• Σχόλιο του χρήστη 'Ξ. Κάππας' | 23 Δεκεμβρίου 2009, 10:27

    Η παραδοχή της προώθησης παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Α.Π.Ε. ως προτεραιότητας, σε στάθμιση με άλλες περιβαλλοντικές παραμέτρους δε μπορεί να στηριχθεί με βάση την υπάρχουσα εμπειρία, πρακτική και νομοθεσία. Σε διεθνές αλλά και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, οι σχετικές συνθήκες και προτεραιότητες θέτουν την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και την ανάσχεση της απώλειας της βιοποικιλότητας ως ύψιστης σημασίας θέματα για τη προστασία του περιβάλλοντος. Ειδικά σε Ευρωπαϊκό επίπεδο αυτή η διπολική περιβαλλοντική στρατηγική είναι απόλυτα θεσμοθετημένη με βάση τις σχετικές οδηγίες και από πουθενά δεν προκύπτει προτεραιοποίηση μεταξύ των δύο αυτών πυλώνων, αλλά αντίθετα η προσπάθεια συνεργειών και σύνδεσης μεταξύ τους. Ακόμη όμως και σε εθνικό επίπεδο αυτή η αποδοχή μιας τέτοιας παραδοχής δείχνει προβληματική δεδομένης της ελληνικής κατάστασης. Η Ελλάδα αυτή τη στιγμή σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης αποτελεί αν όχι την πλουσιότερη, τουλάχιστον μια από τις πλουσιότερες χώρες σε βιοποικιλότητα. Παράλληλα, αν και αντικειμενικά ενεργειακά σπάταλη, ως χώρα αρκετά αραιοκατοικημένη για επίπεδα Ευρωπαϊκής Ένωσης, διατηρεί πολύ χαμηλότερα επίπεδα κατανάλωσης ενέργειας από τους υπόλοιπους ευρωπαίους εταίρους της. Προφανώς λοιπόν τέτοιου είδους προτεραιότητες θα πρέπει να λαμβάνονται υπ’ όψη με βάση και το παγκόσμιο αντίκτυπο τους καθώς αυτός είναι και ο βασικός σκοπός τους. Η πλούσια βιοπικοιλότητα της Ελλάδας λοιπόν σε συνδυασμό με τη χαμηλή επίδραση της Ελλάδας σε παγκόσμιο επίπεδο όσον αφορά τη κλιματική αλλαγή, θέτουν σοβαρά το ερώτημα αν όντως θα έπρεπε να υπάρχει μια εθνική προτεραιότητα μεταξύ των δύο στόχων (αντιμετώπιση κλιματικής αλλαγής & ανάσχεση της απώλειας βιοποικιλότητας). Με βάση τα παραπάνω η εκτίμηση είναι οτι ακόμη κι αν έπρεπε να υπάρχει μια εθνική προτεραιότητα μεταξύ των δύο στόχων, αυτή θα έπρεπε να είναι η αντίθετη από αυτή που θέτει το προτεινόμενο νομοσχέδιο. Επίσης αν δε ληφθούν υπόψη μόνο οι περιβαλλοντικοί παράμετροι αλλά και οι κοινωνικοί οι οποίοι αναφέρονται επίσης στο προτεινόμενο νομοσχέδιο, τότε τα θέματα που παρουσιάζονται πληθαίνουν. Η σημερινή ελληνική κυβέρνηση αλλά και η διεθνής τάση προκρίνουν την έννοια της «πράσινης ανάπτυξης» ως οικονομικό μοντέλο που δίνει λύσεις σε μια σειρά προβλημάτων από περιβαλλοντικά, ως κοινωνικά και οικονομικά. Από αυτή την άποψη η υψηλή αξία της βιοποικιλότητας στην Ελλάδα και η δυνατότητα αξιοποίησής της για παραγωγή σχετικών προϊόντων και υπηρεσιών υψηλής ποιότητας αποτελεί πλεονέκτημα έναντι άλλων Ευρωπαϊκών χωρών. Αντίθετα η επένδυση σε μια βιομηχανία παραγωγής ενέργειας, για την οποία θα πρέπει σταθερά να εισάγει τη τεχνογνωσία και τεχνολογία, να θυσιάσει χωροταξικά ευαίσθητες περιοχές, και η οποία ποτέ δε θα φτάσει τα επίπεδα μεγαλύτερων σε έκταση χωρών οι οποίες πάντα θα διαθέτουν αυτό τουλάχιστον το πλεονέκτημα του χώρου, δεν φαίνεται να προσφέρει σοβαρές δυνατότητες ανάπτυξης για μια χώρα με τα χαρακτηριστικά της Ελλάδας. Επίσης σε κάθε περίπτωση και ακόμη κι αν –κακώς- αγνοηθεί η εγγενής αξία της βιοποικιλότητας, τα νέα διεθνή μοντέλα αξιολόγησης της, προκρίνουν συστήματα όπως το ΤΕΕΒ για την πραγματική κοστολόγηση της βιοποικιλότητας. Μια τέτοια κοστολόγηση από οικονομικής άποψης κρίνεται τουλάχιστον απαραίτητη προκειμένου να δικαιολογηθεί μια υποβάθμιση της βιοποικιλότητας και αποδοχή περαιτέρω απώλειας της. Η Ελλάδα στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα είδε μια χωροταξική κακοποίηση στο όνομα της ανάπτυξής της. Σε διαδοχικά κύματα η βιομηχανική, η τουριστική, η αγροτική ανάπτυξη, προκρίθηκαν ως μοντέλα ανάπτυξης της χώρας, χωρίς τον απαραίτητο στρατηγικό και χωροταξικό σχεδιασμό. Το αποτέλεσμα αυτής της απλουστευτικής και μονοδιάστατης «ανάπτυξης», το βλέπουμε σήμερα αντίστοιχα στα παρατημένα και άχρηστα απομεινάρια βιομηχανικών, ξενοδοχειακών και ιχθυογεννητικών κτιρίων που πληγώνουν σχεδόν όλες τις περιοχές της Ελλάδας. Η επανάληψη ακριβώς του ίδιου λάθους με την αιτιολογία οτι είναι για καλό σκοπό, δεν μπορεί να δικαιολογήσει την έλλειψη συνολικού οράματος και στρατηγικού σχεδιασμού για το μοντέλο ανάπτυξης της χώρας. Η προώθηση των ΑΠΕ θα πρέπει να αποτελεί υψηλό εθνικό στόχο, σε καμία περίπτωση όμως δεν δικαιολογείται από κάπου η αναβάθμισή του σε ανώτατο εθνικό στόχο εις βάρος όλων των άλλων περιβαλλοντικών και κοινωνικών παραμέτρων.