• Σχόλιο του χρήστη 'WWF Ελλάς' | 17 Μαρτίου 2020, 18:56

    Επί της αρχής, ο καθορισμός χρήσεων (όχι φυσικών καλύψεων γης, αλλά χρήσεων) προσφέρει μια συστηματοποίηση που μπορεί να ενισχύσει την ασφάλεια δικαίου και την καλή νομοθέτηση στο πεδίο της οριοθέτησης και θεσμοθέτησης μέτρων για τις προστατευόμενες περιοχές. Εντούτοις, οι συγκεκριμένες χρήσεις που ορίζονται στο νομοσχέδιο ανά ζώνη ανοίγουν ένα μεγάλο κεφάλαιο νέων δραστηριοτήτων που εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους και εγείρει σημαντικά ζητήματα νομιμότητας. Επίσης επί της αρχής, είναι απαράδεκτη η τροποποίηση του π.δ. χρήσεων γης με νόμο, καθώς έτσι αποφεύγεται ο έλεγχος νομιμότητας από το ΣτΕ των νέων ρυθμίσεων. Τέλος, σε καμία από τις ζώνες δεν προβλέπονται μια σειρά από σημαντικές για την προστασία των περιοχών αυτών, όπως για παράδειγμα μονάδες περίθαλψης άγριων ζώων. Ειδικότερες παρατηρήσεις: Παρ. 1β: Οι τέσσερις νέες ζώνες προστασίας έχουν περισσότερο τον χαρακτήρα των περιοχών προστασίας κατά το σύστημα χωρικού σχεδιασμού, εντός των οποίων καθορίζονται χρήσεις γης (ν. 4447/2018, άρθ. 7), και λιγότερο τον χαρακτήρα των κατηγοριών γενικών χρήσεων. Εξ αυτού προκύπτει επίσης μια αναντιστοιχία ανάμεσα στις προβλέψεις του συστήματος χωρικού σχεδιασμού και της νέας τυπολογίας χρήσεων γης. Το ίδιο πρόβλημα προκύπτει και από τη θεώρηση των ζωνών Α και Β της αρχαιολογικής νομοθεσίας ως γενικών χρήσεων γης (βλ. και ειδικότερο σχολιασμό παρακάτω). Για τον τετραμερή καθορισμό κατηγοριών ζωνών προστασίας δεν αναφέρεται η σκοπιμότητα και τα βασικά χαρακτηριστικά που οφείλουν να διέπουν τη διάκριση και διαβάθμισή τους, όπως ισχύει στον ν. 1650/1986. Παρ. 2.α έως 17: Στις ειδικές χρήσεις του π.δ. 59/2018 προστίθεται σύνολο νέων «χρήσεων», οι οποίες ωστόσο δεν έχουν τον τυπικό χαρακτήρα «χρήσεων γης», καθώς αποτελούν δραστηριότητες, λειτουργίες ή έργα χωρίς σαφή αντιστοίχιση με «χρήση γης». Συγκεκριμένα προστίθενται: (α) δραστηριότητες [όπως βόσκηση (24.9), αλιεία (24.10), συλλογή φυτών…(24.11), θήρα (24.12) και ήπια θαλάσσια αναψυχή (54)], (β) κατασκευές [όπως εγγειοβελτιωτικά έργα αγροτικής ανάπτυξης (24.14) και κατασκευές σε δημόσιους χώρους (48.1-2)] και (γ) έργα ή δραστηριότητες, η φύση ή/και η κλίμακα των οποίων -και άρα το περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα- είναι ιδιαίτερα ασαφή και ευρεία ενώ οι ίδιες επιδέχονται περαιτέρω εξειδίκευσης και επιμερισμού [όπως αλιεία (24.10), έργα που αφορούν την αποκατάσταση και βελτίωση των ιχθυαποθεμάτων (55), έργα πρόληψης ή αντιμετώπισης της υφαλμύρινσης υδάτων ή εδαφών (51) και έργα προστασίας από διάβρωση … (51)]. Επίσης σημειώνεται ότι προστίθενται στοιχεία, όπως υδάτινοι βιότοποι (53), τα οποία έχουν παντελώς ασαφή υπόσταση ως χρήση γης (θα πρέπει να θεωρούνται ως φυσική κάλυψη γης ώστε να μη προκληθεί σύγχυση ότι “μέσα σε προστατευόμενες περιοχές μπορεί να κατασκευαστούν υδατοδεξαμενές και φράγματα”). Ως εκ τούτου, με τη νέα τυπολογία γίνεται ένας προβληματικός συγκερασμός ανάμεσα σε χρήσεις γης και δραστηριότητες-έργα. Προκύπτει δηλαδή ασαφής διάκριση ανάμεσα σε χρήσεις γης που εντάσσονται στη συμβατική τυπολογία των χρήσεων γης και σε δραστηριότητες-έργα, οι οποίες μπορεί και να μην αντιστοιχούν αυστηρά σε «χρήση γης» αλλά και που η ρύθμισή τους συναρτάται άμεσα με την επίτευξη αποτελεσματικής προστασίας και διαχείρισης και αποτελεί αντικείμενο των σχεδίων διαχείρισης προστατευόμενων περιοχών. Ως συνέπεια, δυσχεραίνεται η χρήση των βασικών κατά την περιβαλλοντική νομοθεσία εργαλείων (π.δ. και σχέδια διαχείρισης προστατευόμενων περιοχών) για την επίτευξη αποτελεσματικής προστασίας. Επίσης στις ειδικές χρήσεις γης προστίθενται στοιχεία που προστατεύονται από ειδικότερα νομικά καθεστώτα (π.χ. μνημεία κ.ά. χώροι της αρχαιολογικής νομοθεσίας, δάση και δασικές εκτάσεις κατά τη δασική νομοθεσία). Κατ’ αυτό τον τρόπο, επιχειρείται κάποιου είδους ενσωμάτωση ετερογενών καθεστώτων προστασίας, κάθε ένα από τα οποία αποτελεί αρμοδιότητα διακριτών δημοσίων αρχών, χρησιμοποιεί τα δικά του θεσμικά και τεχνικά εργαλεία, παράγει διαφορετικές έννομες συνέπειες για αρμόδιες αρχές και ενδιαφερομένους, και διαμορφώνει ένα ιδιαίτερο πλαίσιο προστασίας και διαχείρισης, στο οποίο περιλαμβάνονται κανονιστικές ρυθμίσεις χωρικού χαρακτήρα (όπως “χρήσεις γης” και όροι και περιορισμοί σε έργα και δραστηριότητες). Είναι ωστόσο προφανές ότι μια τέτοια “εναρμόνιση” διακριτών καθεστώτων προστασίας στην τυπολογία των χρήσεων γης θα απαιτούσε συνολικότερες αλλαγές στις επιμέρους πολιτικές και όχι την απλή συμπερίληψη ετερογενών ρυθμίσεων προστασίας στην τυπολογία χρήσεων γης. Σε κάθε περίπτωση, διαστέλλεται ακόμα περισσότερο η έννοια των χρήσεων γης και μειώνεται η συνεκτικότητα της συστηματοποίησής τους, με αβέβαια αποτελέσματα τόσο για τον περιβαλλοντικό όσο και για τον χωρικό σχεδιασμό. Ιδιαίτερα προβληματική είναι η προσθήκη των ζωνών αναζήτησης, έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων στην ειδική κατηγορία των εξορυκτικών δραστηριοτήτων (παρ. 2.β), στο βαθμό που γίνεται συμπερίληψή της στις προβλεπόμενες ειδικές χρήσεις γης εντός της ζώνης διαχείρισης ειδών και οικοτόπων (παρ. 17). Επισημαίνουμε ότι στο αρχικό σχέδιο νόμου που αναρτήθηκε στη διαβούλευση, η ιδιαίτερα σοβαρού οικολογικού αποτυπώματος χρήση αυτή προβλεπόταν και εντός των ζωνών απόλυτης προστασίας της φύσης και των ζωνών προστασίας της φύσης. Η τρομακτική αυτή αρχική πρόβλεψη αποσύρθηκε από το υπουργείο, ως αποτέλεσμα των έντονων αντιδράσεων που προκλήθηκαν. Είναι απαραίτητο να αποσυρθεί από όλες τις ζώνες η δυνατότητα χωροθέτησης δραστηριοτήτων και εγκαταστάσεων εξόρυξης υδρογονανθράκων και μεταλλείων με βαρύ ρυπαντικό αποτύπωμα. Η αντιστοίχιση ειδικών χρήσεων και ζωνών προστασίας (ως “γενικών χρήσεων”) θα έπρεπε να διέπεται από μια σαφή και τεκμηριωμένη διαβάθμιση των ειδικών χρήσεων με κριτήρια εκτίμησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων και συμβατότητας, προς εξυπηρέτηση σκοπών προστασίας και διαχείρισης και κατ’ αναλογία με την τετραμερή διαβάθμιση των ζωνών προστασίας. Αντιθέτως, με την αντιστοίχιση που γίνεται (παρ. 17), δεν προκύπτει μια ξεκάθαρη, λειτουργική και εστιασμένη στους σκοπούς προστασίας και διαχείρισης διαβάθμιση. Συγκεκριμένα, παρατηρείται: (α) Προδιαγραφή χρήσεων που δεν συνάδουν με τον προστατευτικό χαρακτήρα κάθε ζώνης και τη διαβάθμιση των ζωνών. Ιδιαίτερα στη ζώνη απόλυτη προστασίας είναι προφανές ότι χρήσεις όπως οδοί (θα έπρεπε ρητά να αφορούν τις ανάγκες προστασίας και διαχείρισης της περιοχής), ποδηλατόδρομοι, θαλάσσιοι διάδρομοι κίνησης σκαφών, κατοικία, διοίκηση και γραφεία, είναι ασύμβατες με την εξασφάλιση του πλέον αυστηρού προστατευτικού καθεστώτος. Η ίδια προβληματική συμπερίληψη χρήσεων αφορά και στις ζώνες προστασίας και της φύσης και διαχείρισης οικοτόπων και ειδών. Στην τελευταία συμπεριλαμβάνεται πλήθος χρήσεων που δύσκολα συνάδουν με το εν λόγω προστατευτικό καθεστώς, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τις εξορυκτικές δραστηριότητες. (β) Αποσπασματική αντιστοίχιση ειδικών χρήσεων και ζωνών προστασίας (π.χ. στη ζώνη απόλυτης προστασίας προδιαγράφονται ειδικές χρήσεις, οι οποίες δεν προδιαγράφονται για τις λοιπές ζώνες). (γ) Ως εκ τούτου, για τις ζώνες απόλυτης προστασίας, προστασίας και διαχείρισης οικοτόπων-ειδών προδιαγράφονται -αναλογικά- ιδιαίτερα πολλές χρήσεις, οι οποίες δεν συνάδουν με μια ιεραρχημένη και συστηματική ζώνωση για την επίτευξη σκοπών προστασίας και άρα εν συνόλω αναιρούν την ίδια τη σκοπιμότητα και τη διαβάθμιση του προστατευτικού καθεστώτος των ζωνών. (δ) Καθώς για την τέταρτη κατηγορία ζώνης (βιώσιμη διαχείριση φυσικών πόρων) παρέχεται η δυνατότητα καθορισμού οποιασδήποτε ειδικής χρήσης, δεν εξασφαλίζεται ο χαρακτήρας της ως περιφερειακής ζώνης κατά τη συνήθη πρακτική ζώνωσης προστατευόμενων περιοχών. (ε) Μη συμπερίληψη ειδικών χρήσεων -και ιδίως των νέων προτεινόμενων- σε καμία από τις ζώνες (π.χ. βόσκηση, αλιεία κ.λπ.), (στ) λεπτομερής αντιστοίχιση για κάποιες χρήσεις (π.χ. κατασκευές κατά ΝΟΚ) και συγχρόνως γενική αντιστοίχιση για άλλες (π.χ. εγκαταστάσεις μέσων μαζικής μεταφοράς). Εκτός από την ασάφεια στη διάκριση μεταξύ χρήσεων γης και δραστηριοτήτων, προκαλεί εντύπωση η απουσία προσδιορισμού των απαραίτητων διαχειριστικών παρεμβάσεων, όπως για παράδειγμα έργα αναβάθμισης φυσικών λειτουργιών, έργα αποκατάστασης.