• Σχόλιο του χρήστη 'ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΡΝΙΘΟΛΟΓΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ' | 19 Δεκεμβρίου 2019, 08:17

    Σχόλια Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρείας επί της «Μακροχρόνιας Στρατηγικής για το 2050» Σε σχέση με τη «Μακροχρόνια Στρατηγική για το 2050» (στο εξής, «ΜΣ 2050») του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας (στο εξής, «ΥΠΕΝ»), το οποίο τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση στις 10.12.2019 και μέχρι τις 19.12.2019, η Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία (στο εξής, «Ορνιθολογική») έχει τα ακόλουθα σχόλια, σε συνέχεια των σχολίων που κατέθεσε για το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ). Η Ορνιθολογική αναγνωρίζει ότι είναι αναγκαία η ενίσχυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (στο εξής, «ΑΠΕ»), ως μέτρο για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, κάλυψης των ενεργειακών αναγκών αλλά και των συμβατικών υποχρεώσεων της χώρας. Εντούτοις, κάθε μέτρο που λαμβάνεται για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής δεν θα πρέπει να διακυβεύει την εκπλήρωση των εθνικών και διεθνών στόχων διατήρησης της βιοποικιλότητας. Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΕ σύμφωνα με τη Συμφωνία των Παρισίων του 2015 για την Κλιματική Αλλαγή, έχει δεσμευτεί να διασφαλίσει την ακεραιότητα του περιβάλλοντος και της βιοποικιλότητας όταν λαμβάνει μέτρα για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, ενώ η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει εκδόσει κατευθυντήριες οδηγίες για το πώς οι εταιρείες στον τομέα της αιολικής ενέργειας θα συμμορφώνονται με τις οδηγίες 92/43/ΕΟΚ για τους οικοτόπους και 2009/147 για τα άγρια πτηνά. Ι. Επί του περιεχομένου της ΜΣ 2050 1. Επί του κειμένου της ΜΣ 2050, η Ορνιθολογική έχει τις ακόλουθες παρατηρήσεις: 2. Πρώτον, στο κείμενο της ΜΣ 2050 επαναλαμβάνεται αρκετές φορές ότι το ΕΣΕΚ αποτελεί το κεντρικό στρατηγικό σχέδιο βάσει του οποίου υλοποιούνται συγκεκριμένα μέτρα πολιτικής στους τομείς της ενέργειας και του κλίματος και ότι η ΜΣ 2050 «έχει ως σημείο αναφοράς το έτος 2030 και προϋποθέτει την επίτευξη των σχετικών στόχων του ΕΣΕΚ» (σελ. 4). Στο ίδιο πλαίσιο, αναφέρεται ότι «Όλα τα σενάρια της ΜΣ50 θεωρούν ως δεδομένη την επίτευξη των στόχων του ΕΣΕΚ μέχρι το έτος 2030, υποθέτουν πλήρη εφαρμογή των προτεραιοτήτων και μέτρων πολιτικής του ΕΣΕΚ και δεν περιλαμβάνουν επιπλέον μέτρα για την περίοδο 2020-2030» (σελ. 9, 10). 3. Υπό αυτήν την έννοια, είναι ακόμη μεγαλύτερη η κρισιμότητα των σχολίων που κατέθεσε η Ορνιθολογική σε σχέση με το ΕΣΕΚ, αφού προκύπτει ότι οι βασικοί άξονες του ΕΣΕΚ θα καθορίσουν την πολιτική της χώρας για το περιβάλλον, τελικώς, μέχρι το 2050. 4. Δεύτερον, σε σχέση με τις ΑΠΕ και την εγκατάσταση Αιολικών Σταθμών Παραγωγής Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΑΣΠΗΕ), η ΜΣ 2050 περιλαμβάνει τις εξής αναφορές, οι οποίες είναι αιτίες σοβαρότατου προβληματισμού: i. «[...] αξιοποίηση αιολικών μεγάλου μεγέθους σε περιοχές με πολύ υψηλό αιολικό δυναμικό» (σελ. 67). ii. «[...] η μεγάλη αύξηση του όγκου της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας απαιτεί επενδύσεις σε μονάδες ΑΠΕ σε εξαιρετικά μεγάλη κλίμακα. Οι τεχνολογίες ΑΠΕ με τη μεγαλύτερη διείσδυση στο Ελληνικό ηλεκτρικό σύστημα είναι κυρίως τα φωτοβολταϊκά και τα αιολικά λόγω σημαντικού διαθέσιμου δυναμικού, και σε μικρότερο βαθμό οι μονάδες βιομάζας» (σελ. 47). iii. «[...] η ηλεκτροπαραγωγή από ΑΠΕ παρουσιάζει σημαντική αύξηση, φθάνοντας το 2050 να καλύπτει 88%-90% της ακαθάριστης ζήτησης για το έτος 2050, με τις ΑΠΕ μεταβλητής παραγωγής, κυρίως αιολικά και ηλιακά, να παράγουν το μεγαλύτερο μέρος αυτής, από 68% έως 72%» (σελ. 45). iv. «[...] ανάπτυξη ΑΠΕ που δεν έχουν σήμερα εξαντλήσει τις δυνατότητες εκμάθησης, όπως τα θερμικά ηλιακά ηλεκτροπαραγωγής, τα θαλάσσια αιολικά, τα οποία αναπτύσσονται μακροχρόνια με βάση την τεχνολογία των πλωτών αιολικών» (σελ. 67). 5. Όπως προκύπτει από τις ανωτέρω αναφορές, προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι που έχει θέσει η Ελληνική Κυβέρνηση, προβλέπεται εγκατάσταση ΑΠΕ ακόμη και σε περιοχές που είναι ευαίσθητες ως προς την ορνιθοπανίδα. Και τούτο, διότι οι περιοχές με πολύ υψηλό αιολικό δυναμικό ταυτίζονται κατ’ ανάγκην με τις περιοχές που είναι σημαντικές για τα πτηνά – είτε αυτήν τη στιγμή είναι ενταγμένες στο δίκτυο Natura είτε όχι (ορισμένες Important Bird Areas – IBAs). 6. Η Ορνιθολογική υποστηρίζει ότι ένας τέτοιος σχεδιασμός έρχεται σε ευθεία αντίθεση με την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία (Ανακοίνωση της Επιτροπής, COM/2019/640 τελικό), η οποία δημοσιεύθηκε στις 11 Δεκεμβρίου 2019 και η οποία περιλαμβάνει τη στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και των προκλήσεων που σχετίζονται με το περιβάλλον (σελ. 2). 7. Η Ορνιθολογική επισημαίνει ότι η Πράσινη Συμφωνία της ΕΕ περιλαμβάνει δέσμη μέτρων σε σχέση με τον ενεργειακό σχεδιασμό όλης της ΕΕ, εντούτοις περιλαμβάνει παράλληλα διακριτό κεφάλαιο για τη διατήρηση και την αποκατάσταση των οικοσυστημάτων και της βιοποικιλότητας (σελ. 16-18). Εκεί αναφέρεται ότι, αφενός, η πρώτη αιτία απώλειας της βιοποικιλότητας στον πλανήτη είναι «οι αλλαγές στον τρόπο χρήσης της γης και της θάλασσας» και, αφετέρου, η ΕΕ ήδη δεν ανταποκρίνεται σε ορισμένους από τους σημαντικότερους περιβαλλοντικούς στόχους της για το 2020. Για τον λόγο αυτό, έως τον Μάρτιο του 2020, η Επιτροπή θα παρουσιάσει Στρατηγική για τη βιοποικιλότητα την οποία θα ακολουθήσουν συγκεκριμένες δράσεις το 2021 (σελ. 16). 8. Στο πλαίσιο αυτό, στην Πράσινη Συμφωνία αναφέρεται ρητώς ότι ένας από τους στόχους που θα περιέχει η Στρατηγική αυτή είναι η αύξηση της κάλυψης προστατευόμενων χερσαίων και θαλάσσιων περιοχών με πλούσια βιοποικιλότητα με βάση το δίκτυο Natura 2000, καθώς και ότι τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενισχύσουν τη διασυνοριακή συνεργασία για την αποτελεσματικότερη προστασία και αποκατάσταση των περιοχών που καλύπτονται από το δίκτυο Natura 2000 (σελ. 16). Ακόμη, εξαγγέλλεται η νέα δασική στρατηγική της ΕΕ που θα έχει ως βασικούς στόχους την αποτελεσματική δάσωση και τη διατήρηση και αποκατάσταση των δασών στην Ευρώπη, ώστε να αυξηθεί η απορρόφηση CO2, με πλήρη σεβασμό των οικολογικών αρχών που ευνοούν τη βιοποικιλότητα (σελ. 17). 9. Επομένως, οι στόχοι που αναφέρει η ΜΣ 2050 περί εγκατάστασης «[...] αιολικών μεγάλου μεγέθους σε περιοχές με πολύ υψηλό αιολικό δυναμικό» έρχονται σε πλήρη αντίθεση με την εξαγγελθείσα στρατηγική της ΕΕ για την προστασία της βιοποικιλότητας, στο πλαίσιο της οποίας θα επεκταθούν οι προστατευόμενες – χερσαίες και θαλάσσιες – περιοχές του δικτύου Natura. Κατά την Ορνιθολογική, δεν είναι επιτρεπτό ένα κείμενο εθνικής στρατηγικής κράτους μέλους να έρχεται σε αντίθεση με τις κατευθύνσεις που έχει θέσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η Ευρωπαϊκή Ένωση ως σύνολο. Η Ελληνική Κυβέρνηση οφείλει να εξηγήσει πώς η ΜΣ 2050, αλλά και το ΕΣΕΚ, του οποίου η εφαρμογή θεωρείται δεδομένη από τη ΜΣ 2050, θα πληροί τις απαιτήσεις της Πράσινης Συμφωνίας της ΕΕ. 10. Τρίτον, η ΜΣ 2050 ουδόλως αναφέρει εάν βασίζεται σε ανάλυση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων που θα επιφέρουν τα μέτρα πολιτικής που προτείνονται. Η παράλειψη αυτή είναι ουσιώδους σημασίας, διότι κατά την Ορνιθολογική, δεν νοείται ένα κείμενο εθνικής στρατηγικής, το οποίο αποτυπώνει τον μακροχρόνιο σχεδιασμό της χώρας, να μην συνοδεύεται από ανάλυση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων που θα επιφέρει ο σχεδιασμός αυτός. IΙ. Επί των εθνικών στόχων και επιδιώξεων για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας της ΜΣ 2050 11. Όπως και το ΕΣΕΚ, η ΜΣ 2050 δεν λαμβάνει υπόψη θεμελιώδεις περιβαλλοντικές και κοινωνικές παραμέτρους που σχετίζονται με τις σημαντικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις των εγκαταστάσεων ΑΣΠΗΕ σε αδόμητους χώρους αλλά και τις έντονες κοινωνικές αντιδράσεις που υπάρχουν για τον ίδιο λόγο σε όλη τη χώρα. 12. Παρόλο που είναι γνωστό ότι τόσο το δομημένο περιβάλλον όσο και οι ενεργειακές απαιτήσεις των κτηριακών εγκαταστάσεων αυξάνονται σε όλο τον κόσμο, ενώ σαφώς αναγνωρίζεται ως καθαρά ανθρωπογενές περιβάλλον, η ΜΣ 2050 δεν λαμβάνει υπόψη – όπως δεν το έπραττε ούτε το ΕΣΕΚ – ότι μονάχα εάν οι εγκαταστάσεις ΑΠΕ προωθηθούν μέσα σε αυτό θα αποφευχθεί με ουσιαστικό τρόπο η υποβάθμιση του φυσικού περιβάλλοντος. 13. Λαμβάνοντας υπόψη την ωριμότητα των τεχνολογιών, οι ιδανικότερες πηγές ανανεώσιμης ενέργειας που μπορούν να αξιοποιηθούν άμεσα μέσα στο δομημένο περιβάλλον (δηλαδή μέσα στις πόλεις, στις βιομηχανικές περιοχές και κάθε μορφής «σφραγισμένο» έδαφος) για να καλύψουν το συμβατικό ποσοστό από ΑΠΕ είναι η ηλιακή και το βιοαέριο. Η Ελλάδα μάλιστα έχει σαφές πλεονέκτημα εξαιτίας του υψηλού βαθμού ηλιοφάνειας. Παράλληλα, οι εφαρμογές εκμετάλλευσης μπορούν να πληρούν την συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή της αειφορίας (Άρθρο 24, παράγραφος 1 του Συντάγματος της Ελλάδας), σε αντίθεση με τους ΑΣΠΗΕ. 14. Συγκεκριμένα: • Οι εγκαταστάσεις εκμετάλλευσης μπορούν να περιοριστούν στο δομημένο περιβάλλον (χωρίς να ζημιώνεται το φυσικό περιβάλλον). • Η εκμετάλλευση μπορεί να γίνει κοντά στους χώρους κατανάλωσης (χωρίς μεγάλες απώλειες κατά τη μεταφορά του ηλεκτρικού ρεύματος). • Η εκμετάλλευση αφήνει πραγματικά περιθώρια δικαιότερης κοινωνικά διανομής στην παραγωγή. • Υπάρχουν ήδη τεχνολογίες που εντάσσονται με αρμονικό τρόπο μέσα στο δομημένο περιβάλλον (φωτοβολταϊκά φιλμ για κάθετους υαλοπίνακες, φωτοβολταϊκά κεραμίδια κ.ο.κ). • Η εκμετάλλευση μπορεί να δώσει την ευκαιρία εργασίας σε πολλές εταιρείες και σε χιλιάδες εργαζόμενους και όχι σε ολιγοπώλια (ακολουθώντας την αρχή της αειφόρου ανάπτυξης που αναφέρεται στην κοινωνική δικαιοσύνη). • Το κόστος των φωτοβολταϊκών έχει ήδη μειωθεί σημαντικά (όπως αναφέρεται και στο Παράρτημα του ΕΣΕΚ). 15. Για να τηρηθούν τόσο οι τυπικές όσο και οι ουσιαστικές δεσμεύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος, η χώρα πρέπει να απομακρυνθεί από την ενίσχυση των ΑΠΕ στο αδόμητο περιβάλλον. Ως εκ τούτου, τα φωτοβολταϊκά, το βιοαέριο και κάθε άλλη πρόσφορη εγκατάσταση εκμετάλλευσης ΑΠΕ (πιεζοηλεκτρισμός, Vortex technology κ.λπ.) θα πρέπει να ενισχυθούν μέσα στο δομημένο περιβάλλον. 16. Η εκμετάλλευση αιολικού δυναμικού μπορεί να έχει περιθώρια ανάπτυξης σε καλλιεργούμενα εδάφη αλλά και εν μέρει μέσα στο δομημένο περιβάλλον (π.χ. μικρές ανεμογεννήτριες κάθετου άξονα για ηλεκτροφωτισμό, bladeless wind turbines μέσα σε οικισμούς κ.λπ.). 17. Στο πλαίσιο αυτό, με δεδομένο ότι ένας από τους άξονες της Πράσινης Συμφωνίας της ΕΕ είναι η κινητοποίηση της έρευνας και της καινοτομίας, όπου η ΕΕ θα «[...] αυξήσει σημαντικά τη μεγάλης κλίμακας αξιοποίηση και επίδειξη νέων τεχνολογιών σε όλους τους τομείς και σε ολόκληρη την ενιαία αγορά» (σελ. 22-23), η Ελλάδα θα πρέπει να εντάξει στη στρατηγική της την ενθάρρυνση χρήσης καινοτόμων τεχνολογιών που, ακριβώς, θα επιτυγχάνουν συγκερασμό της ενεργειακής πολιτικής με τη στρατηγική προστασίας της βιοποικιλότητας. 18. Εντέλει, η Ορνιθολογική επισημαίνει τη βασική εξαγγελία της Πράσινης Συμφωνίας, η οποία θα πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη από την Ελληνική Κυβέρνηση κατά την κατάρτιση του συνόλου του στρατηγικού της σχεδιασμού, ήτοι ότι «Όλες οι πολιτικές της ΕΕ θα πρέπει να συμβάλουν στη διατήρηση και την αποκατάσταση του φυσικού κεφαλαίου της Ευρώπης» (σελ. 17 της Ανακοίνωσης της Επιτροπής για την Πράσινη Συμφωνία).