• Από την διατύπωση της παρ. 1 (ιδίως σε συνδυασμό με το άρθ. 28 παρ. 3 εδ. α’) δεν προκύπτει, με την απαιτούμενη νομική και ερμηνευτική σαφήνεια, ότι απαγορεύεται η αναθεώρηση των στόχων προς το χειρότερο (η χαλάρωση ή οπισθοδρόμηση των στόχων). Το λιγότερο που απαιτεί η κρισιμότητα του θέματος και ο ραγδαίος χαρακτήρας της κλιματικής αλλαγής είναι η ρητή απαγόρευση της αναθεώρησης των στόχων προς το χειρότερο. Κατά το νομοσχέδιο, η αναθεώρηση των ενδιάμεσων κλιματικών στόχων γίνεται με την υπουργική απόφαση του άρθ. 28 παρ. 3 (δεύτερο εδάφιο της 2ης παρ.), με την “σύμφωνη γνώμη” της Κυβερνητικής Επιτροπής (άρθ. 28 παρ. 3 εδ. β’). Προφανώς, η αναθεώρηση κλιματικών στόχων δεν είναι νοητή χωρίς αναθεώρηση του ΕΣΕΚ, και η τελευταία απαιτεί εκ νέου κύρωση του τροποποιημένου ΕΣΕΚ από το “Κυβερνητικό Συμβούλιο Οικονομικής Πολιτικής”, μετά από απλή “εισήγηση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας” (άρθ. 5 ΠΥΣ 31/2019), και όχι υπουργική απόφαση του τελευταίου. Υπενθυμίζεται ότι ήδη υπάρχει “Γραμματεία Διακυβέρνησης” του ΕΣΕΚ (άρθ. 4 ΠΥΣ 31/2019), ενώ η επικαιροποίηση και παρακολούθηση των ΕΣΕΚ γίνεται σύμφωνα με τα άρθρα 14, και 18-36 (αντιστοίχως) του Κανονισμού 2018/1999 (πρβλ. και τον Εκτελεστικό Κανονισμό 2020/1208). Η ακριβής διαδικασία θα πρέπει να διευκρινιστεί καλύτερα, λαμβάνοντας υπόψη τις απαιτήσεις της ενωσιακής νομοθεσίας. Διαφορετική φαίνεται να είναι και η διαδικασία “έγκρισης” των πρόσθετων μέτρων, τα οποία προτείνονται από τον Υπουργό, αλλά εγκρίνονται αποκλειστικά από την Κυβερνητική Επιτροπή (άρθ. 8 παρ. 2 εδ. α’). Στο οικείο άρθρο του νομοσχεδίου, η Κυβερνητική Επιτροπή περιγράφεται ως όργανο με αρμοδιότητες προπαρασκευής, παρακολούθησης και εκτέλεσης (πρβλ. άρθ. 26 παρ. 1 νομοσχεδίου) - όχι ως όργανο με αποφασιστικές ή εγκριτικές αρμοδιότητες. Οι λόγοι για τους οποίους οι διαδικασίες αναθεώρησης των στόχων και έγκρισης των “πρόσθετων μέτρων” διαφέρουν δεν είναι σαφείς. Ο Υπουργός, κατά τα άλλα, μπορεί να ορίζει ή να αναθεωρεί στόχους ανά κατηγορία περιβαλλοντικής αδειοδότησης κατά τα άρθ. 28 παρ. 3(γ) και 28 παρ. 11 του νομοσχεδίου, χωρίς συμμετοχή της Κυβερνητικής Επιτροπής. Αν, αντιθέτως, οι μειώσεις επιβληθούν ανά “κλάδο δραστηριότητας” (σε αντίθεση με τις κατηγορίες περιβαλλοντικής αδειοδότησης), ή με τους τομεακούς προϋπολογισμούς (άρθ. 7 παρ. 2), τότε προβλέπεται απλή “γνώμη” της Κυβερνητικής Επιτροπής (17 παρ. 5 νομοσχεδίου): ο αναγνώστης αναρωτιέται σε τι οι μειώσεις αυτές διαφέρουν από τα “πρόσθετα μέτρα” του άρθ. 8 παρ. 2 εδ. α’, ώστε να θεσπίζονται με διαφορετική διαδικασία. ‘Ετσι, ο εκάστοτε Υπουργός μπορεί να επιλέξει την πιο ευχερή και πολιτικά πρόσφορη διαδικασία (!), εμπλέκοντας την Κυβερνητική Επιτροπή στον βαθμό που επιθυμεί. Ωστόσο, με τον τρόπο αυτό ενθαρρύνεται μία πολυδιάσπαση, αντιφατικότητα, αποσπασματικότητα και πολιτικός καιροσκοπισμός, που μάλλον υπονομεύει την επίτευξη των στόχων του νομοσχεδίου . Παράλληλα, όλες οι παραπάνω αναθεωρήσεις δεν μπορούν φυσικά να γίνονται ερήμην του ΕΕΣΠ (26 παρ. 2Α νομοσχεδίου) και του ΕΕΚΑ (26 παρ. 3Α νομοσχεδίου). Σε κάθε περίπτωση, ισχύουν σε όλες τις περιπτώσεις όσα ειπώθηκαν παραπάνω για την ανάγκη συντονισμού με το ΕΣΕΚ, αλλά και με τις διαδικασίες αξιολόγησης και παρακολούθησης και άλλων ενωσιακών νομοθετημάτων (π.χ., τους μηχανισμούς διακυβέρνησης των Εδαφικών Σχεδίων Δίκαιης Μετάβασης του άρθ. 11 του Κανονισμού 2021/1056), και εθνικών σχεδίων (π.χ., το Εθνικό Σχέδιο Ανάπτυξης, το Εθνικό Σχέδιο Προσαρμογής στην Κλιματική Αλλαγή, η Εθνική Χωρική Στρατηγική, το Εθνικό Πρόγραμμα Δημόσιων Επενδύσεων, κ.α.). Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις, η δημόσια συμμετοχή δεν φαίνεται να διαδραματίζει ουσιαστικό ρόλο. Ο “κλιματικός διάλογος” (αρ. 24 παρ. 1 νομοσχεδίου) περιορίζεται στην “αξιολόγηση” (που αφορά το παρελθόν), αλλά όχι στα προτεινόμενα “πρόσθετα μέτρα” ή την αναθεώρηση των στόχων (που αφορούν το μέλλον). Το περιεχόμενο της κρίσιμης “εκτίμησης επιπτώσεων” που συνοδεύει την θέσπιση ή αναθεώρηση των ενδιάμεσων στόχων (άρθ. 28 παρ. 3 εδ. β’) δεν καθορίζεται ούτε στο νομοσχέδιο ούτε αλλού: φαίνεται λογικό ότι η λήψη των “πρόσθετων μέτρων”, τουλάχιστον, απαιτεί στρατηγική περιβαλλοντική εκτίμηση. *Το σχόλιο συνυπογράφεται από συμμαχία οργανώσεων και φορέων: Γ.Σ.Ε.Ε - Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδος, MEDASSET, Ελληνική Εταιρία Προστασίας της Φύσης, Οικολογική Εταιρία Ανακύκλωσης, Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού, Καλλιστώ, Νόμος & Φύση, Γιατροί του Κόσμου, Vouliwatch, Greenpeace, WWF Ελλάς