• Σχόλιο του χρήστη 'WWF Ελλάς' | 4 Σεπτεμβρίου 2020, 10:28

    Με τη θέσπιση του χαρακτηρισμού δημοτικών οδών (συμπεριλαμβανομένου του ειδικότερου ορισμού τους, των κριτηρίων κατηγοριοποίησής τους, καθώς και της σχετικής διαδικασίας, των μέσων και των αρμόδιων αρχών), επιχειρείται η απαλοιφή μίας σημαντικής αδυναμίας του νομικού πλαισίου. Προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι μέχρι σήμερα, 65 χρόνια μετά τη δημοσίευση του τροποποιούμενου νόμου, δεν έχει γίνει αυτή η θέσπιση, με την ύπαρξη των δημοτικών οδών σε εκτός σχεδίου περιοχές να κρίνεται παρεμπιπτόντως από την αρμόδια πολεοδομική αρχή στις περιπτώσεις έκδοσης οικοδομικής άδειας. Επιπρόσθετα επιχειρείται μία θετική τομή με την κατηγοριοποίηση των δημοτικών οδών σε δύο κατηγορίες (Α και Β) και η αποσύνδεση της κατηγορίας Β από τη δυνατότητα δόμησης των παρόδιων οικοπέδων. Επί της αρχής, πρόκειται για μια ιδιαίτερα θετική αλλαγή, καθώς όχι μόνο προσδιορίζεται μια άκρως απαραίτητη διοικητική ενέργεια, αλλά και επιπλέον, με την αποσύνδεση πρόσβασης και οικοδομησιμότητας αναμένεται να επέλθει περιορισμός στην περαιτέρω διάχυση της εκτός σχεδίου δόμησης (σε συνδυασμό και με τις προβλέψεις του κεφ. Γ του σχεδίου νόμου). Επίσης, η αλλαγή αυτή φαίνεται να εναρμονίζεται με την πρόσφατη νομολογία (ενδεικτικά, ΣτΕ 7μ. 665/2018, σκ. 13η). Ωστόσο, οι ειδικότερες προβλέψεις του παρόντος άρθρου χαρακτηρίζονται από πολλά προβληματικά σημεία: (α) Δεν είναι σαφές εάν η κατηγοριοποίηση του δημοτικού οδικού δικτύου αφορά σε όλους τους τύπους περιοχών σύμφωνα με το πολεοδομικό καθεστώς τους. Εικάζουμε ότι οι συγκεκριμένες προβλέψεις αφορούν ειδικότερα τις δημοτικές οδούς σε περιοχές εκτός σχεδίου και θα ήταν σημαντικό να γίνει η σχετική διευκρίνηση. (β) Δεν τίθεται ένα σαφές κατευθυντήριο πλαίσιο σχετικά με το ποιες οδοί θα ανήκουν σε κάθε μία από τις δύο κατηγορίες. Ορίζεται μόνο ότι: (1) οι ανάγκες των οδικών μετακινήσεων που αυτές οι οδοί εξυπηρετούν, αφορούν τις συνδέσεις μεταξύ πλήθους ανομοιογενών χωρικών οντοτήτων και συγκεκριμένα «οικισμών, οργανωμένων υποδοχέων, άλλων σημαντικών συγκεντρώσεων δραστηριοτήτων και μεγάλων εγκαταστάσεων, κοινοχρήστων χώρων, σημαντικών τοποσήμων», (2) οι δημοτ. οδοί κατηγορίας Β «συνδέουν οδούς κατηγορίας Α, ή επαρχιακές, ή εθνικές, με οργανωμένους υποδοχείς, και λειτουργούν ως δίοδοι που παρέχουν δικαίωμα προσώπου σε οργανωμένους υποδοχείς», (3) οι οδοί κατηγορίας Α και Β πρέπει αντιστοίχως να πληρούν ορισμένα τεχνικά κριτήρια πλάτους. (γ) Με βάση τον παραπάνω ευρύ ορισμό των συνδέσεων που εξυπηρετούν οι δημοτικές οδοί και υπό την προϋπόθεση της συμμόρφωσης με τα παραπάνω τεχνικά χαρακτηριστικά πλάτους, αναμένεται ότι η πλειοψηφία των οδών θα υπαχθεί στην κατηγορία Α. Κάτι τέτοιο ανατρέπει τις προβλέψεις του υφιστάμενου νομικού πλαισίου. Συγκεκριμένα, το π.δ. της 24/31.05.1985 (άρθ. 1) προβλέπει έναν στενότερο ορισμό για τις εκτός σχεδίου δημοτικές οδούς, με βάση τις οποίες καθορίζεται η κατά κανόνα ή κατά παρέκκλιση αρτιότητα των γηπέδων, με κριτήριο τη διασύνδεση οικισμών μεταξύ τους ή με άλλες οδούς (γίνεται δε ειδικότερα η διάκριση ανάμεσα σε κυριότερη και λοιπές οδούς, προβλέποντας δικαίωμα δόμησης μόνο για την πρώτη). Επομένως το συγκεκριμένο άρθρο ουσιαστικά επεκτείνει το εύρος της οικοδομησιμότητας για τα εκτός σχεδίου γήπεδα, κάτι που έρχεται σε αντίθεση τόσο με τους σκοπούς του κεφ. Γ’ του σχεδίου νόμου περί περιορισμού της εκτός σχεδίου δόμησης όσο και με το εν γένει πολεοδομικό και περιβαλλοντικό κεκτημένο. (δ) Σε συνάφεια με το παραπάνω, στα κριτήρια χαρακτηρισμού και κατηγοριοποίησης των δημοτικών οδών θα πρέπει να συμπεριληφθούν συνεκτικά κριτήρια χωροταξικού και πολεοδομικού χαρακτήρα, όπως άλλωστε έχει αναγνωριστεί και από τη νομολογία σχετικά με τον σχεδιασμό και τη διαχείριση του οδικού δικτύου (ενδεικτικά ΣτΕ 481/2019, 2486 & 2487/2006 Ολομ., 878/2012, 395/2014). Εξάλλου, δεν αποτελεί δείγμα ορθολογικής προσέγγισης και σωστής νομοθέτησης η παραπομπή σε κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις της διοίκησης -όπως κάνει η παρ. 8 του παρόντος άρθρου- για τον αναγκαίο προσδιορισμό ουσιωδών διατάξεων. (ε) Η πρόβλεψη περί μη παροχής από τις οδούς κατηγορίας Β δικαιώματος προσώπου στα παρόδια γήπεδα πλην των οργανωμένων υποδοχέων έρχεται σε αντίθεση με τις αντίστοιχες προβλέψεις του άρθρου 28(3) του σχεδίου νόμου, σύμφωνα με το οποίο θεωρούνται άρτια και οικοδομήσιμα τα οικόπεδα με πρόσωπο σε δημοτική οδό κατηγορίας Β που προορίζονται για συγκεκριμένες τουριστικές, εμπορικές, ειδικές, νοσοκομειακές και βιοτεχνικές χρήσεις. (στ) Στο άρθρο δεν λαμβάνεται καμία πρόνοια σχετικά με την εξασφάλιση ολοκλήρωσης της προβλεπόμενης διαδικασίας χαρακτηρισμού των οδών. Εξαιτίας του μεγάλου χρονικού διαστήματος και του μεγάλου κόστους που θα απαιτηθούν για τη διαμόρφωση των υφιστάμενων οδών με βάση τα νέα τεχνικά χαρακτηριστικά (απαλλοτριώσεις, τεχνικά έργα), υπάρχει μεγάλος κίνδυνος να καθιερωθεί άπαξ μία μακρά και πολλαπλώς προβληματική μεταβατική περίοδος που προβλέπεται στην παρ. 6. (ζ) Τέλος, θα πρέπει να επισημανθεί ότι το προεδρικό διάταγμα του άρθ. 4 παρ. 3 (α) ν. 3155/1955 (όπως αντικαθίσταται) – με άλλα λόγια, το προεδρικό διάταγμα του χαρακτηρισμού οδών κατηγορίας Α, ο οποίος γίνεται ανεξάρτητα από την έγκριση ΤΧΣ ή ΕΠΣ – πρέπει να υποβληθεί σε ΣΠΕ. Πρόκειται για σχέδιο το οποίο, μέσω των διατάξεων περί «προσώπου», τροποποιεί, και μάλιστα εκτεταμένα, τις χρήσεις γης σε μία περιοχή.