, και επιμερίζουν το υπόλοιπο ως υπόλειμμα για τους Δήμους αυτούς. Αυτό σημαίνει ότι αν σε ένα ΚΔΑΥ γίνεται διαχείριση ΑΣΑ πέντε (5) Δήμων από τους οποίους ο ένας έχει πραγματική καθαρότητα 80% και οι υπόλοιποι Δήμοι 50%, τότε ο μέσος όρος καθαρότητας που θα προσδιορίσει το ΚΔΑΥ θα είναι περίπου 60% εις βάρος αυτού του Δήμου που επιτυγχάνει καλύτερα αποτελέσματα στην ανακύκλωση. Άρα οποιοδήποτε στοιχείο προέρχεται από το Δήμο ή το ΚΔΑΥ σε σχέση με την καθαρότητα των ανακυκλώσιμων, μπορεί να αμφισβητηθεί και να προσβληθεί γιατί δεν είναι αντικειμενικά ορθό στοιχείο. Δ) Ακόμα πιο δύσκολο είναι να δοθούν αντικειμενικά στοιχεία για τις ποσότητες που ανακτώνται μέσω της οικιακής κομποστοποίησης από κάθε Δήμο με δεδομένο ότι είναι πρακτικά αδύνατο να μετρηθούν, όπως και τα υπόλοιπα υλικά που ανακτώνται και επαναχρησιμοποιούνται από τον ίδιο το Δήμο (πχ. έπιπλα, ρούχα, βιβλία, ηλεκτρικές συσκευές κτλ). Οι ποσότητες αυτές θα καταγράφονται από το ΦοΔΣΑ με βάση τις δηλώσεις που κάνει ο κάθε Δήμος χωρίς να υπάρχει καθορισμένος τρόπος μέτρησης ή δυνατότητα παρακολούθησης και επιβεβαίωσης. Όλα τα ανωτέρω στοιχεία ποσοτήτων ανάκτησης και ανακύκλωσης που θα παρέχονται από τον κάθε Δήμο στο ΦοΔΣΑ, θα είναι εύκολο να αμφισβητηθούν και να προσβληθούν με αποτέλεσμα την δημιουργία αντιπαραθέσεων μεταξύ των Δήμων, ενώ είναι πιθανή και η προσβολή της απόφασης καθορισμού της ετήσιας εισφοράς του ΦοΔΣΑ με αποτέλεσμα ακόμα και την αδυναμία είσπραξης των εισφορών για την διασφάλιση της λειτουργίας του. Σε κάθε περίπτωση όσο αυτά τα στοιχεία ποσοτήτων που προσδιορίζει η ΚΥΑ και οφείλει να δίνει ο κάθε Δήμος στο ΦοΔΣΑ δεν είναι μετρήσιμα με συγκεκριμένο τρόπο, αντικειμενικά και ελέγξιμα, δεν μπορούν να αποτελούν τα δεδομένα για τον προσδιορισμό και επιμερισμό της εισφοράς των Δήμων προς το ΦοΔΣΑ. Ε) Τέλος, το Η.Μ.Α. δεν αποτελεί αξιόπιστη πηγή για την χρήση στοιχείων αφού τα στοιχεία ποσοτήτων που καταχωρούνται σε αυτό, προέρχονται από ΟΤΑ ή ΦοΔΣΑ χωρίς καμία δυνατότητα διασταύρωσης- επιβεβαίωσης. Αλλά και τα στοιχεία που δεν θα καταχωρούνται στο Η.Μ.Α. αλλά θα απαιτούνται προκειμένου να συνταχθεί ο κανονισμός τιμολόγησης βάση όσα ειδικά ορίζονται στο αρ. 4 του σχεδίου ΚΥΑ, θα γνωστοποιούνται στο ΦοΔΣΑ από κάθε Δήμο με δήλωση, τα στοιχεία της οποίας δεν είναι δυνατό να ελεγχθούν. Με αυτό τον τρόπο δημιουργείται μια πλήρως αναξιόπιστη βάση δεδομένων, τα οποία θα αντληθούν από τους ΦοΔΣΑ προκειμένου να συνταχθεί ο προτεινόμενος κανονισμός τιμολόγησης. Ένας τέτοιος κανονισμός τιμολόγησης είναι απολύτως αδύνατο να υποστηριχθεί, σε περίπτωση αμφισβήτησής του από Δήμο που θα δει να αυξάνεται η δική του εισφορά και να μειώνεται η εισφορά άλλων Δήμων, με την επίκληση στοιχείων μη επαληθεύσιμων. Προς αποφυγή όλων των ανωτέρω, ο Κανονισμός Τιμολόγησης θα πρέπει να βασίζεται σε απολύτως μετρήσιμα και μη επιδεχόμενα αμφισβήτησης στοιχεία και τέτοια είναι μόνο τα στοιχεία των διατάξεων ζύγισης. Τα στοιχεία αυτά θα αφορούν αποκλειστικά σε εγκαταστάσεις την διαχείριση των οποίων έχει ο ΦοΔΣΑ.