• Σχόλιο του χρήστη 'Σ. Κλαουδάτος-Π. Παναγιωτάκη-Ι. Καραπαναγιωτίδης' | 20 Μαΐου 2011, 14:56

    Οι Υδατοκαλλιέργειες θεωρούνται ως ο ταχύτερα αναπτυσσόμενος κλάδος τροφίμων παγκοσμίως (www.fao.org) με τη συνολική παραγωγή να έχει δεκαπλασιαστεί τα τελευταία 30 χρόνια και προβλέπεται ότι το πολύ σε 2 δεκαετίες από τα ψάρια που θα πωλούνται στην αγορά τα μισά θα προέρχονται από τις υδατοκαλλιέργειες, δεδομένης της στασιμότητας ή και της μείωσης των περισσότερων εμπορικών ειδών ψαριών στις θάλασσες. Ας έχουμε κατά νου πως το ψάρι αποτελεί σήμερα το μοναδικό κύριο τρόφιμο της ανθρώπινης διατροφής που εκτός από εκτροφής, προέρχεται από το φυσικό περιβάλλον με τη συλλεκτική αλιεία. Επίσης, η παγκόσμια κατά κεφαλήν κατανάλωση ψαριών έχει διπλασιαστεί από τη δεκαετία του ‘50 και αναμένεται να αυξηθεί περαιτέρω τόσο λόγω της αύξησης του πληθυσμού και του εισοδήματος σε κάποιες αναπτυσσόμενες χώρες, όσο και από την αυξανόμενη ζήτηση τροφών υψηλής διατροφικής αξίας (όπως είναι τα ιχθυηρά) στις ανεπτυγμένες χώρες. Στη χώρα μας ο κλάδος των υδατοκαλλιεργειών αποτελεί μία από τις σημαντικότερες οικονομικές και παραγωγικές δραστηριότητες κατέχοντας ηγετική θέση στη θαλάσσια ιχθυοκαλλιέργεια, επικεντρωμένη στα θαλάσσια είδη τσιπούρας και λαβρακιού, με έντονο εξαγωγικό προσανατολισμό σε ευρωπαικές αλλά και εκτός Ευρώπης αγορές. Περίπου 75% της παραγωγής προωθείται σε αγορές του εξωτερικού, συμβάλλοντας σημαντικά στο ισοζύγιο ιχθυηρών και στο ακαθάριστο εθνικό προϊόν, δεδομένου τόσο του όγκου των εξαγωγών, όσο και της εισροής σημαντικών κεφαλαίων στη χώρα μας. Σταδιακά και σταθερά τα ελληνικά ψάρια με υψηλή διατροφική αξία, ποιότητα και υγιεινή έχουν κατακτήσει κυρίαρχη θέση στο πιάτο του ευρωπαίου καταναλωτή παίζοντας σημαντικό ρόλο στην στροφή του προς τη ‘Μεσογειακή διατροφή’. Το συγκριτικό, και πλέον ανταγωνιστικό, πλεονέκτημα της χώρας μας στον κλάδο των υδατοκαλλιεργειών στηρίζεται στο γεγονός πως διαθέτουμε περίπου 15.000 χλμ. ακτογραμμής και περισσότερες από 2.000 νησίδες στα πελάγη μας, που σε συνδυασμό με τις ιδεώδεις φυσικοχημικές συνθήκες των θαλασσών μας, εξασφαλίζουν την αειφόρο ανάπτυξη της παραγωγής τροφίμων υψηλής διατροφικής αξίας για τον καταναλωτή. Τις τελευταίες 3 δεκαετίες οι υδατοκαλλιέργειες έχουν επεκταθεί, καθετοποιηθεί, εντατικοποιηθεί και προηχθεί τεχνολογικά. Καθώς ο κλάδος γίνεται ολοένα και περισσότερο ο κύριος προμηθευτής ιχθυηρών για τον άνθρωπο, ο ρόλος του είναι ιδιαίτερα σημαντικός στη διασφάλιση των μελλοντικών αλιευμάτων και στη προσφορά ασφαλών και υψηλής διατροφικής αξίας τροφίμων για τον άνθρωπο. Ωστόσο, οι υδατοκαλλιέργειες σαφώς και έχουν ένα οικολογικό αποτύπωμα στο υδάτινο περιβάλλον, όπως εξάλλου όλες οι ανθρώπινες δραστηριότητες. Εδώ θα πρέπει να καταστήσουμε σαφές ότι οι υδατοκαλλιέργειες προκαλούν μια μορφή ρύπανσης στο υδάτινο περιβάλλον και ποτέ μόλυνση. Η μόλυνση προέρχεται από μικροβιακό φορτίο και οι υδατοκαλλιέργειες δεν τροφοδοτούν τη θάλασσα με μικρόβια όπως για παράδειγμα τα ανεπεξέργαστα απόβλητα ενός νοσοκομείου. Προκειμένου ο κλάδος να εκπληρώσει το ρόλο του, ως ο κυριότερος προμηθευτής αλιευμάτων στον άνθρωπο, θα πρέπει να υιοθετεί πρακτικές και στρατηγικές ορθολογικής διαχείρισης, τις οποίες και έχει υιοθετήσει και συνεχώς βελτιώνει. Ο κλάδος έχει πλήρως συνειδητοποιήσει το ρόλο του, τις μελλοντικές προοπτικές και προκλήσεις και βρίσκεται σε μια διαρκή προσπάθεια εξεύρεσης και υιοθέτησης αειφορικών λύσεων (τροφές φιλικότερες προς το περιβάλλον, μείωση του συντελεστή μετατρεψιμότητας και πεπτικότητας της τροφής, και επομένως μείωση του αποβαλλόμενου οργανικού φορτίου, αντιμετώπιση των ασθενειών με πρόληψη, όπως η χρήση εμβολίων και όχι μόνο καταπολέμησή τους με χρήση αντιβιοτικών, βιολογική υδατοκαλλιέργεια κ.λπ.). Όμως, οι υδατοκαλλιέργειες και κυρίως αυτές που πραγματοποιούνται σε πλωτούς ιχθυοκλωβούς ποντισμένους μέσα στο υδάτινο περιβάλλον, υφίστανται τις συνέπειες από τις επιπτώσεις από άλλες ανθρωπογενείς δραστηριότητες όπως τις γεωργικές, κτηνοτροφικές, βιοτεχνικές κ.ά. και από τις οποίες κινδυνεύει πολύ περισσότερο το περιβάλλον και πολλές φορές η ζωή των εκτρεφόμενων ψαριών. Για παράδειγμα οι πιθανές σχέσεις ευτροφισμού και λειτουργίας υδατοκαλλιεργητικών μονάδων δεν μπορούν να τεκμηριωθούν καθώς οι ποσότητες των δύο απαραίτητων για την εμφάνιση της στοιχείων Φωσφόρου και Αζώτου, που καταλήγουν στη Μεσόγειο από τις υδατοκαλλιεργητικές δραστηριότητες είναι αισθητά περιορισμένες (394 τόνοι/χρόνο και 8678 τόνοι/χρόνο αντίστοιχα) σε σχέση με τις ποσότητες (976.000 τόνοι/χρόνο και 1.570.000 τόνοι/χρόνο) αντίστοιχα που οφείλονται στις γεωργικές δραστηριότητες (Izzo 2005). Το ολοκληρωμένο χωροταξικό πλαίσιο για τις θαλάσσιες υδατοκαλλιέργειες στην Ελλάδα κινείται στο πλαίσιο της προστασίας του υδάτινου περιβάλλοντος και θα συνεισφέρει στη βιωσιμότητα του κλάδου και την εξάλειψη των αντιθέσεων ανάμεσα στους χρήστες της παράκτιας ζώνης. Η προσπάθεια αυτή της πολιτείας είναι πολύ σωστή και μας βρίσκει σύμφωνους. Όμως, θα έπρεπε ήδη να είχε ολοκληρωθεί εδώ και πολλά χρόνια. Ταυτόχρονα, η κοινή γνώμη πρέπει να αποδεχθεί την υδατοκαλλιέργεια και να μη τη θεωρεί εχθρική προς το περιβάλλον δεδομένου ότι τα απόβλητα είναι βιολογικής προέλευσης (περιττώματα και υπολείμματα τροφής) που είναι απόλυτα συμβατά με το υδάτινο περιβάλλον. Η διαχείριση της παράκτιας ζώνης πρέπει να γίνεται με γνώμονα το συλλογικό συμφέρον και οι όποιες αντιθέσεις να συρρικνωθούν με βάση αμοιβαίες υποχωρήσεις. Είναι γνωστό ότι σε όλο τον κόσμο συνυπάρχουν ξενοδοχεία, παραθεριστικοί οικισμοί και ιχθυοκαλλιεργητικές μονάδες χωρίς να δημιουργούνται προβλήματα επικράτησης της μιας δραστηριότητας εις βάρος της άλλης. Κλείνοντας, θέλουμε να καταστήσουμε σαφές ότι οι φοιτητές μας εκπαιδεύονται όχι μόνον για να προσφέρουν επιστημονικά στην παραγωγική διαδικασία των υδατοκαλλιεργειών αλλά και για να προασπίσουν και να προστατεύσουν το υδάτινο περιβάλλον. Σπ. Κλαουδάτος, Καθηγητής Υδατοκαλλιεργειών Π. Παναγιωτάκη, Επίκουρος Καθηγήτρια Υδατοκαλλιεργειών Ι. Καραπαναγιωτίδης, Λέκτορας Διατροφής Υδρόβιων Ζωικών Οργανισμών του Τμήματος Γεωπονίας Ιχθυολογίας & Υδάτινου Περιβάλλοντος, Πανεπιστημίου Θεσσαλίας