ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ’ ΑΓΟΡΑΣΤΕΣ ΠΙΣΤΩΣΕΩΝ

Άρθρο 20

Υποχρέωση πληροφόρησης για τις απαιτήσεις από συμβάσεις πιστώσεων

(άρθρο 15 Οδηγίας 2021/2167/ΕΕ)

  1. Κατά τις διαπραγματεύσεις για τη μεταβίβαση πιστώσεων, κάθε πιστωτικό ίδρυμα με έδρα στην Ελλάδα ή χρηματοδοτικό ίδρυμα της υποπερ. αβ) της περ. α) της παρ. 5 του άρθρου 3 παρέχει στον υποψήφιο αγοραστή πιστώσεων την αναγκαία πληροφόρηση σχετικά με τις υπό μεταβίβαση πιστώσεις και, κατά περίπτωση, τις εξασφαλίσεις, προκειμένου να είναι σε θέση να διενεργήσει τη δική του αποτίμηση όσον αφορά στην αξία των δικαιωμάτων του πιστωτή που απορρέουν από τη σύμβαση πίστωσης και τις πιθανότητες ανάκτησης της αξίας της εν λόγω σύμβασης, προτού συνάψει σύμβαση για τη μεταβίβαση των δικαιωμάτων του πιστωτή που απορρέουν από την εν λόγω σύμβαση, εξασφαλίζοντας παράλληλα την προστασία των πληροφοριών που γνωστοποιεί το ανωτέρω ίδρυμα και την εμπιστευτικότητα των επιχειρηματικών δεδομένων.
  2. Σε εξαμηνιαία βάση, τα ιδρύματα της παρ. 1 που μεταβιβάζουν σε αγοραστή πιστώσεων τις απαιτήσεις από συμβάσεις πιστώσεων, γνωστοποιούν στην Τράπεζα της Ελλάδος υπό την ιδιότητά της ως αρμόδιας εποπτικής αρχής του άρθρου 4 του ν. 4261/2014 (A΄ 107), και εφόσον συντρέχει περίπτωση, όταν υπέχει την ιδιότητα της αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους υποδοχής σύμφωνα με το παρόν Μέρος, ή στις άλλες αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής της παρ. 3 του άρθρου 21 της Οδηγίας 2021/2167/ΕΕ τουλάχιστον τα ακόλουθα στοιχεία:

α) τον αναγνωριστικό κωδικό νομικής οντότητας (LEI) του αγοραστή πιστώσεων ή, εφόσον συντρέχει περίπτωση, του αντιπροσώπου που έχει ορισθεί σύμφωνα με το άρθρο 23 του παρόντος ή το άρθρο 19 της Οδηγίας 2021/2167/ΕΕ, ή, αν ο εν λόγω αναγνωριστικός κωδικός δεν υπάρχει, τα ακόλουθα:

αα) τα στοιχεία ταυτότητας του αγοραστή πιστώσεων ή των μελών του διαχειριστικού οργάνου ή οργάνου διοίκησης του αγοραστή πιστώσεων και των προσώπων που κατέχουν ειδική συμμετοχή στον αγοραστή πιστώσεων, και

αβ) τη διεύθυνση του αγοραστή πιστώσεων ή, εφόσον συντρέχει περίπτωση, του αντιπροσώπου που έχει ορισθεί σύμφωνα με το άρθρο 23 του παρόντος ή το άρθρο 19 της Οδηγίας 2021/2167/ΕΕ,

β) το συγκεντρωτικό υπόλοιπο των απαιτήσεων από συμβάσεις πιστώσεων,

γ) το πλήθος και το ύψος των απαιτήσεων από συμβάσεις πιστώσεων που μεταβιβάστηκαν, και

δ) κατά πόσον η μεταβίβαση περιλαμβάνει απαιτήσεις από συμβάσεις πιστώσεων που έχουν συναφθεί με καταναλωτές και τα είδη των περιουσιακών στοιχείων που εξασφαλίζουν τις ως άνω συμβάσεις πίστωσης, εφόσον συντρέχει περίπτωση.

  1. Οι αρμόδιες αρχές της παρ. 2 μπορούν να απαιτούν από τα ιδρύματα της παρ. 1, να παρέχουν τις πληροφορίες της παρ. 2 σε τριμηνιαία βάση, εφόσον το κρίνουν αναγκαίο, μεταξύ άλλων, για την καλύτερη παρακολούθηση μεγάλου αριθμού μεταβιβάσεων που ενδέχεται να προκύψουν κατά τη διάρκεια περιόδου κρίσης.
  2. Η Τράπεζα της Ελλάδος, ως αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, διαβιβάζει, χωρίς καθυστέρηση, τις πληροφορίες που αναφέρονται στις παρ. 2 και 3, καθώς και κάθε άλλη πληροφορία που κρίνει αναγκαία για την άσκηση των αρμοδιοτήτων και των καθηκόντων της σύμφωνα με τον παρόντα, στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής του αγοραστή πιστώσεων. Αντιστοίχως, η Τράπεζα της Ελλάδος, ως αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του αγοραστή πιστώσεων, λαμβάνει τις εν λόγω πληροφορίες από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής.
  3. Οι παρ. 1 έως 5 εφαρμόζονται σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016 «για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ» (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (L 119) και τον Κανονισμό (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Οκτωβρίου 2018 «για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης και την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και της απόφασης αριθ. 1247/2002/ΕΚ (L 295)».

 

Άρθρο 21

Υποχρεώσεις των αγοραστών πιστώσεων

 (άρθρο 17 Οδηγίας 2021/2167/ΕΕ)

  1. Η μεταβίβαση πιστώσεων που έχουν χορηγήσει ή χορηγούν στην Ελλάδα πιστωτικά ιδρύματα που έχουν την έδρα τους ή είναι νόμιμα εγκατεστημένα στην Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.) ή χρηματοδοτικά ιδρύματα της υποπερ. αβ) της περ. α) της παρ. 5 του άρθρου 3 προς αγοραστές πιστώσεων ή έτερα πιστωτικά ιδρύματα που έχουν την έδρα τους ή είναι νόμιμα εγκατεστημένα στην Ε.Ε. ή χρηματοδοτικά ιδρύματα της υποπερ. αβ) της περ. α) της παρ. 5 του άρθρου 3, γίνεται αποκλειστικά με έγγραφη σύμβαση.
  2. Ο αγοραστής πιστώσεων των απαιτήσεων της παρ. 1 που έχει την κατοικία του ή την καταστατική του έδρα εντός της Ε.Ε. ή, αν σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο δεν έχει καταστατική έδρα, έχει τα κεντρικά του γραφεία εντός της Ε.Ε., ορίζει οντότητα που αναφέρεται στις υποπερ. i) ή iii) της περ. α) της παρ. 5 του άρθρου 2 της Οδηγίας 2021/2167/ΕΕ, ή οντότητα που αναφέρεται στις υποπερ. αα) και αβ) της περ. α) της παρ. 5 του άρθρου 3, ή διαχειριστή πιστώσεων, για την άσκηση δραστηριοτήτων διαχείρισης πιστώσεων σε σχέση με τα δικαιώματα πιστωτή που απορρέουν από συμβάσεις πιστώσεων.
  3. Αν ο αγοραστής πιστώσεων των απαιτήσεων της παρ. 1 δεν έχει την κατοικία του ή την καταστατική του έδρα εντός της Ε.Ε. ή, αν σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο δεν έχει καταστατική έδρα, δεν έχει τα κεντρικά του γραφεία εντός της Ε.Ε., τότε ο αντιπρόσωπός του που ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 23 του παρόντος ή το άρθρο 19 της Οδηγίας 2021/2167/ΕΕ, ορίζει οντότητα που αναφέρεται στις υποπερ. i) ή iii) της περ. α) της παρ. 5 του άρθρου 2 της Οδηγίας 2021/2167/ΕΕ ή οντότητα που αναφέρεται στις υποπερ. αα) και αβ) της περ. α) της παρ. 5 του άρθρου 3, ή διαχειριστή πιστώσεων, εκτός αν ο εν λόγω αντιπρόσωπος είναι ο ίδιος οντότητα κατά τα ανωτέρω, ή διαχειριστής πιστώσεων, για την άσκηση δραστηριοτήτων διαχείρισης πιστώσεων σε σχέση με τις απαιτήσεις από συμβάσεις πιστώσεων.
  4. Η πώληση και η μεταβίβαση των απαιτήσεων της παρ. 1 είναι ισχυρή μόνο εφόσον έχει υπογραφεί συμφωνία ανάθεσης διαχείρισης μεταξύ αγοραστή πιστώσεων, ή εφόσον συντρέχει περίπτωση, αντιπρόσωπου που ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 23 του παρόντος ή το άρθρο 19 της Οδηγίας 2021/2167/ΕΕ, και διαχειριστή πιστώσεων. Η προϋπόθεση αυτή πληρούται καθ’ όλη τη διάρκεια διακράτησης των απαιτήσεων από αγοραστή πιστώσεων, καθώς και σε κάθε περαιτέρω πώληση και μεταβίβαση. Τα δικαιώματα που απορρέουν από τις μεταβιβαζόμενες απαιτήσεις δύνανται να ασκούνται μόνο μέσω διαχειριστή πιστώσεων. Οι μεταβιβαζόμενες απαιτήσεις από πιστώσεις λογίζονται ως τραπεζικές και μετά τη μεταβίβασή τους. Οι διαχειριστές πιστώσεων ευθύνονται για όλες τις υποχρεώσεις απέναντι στο Ελληνικό Δημόσιο και σε τρίτους οι οποίες βαρύνουν τους αγοραστές πιστώσεων, ή τους αντιπρόσωπους που ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 23 του παρόντος ή το άρθρο 19 της Οδηγίας 2021/2167/ΕΕ, και απορρέουν από τις μεταβιβαζόμενες απαιτήσεις.
  5. Η σύμβαση πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων της παρ. 1 υπόκειται σε συστατικό έγγραφο τύπο και αντικείμενό της μπορεί να είναι μεμονωμένες απαιτήσεις ή ομάδες απαιτήσεων κατά οποιουδήποτε δανειολήπτη, μη εφαρμοζόμενου στην περίπτωση αυτή του άρθρου 479 του Αστικού Κώδικα (Α.Κ., π.δ. 456/1984, Α’ 164). Άλλα δικαιώματα, ακόμα και αν δεν αποτελούν παρεπόμενα δικαιώματα κατά την έννοια του άρθρου 458 Α.Κ., εφόσον συνδέονται με τις μεταβιβαζόμενες απαιτήσεις, μπορούν να μεταβιβάζονται μαζί με αυτές.
  6. Προϋπόθεση για να προσφερθούν προς πώληση σε αγοραστή πιστώσεων από ιδρύματα της παρ. 1, απαιτήσεις από μη εξυπηρετούμενες πιστώσεις που έχουν χορηγηθεί ή χορηγούνται στην Ελλάδα, είναι να έχουν προσκληθεί με εξώδικη πρόσκληση ο δανειολήπτης και ο εγγυητής εντός χρονικού διαστήματος δώδεκα (12) μηνών πριν από την προσφορά και να έχουν διακανονίσει τις οφειλές τους βάσει γραπτής πρότασης κατάλληλης ρύθμισης με συγκεκριμένους όρους αποπληρωμής, σύμφωνα και με τον Κώδικα Δεοντολογίας. Εξαιρούνται από την ως άνω προϋπόθεση απαιτήσεις επίδικες ή επιδικασθείσες και απαιτήσεις κατά οφειλετών μη συνεργάσιμων κατά την έννοια της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 4224/2013 (Α΄ 288). Η παρούσα εφαρμόζεται αν ο δανειολήπτης είναι καταναλωτής κατά το άρθρο 1α του ν. 2251/1994 (Α΄ 191).
  7. Η σύμβαση πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων της παρ. 1 καταχωρίζεται στο δημόσιο βιβλίο του άρθρου 3 του ν. 2844/2000 (Α΄ 220). Συμφωνίες μεταξύ μεταβιβάζοντος ιδρύματος που αναφέρεται στην παρ. 1 και δανειοληπτών, περί ανεκχώρητου των μεταξύ τους απαιτήσεων, δεν αντιτάσσονται στον εκδοχέα. Από την καταχώριση της σχετικής σύμβασης επέρχεται η μεταβίβαση των πωλούμενων απαιτήσεων του μεταβιβάζοντος ιδρύματος. Ο εκχωρητής θεωρείται αντίκλητος του εκδοχέα για οποιαδήποτε κοινοποίηση σχετίζεται με τη μεταβιβασθείσα απαίτηση. Από την καταχώριση της σχετικής σύμβασης, οι διαχειριστές πιστώσεων αποδίδουν την εισφορά του άρθρου 1 του ν. 128/1975 (Α΄ 178), που βαρύνει τις μεταβιβαζόμενες απαιτήσεις από συμβάσεις πιστώσεων.
  8. Η αναγγελία της καταχώρισης γίνεται ατύπως προς τους οφειλέτες και τους εγγυητές από τον διαχειριστή πιστώσεων με κάθε πρόσφορο γραπτό μέσο, συμπεριλαμβανομένων και των μέσων ηλεκτρονικής επικοινωνίας. Πριν από την καταχώριση δεν αποκτώνται έναντι τρίτων δικαιώματα που απορρέουν από τη μεταβίβαση απαιτήσεων της παρ. 4. Καταβολή προς το ίδρυμα της παρ. 1, πριν από την αναγγελία, ελευθερώνει τον δανειολήπτη έναντι του μεταβιβάζοντος και των ελκόντων δικαιώματα από την εφαρμογή του παρόντος.
  9. Καταπιστευτική μεταβίβαση των απαιτήσεων της παρ. 1 δεν επιτρέπεται και οποιοσδήποτε καταπιστευτικός όρος δεν ισχύει. Επιτρέπεται η αναπροσαρμογή ή πίστωση του τιμήματος της πώλησης και η υπαναχώρηση από τη σύμβαση πώλησης κατά τους όρους της σχετικής σύμβασης και τα άρθρα 513 έως 573 του Α.Κ., με την επιφύλαξη του παρόντος.
  10. Αν η μεταβιβαζόμενη απαίτηση της παρ. 1 ασφαλίζεται με υποθήκη ή προσημείωση υποθήκης ή ενέχυρο ή άλλο παρεπόμενο δικαίωμα ή προνόμιο, το οποίο έχει υποβληθεί σε δημοσιότητα με καταχώριση σε δημόσιο βιβλίο ή αρχείο, για τη σημείωση της μεταβολής του δικαιούχου είναι απαραίτητη η καταχώριση της βεβαίωσης στο δημόσιο βιβλίο του άρθρου 3 του ν. 2844/2000 και σχετική μνεία, σε περίληψη, του εμπράγματου βάρους, του παρεπόμενου δικαιώματος ή του προνομίου. Από την καταχώριση για κάθε ενέχυρο σε σχέση με τις μεταβιβαζόμενες απαιτήσεις της παρ. 1 επέρχονται τα αποτελέσματα των άρθρων 39 και 44 του από 17.7/13.8.1923 ν.δ. (Α΄ 228).
  11. Στις περιπτώσεις πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων της παρ. 1, καθώς και σε περιπτώσεις ανάθεσης διαχείρισης, δεν χειροτερεύει η ουσιαστική και δικονομική θέση του οφειλέτη και του εγγυητή και δεν επιτρέπεται η μονομερής τροποποίηση όρου σύμβασης, καθώς και του επιτοκίου. Εάν μεταβιβάζεται απαίτηση από εξυπηρετούμενο δάνειο ή πίστωση, για την εξυπηρέτηση του οποίου έχει συμφωνηθεί κυμαινόμενο επιτόκιο, ο εκδοχέας δεν επιτρέπεται να προσδιορίσει περιθώριο, επιπλέον του επιτοκίου αναφοράς, υψηλότερο εκείνου που είχε προσδιορίσει το ίδρυμα της παρ. 1, κατά τον χρόνο καταχώρισης της μεταβίβασης, εκτός αν οι όροι που περιλαμβάνονται ή ενσωματώνονται στη δανειακή σύμβαση, προσδιορίζουν με ακρίβεια συγκεκριμένα και αντικειμενικά κριτήρια για τη μεταβολή του περιθωρίου.
  12. Το επίπεδο προστασίας που παρέχεται βάσει του ν. 4738/2020 (Α΄ 207), στους καταναλωτές και σε άλλους δανειολήπτες δεν επηρεάζεται από τη μεταβίβαση των απαιτήσεων της παρ. 1, στον αγοραστή πιστώσεων, υπό την επιφύλαξη της κείμενης νομοθεσίας περί γραμματίων και συναλλαγματικών και ιδίως, του ν. 5325/1932 (Α΄ 69).
  13. Το παρόν δεν θίγει την εφαρμογή της κείμενης νομοθεσίας αναφορικά με τα πιστωτικά μητρώα, συμπεριλαμβανομένης της εξουσίας να απαιτείται από τους αγοραστές πιστώσεων η υποβολή πληροφοριών σχετικά με τις απαιτήσεις της παρ. 1.
  14. Ο οριζόμενος διαχειριστής πιστώσεων, ή η οντότητα που αναφέρεται στις υποπερ. i) ή iii) της περ. α) της παρ. 5 του άρθρου 2 της Οδηγίας 2021/2167/ΕΕ ή η οντότητα που αναφέρεται στις υποπερ. αα) και αβ) της περ. α) της παρ. 5 του άρθρου 3 του παρόντος συμμορφώνεται, για λογαριασμό του αγοραστή πιστώσεων των απαιτήσεων της παρ. 1, με τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται στον αγοραστή πιστώσεων, ιδίως βάσει των παρ. 11 και 12 καθώς και των άρθρων 24 και 26. Αν, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία άλλων κρατών μελών, δεν έχει ορισθεί διαχειριστής πιστώσεων ή οντότητα που αναφέρεται στις υποπερ. i) ή iii) της περ. α) της παρ. 5 του άρθρου 2 της Οδηγίας 2021/2167/ΕΕ ή οντότητα που αναφέρεται στις υποπερ. αα) και αβ) της περ. α) της παρ. 5 του άρθρου 3 του παρόντος, τότε ο αγοραστής πιστώσεων με έδρα στην Ελλάδα ή ο αντιπρόσωπος που έχει ορισθεί σύμφωνα με το άρθρο 23 υπόκειται στις εν λόγω υποχρεώσεις.

 

Άρθρο 22

Ορισμός διαχειριστών πιστώσεων ή άλλων οντοτήτων

(άρθρο 18 Οδηγίας 2021/2167/ΕΕ)

  1. Αγοραστής πιστώσεων με έδρα στην Ελλάδα, ή, εφόσον συντρέχει περίπτωση, ο αντιπρόσωπος που ορίζεται στην Ελλάδα σύμφωνα με το άρθρο 23, που αναθέτει τη διαχείριση πιστώσεων σε οντότητα που αναφέρεται στις υποπερ. i) ή iii) της περ. α) της παρ. 5 του άρθρου 2 της Οδηγίας 2021/2167/ΕΕ ή οντότητα που αναφέρεται στις υποπερ. αα) και αβ) της περ. α) της παρ. 5 του άρθρου 3, ή σε διαχειριστή πιστώσεων, ενημερώνει την Τράπεζα της Ελλάδος για την ταυτότητα και τη διεύθυνση της οντότητας προς την οποία γίνεται η ανάθεση, το αργότερο κατά την ημερομηνία έναρξης άσκησης των δραστηριοτήτων διαχείρισης πιστώσεων.
  2. Κάθε φορά που ο αγοραστής πιστώσεων με έδρα στην Ελλάδα ή ο αντιπρόσωπος που ορίζεται στην Ελλάδα σύμφωνα με το άρθρο 23 αναθέτει τη διαχείριση πιστώσεων σε οντότητα διαφορετική από εκείνη που γνωστοποιήθηκε σύμφωνα με την παρ. 1, ενημερώνει σχετικώς την Τράπεζα της Ελλάδος το αργότερο κατά την ημερομηνία της εν λόγω μεταβολής και αναφέρει την ταυτότητα και τη διεύθυνση της νέας οντότητας.
  3. Η Τράπεζα της Ελλάδος, ως αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του ανωτέρω αγοραστή πιστώσεων ή αντιπροσώπου, διαβιβάζει, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής, στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους στο οποίο χορηγήθηκε η πίστωση και στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής του νέου διαχειριστή πιστώσεων τις πληροφορίες που λαμβάνει σύμφωνα με τις παρ. 1 και 2. Αντιστοίχως, η Τράπεζα της Ελλάδος, ως αρμόδια αρχή κράτους μέλους υποδοχής ή αρμόδια αρχή κράτους μέλους που χορηγήθηκε η πίστωση ή αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του νέου διαχειριστή πιστώσεων, λαμβάνει τις πληροφορίες των παρ. 1 και 2 του άρθρου 18 της Οδηγίας 2021/2167/ΕΕ από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής του αγοραστή πιστώσεων ή του αντιπροσώπου.

 

Άρθρο 23

Αντιπρόσωποι αγοραστών πιστώσεων από τρίτη χώρα

(άρθρο 19 Οδηγίας 2021/2167/ΕΕ)

  1. Εάν πραγματοποιηθεί μεταβίβαση των δικαιωμάτων πιστωτή που απορρέουν από σύμβαση πίστωσης, ο αγοραστής πιστώσεων που δεν έχει την κατοικία του ή την καταστατική του έδρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.) ή, αν σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο δεν έχει καταστατική έδρα ή τα κεντρικά του γραφεία στην Ε.Ε., ορίζει εγγράφως αντιπρόσωπο που έχει την κατοικία του ή την καταστατική του έδρα στην Ε.Ε. ή, αν σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο δεν έχει καταστατική έδρα, έχει τα κεντρικά του γραφεία στην Ε.Ε..
  2. Εφόσον ο αντιπρόσωπος της παρ. 1 ορίζεται στην Ελλάδα, η Τράπεζα της Ελλάδος απευθύνεται σε αυτόν, αντί του αγοραστή πιστώσεων ή επιπρόσθετα αυτού, ως προς όλα τα ζητήματα που αφορούν στη συνεχή συμμόρφωση με το παρόν Μέρος. Ο αντιπρόσωπος που ορίζεται στην Ελλάδα, ευθύνεται πλήρως για τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται στον αγοραστή πιστώσεων, σύμφωνα με το παρόν Μέρος.

 

Άρθρο 24

Γνωστοποίηση στις αρμόδιες αρχές της μεταβίβασης των απαιτήσεων από συμβάσεις πιστώσεων από τον αγοραστή πιστώσεων

(άρθρο 20 Οδηγίας 2021/2167/ΕΕ)

  1. Αγοραστής πιστώσεων με έδρα στην Ελλάδα ή, εφόσον συντρέχει περίπτωση, αντιπρόσωπος με έδρα στην Ελλάδα που έχει ορισθεί σύμφωνα με το άρθρο 23, που μεταβιβάζει σε νέο αγοραστή πιστώσεων ή σε νέο αντιπρόσωπο τις απαιτήσεις από συμβάσεις πιστώσεων, ενημερώνει την Τράπεζα της Ελλάδος, ως αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του, σε εξαμηνιαία βάση, τουλάχιστον σχετικά με τα ακόλουθα:

α) τον αναγνωριστικό κωδικό νομικής οντότητας (LEI) του νέου αγοραστή πιστώσεων και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, του νέου αντιπροσώπου που έχει ορισθεί σύμφωνα με το άρθρο 23 του παρόντος ή το άρθρο 19 της Οδηγίας 2021/2167/EE ή, όταν δεν υπάρχει τέτοιος αναγνωριστικός κωδικός, για τα εξής:

αα) τα στοιχεία ταυτότητας του νέου αγοραστή πιστώσεων ή, εφόσον συντρέχει περίπτωση, του νέου αντιπροσώπου που έχει ορισθεί σύμφωνα με το άρθρο 23 του παρόντος ή το άρθρο 19 της Οδηγίας 2021/2167/ΕΕ, ή των μελών του διαχειριστικού οργάνου ή του οργάνου διοίκησης του νέου αγοραστή πιστώσεων ή του νέου αντιπροσώπου και των προσώπων που κατέχουν ειδική συμμετοχή στον νέο αγοραστή πιστώσεων ή στον νέο αντιπρόσωπο, και

αβ) τη διεύθυνση του νέου αγοραστή πιστώσεων ή, εφόσον συντρέχει περίπτωση, του νέου αντιπροσώπου που έχει ορισθεί σύμφωνα με το άρθρο 23 του παρόντος ή το άρθρο 19 της Οδηγίας 2021/2167/ΕΕ,

β) το συγκεντρωτικό υπόλοιπο των απαιτήσεων από συμβάσεις πιστώσεων που μεταβιβάστηκαν,

γ) το πλήθος και το ύψος των απαιτήσεων από συμβάσεις πιστώσεων, που μεταβιβάστηκαν, και

δ) κατά πόσον η μεταβίβαση περιλαμβάνει τις απαιτήσεις από συμβάσεις πιστώσεων, που έχουν συναφθεί με καταναλωτές, και τα είδη των περιουσιακών στοιχείων που εξασφαλίζουν τις συμβάσεις πίστωσης, εφόσον συντρέχει περίπτωση.

  1. Η Τράπεζα της Ελλάδος, υπό την ιδιότητα της παρ. 1, μπορεί να απαιτεί από τους αγοραστές πιστώσεων με έδρα στην Ελλάδα ή, εφόσον συντρέχει περίπτωση, από τους αντιπροσώπους με έδρα στην Ελλάδα που έχουν ορισθεί σύμφωνα με το άρθρο 23, να παρέχουν τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παρ. 1 σε τριμηνιαία βάση, ή όποτε η Τράπεζα της Ελλάδος το κρίνει αναγκαίο, μεταξύ άλλων, για την καλύτερη παρακολούθηση μεγάλου αριθμού μεταβιβάσεων που ενδέχεται να προκύψουν κατά τη διάρκεια περιόδου κρίσης.

3. Η Τράπεζα της Ελλάδος, υπό την ιδιότητα της παρ. 1, διαβιβάζει, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, τις πληροφορίες που λαμβάνει σύμφωνα με τις παρ. 1 και 2, όσον αφορά αποκλειστικά τις απαιτήσεις από μη εξυπηρετούμενες συμβάσεις πιστώσεων, στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής και στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής του νέου αγοραστή πιστώσεων ή, εφόσον συντρέχει περίπτωση, του νέου αντιπροσώπου. Αντιστοίχως, η Τράπεζα της Ελλάδος, ως αρμόδια αρχή κράτους μέλους υποδοχής ή ως αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του νέου αγοραστή πιστώσεων ή αντιπροσώπου, λαμβάνει τις πληροφορίες των παρ. 1 και 2 από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής.