• Σχόλιο του χρήστη 'WWF Ελλάς' | 25 Μαΐου 2011, 16:24

    Σύμφωνα με την παράγραφο 1 Κριτήρια Χωροθέτησης / Α) Πλωτών εγκαταστάσεων μονάδων θαλάσσιας υδατοκαλλιέργειας, “η χωροθέτηση πλωτών μονάδων γίνεται με βάση τη φέρουσα ικανότητα της έκτασης εγκατάστασής τους….” Σε συνέχεια αναφέρεται ότι “οι τιμές των παραμέτρων αυτών εξειδικεύονται με βάση τις κατευθύνσεις του παρόντος και ορίζονται με αποφάσεις των συναρμόδιων Υπουργών”. Δεδομένου ότι οι τιμές παραμέτρων φέρουσας ικανότητας δεν ορίζονται, αδυνατούμε να κατανοήσουμε πως ακριβώς προσδιορίστηκε η προταθείσα δυναμικότητα κάθε ΠΟΑΥ στο Παράρτημα 1, ειδικά εφόσον η ΚΥΑ αναφέρει στο Άρθρο 6 ότι “κατά τη διαδικασία χωροθέτησης των ΠΟΑΥ. θα αξιοποιούνται οι υφιστάμενες μελέτες (περιλαμβάνονται στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1 της παρούσας), αφού επικαιροποιηθούν και συμπληρωθούν με βάση τις τελευταίες εξελίξεις στον κλάδο, τις συνθήκες στην περιοχή χωροθέτησης και, κυρίως, τη φέρουσα ικανότητα των περιοχών.” Είναι εξαιρετικά σημαντικό να οριστούν οι τιμές των παραμέτρων της φέρουσας ικανότητας, προκειμένου η προτεινόμενη δυναμικότητα να έχει κάποια επιστημονική βάση και λογική. Σε συνέχεια, στα Γενικά Κριτήρια, αναφέρεται ότι “η χωροθέτηση θαλάσσιων Αιολικών Πάρκων πρέπει να αποφεύγεται εντός των Περιοχών Οργανωμένης Ανάπτυξης Υδατοκαλλιεργειών”. Πιστεύουμε ότι, αντιθέτως, θα πρέπει να διευρευνυθεί η δυνατότητα συνύπαρξης υδατοκαλλιεργειών Θαλάσσιων Αιολικών Πάρκων, π.χ. οστρακοκαλλιέργειες και η χωροταξική αξιοποίηση των Θαλάσσιων Αιολικών Πάρκων, εφόσον αυτά είναι χωροθετημένα σωστά βάσει των επιπτώσεων τους, βλ. http://cmsdata.iucn.org/downloads/2010_014.pdf Δυστυχώς, το αποτέλεσμα των πρακτικών του κλάδου των θαλάσσιων υδατοκαλλιεργειών στην Ελλάδα είναι η αντίθεση πολλών τοπικών κοινωνιών στη λειτουργία τους, κατά κύριο λόγο εξαιτίας της παράκτιας και θαλάσιας ρύπανσης και της σύγκρουσης χρήσης του θαλάσσιου και παράκτιου περιβάλλοντος με τουριστικές δραστηριότητες και δραστηριότητες αναψυχής. Το θέμα των ορίων μισθωμένης θαλάσσιας έκτασης εγκατάστασης των μονάδων αναφέρεται μεν στο i) “Γενικά Κριτήρια» των κριτηρίων χωροθέτησης, αλλά δυστυχώς δεν προτείνει μέτρα σχετικά με το συγκρουσιακό καθεστώς που επικρατεί μεταξύ τοπικών κοινωνιών και θαλάσσιων υδατοκαλλιεργειών, λόγω συγκεκριμένων αρνητικών πρακτικών του κλάδου προς το περιβάλλον. Μία λύση που πρέπει να διερευνηθεί είναι η απομάκρυνση των μεγάλων συγκεντρώσεων υδατοκαλλιεργειών από την ακτή και η χωροθέτηση τους βάσει των τοπικών συνθηκών (καιρού, θαλάσσιας κυκλοφορίας, ασφάλειας) που θα το επέτρεπαν. Η λογική αυτή εφαρμόζεται στην Κύπρο, όπου “οι μονάδες πάχυνσης θαλάσσιων ψαριών λειτουργούν με τη μέθοδο εκτροφής των κλουβιών ανοικτής θάλασσας, σε απόσταση 1 με 4 km από την ξηρά, βάθος νερού από 18 - 70 m και σε μεγάλη απόσταση (περίπου 2 km) μεταξύ τους”. Το σκεπτικό της πρακτικής αυτής “επιλέγηκε για περιβαλλοντικούς λόγους, αφού θεωρείται ότι προκαλεί τις λιγότερες επιπτώσεις στο περιβάλλον αλλά και για οικονομικούς λόγους λόγω της πολλαπλής χρήσης της παραθαλάσσια ζώνης και της διαθεσιμότητας των παράκτιων περιοχών” - βλ. http://www.moa.gov.cy/moa/dfmr/dfmr.nsf/DMLAqa_gr/DMLAqa_gr?OpenDocument Αντίστοιχο παράδειγμα υπάρχει στην Τουρκία, όπου βάσει των σχετικών Περιβαλλοντικών Νόμων, απαγορεύεται η εγκατάσταση ιχθυοκαλλιεργειών σε ευαίσθητες περιοχές όπως κλειστοί κόλποι και σε προστατευόμενες και αρχαιολογικές περιοχές, ενώ τα κριτήρια χωροθέτησης απαγορεύουν συνολικά τις περιοχές που έχουν βάθος λιγότερο από 30 μέτρα, απόσταση από την ακτή 0,6 ναυτικά μίλια (1.1 χιλιόμετρα) και ταχύτητα θαλάσσιων ρευμάτων λιγότερο από 10 εκατοστά/δευτερόλεπτο. Προφανώς η χωροθέτηση μακριά από την ακτή σημαίνει ένα σοβαρό κόστος μετεγκατάστασης και λειτουργίας και δεν αφορά μικρές συγκεντρώσεις μονάδων, αλλά εκτός από την ελαχιστοποίηση των συγκρούσεων, ενέχει και θετικά στοιχεία για τις επιχειρήσεις, όπως το δυνητικό μέγεθος των εκτάσεων προς αξιοποίηση και την ελαχιστοποίηση επιπτώσεων στο περιβάλλον. Αναφορικά με την παράγραφο 3γ «Απαγόρευση εγκατάστασης μονάδων υδατοκαλλιέργειας”, θεωρούμε ότι η συγκεκριμένη απαγόρευση χωροθέτησης μονάδων θαλάσσιας υδατοκαλλιέργειας σε οικοτόπους Posidonia Oceanica που βρίσκονται εντός προστατευόμενων περιοχών του Ευρωπαϊκού Οικολογικού Δικτύου NATURA 2000 είναι ανεπαρκής. Σύμφωνα με το βιογεωγραφικό σεμινάριο της ΕΕ του Ιουνίου του 2010 για την αξιολόγηση των Τόπων Κοινοτικής Σημασίας του Δικτύου Natura 2000 στη Μεσόγειο, ως προς τον οικότοπο προτεραιότητας των λιβαδιών Ποσειδωνίας, ο χαρακτηρισμός που έλαβε η Ελλάδα σχετικά με το ποσοστό του οικοτόπου που βρίσκεται εντός του Δικτύου Natura ήταν “Ανεπάρκεια μεσαίου τύπου”. Αυτό σημαίνει ότι απαιτείται ο χαρακτηρισμός νέων περιοχών Natura ως προς την Ποσειδωνία, δεδομένου ότι αυτή τη στιγμή, εντός του δικτύου Natura βρίσκεται περίπου 40% της έκτασης του οικοτόπου στην Ελλάδα. Άρα, βάσει του σχεδίου της ΚΥΑ, ένα σημαντικό ποσοστό λιβαδιών Ποσειδωνίας δεν προστατεύεται. Προτείνουμε την γνωμοδότηση του ΕΛΚΕΘΕ και του ΙΝΑΛΕ σχετικά με την ύπαρξη λιβαδιών Ποσειδωνίας στις εκάστοτε προτεινόμενες περιοχές χωροθέτησης ιχθυοκαλλιεργειών.