• Σχόλιο του χρήστη 'Ιωακείμ Ιωσηφίδης' | 14 Ιουλίου 2011, 08:12

    Σε ότι αφορά στη Μεθοδολογία Διάθεσης των Κονδυλίων του Ειδικού Λογαριασμού ξεκινώ με την παρατήρηση ότι οι δράσεις του Τοπικού Πόρου Ανάπτυξης θα πρέπει να καλύπτουν τις πραγματικές ανάγκες των τοπικών κοινωνιών, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητές τους και τις αρνητικές επιπτώσεις που προκαλούν οι δραστηριότητες της ΔΕΗ ΑΕ, έτσι ώστε να υπάρχει ισόρροπη ανάπτυξη, χωρίς να δημιουργούνται αντιθέσεις. Το μέχρι σήμερα εφαρμοζόμενο μοντέλο διαχείρισης του Τέλους Ανάπτυξης, από τις Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις, δημιούργησε πολλά προβλήματα σε ότι αφορά στην ορθολογική και αποτελεσματική κατανομή. Αποτέλεσμα ήταν μεγάλα κονδύλια και δράσεις να σπαταληθούν, σε βάρος των πληττομένων περιοχών, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το πνεύμα το νόμου με τον οποίο θεσμοθετήθηκε ο Τοπικός Πόρος Ανάπτυξης. Έτσι, κατά το παρελθόν, επενδύθηκε μεγάλο μέρος του Τοπικού Πόρου Ανάπτυξης σε περιοχές που δεν έχουν πληγεί και το φυσικό τους περιβάλλον δεν έχει υποστεί καμία αρνητική επίπτωση από τις δραστηριότητες της ΔΕΗ. Με τη νέα αρχιτεκτονική της Αυτοδιοίκησης και Αποκεντρωμένης Αυτοδιοίκησης- Πρόγραμμα Καλλικράτης (νόμος 3852/2010) καταργήθηκε ο θεσμός των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων και οι ενεργειακοί Δήμοι πλέον είναι πέντε σε ολόκληρη την επικράτεια, οι Δήμοι Αμυνταίου, Εορδαίας, Κοζάνης, Μεγαλόπολης και Φλώρινας. Σύμφωνα με αυτή τη μεταρρύθμιση οι Δήμοι έχουν αποκτήσει αποτελεσματική δομή και οργάνωση για τον σχεδιασμό και την υλοποίηση έργων υποδομής, ανάπτυξης και προστασίας του περιβάλλοντος και είναι έτοιμοι για τη σύνταξη και τη διαχείριση του Ειδικού Προγράμματος Ανάπτυξης (ΕΑΠ) της τέταρτης Προγραμματικής Περιόδου. Οι σημερινοί Δήμοι, όπως προέκυψαν από την εφαρμογή του Προγράμματος «Καλλικράτης» έχουν μέγεθος, τόσο πληθυσμιακό όσο και από την άποψη της έκτασής τους, που τους επιτρέπει να κάνουν ολοκληρωμένη προσέγγιση για την ανάπτυξη της περιοχής τους. Το σημείο αυτό είναι κομβικό, καθώς ο κάθε Δήμος μπορεί να ιδωθεί ως ανεξάρτητη οντότητα από τη σκοπιά της αναπτυξιακής του διάστασης. Με άλλα λόγια το μέγεθος των σημερινών Δήμων μας επιτρέπει να σχεδιάζουμε ολοκληρωμένες παρεμβάσεις και αναπτυξιακά προγράμματα και δεν είναι απαραίτητο ο σχεδιασμός αυτός να εντάσσεται στο πλαίσιο ευρύτερων σχεδιασμών, όπως γινόταν παλιότερα σε επίπεδο νομού. Το γεγονός αυτό έχει γίνει κατανοητό από την πολιτεία και ο Νομοθέτης έχει ορίσει την υποχρέωση των Δήμων να συντάσσουν πενταετή Επιχειρησιακά Προγράμματα. Ένα άλλο σημαντικό σημείο είναι η δυνατότητα των σημερινών Δήμων να σχεδιάσουν και να υλοποιήσουν ολοκληρωμένα προγράμματα. Παλιότερα οι μικρότεροι Δήμοι και όλες οι Κοινότητες αξιοποιούσαν την Τ.Υ.Δ.Κ. για την εκπόνηση των μελετών τους και την επίβλεψη των έργων τους, καθώς δεν είχαν τη διαχειριστική ικανότητα να το πράξουν. Οι σημερινοί Δήμοι έχουν τις κατάλληλες δομές, το προσωπικό και τον εξοπλισμό για να ανταπεξέλθουν στο σχεδιασμό και την υλοποίηση ολοκληρωμένων παρεμβάσεων, ενώ ταυτόχρονα υπάρχει συγκροτημένο θεσμικό πλαίσιο που διέπει τη λειτουργία τους και δεν απαιτείται η δημιουργία νέων θεσμών για την παρακολούθηση της υλοποίησης του Τοπικού Πόρου Ανάπτυξης. Συμπληρωματικά στα παραπάνω αναφέρουμε ότι είναι ευκαιρία να εξορθολογιστεί η διαχείριση του Τέλους Ανάπτυξης, καθώς όλα τα άλλα αντίστοιχα τέλη, όπως αυτά των παραγωγών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και των εργοστασίων πετρελαιοειδών αποδίδονται απευθείας στους οικείους Δήμους. Είναι άμεση ανάγκη να υπάρξει ενιαία πολιτική για το σύνολο των Τελών που θα εφαρμοστεί με την απόδοση των πόρων του Τέλους Ανάπτυξης των λιγνιτικών περιοχών στους πληττόμενους ΟΤΑ. Επιπρόσθετα, απαιτείται η αύξηση του ποσοστού του Τέλους Ανάπτυξης από 0,4% σε 1,2%, καθώς με την υφιστάμενη χρηματοδότηση δεν υπάρχει δυνατότητα για αποκατάσταση των βλαβών στο φυσικό περιβάλλον και υλοποίηση έργων ανάπτυξης για την προετοιμασία της μεταλιγνιτικής περιόδου από τους ενεργειακούς Δήμους. Στην αντίθετη περίπτωση που στη διαχείριση του Τέλους Ανάπτυξης εμπλακούν οι Περιφέρειες πιστεύουμε ότι πρώτα απ’ όλα θα υπάρξει καταστρατήγηση της φιλοσοφίας του Προγράμματος «Καλλικράτης» που θέλει ισχυρούς Δήμους με ικανότητα σχεδιασμού των πολιτικών τους και διαχείρισης της αναπτυξιακής προοπτικής τους. Εκτός αυτού το σίγουρο είναι ότι μεγάλο μέρος των χρημάτων θα συνεχίσει να δαπανάται σε περιοχές που δεν έχουν καμία σχέση με τα ορυχεία και τα εργοστάσια παραγωγής ενέργειας. Έτσι οι υπόλοιποι Δήμοι των Περιφερειών στις οποίες βρίσκονται τα λιγνιτικά πεδία χωρίς να έχουν καμία επιβάρυνση στο φυσικό τους περιβάλλον, στην ατμοσφαιρική ρύπανση, στις αναπτυξιακές τους δυνατότητες και στην ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού τους θα ωφελούνται εις βάρος των λιγνιτικών περιοχών, που θα στερούνται πόρων τους οποίους θα αξιοποιούσαν για την αποκατάσταση των βλαβών που δημιουργούνται από τη δραστηριότητα της Δ.Ε.Η. Α.Ε. και την προετοιμασία της μεταλιγνιτικής περιόδου. Συμπερασματικά, πιστεύουμε ότι η διαχείριση του Τέλους Ανάπτυξης πρέπει να περιέλθει αποκλειστικά στους ενεργειακούς Δήμους, καθώς με τη σημερινή τους μορφή έχουν τη δυνατότητα σχεδιασμού και υλοποίησης ολοκληρωμένων παρεμβάσεων για την ανάπτυξη των πληττόμενων περιοχών. Μόνο με τον τρόπο αυτό τα χρήματα του Τέλους Ανάπτυξης θα διοχετευτούν για το σκοπό που προορίζονται, δηλαδή την αποκατάσταση των περιβαλλοντικών, κοινωνικών και οικονομικών βλαβών από τις δραστηριότητες της ΔΕΗ. Σε άλλη περίπτωση θα υπάρξει απλώς διασπορά των πόρων και θα χαθεί κάθε έννοια σχεδιασμού, αλλά και δικαιοσύνης απέναντι στις περιοχές που πλήττονται. Για τους λόγους αυτούς οι Δήμοι πρέπει να διαχειρίζονται αποκλειστικά το Τέλος Ανάπτυξης, προκειμένου να υπάρξει δίκαιη μεταχείριση των περιοχών και των τοπικών κοινωνιών του λιγνιτικού πεδίου και να δοθεί η δυνατότητα υλοποίησης έργων αποκατάστασης και προστασίας του περιβάλλοντος, αλλά και έργα που θα οδηγήσουν με ασφάλεια σε μία νέα αναπτυξιακή προοπτική. Ιωακείμ Ιωσηφίδης Δήμαρχος Αμυνταίου