• Σχόλιο του χρήστη 'Αθηνά Δημοπούλου, Λέκτορας Νομικής' | 24 Μαΐου 2011, 09:22

    H καθ’ όλα ευκτέα θέσπιση αρχών και κανόνων για τις υδατοκαλλιέργειες και την ανάπτυξη της ορθής επιχειρηματικότητας στον κλάδο των ιχθυοκαλλιεργειών, με την οποία συμφωνώ απολύτως, κατά τα οριζόμενα στο σχέδιο Κοινής Υπουργικής απόφασης κινδυνεύει, σε ορισμένες περιοχές, να δημιουργήσει περισσότερα προβλήματα απ’ όσα επιχειρεί να επιλύσει. Και αυτό γιατί η ένταξη ορισμένων περιοχών σε ΠΟΑΥ γίνεται κατά φανερή παραβίαση των ίδιων των αρχών που θεσπίζει η κοινή υπουργική απόφαση. Μία τέτοια περίπτωση είναι ο χαρακτηρισμός του Πόρου ως ΠΟΑΥ. Για οιονδήποτε έχει γνώση της υπό ένταξη περιοχής είναι εμφανές ότι εν προκειμένω, οι αρχές και κανόνες που η ίδια η κοινή υπουργική απόφαση επιχειρεί να θεσπίσει, όσον αφορά τους περιβαλλοντικούς όρους, την προστασία εναλίων αρχαιοτήτων και εξαίρεση περιοχών που αποτελούν ναυτικούς δίαυλους, κινδυνεύουν να αποτελέσουν εξαγγελίες άνευ αντικρίσματος. Η θαλάσσια περιοχή πέριξ του Πόρου, από το στενό των Μεθάνων έως το κανάλι, όσο και οι βόρειες ακτές του νησιού, έχουν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά (περιβάλλοντος, τοπίου, οικοσυστημάτων, εναλίων αρχαιοτήτων, ναυτικού διαύλου, επισκεψιμότητας, ανθρωπίνων δραστηριοτήτων), που κινδυνεύουν να διαταραχθούν σοβαρά σε περίπτωση κλιμάκωσης της υδατοκαλλιέργειας στην περιοχή. Αν επομένως το ίδιο το νομοθέτημα παραβιάζει τις αρχές που θεσπίζει, δημιουργούνται βάσιμες υποψίες και φόβοι ότι, κατά μείζονα λόγο, η εφαρμογή του στην πράξη θα καταλήξει σε σημαντική υποβάθμιση του περιβάλλοντος στον Πόρο. Περαιτέρω, στο σχέδιο της κοινής Υπουργικής Απόφασης και στη Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων απουσιάζει πλήρως οιαδήποτε αναφορά στον Πόρο, οιαδήποτε περιγραφή των ειδικών περιβαλλοντικών και άλλων συνθηκών της εν λόγω περιοχής (ενάλιες αρχαιότητες, τουριστικές και άλλες εγκαταστάσεις, προστατευόμενα είδη, κ.λπ.) και δεν γίνεται οιαδήποτε αξιολόγηση των επιπτώσεων των υδατοκαλλιεργειών στο περιβάλλον και την οικονομία της περιοχής. Κατά τον τρόπο αυτό η Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων, ως προς την ένταξη της περιοχής του Πόρου σε ΠΟΑΥ, είναι ως μη υφιστάμενη. Ανακύπτουν επομένως σοβαρά νομικά ζητήματα από τον ίδιο το χαρακτηρισμό ως ΠΟΑΥ της περιοχής του Πόρου όταν, κατά τα κριτήρια και το γράμμα της ίδιας της υπουργικής αυτής απόφασης, αυτή όφειλε να εξαιρεθεί και προστατευθεί από πάσης φύσεως βιομηχανική δραστηριότητα. Ειδικότερα, η ένταξη σε ΠΟΑΥ των 2/3 των ακτών ενός νησιού που διατηρεί ακόμα, σε μεγάλο βαθμό, τον χαρακτήρα της ήπιας τουριστικής ανάπτυξης και συγκεντρώνει το μεγαλύτερο αριθμό διερχομένων σκαφών στο Σαρωνικό, όντας πόλος έλξης για το θαλάσσιο τουρισμό και τον εγχώριο και διεθνή ναυταθλητισμό, δραστηριότητες που προϋπάρχουν και παρέχουν απασχόληση στους μόνιμους κατοίκους του νησιού, σε σχέση με τις δυσμενείς επιπτώσεις που θα συνεπάγεται για το περιβάλλον, τον τουρισμό, τους επαγγελματίες του νησιού και την τοπική οικονομία, παραβιάζει τις αρχές της συνταγματικές αρχές της αναλογικότητας και ισότητας (άρθρο 4, παρ. 1, 2, 5 Συντάγματος) αλλά και της προστασίας του περιβάλλοντος (άρθρο 24 Συντάγματος, ν.1650/86). Όλα αυτά δε, όπως ερμηνεύονται κατά την παγία ερμηνεία της νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας. Η μετατροπή σε ιχθυοβιομηχανική ζώνη του μεγαλύτερου μέρους της περιμέτρου ενός από τα ωραιότερα νησιά του Αργοσαρωνικού είναι δυσανάλογα επιζήμια για την εικόνα και την πραγματικότητα της μεταχείρισης της φύσης, των θαλασσίων περιοχών και των ακτών ιδιαίτερου κάλους, αλλά και του αντίστοιχου τουριστικού προϊόντος που αποτελεί βασικό μοχλό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας. Δεδομένου ότι, οι περιοχές που πληρούν τα κριτήρια για τη δημιουργία ΠΟΑΥ αφθονούν στα ελληνικά χωρικά ύδατα, η περιοχή περιμετρικά του Πόρου, λαμβανομένων υπ’ όψιν των ειδικών χαρακτηριστικών του νησιού και της αμφισβήτησης της νομοτεχνικής αρτιότητας της Κοινής Υπουργικής Απόφασης που εγείρονται εκ του λόγου αυτού, πρέπει να εξαιρεθεί από τον χαρακτηρισμό ως ΠΟΑΥ. Ουδείς αντιτίθεται στην ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας, όμως όχι με τρόπο που να ανοίγει πληγές στον τόπο και την τοπική κοινωνία και που μετά βεβαιότητας θα αποτελέσει εν τέλει τροχοπέδη για την ίδια την αειφόρο και βιώσιμη ανάπτυξη και επιχειρηματική δράση στην περιοχή. Αθηνά Δημοπούλου Δικηγόρος Δ.Ν. Λέκτορας Νομικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών