• Σχόλιο του χρήστη 'Χριστόφορος' | 27 Μαΐου 2011, 11:50

    Είναι αλήθεια ότι με την πανσπερμία των φημών σχετικά με το μέλλον της ελληνικής δημόσιας διοίκησης και το ρόλο που αυτή καλείται να διαδραματίσει στο νέο σκηνικό, «ανθούν» πολλές απόψεις, που άλλοτε βρίσκουν έρεισμα στις «προκρούστειες λογικές» εξισορρόπησης του δημόσιου ελλείμματος και άλλοτε συνυφαίνονται με γενικόλογες θεωρίες περί κοινωνικής και οικονομικής ισότητας. Πέραν από το γεγονός ότι τα σύγχρονα κράτη εξελίσσουν πλέον τους θεσμούς και τους μηχανισμούς τους, από αναδιανεμητικούς σε ανταποδοτικούς, οφείλουμε όλοι πλέον να αναγινώσκουμε τις όποιες εξελίξεις υπό το πρίσμα των δεδομένων που προκύπτουν αφενός από τα δεσμευτικά και για τη χώρα μας νομικά κείμενα (λ.χ. οδηγίες 2009/72 και 2009/73), αλλά και τις συμφωνίες που αποτελούν πλέον αναπόσπαστο βήμα του οικονομικού και κοινωνικού βηματισμού μας και υπαγορεύονται από το περιλάλητο Μνημόνιο. Επικεντρώνοντας λοιπόν την επιχειρηματολογία μου στα ως άνω νομικά κείμενα, επισημαίνω ότι κατ΄ αρχήν οι οδηγίες για την ηλεκτρική ενέργεια και το φυσικό αέριο του 2003 (Οδηγίες 2003/54/ΕΚ και 2003/55/ΕΚ) επέβαλαν στα κράτη μέλη την υποχρέωση συγκρότησης ρυθμιστικών αρχών με ειδικές αρμοδιότητες και εξουσίες. Πιο συγκεκριμένα, ήδη με τα άρθρα 23 και 25 των Οδηγιών 2003/54/ΕΚ και 2003/55/ΕΚ αντίστοιχα κατοχυρώθηκε η ανεξαρτησία των ρυθμιστικών αρχών στον τομέα της ενέργειας, οι οποίες κλήθηκαν να επιτελέσουν καθοριστικό ρόλο στην απελευθέρωση της αγοράς και την εύρυθμη λειτουργία της. Η ανεξαρτησία αυτή, με βάση την επικρατήσασα ερμηνεία της ομώνυμης επιταγής των εν λόγω Οδηγιών, δεν μπορεί παρά να εμφανίζει περισσότερες όψεις, οικονομικές, προσωπικές και λειτουργικές. Εξάλλου, σύμφωνα με τα γενόμενα δεκτά στο ευρωπαϊκό δημόσιο δίκαιο, μια αρχή θεωρείται ανεξάρτητη μόνο εάν τα μέλη της δεν υπόκεινται σε κυβερνητικό έλεγχο ή εποπτεία ως προς τον τρόπο άσκησης των καθηκόντων τους (προσωπική ανεξαρτησία) και εάν η εν λόγω αρχή διαθέτει τα κατάλληλα, οικονομικά και διοικητικά, εφόδια και εχέγγυα για να ασκήσει απερίσπαστη το έργο της αποφασίζοντας και η ίδια για τον τρόπο άσκησής του. Επίσης με τη συμπλήρωση της νομοθεσίας με την τρίτη δέσμη μέτρων για την εσωτερική αγορά ενέργειας (κρίσιμες, εν προκειμένω, είναι κυρίως οι Οδηγίες 2009/72/ΕΚ και 2009/73/ΕΚ), με την οποία η Επιτροπή επιδιώκει, μεταξύ άλλων, να εξασφαλίσει την ορθή εφαρμογή της ευρωπαϊκής νομοθεσίας σε εθνικό επίπεδο, ενισχύεται ο ρόλος των εθνικών ρυθμιστικών αρχών μέσω της επιβολής συγκεκριμένων υποχρεώσεων όσον αφορά το απαιτούμενο επίπεδο ανεξαρτησίας τους και διακριτικής ευχέρειας λήψης αποφάσεων στα σχετικά ζητήματα. Στο πλαίσιο αυτό της θεσμικής διαδρομής,- καθόλα δεσμευτικής για τη χώρα μας- ορίζεται πλέον ότι σύμφωνα με το άρθρο 35 παρ. 4 της Οδηγίας 2009/72/ΕΚ, σχετικής με την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, υφίσταται υποχρέωση των κρατών μελών να ορίζουν μια εθνική ρυθμιστική αρχή σε εθνικό επίπεδο, «[τ]α κράτη μέλη εγγυώνται την ανεξαρτησία της ρυθμιστικής αρχής και διασφαλίζουν ότι ασκεί τις εξουσίες της με αμεροληψία και διαφάνεια». Για τον σκοπό αυτό, κατά την ίδια παράγραφο, τα κράτη μέλη υποχρεούνται να θεσπίσουν τις ακόλουθες εγγυήσεις υπέρ των ρυθμιστών: α) τη νομικά διακριτή και λειτουργικά ανεξάρτητη από κάθε άλλη δημόσια ή ιδιωτική αρχή οντότητά τους, β) τη διασφάλιση ότι το προσωπικό τους και όλα τα πρόσωπα που είναι επιφορτισμένα με τη διοίκησή της: i) ενεργούν ανεξάρτητα από οποιοδήποτε αγοραίο συμφέρον και ii) δεν ζητούν ούτε λαμβάνουν απευθείας οδηγίες από οποιαδήποτε κυβέρνηση ή άλλη δημόσια ή ιδιωτική οντότητα κατά την άσκηση των ρυθμιστικών καθηκόντων. Περαιτέρω, σύμφωνα με άρθρο 35 παρ. 5 της ως άνω Οδηγίας, «[γ]ια να προστατεύσουν την ανεξαρτησία της ρυθμιστικής αρχής, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ιδίως ότι: α) η ρυθμιστική αρχή μπορεί να λαμβάνει αυτόνομες αποφάσεις, ανεξάρτητα από κάθε πολιτικό οργανισμό, και να διαθέτει ξεχωριστές ετήσιες δημοσιονομικές προβλέψεις, με αυτονομία ως προς την εκτέλεση του προϋπολογισμού, και επαρκείς ανθρώπινους και οικονομικούς πόρους για την εκτέλεση των καθηκόντων της…». Το περιεχόμενο λοιπόν του συγκεκριμένου άρθρου του νομοσχεδίου δεν είναι τίποτε άλλο, παρά απλή και ουσιαστική μεταλαμπάδευση των κοινοτικών ρυθμίσεων που ο ίδιος ο κοινοτικός νομοθέτης ήθελε να ορίσει και να ρυθμίσει. Ρυθμίσεις που ειρήσθω εν παρόδω δεν αντικρούουν ούτε στις «μνημονιακές» λογικές, εφόσον άλλωστε αποκλειστικός στόχος είναι και η εφαρμογή ρυθμιστικών κανόνων στο χώρο της αγοράς ενέργειας, οι οποίοι δεν θα επιβαρύνουν παράλληλα τον κρατικό προϋπολογισμό. Όσο για τα «ευφυή» σχόλια περί λάθρου προσπορισμού χρημάτων από εργαζομένους της ΡΑΕ, εμπρός πεδίο δόξης λαμπρό για τον όποιο επωνύμως θέλει να αποδείξει κάτι και να τύχει του ευεργετήματος της ανέξοδης προβολής του διαφημιστικού δεκαλέπτου που δικαιούται στη ζωή του.