• Σχόλιο του χρήστη 'WWF Ελλάς' | 4 Σεπτεμβρίου 2020, 10:35

    1. Η 1η παράγραφος επαναλαμβάνει το βασικό πλαίσιο όρων και περιορισμών δόμησης που περιλαμβάνεται στο άρθ. 1 παρ. 2(Ι)(β) του π.δ. 14/31.5.1985 (=162 ΚΒΠΝ), για δόμηση «σε Διεθνείς, Εθνικές Επαρχιακές, Δημοτικές και Κοινοτικές οδούς». Είναι θετικό ότι το «πρόσωπο» σε εγκαταλελειμμένα τμήματα οδών και σιδηροδρομικές γραμμές δεν επαρκεί πλέον: είναι αυτονόητο ότι τα «πρόσωπα» αυτά δεν μπορούν να εξυπηρετήσουν κτίρια ή, πολύ περισσότερο, οικισμούς (παρόλα αυτά, παραμένει μία αναφορά σε «σιδηροδρομική γραμμή» στο τέλος της παρ. 4). 2. Ωστόσο, υπάρχει μία διαφορά: η ισχύουσα ρύθμιση προβλέπει ότι «(σ)ε περίπτωση που μεταξύ των προαναφερομένων οικισμών υπάρχουν περισσότερες της μιας Δημοτικοί ή κοινοτικοί (sic) οδοί που συνδέουν αυτούς οι διατάξεις της παρούσης περίπτωσης έχουν εφαρμογή μόνο σε γήπεδα που έχουν πρόσωπο στην κυριώτερη από τις οδούς αυτές» [άρθ. 1 παρ. 2(ΙΙ)(β) του π.δ. 14/31.5.1985]. Η ασφαλιστική δικλείδα της «κυριότερης οδού» διαγράφεται από το νομοσχέδιο, το οποίο αρκείται σε «οδούς κατηγορίας Α». Συνεπώς, εφεξής θα είναι δυνατή η εκτός σχεδίου δόμηση και σε γήπεδα με πρόσωπο σε οδούς που δεν είναι οι «κυριότερες» (με τη σημασία του ισχύοντος καθεστώτος). Παρόμοιος περιορισμός δεν υπάρχει ούτε στο άρθ. 14 του νομοσχεδίου (το οποίο αντικαθιστά το άρθ. 4 ν. 3155/1955): αντιθέτως, η πρόβλεψη ότι οι οδοί κατηγορίας Α μπορούν να υφίστανται μεταξύ «οργανωμένων υποδοχέων, άλλων σημαντικών συγκεντρώσεων δραστηριοτήτων και μεγάλων εγκαταστάσεων, κοινοχρήστων χώρων, σημαντικών τοποσήμων» -μία σειρά ιδιαίτερα ασαφών γεωγραφικών προσδιορισμών- εγγυάται, με μαθηματική ακρίβεια, τον ανεξέλεγκτο πολλαπλασιασμό των «οδών κατηγορίας Α», και την επίσης ανεξέλεγκτη «γραμμική ανάπτυξη» κατά μήκος τους. Ακόμα χειρότερα, το νομοσχέδιο ορίζει ότι «είναι δυνατός ο χαρακτηρισμός δημοτικών … ακόμη και προτού διαμορφωθούν το ελάχιστο πλάτος και τα λοιπά γεωμετρικά χαρακτηριστικά …, αλλά οι έννομες συνέπειες ως προς το δικαίωμα δόμησης που συναρτάται με την ύπαρξη προσώπου ενός γηπέδου επί των οδών αυτών, επέρχονται μόλις διαμορφωθεί το ελάχιστο πλάτος και τα λοιπά αναγκαία γεωμετρικά χαρακτηριστικά και εκδοθεί σχετική διαπιστωτική πράξη του οικείου Συντονιστή Αποκεντρωμένης Διοίκησης ή του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας» (άρθ. 4 παρ. 6 ν. 3155/1955, όπως προτείνεται να αντικατασταθεί από το άρθ. 14 του νομοσχεδίου): έτσι, όχι μόνο μία «διαπιστωτική πράξη» θα μπορεί να τροποποιεί άρδην το καθεστώς σε μία εκτός σχεδίου, και πιθανώς ευαίσθητη, περιοχή (κάτι που, κανονικά, θα απαιτούσε π.δ., και κάποια περιβαλλοντική μελέτη), αλλά είναι δυνατόν να χαρακτηρίζονται ως «κατηγορίας Α» και διάφορες «δίοδοι», οι οποίες δεν έχουν καν τα απαραίτητα ελάχιστα απαραίτητα γεωμετρικά χαρακτηριστικά για ένα σύγχρονο δρόμο. Τα περιθώρια αδιαφάνειας που αφήνουν οι παραπάνω ρυθμίσεις είναι εξαιρετικά ανησυχητικά. Σε κάθε περίπτωση, τα παραπάνω συνιστούν μία σημαντική επιδείνωση του καθεστώτος της παρόδιας εκτός σχεδίου δόμησης, και είναι αμφίβολο αν «εξισορροπούνται» από βελτιώσεις σε άλλα σημεία. 3. Κατά την περ. (γ) της 4ης παραγράφου, «(ο)ι αποστάσεις του κτιρίου ορίζονται … από την όχθη τυχόν ρέματος 10 μέτρα τουλάχιστον και 10 μέτρα τουλάχιστον από τα όρια δασικής έκτασης». Πρόκειται για ισχύουσα ρύθμιση [άρθ. 1 παρ. 5 περ. (γ) του π.δ. της 24/31.5.1985, ή 162 παρ. 5 (γ) ΚΒΠΝ]. Πρόκειται, επίσης, και για μία ρύθμιση που δεν έχει την παραμικρή επιστημονική βάση, και αυτό θα έπρεπε να ήταν σαφές μετά τις καταστροφικές και πολύνεκρες πλημμύρες και πυρκαγιές των τελευταίων δεκαετιών. Μάλιστα, οι επιλογές του νομοσχεδίου επιδεινώνονται ακόμα περισσότερο και από τη διατήρηση σε ισχύ (με μία μικρή τροποποίηση) των «κατά παρέκκλιση αποστάσεων μεταξύ κτιρίων για ανέγερση κατοικίας», όσον αφορά τα γήπεδα που υπάρχουν την 15.4.81 (βλ. παρ. 3 του σχολιαζόμενου άρθρου) - με άλλα λόγια, από τη διατήρηση πολεοδομικών αντιλήψεων περασμένων δεκαετιών. Παρόμοιες ρυθμίσεις εκθέτουν την εκτός σχεδίου δόμηση σε αυξημένους κινδύνους φυσικών καταστροφών, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ανθρώπινη ασφάλεια. Στις μέρες μας, υπάρχει ένα πλούσιο θεσμικό πλαίσιο για εργαλεία σχεδιασμού, το οποίο θα μπορούσε να αξιοποιηθεί για μία σύγχρονη ρύθμιση. Πρώτα από όλα, το άρθ. 6 του νομοσχεδίου παραπέμπει στην «Εθνική Πολιτική Μείωσης Κινδύνου Καταστροφών», η οποία «ενσωματώνεται στον αναπτυξιακό σχεδιασμό της χώρας και αποτελεί βασικό άξονα για την επίτευξη της αειφόρου ανάπτυξης» (άρθ. 9 ν. 4622/2020): συνεπώς, η πολιτική αυτή αποτελεί τουλάχιστον «κατεύθυνση χωρικού σχεδιασμού», με την έννοια του νομοσχεδίου [άρθ. 1 περ. (στ) ν. 4447/2016, όπως προτείνεται η αντικατάστασή του]. Προφανώς, σχετικά είναι και τα «Περιφερειακά Σχέδια για την Προσαρμογή στην Κλιματική Αλλαγή» (άρθ. 43 ν. 4414/2016), όπως και η απεικόνιση των «ευάλωτων περιοχών» που προβλεπόταν ήδη από την οδηγία INSPIRE (οδηγία 2007/2, άρθ. 33 ν. 3882/2010). Για τις πλημμύρες, ισχύουν τα Σχέδια Διαχείρισης Κινδύνων Πλημμύρας, και φυσικά τα Σχέδια Διαχείρισης Λεκανών Απορροής Ποταμών. Συνεπώς, είναι ιδιαίτερα απογοητευτικό ότι το νομοσχέδιο παραμένει προσκολλημένο σε απηρχαιωμένα καθεστώτα, που είναι επικίνδυνα για την ανθρώπινη ζωή και περιουσία, αν όχι και για το περιβάλλον. 4. Το δεύτερο και το τρίτο εδάφιο της πρώτης παραγράφου φαίνονται να αυξάνουν το «ελάχιστο εμβαδόν» που προβλέπεται για τις περισσότερες τουριστικές εγκαταστάσεις (από 4.000 σε 8.000 τ.μ., πρβλ. άρθ. 8 του π.δ. της 6/17.10.1978, όπως ισχύει, ή άρθ. 173 ΚΒΠΝ). Επιτρέπουν, όμως, τη διατήρησή του στα ισχύοντα επίπεδα εφόσον οι εγκαταστάσεις αυτές «πληρούν ενεργειακά, περιβαλλοντικά ή πολεοδομικά κριτήρια που ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας προϋποθέσεις». Η διάταξη είναι καταρχήν σε θετική κατεύθυνση, και μπορεί να συμβάλλει, εφόσον οριστούν τα κατάλληλα κριτήρια, στον εκσυγχρονισμό και την αναβάθμιση ορισμένων τουλάχιστον εγκαταστάσεων. Πάντως, και ανεξάρτητα από το γεγονός ότι ο νομοθέτης δεν φαίνεται να έχει σαφή άποψη για τα θέματα αυτά, δεν θα πρέπει να θεωρείται ότι η ζημιά σε ευαίσθητα στοιχεία του περιβάλλοντος (σε δάση, αιγιαλούς, προστατευόμενες περιοχές) μπορεί να εξαλειφθεί αν η εγκατάσταση πληροί ορισμένα τεχνικά κριτήρια – π.χ., διαθέτει φωτοβολταϊκά στη στέγη, ή έχει μειωμένη κατανάλωση νερού ή ενέργειας.