• Σχόλιο του χρήστη 'Ανδρέας Λάγκης' | 15 Μαΐου 2011, 22:15

    Σε 12 εκατομμύρια τόνους ανέρχεται η ετήσια κατανάλωση ψαριών στην ΕΕ που είναι κατά 2 εκ. τ. μεγαλύτερη από την αλιευτική της ικανότητα και καλύπτεται με εισαγωγές. Το μεγάλο αυτό έλλειμμα της αγοράς και τα χρηματικά οφέλη που μπορεί να προέλθουν μπορεί κατά ένα μέρος να κερδηθούν από την Ελλάδα με τις υδατοκαλλιέργειες αφού διαθέτει τη σχετική τεχνογνωσία, ιδανικές, θερμές φυσικές συνθήκες για την ανάπτυξη των θαλασσινών ψαριών και 15.000 χιλιόμετρα ακτών, σημαντικά πλεονεκτήματα σε σχέση με οποιαδήποτε άλλη Ευρωπαϊκή χώρα. Οι προκλήσεις που πρέπει να αντιμετωπίσει ο τομέας της υδατοκαλλιέργειας στην Ελλάδα προκειμένου να επωφεληθεί από την τεράστια Ευρωπαϊκή αγορά είναι πολυάριθμα και συνοψίζονται (α) στην εξεύρεση ισορροπίας με τον τουρισμό και τα οικονομικά ενδιαφέροντα άλλων χρηστών της θάλασσας, (β) περιορισμένη πρόσβαση σε χώρους κατάλληλους για την ανάπτυξη των υ/κ και, (γ) περίπλοκο νομικό και διοικητικό καθεστώς αδειοδότησης. Σε πολλά μέρη του κόσμου ο χωροταξικός σχεδιασμός είναι ένα ουσιαστικό εργαλείο για τη διαχείριση της ανάπτυξης και χρήσης της «γης» και χρησιμοποιείται ως ένα κεντρικό στοιχείο της οικονομικής ανάπτυξης και περιβαλλοντικού σχεδιασμού. Κύριος σκοπός του συστήματος σχεδιασμού στην ξηρά ή τη θάλασσα είναι η ρύθμιση της ανάπτυξης και της χρήσης της «γης» προς το δημόσιο συμφέρον. Η παραδοσιακή προσέγγιση της λήψης των αποφάσεων αδειοδότησης ενός έργου, μεμονωμένα ανά έργο και κατά περίπτωση, έχει αντικατασταθεί διεθνώς από μια διαδικασία σχεδιασμού που καθορίζει ένα “όραμα” ανάπτυξης για τη χρήση ορισμένων περιοχών. Αυτή η προσέγγιση για τη λήψη αποφάσεων έχει γίνει η αρχή του χωροταξικού σχεδιασμού χρήσεων «γης» που επιχειρείται και από την παρούσα ΚΥΑ. Σε μια χώρα που η άναρχη οικιστική ανάπτυξη έχει πάρει μεγάλες διαστάσεις (στις περισσότερες περιπτώσεις λόγω ακριβώς της απουσίας χωροταξικού σχεδιασμού) θα πρέπει να βρεθούν ad hoc χωροταξικές λύσεις που να συμβιβάζουν τις αντιτιθέμενες θέσεις κατά τον καλλίτερο δυνατό τρόπο. Και μπορούν πιστεύω να βρεθούν τέτοιες λύσεις που να οδηγούν σε μια win-win situation, εξυπηρετώντας τόσο τους υδατοκαλλιεργητές όσο και τους αντιτιθέμενους στις υ/κ. Από την αντιπαράθεση που εξελίσσεται στην παρούσα ιστοσελίδα χρειαζόμαστε δυο «νικητές» ή αν θέλετε, δυο «λιγότερο χαμένους» και αυτό επιχειρείται στις παρακάτω γραμμές. Για την Ελλάδα ειδικός στόχος του χωροταξικού σχεδιασμού πρέπει να είναι η διατήρηση των υψηλών ποιοτικών χαρακτηριστικών όλων ανεξαιρέτως των τουριστικών μας ακτών, με σεβασμό στο δικαίωμα του κόσμου να απολαμβάνει ένα καλό ποιοτικό επίπεδο θαλασσίου περιβάλλοντος. Η Ελλάδα σε αντίθεση με αυτό που μπορεί να συμβαίνει π.χ στην επίσης ιχθυοκαλλιεργητικά ανεπτυγμένη Νορβηγία ή Μεγ. Βρεττανία, διαθέτει ένα παραδοσιακά αναπτυγμένο παραθαλάσσιο τουρισμό και θα ήταν αυτονόητο ότι στόχος οποιασδήποτε ανεπτυγμένης κοινωνίας που διαθέτει τον πλούτο του αιγιαλού που έχουμε, να προσπαθεί να τον διατηρήσει και να τον αναπτύξει ακόμη περισσότερο. Δεν χρειάζεται να ανατρέξουμε σε πολύπλοκα κριτήρια ποιότητας θαλ. νερών, όπως αυτό της φέρουσας ικανότητας που (παρεμπιπτόντως) διασφαλίζει την ισορροπία του οικοσυστήματος και πολύ λίγο την ποιότητα του περιβάλλοντος όπως την αντιλαμβάνονται οι λουόμενοι και οι τουρίστες. Θα πρέπει όλοι να αποδεχθούμε ότι η ποιότητα των νερών μετράται με την διαφάνεια, την ποσότητα αιωρούμενων σωματιδίων, το διαλυμένο οξυγόνο στην επιφάνεια της θάλασσας και στο βυθό, τον αριθμό κολοβακτηριδίων κλπ και βάσει αυτών των κριτηρίων να καθορίσουμε τα επιτρεπτά τους όρια στις ακτές των λουομένων. Με άλλα λόγια πρέπει να συμφωνήσουμε σε κάποια αυστηρά όρια παραμέτρων ποιότητας νερών, έτσι όπως τα αντιλαμβάνεται και ο πιο «κακόπιστοςς» λουόμενος όταν αναφέρεται σε θολούρα, βούρκο, γλίτσα κλπ, για να μπορέσουμε να βγούμε από τις ατέρμονες αντεκδικήσεις. Η ΚΥΑ αφήνει το σημείο αυτό ανοικτό και δεν προσδιορίζει τα ποιοτικά κριτήρια που πρέπει να τηρούνται από τις ιχθυοτροφικές μονάδες με επιπλέοντα κλουβιά στη θάλασσα και όχι μόνο. Αν καθορίσουμε τις επιτρεπτές ποιοτικές παραμέτρους σε απόσταση 200 μέτρων από τις παραλίες «κλειστών» κόλπων (όπως αυτοί ορίζονται στο Άρθρο 3) δεν θα είναι δύσκολο να βρούμε αν οι καταγγελίες στην περιοχή Θεολόγου, Αταλάντης κλπ είναι βάσιμες ή όχι. Υποχρέωση του ιχθυοκαλλιεργητή στην περίπτωση που αποδεδειγμένα ρυπαίνει θα είναι να αποσύρει την μονάδα του σε «ικανή» απόσταση από την ακτή, ώστε να σταματήσει η ρύπανση των ακτών. Αν η «ικανή» απόσταση βρίσκεται σε απόσταση 1 ή 5 χλμ από τις ακτές, σε βάθη 50 μ. ή στα όρια της απότομης κατωφέρειας της υφαλοκρηπίδας θα πρέπει ο ίδιος να αποδείξει με σχετικές μελέτες που θα ελέγχονται από το Κράτος, αλλά και τους άλλους χρήστες της θάλασσας.. Βέβαια κανένας ιχθυοκαλλιεργητής δεν θα μπορούσε να υποστεί μια σημαντική οικονομική επιβάρυνση για τη μετακίνηση των ιχθυοκλωβών του χωρίς κάποια κίνητρα. Οικονομικά κίνητρα στην παραγόμενη ποσότητα ψαριών αποκλείονται από τους κανονισμούς της ΕΕ, αλλά για περιβαλλοντικούς, τουριστικούς και άλλους λόγους βιωσιμότητας κλπ θα μπορούσαν να υιοθετηθούν (και διαπραγματευθούν με την Ευρ. Κοινότητα) κίνητρα για την οριστική ή προσωρινή (εποχιακή) απόσυρση των μονάδων σε βάθη ή περιοχές που κατά αρχάς, μπορούν να θεωρηθούν ότι δεν ρυπαίνουν. Η προσωρινή απόσυρση των μονάδων μπορεί να γίνει υποχρεωτική σε κλειστές περιοχές κατά την καλοκαιρινή περίοδο (τέλος Μαρτίου – αρχές Σεπτεμβρίου), που αφενός αυτό συμπίπτει με την κολυμβητική περίοδος στην Ελλάδα και αφετέρου είναι η λιγότερο θυελλώδης περίοδος του έτους και άρα με τα λιγότερα ρίσκα για τους ιχθυοκαλλιεργητές. Η υδρανάπαυση (fallowing) σε «ικανή» απόσταση, μακριά από τις ακτές, για μια σημαντική περίοδο του έτους θα εξαλείψει τη ρύπανση των ακτών την παραθεριστική περίοδο του έτους και θα επιτρέψει την ανενόχλητη ανάπτυξη των υ/κ σε ΠΑΥ και νέες χωροθετούμενες περιοχές. Ας σημειωθεί ότι τα 3/4 των καταναλισκόμενων ποσοτήτων τροφής γίνεται την ανοιξιάτικη-καλοκαιρινή περίοδο (εξ ου και η σχετική ρύπανση), και είναι η περίοδος κατά την οποία επιζητούνται από τους ιχθ/κ οι καλλίτερες σχετικά φυσικοχημικές συνθήκες των ανοικτών νερών. Με άλλα λόγια προτείνεται μια win-win situation που έχει κόστος για τους ιχθ/κ αλλά εξυπηρετεί όλους. Για να εφαρμοσθεί σωστά η προσωρινή και οριστική απόσυρση των υ/κ μονάδων η σχετική νομοθεσία και διοικητική διαδικασία θα πρέπει να είναι απλή και σαφής για να μη βρεθούμε προ του φαινομένου οι ιχθ/κ να επεκτείνουν τις μονάδες τους σε δυο ή περισσοτερες θέσεις. Ακόμα και στις εξαιρέσεις πρέπει να είναι απλές στην εφαρμογή τους (π.χ. σε περιπτώσεις επίσημης πρόγνωσης ισχυρών ανέμων ή για καθορισμένο αριθμό κλωβών γόνου θα μπορούσε να επιτρέπεται η παραμονή κλωβών σε κλειστούς κόλπους κατά την καλοκαιρινή περίοδο για επακριβώς καθορισμένο χρόνο). Εννοείται ότι για «ανοικτούς» κόλπους η υδρανάπαυση δεν θα είναι υποχρεωτική παρά μόνο για την διατήρηση των επιτρεπόμενων ορίων περιβαλλοντικών παραμέτρων στις παρακείμενες ακτές. Θα πρέπει επίσης να ορισθεί ότι υδρανάπαυση δεν νοείται παρά η μετακίνηση όλων των ιχθυοκλωβών σε απόσταση μεγαλύτερη του 1 χλμ από την προηγούμενη θέση τους και σε ικανή απόσταση ώστε να μην προκαλούν ρύπανση στις πλησιέστερες ακτές. Ένα άλλο κίνητρο για την εγκατάσταση των μονάδων σε «ανοικτές» περιοχές θα πρέπει να είναι η αυξημένη χρηματοδότηση για μονάδες που χρησιμοποιούν εξοπλισμούς ανοικτής θαλάσσης ή χερσαίες εγκαταστάσεις ανοικτού ή κλειστού κυκλώματος εκτροφής (που κατά τεκμήριο δεν ρυπαίνουν). Επιπλέον, η χωροθέτηση χερσαίων εκτάσεων σε «ανοικτές» περιοχές για την εγκατάσταση χερσαίων μονάδων ή συνοδών κατασκευών για τις πλωτές μονάδες θα δώσει ώθηση στην ανάπτυξη νέων τεχνολογιών, ενώ η παροχή από το κράτος χωροθετημένων χερσαίων εκτάσεων κατά το πρότυπο των βιομηχανικών ή τεχνολογικών πάρκων θα είναι ένα ισχυρό κίνητρο για την ανάπτυξη της ιχθυοκαλλιέργειας και την οικονομική ανάπτυξη των περιοχών αυτών. Σε μια τέτοια περίπτωση ο χωροταξικός σχεδιασμός για «ανοικτές» περιοχές θα πρέπει να περιλαμβάνει όλες τις βαθμίδες του σχεδιασμού χρήσεων γης όπως την πολεοδομία, χωροταξία της παρακείμενης γης, τα εθνικά χωροταξικά σχέδια μεταφορών, ενέργειας κλπ και θα καταστήσει τις υδ/κ πραγματικό αναπτυξιακό πόλο και πλούτο για τις περιοχές. Για την αδειοδότηση ο θαλάσσιος χωροταξικός σχεδιασμός θα καθιερώσει με ένα ανοικτό και προγραμματισμένο τρόπο την ορθολογική οργάνωση της χρήσης του θαλάσσιου χώρου και των αλληλεπιδράσεων μεταξύ των χρήσεων της, θα ισορροπήσει τις απαιτήσεις για ανάπτυξη με την ανάγκη προστασίας του περιβάλλοντος και την επίτευξη των κοινωνικών και οικονομικών στόχων της Κυβέρνησης. Ένα συμφωνημένο μεταξύ όλων των ενδιαφερομένων σχέδιο θα παρέχει μια σταθερή αναφορά για την ορθολογική και αδιαφιλονίκητη έγκριση ή απόρριψη των αιτήσεων αδειοδότησης και θα επιτρέπει στους χρήστες της θάλασσας να παίρνουν τις μελλοντικές τους αποφάσεις με μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στο Κράτος, σιγουριά και πλήρη γνώση των επενδυτικών όρων. Η έγκριση των περιβαλλοντικών όρων πρέπει να βασίζεται επί της αρχής “πρώτα αδειοδοτώ και μετά ελέγχω”, να εκδίδεται εκ προοιμίου με την άδεια εγκατάστασης μιας μονάδας βάσει των υφισταμένων εθνικών και κοινοτικών διατάξεων ή και των μέχρι τότε εμπειριών του ΥΠΕΚΑ, άλλων Υπουργείων, ερευνητικών φορέων κλπ. Με την αδειοδότηση ο ενδιαφερόμενος έχει την υποχρέωση, με δική του ευθύνη, να εφαρμόσει τους περιβαλλοντικούς όρους κατά τον καλλίτερο δυνατό τρόπο. Για τον σκοπό αυτό υποχρεούται να προσλαμβάνει «Πιστοποιημένους» συμβούλους που αναλαμβάνουν να παρακολουθούν και καταγράφουν την εξέλιξη της υφιστάμενης κατάστασης (χαρτογράφηση του βυθού, monitoring των περιβαλλοντικών παραμέτρων, αλλαγές στο οικοσύστημα, την Poseidonia, επιπτώσεις στους λουόμενους κλπ) και να εισηγούνται λύσεις σε ανακύπτοντα ζητήματα. Κάθε μονάδα υποβάλλει ένα progress report (PR) ετησίως υπογεγραμμένο από τον σύμβουλο. Το Κράτος διατηρεί το δικαίωμα να ελέγχει τοPR, την τήρηση των περιβαλλοντικών όρων, να εξετάζει τις καταγγελίες και να επιβάλλει τις σχετικές κυρώσεις. Εν κατακλείδι, ο θαλάσσιος χωροταξικός σχεδιασμός (ΘΧΣ) είναι μια διαδικασία για την ανάλυση και την χωρική και χρονική κατανομή των ανθρώπινων δραστηριοτήτων σε θαλάσσιες περιοχές για την επίτευξη οικολογικών, οικονομικών και κοινωνικών στόχων. Ένας καλά εφαρμοζόμενος ΘΧΣ μπορεί να μείωση διαμάχες μεταξύ των χρηστών, να αυξήσει την διοικητική αποτελεσματικότητα, να διευκολύνει την ανάπτυξη αναδυόμενων κλάδων, όπως η αιολική ενέργεια και να βοηθήσει την υδατοκαλλιέργεια να προστατεύει τις οικολογικές διεργασίες και να υποστηρίζει τις άλλες δραστηριότητες όπως η αλιεία, το θαλάσσιο τουρισμό και την αναψυχή και τις πολιτιστικές χρήσεις των θαλασσών. Η εφαρμογή ενός ΘΧΣ πρέπει αξιολογείται σε τακτά χρονικά διαστήματα και για τον λόγο αυτό έχουν προταθεί διεθνώς αξιολογικά κριτήρια επιτυχίας ή αποτυχίας των ΘΧΣ και δείκτες προόδου και επιδόσεων που μπορούν να αποτυπώσουν αποτελεσματικά τις συντελούμενες διαδικασίες και περιλαμβάνουν: (α) Περιβαλλοντικά συστατικά (αλλαγές στο χερσαίο περιβάλλον και στον πυρήνα προστατευμένων βιοτόπων, αλλαγές στο θαλάσσιο υπόστρωμα, και την αφθονία των πληθυσμών ψαριών, οστράκων, εισαγωγή εξωτικών οργανισμών κλπ), (β) κοινωνικο-οικονομικά στοιχεία (οικονομική αξία της αλιείας, των υδ/κ, τουρισμού και δραστηριοτήτων αναψυχής, αξία της γης), και (γ) θέματα διοικητικής φύσεως (π.χ. εκτάσεις που παραχωρήθηκαν μέσα σε ΠΑΥ ή μεμονωμένα, αριθμός προτάσεων που υποβλήθηκαν/εγκρίθηκαν σε προστατευόμενες περιοχές, επιστημονικές εργασίες που έγιναν, πρόστιμα που υποβλήθηκαν και μέτρα που πάρθηκαν κλπ) Η έναρξη εφαρμογής του χωροταξικού σχεδιασμού πρέπει να συνοδεύεται με baseline studies ενώ η τακτική ανάλυση των συγκεντρούμενων στοιχείων βοηθά την Κυβέρνηση να προσδιορίζει το βαθμό επιτυχίας των διοικητικών μέτρων και κάθε ζήτημα που προκύπτει στην εφαρμογή του χ. σχεδιασμού ή ακόμη καινούργια περιβαλλοντικά, κοινωνικά ή οικονομικά θέματα. ------------------------------ Ακολουθεί μια επί μέρους παρατήρηση επί του προοιμίου (στα «Έχοντας υπόψη») και θα ακολουθήσουν και άλλες κατ’ άρθρο παρατηρήσεις: #26. Να προστεθούν στη πρώτη γραμμή οι λέξεις που υπογραμμίζονται: Η εκτροφή ψαριών γλυκού και θαλασσινού νερού σε κλειστά και ανοικτά κυκλώματα …