• Σχόλιο του χρήστη 'Συργιάννης Σπυρίδων - Ορέστης' | 28 Απριλίου 2011, 19:21

    ΣΠΥΡΙΔΩΝ-ΟΡΕΣΤΗΣ ΣΥΡΓΙΑΝΝΗΣ, ΒΙΟΛΟΓΟΣ-ΙΧΘΥΟΛΟΓΟΣ ΥΠΑΛΛΗΛΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΑΓΡΟΤΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ, ΑΠΟΚΕΝΤΡΟΜΕΝΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ - ΘΡΑΚΗΣ Η έναρξη της διαδικασίας για τη θέσπιση Ειδικού Χωροταξικού Πλαισίου για την υδατοκαλλιέργεια, μόνο ως πολύ καλή είδηση εκλαμβάνεται και σαν ένα εργαλείο με συγκεκριμένες κατευθύνσεις, όρους και προϋποθέσεις για τη λειτουργία μονάδων υδατοκαλλιέργειας. Με την υπέρ 25ετή ενασχόληση και εμπειρία μου στα θέματα της αδειοδότησης και λειτουργίας μονάδων υδατοκαλλιέργειας, τη μελέτη των κειμένων της δημόσιας διαβούλευσης και διαβάζοντας τις πρώτες συμμετοχές στο δημόσιο διάλογο, εκτιμώ ότι το Ειδικό Χωροταξικό Πλαίσιο για την υδατοκαλλιέργεια, βρίσκεται στη σωστή κατεύθυνση και υπό την προϋπόθεση επιτυχούς εφαρμογής του, μπορεί να αποτελέσει λειτουργικό, αναπτυξιακό εργαλείο για την υδατοκαλλιέργεια. Επιτρέψτε μου να συμβάλλω στο διάλογο, με ορισμένες κρίσιμες επισημάνσεις: 1. Το Ειδικό Χωροταξικό Πλαίσιο, γέρνει σημαντικά στα θέματα της υδατοκαλλιέργειας στη θάλασσα. Και αν αυτό θεωρηθεί δικαιολογημένο λόγω της μεγάλης συμμετοχής της θαλάσσιας υδατοκαλλιέργειας, δεν αναιρεί τη σημασία και την ανάγκη ανάδειξης του ρόλου και θέσπισης κατευθύνσεων για την υδατοκαλλιέργεια στα εσωτερικά επιφανειακά νερά, είτε αφορούν είδη του γλυκού νερού είτε θαλάσσια είδη. Επιπλέον τίθεται ένα κρίσιμο ερώτημα: ποια είναι τα όρια της υδατοκαλλιέργειας στη θάλασσα; Μήπως δεν υπάρχουν άλλα περιθώρια ανάπτυξης με τη σημερινή της μορφή; Πολύ σωστά τίθεται το ζήτημα των εναλλακτικών μορφών, είτε αυτές αφορούν τους βυθιζόμενους ιχθυοκλωβούς, είτε αφορούν ολοκληρωμένη αειφορική διαχείριση υφάλμυρων διαπλάσεων. Η Βόρεια Ελλάδα, διαθέτει σημαντικό αριθμό λιμνοθαλασσών, όπως και άλλες περιοχές της Δυτικής Ελλάδας, όπου η υδατοκαλλιέργεια παρά τις δυνατότητες αξιοποιείται ελάχιστα. Προτείνω αναβάθμιση του ρόλου των εσωτερικών επιφανειακών υδάτων στο Ειδικό Χωροταξικό Πλαίσιο, με την ενίσχυση χωροθετικών κινήτρων, που θα πλαισιώνονται από αναπτυξιακά και χρηματοδοτικά κίνητρα, στη συνέχεια. 2. Στα πλαίσια του Προγράμματος «Καλλικράτης», η μίσθωση χώρων υδατοκαλλιέργειας περνά στην αιρετή περιφερειακή αυτοδιοίκηση και στη συνέχεια στους δήμους. Με βάση την έως σήμερα εμπειρία, η εξέλιξη αυτή μόνο προβλήματα δημιουργεί, εφόσον οι δήμοι αποτελούν προμετωπίδα αρνητικών τοποθετήσεων απέναντι στην υδατοκαλλιέργεια, κύρια λόγω της πελατειακής ψηφοθηρικής σχέσης τους με τις τοπικές κοινωνίες. Σε συνδυασμό δε, με την αντίληψη αδιαφορίας του συλλογικού συμφέροντος και στην προκειμένη περίπτωση του εθνικού συμφέροντος, έναντι του ατομικού συμφέροντος, πρέπει να αναμένεται παραπέρα κλιμάκωση των αντιδράσεων και των αρνητικών τοποθετήσεων για τη χωροθέτηση μονάδων υδατοκαλλιέργειας. Η διαπίστωση αυτή είναι έκδηλη, τόσο με την οξύτητα στην αντιπαράθεση σε ορισμένες περιοχές, όσο και με την απουσία αντιπαραθέσεων και αντιπαλότητας σε άλλες. Στο Θερμαϊκό κόλπο, όπου απουσιάζει η αξιοποίηση των δυτικών ακτών του Νομού Θεσσαλονίκης, δεν έχουμε καμία αντιπαράθεση. Στην Κεραμωτή του Νομού Καβάλας ή στο Μακρύγιαλο του Νομού Πιερίας, όπου η υδατοκαλλιέργεια είναι συνδεδεμένη με την τοπική κοινωνία, επίσης δεν υπάρχουν αντιπαραθέσεις. Προτείνω και ενισχύω τη διατήρηση των αναφερομένων στο άρθρο 9 παρ. 3.α. σχετικώς με την αρμοδιότητα αποκλειστικά του δημοσίου, μέσω του ορισμένου κάθε φορά εκπροσώπου του, να μισθώνει θαλάσσιες και άλλες υδάτινες εκτάσεις για υδατοκαλλιέργεια. 3. Η εφαρμογή του νόμου για τις Π.Ο.Α.Υ., με την εμπειρία της Π.Ο.Α.Υ. Θεσσαλονίκης, ανέδειξε την ανεπάρκεια του εν λόγω νόμου και την ανάγκη βελτίωσης του. Η εφαρμογή του Ειδικού Χωροταξικού Πλαισίου, όπου θα πολλαπλασιαστούν οι Π.Ο.Α.Υ., θέτει επιτακτικά το ζήτημα αναμόρφωσης και βελτίωσης του σχετικού νόμου. Κύριο πρόβλημα, είναι οι αρμοδιότητες του φορέα διαχείρισης κάθε Π.Ο.Α.Υ. και ιδιαιτέρως του δικαιώματος εγκατάστασης μονάδας υδατοκαλλιέργειας σε Π.Ο.Α.Υ. Δηλαδή, αν ο φορέας αποφασίζει να δεχθεί την εγκατάσταση μίας μονάδας ή όχι. Με την εφαρμογή του Ειδικού Χωροταξικού Πλαισίου, μονάδες υδατοκαλλιέργειας θα απαιτηθεί να μετεγκατασταθούν σε Π.Ο.Α.Υ. Εάν το δικαίωμα εγκατάστασης εντός Π.Ο.Α.Υ. το έχει ο φορέας διαχείρισης και επομένως και το δικαίωμα άρνησης, θα προκύψουν πολύ σημαντικά ζητήματα που ενδεχομένως να οδηγήσουν και στην παύση λειτουργίας μονάδων υδατοκαλλιέργειας. Το δικαίωμα αυτό, δηλαδή της έγκρισης ή μη εγκατάστασης μονάδας εντός Π.Ο.Α.Υ., πρέπει να το διατηρεί το δημόσιο για τους παρακάτω λόγους: - ο φορέας διαχείρισης δεν έχει την κυριότητα του χώρου, επομένως δεν δικαιούται να έχει αποφασιστικό χαρακτήρα, - δεν πρέπει να επιτρέπει σε φορείς διαχείρισης Π.Ο.Α.Υ., να κατέχουν εκτάσεις μέρος των οποίων να είναι ανενεργές, επειδή για διάφορους λόγους δεν επιθυμούν την εγκατάσταση μονάδων, συμφερόντων διαφορετικών από τις εγκατεστημένες, - ο φορέας διαχείρισης Π.Ο.Α.Υ., να γνωμοδοτεί σχετικά με το αίτημα εγκατάστασης μονάδας, κατά πόσο είναι συμβατό με τους σκοπούς ίδρυσης και λειτουργίας Π.Ο.Α.Υ. και να εισηγείται στον εκπρόσωπο του ελληνικού δημοσίου. Με βάση τα παραπάνω προτείνω να περιληφθεί ως αναγκαία επικουρική πράξη του Ειδικού Χωροταξικού Πλαισίου, η αναμόρφωση του νόμου για τις Π.Ο.Α.Υ. είτε στο άρθρο 6 παρ. β, είτε στο άρθρο 10 παρ. 8. 4. Στο άρθρο 7 παρ. ΙΙ.α. καθορίζονται οι αποστάσεις μεταξύ μονάδων και μεταξύ Π.Ο.Α.Υ. Η ελάχιστη απόσταση μεταξύ Π.Ο.Α.Υ. ορίζεται στα 10 μίλια, απόσταση η οποία σε πολλές περιπτώσεις θα δημιουργήσει προβλήματα, γιατί μπορεί να δημιουργεί θαλάσσιους φραγμούς στις περιπτώσεις συμπλεγμάτων νησιών και νησίδων, μη επιτρέποντας άλλες δραστηριότητες (π.χ. η αλιεία). Για την αποφυγή τέτοιων περιπτώσεων, προτείνεται η ελάχιστη απόσταση μεταξύ Π.Ο.Α.Υ. να είναι 15 μίλια σε ευθεία γραμμή για την παράκτια χερσαία ζώνης της ηπειρωτικής χώρας και 20 μίλια σε ευθεία γραμμή στις περιπτώσεις θαλάσσιων συμπλεγμάτων. 5. Προτείνω να συγκεκριμενοποιηθεί το περιεχόμενο της διατύπωσης «……μετά από έλεγχο της ποιότητας των νερών και των περιβαλλοντικών συνθηκών……..» που χρησιμοποιείται είτε για τις διαδικασίες καθορισμού ΠΟΑΥ ή ΠΑΣΜ είτε για τις διαδικασίες εγκατάστασης νέων μονάδων ή επέκτασης υφιστάμενων μονάδων και να εισαχθεί ο όρος φέρουσα ικανότητα του οικοσυστήματος. Με την αξιολόγηση της φέρουσας ικανότητας του οικοσυστήματος (και όχι της κάθε μονάδας ξεχωριστά), θα αξιολογείται κατά πόσο το ίδιο το οικοσύστημα μπορεί να στηρίξει τη συγκεκριμένη δραστηριότητα, λαμβάνοντας υπόψη τη βιωσιμότητα των οργανισμών εκτροφής, το βαθμό συγκέντρωσης των μονάδων και τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις του συνόλου αυτών, στα πλαίσια της αειφόρου διαχείρισης του περιβάλλοντος (σελ. 69 ΣΜΠΕ). Προτείνω η αντίστοιχη διατύπωση να συμπεριληφθεί στο άρθρο 5 παρ. 1.ΙΙ του σχεδίου ΚΥΑ.