• Σχόλιο του χρήστη 'Δίκτυο ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ SOS' | 3 Ιανουαρίου 2011, 15:29

    Σχόλια του Δικτύου ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ SOS επί του σχεδίου νόμου ««Θαλάσσια στρατηγική για την προστασία και διαχείριση των θαλάσσιων υδάτων» που έχει τεθεί σε δημόσια διαβούλευση από το ΥΠΕΚΑ Χαιρετίζουμε ως θετική εξέλιξη την έκδοση του Σχεδίου Νόμου «Θαλάσσια στρατηγική για την προστασία και διαχείριση των θαλάσσιων υδάτων» με το οποίο, έστω και με εξαμηνιαία καθυστέρηση, η εθνική νομοθεσία εναρμονίζεται με την Ευρωπαϊκή οδηγία 2008/56/ΕΚ, οπότε και ορίζεται δια νόμου το Ελληνικό θεσμικό πλαίσιο και οι αρμόδιες υπηρεσίες και επιτροπές που θα προχωρήσουν στην εκπόνηση θαλάσσιων στρατηγικών για την επίτευξη και τη διατήρηση της καλής περιβαλλοντικής κατάστασης για το θαλάσσιο περιβάλλον. Η Ελλάδα, ως νησιωτική χώρα, με πλούσιο θαλάσσιο πλούτο, όφειλε εδώ και χρόνια να έχει αναλάβει πρωτοβουλίες για την προστασία και τη διατήρησή του. Παράλληλα, οφείλουμε να παρατηρήσουμε πως το υποβληθέν προς διαβούλευση νομοσχέδιο αποτελεί στην ουσία απλή αντιγραφή της οδηγίας, χωρίς να εμβαθύνει στα ζητήματα που αφορούν την ελληνική πραγματικότητα και χωρίς να εξειδικεύει. Συνεπώς, η ουσιαστική εφαρμογή και ενσωμάτωση της θαλάσσιας στρατηγικής στη χώρα μας εξαρτάται τόσο από τις Υπουργικές Αποφάσεις και τα Προεδρικά Διατάγματα που θα διασαφηνίζουν διαδικασίες και χρονοδιαγράμματα υλοποίησης όσων προβλέπονται, όσο και από τη συντονισμένη συνεργασία όλων των συναρμόδιων υπηρεσιών. Ωστόσο, θα πρέπει να σημειωθεί ως ανακολουθία πως, ενώ στο παρόν σχέδιο νόμου η στρατηγική για τη διαχείριση διακρατικών υδάτων στην περιοχή της Μεσογείου παραπέμπει στη Σύμβαση της Βαρκελώνης, εντούτοις, η Ελλάδα αδικαιολόγητα δεν έχει ακόμη δυστυχώς επικυρώσει και συνεπώς δεν εφαρμόζει δυο πολύ σημαντικά πρωτόκολλα της Σύμβασης, και συγκεκριμένα αυτό που αφορά στην εφαρμογή της Ολοκληρωμένης Διαχείρισης της Παράκτιας Ζώνης, και εκείνο για τις θαλάσσιες εξορύξεις («Πρωτόκολλο για την Ολοκληρωμένη Διαχείριση των Παράκτιων Ζωνών της Μεσογείου» και «Πρωτόκολλο για την προστασία της Μεσογείου από ρύπανση που προέρχεται από την εξερεύνηση και εκμετάλλευση της υφαλοκρηπίδας και του βυθού και του υπεδάφους του», αντιστοίχως). Σε κάθε περίπτωση, η έλλειψη ολοκληρωμένου εθνικού χωροταξικού πλαισίου, αλλά και οι υπάρχουσες αντικρουόμενες πολιτικές, αναφορικά με τη διαχείριση των άρρηκτα συνδεδεμένων θαλάσσιων και παράκτιων οικοσυστημάτων της χώρας μας, δημιουργούν προβληματισμό ως προς τη δυνατότητα επιτυχούς εφαρμογής των διαδικασιών που προβλέπονται στο νομοσχέδιο. Στην παρούσα μάλιστα συγκυρία, η πρόβλεψη για εξαίρεση δραστηριοτήτων από τους περιορισμούς που ορίζει η θαλάσσια στρατηγική, στο όνομα του δημοσίου συμφέροντος, μπορεί να ανοίξει το δρόμο για καταστρατήγηση των όποιων συγκεκριμένων μέτρων αποφασιστούν στη συνέχεια. Πιο συγκεκριμένα: • Η έλλειψη εθνικού χωροταξικού σχεδιασμού με συγκεκριμένες κατευθύνσεις για ουσιαστική προστασία του περιβάλλοντος και των φυσικών πόρων, αλλά και ειδικών χωροταξικών σχεδίων (θαλάσσιος και παράκτιος χωροταξικός σχεδιασμός), καθιστά εξαιρετικά δυσχερή την ολοκληρωμένη προσέγγιση των προβλημάτων και των πιέσεων που υφίστανται τα θαλάσσια οικοσυστήματα. Ακόμα περισσότερο όταν παραμένει ενεργό, παρά τις προεκλογικές δεσμεύσεις της σημερινής κυβέρνησης, το Ειδικό Χωροταξικό Σχέδιο για τον Τουρισμό του κ. Σουφλιά, το οποίο χαρακτηρίστηκε εξαιρετικά προβληματικό από φορείς και οργανώσεις που, στη συνέχεια, ζήτησαν την άμεση απόσυρσή του. Το Ειδικό Χωροταξικό για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας από την άλλη, έθεσε μεν κάποιους όρους για τη χωροθέτηση και κατασκευή υπεράκτιων αιολικών πάρκων, εντούτοις αναμένουμε ακόμα τον ακριβή προσδιορισμό των περιοχών που θα παραχωρηθούν προς εκμετάλλευση. • Η προώθηση αναπτυξιακών νόμων, όπως για την «Επιτάχυνση Μεγάλων Έργων – Στρατηγικών Επενδύσεων» (γνωστού και ως «fast track»), και για την «Απλοποίηση Αδειοδότησης Τεχνικών Επαγγελματικών Δραστηριοτήτων, Μεταποιητικών Δραστηριοτήτων, Επιχειρηματικών Πάρκων και Λοιπές Διατάξεις», δημιουργεί έντονο προβληματισμό, αφού στο όνομα της δημιουργίας ενός ελκυστικού επενδυτικού κλίματος, επιχειρείται η καταστρατήγηση του θεσμικού πλαισίου που δημιουργήθηκε τα προηγούμενα χρόνια για την προστασία του περιβάλλοντος και αποδεικνύεται πως υπάρχει τελικά παρερμηνεία της περίφημης «πράσινης ανάπτυξης» που ευαγγελίζεται η κυβέρνηση. • Η μεγάλη συζήτηση που έχει ανοίξει για την έρευνα και την εκμετάλλευση πιθανών κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στις ελληνικές θάλασσες και το νομοσχέδιο για την ίδρυση του αντίστοιχου φορέα, φαίνεται να ακυρώνει στην πράξη οποιοδήποτε σοβαρό θεσμικό πλαίσιο προστασίας και βιώσιμης διαχείρισης του θαλάσσιου περιβάλλοντος, αφού, αδιαμφισβήτητα, οι δραστηριότητες εξόρυξης πετρελαίου και φυσικού πετρελαίου ενέχουν σοβαρότατους κινδύνους για τα φυσικά οικοσυστήματα και τον ίδιο τον άνθρωπο. • Η μη συμμόρφωση, έως σήμερα, της Ελλάδας με τα όσα ορίζει ο Μεσογειακός Κανονισμός Αλιείας (ΕΚ 1967/2006) υποβαθμίζει, επίσης, οποιαδήποτε στρατηγική προστασίας και διατήρησης του θαλάσσιου πλούτου. • Τέλος, οφείλουμε να επισημάνουμε ότι η κατάσταση των θαλάσσιων οικοσυστημάτων επιδεινώνεται λόγω της συνεχιζόμενης ρύπανσής τους από τις παράκτιες και χερσαίες δραστηριότητες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι παράνομες χωματερές που συχνά βρίσκονται δίπλα στη θάλασσα, και τα οικιακά και βιομηχανικά λύματα που είτε καταλήγουν ανεπεξέργαστα στη θάλασσα είτε έχουν περάσει από βιολογικούς καθαρισμούς που υπολειτουργούν. Δεν μπορούμε λοιπόν να αντιμετωπίζουμε αποσπασματικά τις πιέσεις που υφίστανται τα θαλάσσια οικοσυστήματα και να επιδιώκουμε την «καλή περιβαλλοντική κατάσταση» στη θάλασσα, χωρίς τον προσδιορισμό των κατάλληλων θεσμικών και νομοθετικών εργαλείων που θα προσεγγίζουν ολιστικά τα ζητήματα διαχείρισης και προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος, χερσαίου και θαλάσσιου. Είναι ξεκάθαρο ότι οι όποιες νομοθετικές πρωτοβουλίες από διαφορετικά υπουργεία δε θα πρέπει να αλληλοακυρώνονται, απεναντίας να λειτουργούν συντονισμένα στην κοινή βάση της προστασίας και βιώσιμης διαχείρισης του πολυτιμότερου φυσικού και πολιτισμικού μας κεφαλαίου. Όπως άλλωστε έχουμε επισημάνει πολλές φορές, από κοινού και με άλλες περιβαλλοντικές οργανώσεις, οι όποιες αλλαγές επιχειρούνται με βιασύνη και χωρίς σαφή περιβαλλοντικό προσανατολισμό σε μια κρίσιμη –οικονομικά και κοινωνικά- για την Ελλάδα περίοδο, αποτελούν σοβαρό κίνδυνο ανατροπής σημαντικών περιβαλλοντικών κατακτήσεων και τελικά γενικότερης οπισθοδρόμησης για την κοινωνία μας.