• Σχόλιο του χρήστη 'ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΚΟΓΚΑ' | 19 Αυγούστου 2020, 11:29

    παρ.1 Η απαλοιφή στο άρθρο 70 της προϋπόθεσης υποβολής αίτησης από τον θιγόμενο ιδιοκτήτη προκειμένου να επέλθει αυτοδίκαια άρση, θα έχει σαν αποτέλεσμα : (α) σχεδόν το σύνολο των μη συντελεσμένων απαλλοτριώσεων κοινοχρήστων χώρων να βρεθούν σε καθεστώς αυτοδίκαιας άρσης και (β) το σύνολο σχεδόν των πράξεων αναλογισμών/πράξεων εφαρμογής να καταστούν ανεφάρμοστες. Επισημαίνεται ότι στο Δήμο Θεσσαλονίκης για την πλειοψηφία των πράξεων αναλογισμού, οι οποίες ανέρχονται περίπου στις 5000, έχει παρέλθει η πενταετία από την κύρωση και τελεσιδικία τους και παρόλα αυτά συνεχίζουν και εφαρμόζονται στα πλαίσια της τμηματικής εφαρμογής του σχεδίου πόλης, που αποτελεί τον κανόνα στις περιοχές που ισχύουν οι διατάξεις του Ν.Δ/τος 17/7/1923, όπως είναι και ο Δήμος Θεσσαλονίκης. Επιπρόσθετα, θα αποτελέσει το νομικό όπλο όλων των τρίτων υπόχρεων, να αποφύγουν να καταβάλουν τις εκ του Ν.Δ.1923 και του Ν.1337/83 (νόμος συρραφών) οφειλόμενες αποζημιώσεις για την εφαρμογή του σχεδίου πόλης. Στην καταργούμενη παρ.1 του άρθρου 32 Ν.4067/2012 όπως αυτή είχε αντικατασταθεί με την παρ.2 του άρθρου 3 Ν.4315/2014, απαραίτητη προϋπόθεση για την επελθούσα αυτοδίκαια άρση της ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης ήταν η υποβολή αιτήματος τροποποίησης του ρ.σ. από τον θιγόμενο ιδιοκτήτη εφόσον δεν είχε ασκηθεί αίτηση για τον δικαστικό καθορισμό της αποζημίωσης. Επισημάνεται ότι, με τη με αρ.12/2018 Απόφαση η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου δέχθηκε κατά πλειοψηφία πως οι σχετικές διατάξεις του Κώδικα Απαλλοτριώσεων περί αυτοδίκαιας άρσης, θεσπίστηκαν προς όφελος του καθ΄ ου η απαλλοτρίωση, ώστε να μην παραμένει η επιβληθείσα σε βάρος του απαλλοτρίωση εκκρεμής και μετέωρη επί μακρόν και ως εκ τούτου, μόνο εκείνος να δύναται να προβάλει την επέλευση της αυτοδίκαιης άρσης αυτής. Η αυτοδίκαιη ανάκληση της απαλλοτρίωσης δεν δύναται να αναγνωρισθεί από την Υπηρεσία οίκοθεν και αυτοβούλως, αλλά πρέπει να προβληθεί από τον καθ` ου η απαλλοτρίωση (θιγόμενο), διότι μόνο προς το συμφέρον αυτού έχει θεσπιστεί από το Σύνταγμα. Η διατύπωση της παραγράφου 1.γ δεν προβλέπει τη δυνατότητα που δίνεται από τον κώδικα αναγκαστικών απαλλοτριώσεων στο θιγόμενο ιδιοκτήτη, να υποβάλει αίτημα διατήρησης της απαλλοτρίωσης, μετά την παρέλευση του 18μηνου. Θεωρούμε ότι θα έπρεπε να προβλεφθούν νέες προθεσμίες, ανάλογες με αυτές που ετίθεντο στο άρθρο 49 [Προσθήκη άρθρου 32Α με τίτλο «Αίτημα διατήρησης ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης» στο ν.4067/2012 (Α΄79)] του Ν.4414/2016 (ΦΕΚ 149/τ.Α΄/09-08-2016) και στο άρθρο 11 του Ν.2882/01, όπως αυτός τροποποιήθηκε και ισχύει. Επίσης θεωρούμε ότι πρέπει να παραμείνουν σε ισχύ οι υπόλοιπες προϋποθέσεις που έθετε το άρθρο 32 του Ν.4067/2012, ήτοι, η αίτηση να υποβάλλεται από την πλειοψηφία του 66% κατ’ελάχιστο των συνιδιοκτητών (παρ.8) και να υπάρχει πράξη αναλογισμού ή πράξη εφαρμογής (παρ.15), οι οποίες προϋποθέσεις απαλείφονται με το υπό διαβούλευση σχέδιο νόμου. Σημειώνεται ότι κατά τις σχετικές διατάξεις του Αστικού Κώδικα «αν ένα δικαίωμα ανήκει σε περισσότερους από κοινού, εφόσον ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά, υπάρχει ανάμεσα τους κοινωνία κατ’ ιδανικά μέρη». Κατά τη διάρκεια της κοινωνίας κάθε ένας από τους συνιδιοκτήτες μπορεί να κάνει χρήση του ακινήτου εφόσον αυτή δεν εμποδίζει την σύγχρηση των υπολοίπων. Η διοίκηση του κοινού ανήκει σε όλους τους κοινωνούς. Ως προς τα θέματα τακτικής διαχείρισης και εκμετάλλευσης του κοινού, οι αποφάσεις λαμβάνονται με βάση την πλειοψηφία των κοινωνών, η οποία προκύπτει από το μέγεθος της μερίδας του καθενός. Αναφορικά με τη δεύτερη προϋπόθεση, δηλαδή την ύπαρξη πράξης με την οποία καθορίζεται επακριβώς το προς υπό απαλλοτρίωση μη αποζημιωθέν τμήμα, οι υπόχρεοι αποζημίωσής του καθώς και το μέτρο υποχρέωσης αυτών, είναι ιδιαιτέρως κρίσιμο να επανέλθει δεδομένου ότι, με την πρώτη όχληση του ιδιοκτήτη, δίνεται η δυνατότητα στον Δήμο, εφόσον διαθέτει το χρηματικό ποσό κονδύλιο που απαιτείται, να προβεί σε ενέργειες για την καταβολή της αποζημίωσης, χωρίς περαιτέρω καθυστερήσεις και ταλαιπωρία του ιδιοκτήτη. Σε κάθε περίπτωση, με την πράξη καθορίζεται επακριβώς το προς υπό απαλλοτρίωση μη αποζημιωθέν τμήμα, με την πραγματοποίηση μάλιστα και επί τόπου αυτοψίας κατόπιν πρόσκλησης υπόδειξης των ορίων όλων των εμπλεκόμενων ιδιοκτησιών, ώστε εξ αρχής να είναι αδιαμφισβήτητα γνωστό το αντικείμενο της άρσης. παρ.2 Επισημαίνεται ότι θα πρέπει να καθορίζονται ρητά τα δικαιολογητικά και οι προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται για την εκκίνηση της διαδικασίας. Στο υπό διαβούλευση Ν/Σ γίνεται αόριστη αναφορά σε «δικαιολογητικά» που θα συνοδεύουν την αίτηση του θιγόμενου, ενώ θα έπρεπε να αναφέρονται συγκεκριμένα, όπως,τίτλοι ιδιοκτησίας, η προβλεπόμενη έκθεση ελέγχου τίτλων του άρθρου 32 του Ν.4067/2012, καθώς και τοπογραφικό διάγραμμα, στο οποίο θα απεικονίζεται η πολεοδομική και νομική κατάσταση της υπό άρση ιδιοκτησίας και το οποίο θα συνοδεύει την προβλεπόμενη συνοπτική περιγραφή της ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης. Η απαλοιφή των απαραίτητων δικαιολογητικών της παρ.2 του άρθρου 32 του Ν.4067/2012, όπως αντικαταστάθηκε, φαίνεται ότι γίνεται προς συμμόρφωση με τις Αποφάσεις των Ελληνικών Δικαστηρίων, στην ουσία όμως τα δικαιολογητικά που αφορούν τίτλους ιδιοκτησίας, τοπογραφικά διαγράμματα κ.λ.π., τα οποία είναι στοιχεία που αποτυπώνουν την πολεοδομική και νομική κατάσταση της υπό άρση ιδιοκτησίας, δεν αντίκεινται στις Αποφάσεις των Ελληνικών Δικαστηρίων, πολύ δε περισσότερο όταν αυτό έχει γίνει αποδεκτό από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο (8/11/2007 Υπόθεση Κ. και Κ. κατά Ελλάδος Προσφυγή 32141/2004). Εν αντιθέσει, ορθά προβλέπεται με το υπό διαβούλευση σχέδιο νόμου ως υποχρέωση της Υπηρεσίας η σύνταξη του τοπογραφικού διαγράμματος αποχαρακτηρισμού, όπως πολλάκις έχουν κρίνει τα Ελληνικά Δικαστήρια.