• Σχόλιο του χρήστη 'Greenpeace Greece' | 27 Ιανουαρίου 2022, 11:38

    Το σχέδιο νόμου κινείται κάτω από τον επιστημονικά ορισμένο πήχη περιορισμού της κλιματικής κρίσης στον 1,5oC που είναι απαραίτητο να επιτευχθεί με εθνικές δεσμεύσεις και ουσιαστικά μέτρα και πολιτικές από κάθε χώρα του πλανήτη για τον μηδενισμό των εκπομπών το συντομότερο δυνατό και σίγουρα πριν το 2050. Λαμβάνοντας όμως ακόμα υπόψη και το πακέτο “Fit for 55” της ΕΕ και την εφαρμογή των ευρωπαϊκών οδηγιών που αφορούν στην ενεργειακή αποδοτικότητα, τον κανονισμό για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων (ΚΕΝΑΚ) και τα έργα ΑΠΕ, δεν φαίνεται επί του παρόντος με ποιο τρόπο τα μέτρα θα εναρμονιστούν με τις παραπάνω οδηγίες ενώ απουσιάζει ένα σαφές χρονοδιάγραμμα για τη σταδιακή απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα σε όλους τους τομείς της οικονομίας και η αντίστοιχη στόχευση. Οι ενεργειακοί στόχοι του νομοσχεδίου για την προώθηση των ΑΠΕ και της εξοικονόμησης ενέργειας είναι ασαφείς. Θα πρέπει ως εκ τούτου να ενσωματωθούν εξειδικευμένοι και φιλόδοξοι, νομικά δεσμευτικοί στόχοι που θα μετασχηματίζουν το ενεργειακό σύστημα ηλεκτροπαραγωγής σε 100% ΑΠΕ έως το 2035 με όρους περιβαλλοντικής βιωσιμότητας και κοινωνικής δικαιοσύνης. Ως προς τα ορυκτά καύσιμα, η απεξάρτηση από τον λιγνίτη μετατίθεται για το “αργότερο έως το 2028”. Αν και προβλέπεται στο νομοσχέδιο η επανεξέταση της προθεσμίας το 2023, θα πρέπει να τονιστεί ότι για κάθε χρόνο που θα λειτουργεί η νέα λιγνιτική μονάδα Πτολεμαΐδα V, η Ελλάδα θα εκπέμπει επιπλέον περίπου 4 εκατομμύρια τόνους διοξειδίου του άνθρακα ή αλλιώς περίπου το 5% των ετήσιων εκπομπών της. Εξαιρετικά αρνητικό στοιχείο του νομοσχεδίου είναι ότι δεν φαίνεται να προβλέπονται νομικά δεσμευτικοί στόχοι για την σταδιακή απεξάρτηση από το ορυκτό αέριο. Δεν γίνεται η παραμικρή αναφορά στον τερματισμό των εξορύξεων υδρογονανθράκων, την ώρα μάλιστα που όλο και περισσότερα κράτη ανακοινώνουν σχετικά σχέδια. Η επιστήμη είναι σαφής: δεν μπορούμε να προχωρήσουμε σε νέες εξορύξεις και υποδομές υδρογονανθράκων αν θέλουμε να πετύχουμε τον στόχο του 1,5 βαθμού Κελσίου. Η στοχοθέτηση για παράδειγμα της παύσης καυστήρων πετρελαίου το 2025 θα έπρεπε να περιλαμβάνει και την παύση καυστήρων ορυκτού αερίου με συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα. Από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου δεν θα έπρεπε να επιτρέπεται καμία νέα παραχώρηση δικαιωμάτων έρευνας και εξόρυξης υδρογονανθράκων σε ολόκληρη την ελληνική επικράτεια, συμπεριλαμβανομένων των θαλάσσιων ζωνών οικονομικής εκμετάλλευσης. Αντίστοιχα δεν υπάρχει καμία στοχοθεσία για τον τομέα της βιώσιμης γεωργίας και της κτηνοτροφίας. Ενώ λοιπόν η εντατική κτηνοτροφία και η γεωργία αναγνωρίζονται διεθνώς ως απο τους βασικότερους παράγοντες (ανθρώπινες δραστηριότητες) που επιτείνουν την κλιματική κρίση, μέχρι στιγμής απουσιάζουν οι σχετικές δράσεις. Ενώ η σχετική συμμετοχή της γεωργίας-κτηνοτροφίας στην κλιματική κρίση προβλέπεται να αυξηθεί ραγδαία μεσα στα επόμενα χρόνια (καθώς καθαρίζει το ενεργειακό μίγμα απο ορυκτά καύσιμα), απουσιάζουν πολιτικές, μέτρα και χρονοδιαγράμματα. Ενώ η κατανάλωση κρέατος (σε συνδυασμό με την παραγωγή ζωοτροφών) πρέπει να μειωθεί δραστικά μέσα στα επόμενα χρόνια και (ιδίως) στην Ελλάδα, δεν αποτυπώνονται πουθενά σχετικές στοχοθεσίες, μετρα και πολιτικές. Απουσιάζει επίσης κάθε σοβαρή πρόβλεψη για την απαραίτητη μετάβαση τόσο των παραγωγών όσο και των καταναλωτών σε ενα μέλλον με εντελώς διαφορετικά αγροτικά και διατροφικά δεδομένα. Με αυτό τον τρόπο, "εξασφαλίζεται" η αντίθεσή τους στα όποια μέτρα ακολουθήσουν. Ελλείψει σχεδιασμού, αυτα θα ειναι αποσπασματικά και βίαια. Σήμερα ειδικά που γνωρίζουμε ότι αν συνεχίσουμε να καταναλώνουμε κρέας και γαλακτοκομικά με την ποσότητα και συχνότητα που το κάνουμε σήμερα, μέχρι το 2050 το 52% των εκπομπών αερίων στην ατμόσφαιρα θα προέρχεται από τη γεωργία, ενώ το 70% των εκπομπών αυτών θα προέρχεται από τη βιομηχανική κτηνοτροφία και ότι πρέπει να πάρουμε επειγόντως μέτρα ώστε να μειωθεί η κατανάλωση 50% για αρχη και 71% ως το 2030. Παράλληλα, χάνονται σημαντικές αναπτυξιακές ευκαιρίες. Η εισαγόμενη σόγια για ζωοτροφή, μπορεί να αντικατασταθεί από ντόπια πρωτεϊνούχα φυτά (όπως το κτηνοτροφικό ρεβίθι, το λούπινο κοκ). Η εκτατική κτηνοτροφία μπορεί να συμβάλει στην τοπικη αναπτυξη και την αναζωογόνηση τοπικών οικονομιών. Η μείωση στην παραγωγή και κατανάλωση κρέατος πρέπει να συνοδευτεί με όρους ποιότητας αλλά και με κάλυψη του συνόλου της ζητησης απο ντόπια παραγωγή. Ομοίως, μπορούν και πρέπει να συμπεριληφθούν οι μέθοδοι ήπιας και βιώσιμης γεωργίας όπως είναι η βιολογική γεωργία, η βιο-δυναμική γεωργία, η αναγεννητική, η παραδοσιακή, η αγρο-οικολογία, η εκτατική κτηνοτροφία που διατηρούν τη βιοποικιλότητα και προστατεύουν το κλίμα. Δυστυχώς, δεν έχουμε δει πουθενά δημοσιευμένα σχέδια να αφορούν γεωργία που αναγεννά το έδαφος και αναχαιτίζει την κλιματική κρίση με την εναπόθεση άνθρακα (CCM-Climate Change Mitigation) και την αύξηση της ανθεκτικότητας των φυτών σε ακραίες μετεωρολογικές συνθήκες (CCA - Climate Change Adaptation). Δυστυχως, αντ αυτου, τα μόνα σχεδια προσαρμογης του ΥΠΑΑ που ειναι γνωστα ειναι αυτα για τη δοκιμαστικη καλλιέργεια υποτροπικών φυτών. Σε κάθε περίπτωση, η απουσία έγκυρων και αξιόπιστων δεδομένων αναφοράς για τη χώρα σε σχέση με τη συνεισφορά της γεωργίας και της κτηνοτροφίας στις συνολικές εθνικές εκπομπές, αναδεικνύει την ανάγκη διαφάνειας, δημοσιοποίησης σχετικών στοιχείων ώστε να επιτευχθεί ενας τομεακός προϋπολογισμός άνθρακα. Ο στόχος για τη σταδιακή υποκατάσταση του “φυσικού” αερίου όπως διατυπώνεται στην παράγραφο (δ) του παρόντος άρθρου είναι εξαιρετικά ελλιπής. Τα σχεδιαζόμενα έργα επέκτασης υποδομών αερίου δεν φαίνεται με ποιο τρόπο θα είναι συμβατά έστω και με τον όχι αρκετά φιλόδοξο στόχο του νέου ΕΣΕΚ που ακόμα εκκρεμεί. Να σημειωθεί ότι ενώ οι διάφορες μορφές μη ορυκτού αερίου θα μπορούσαν να διαδραματίσουν περιορισμένο, ενδιάμεσο ρόλο στην απεξάρτηση από τον άνθρακα σε τομείς που είναι δύσκολο να εξηλεκτριστούν όπως η βαριά βιομηχανία (πχ τσιμέντο, χάλυβας, μεταφορές), αυτή η μετάβαση θα εξακολουθούσε να απαιτεί τη μείωση χρήσης της συνολικής ποσότητας ορυκτού αερίου για την επίτευξη των κλιματικών στόχων. Ανάλυση του Διεθνούς Συμβουλίου για τις Καθαρές Μεταφορές (ICCT) διαπίστωσε ότι το ανανεώσιμο μεθάνιο θα μπορούσε να διαδραματίσει “μικρό ρόλο” στην απανθρακοποίηση της οικονομίας της ΕΕ μέχρι το 2050, αλλά “δεν μπορεί να αντιπροσωπεύει την πρωταρχική στρατηγική για την απαλλαγή από τον άνθρακα ενός ολόκληρου βιομηχανικού κλάδου”. Έκθεση του 3EG, ανεξάρτητης ευρωπαϊκής δεξαμενής σκέψης για την κλιματική αλλαγή και την ενέργεια, σημειώνει επίσης ότι κανένα από τα σενάρια συμμόρφωσης με τη συμφωνία του Παρισιού με ανανεώσιμο ή απανθρακοποιημένο αέριο δεν παρουσιάζει αύξηση της ζήτησης ορυκτού αερίου. Αντιθέτως, τα περισσότερα από αυτά τα σενάρια περιλαμβάνουν απότομη μείωση της χρήσης της συνολικής ποσότητας ορυκτού αερίου σε σύγκριση με σήμερα. Επιπλέον, ο όρος “ανανεώσιμο αέριο” είναι παραπλανητικός. Ο όρος χρησιμοποιείται συμπεριληπτικά κυριώς από τη βιομηχανία για να αναφερθεί σε μία ποικιλία από διαδικασίες παραγωγής και τελικά προϊόντα - συμπεριλαμβανομένων ορισμένων που εξακολουθούν να προέρχονται από ορυκτό αέριο - όλα όμως με διαφορετικές επιπτώσεις για μελλοντική ρύπανση, το κόστος και τις υποδομές. Μεταξύ άλλων, αυτά περιλαμβάνουν το “βιοαέριο ή βιομεθάνιο”, το “πράσινο” υδρογόνο και αέριο που προέρχεται από καύση ορυκτού αερίου με δέσμευση και αποθήκευση άνθρακα. Στην παράγραφο (η) του παρόντος άρθρου δεν διευκρινίζεται ποιες είναι οι κατηγορίες αποβλήτων στις οποίες αναφέρεται ο νομοθέτης. Για παράδειγμα συμπεριλαμβάνονται σε αυτές τα γεωργικά και κτηνοτροφικά απόβλητα? Είναι απαραίτητο οι στόχοι μείωσης εκπομπων ΑτΘ να γίνουν πιο συγκεκριμένοι ανά κατηγορία αποβλήτων.