• Σχόλιο του χρήστη 'Στέργιος Μαρτίνοβιτς' | 5 Οκτωβρίου 2016, 12:43

    Η ρύθμιση περι προυποθέσεων παραδεκτού της αίτησης αναίρεσης που εισήγαγε το άρ. 12 του ν.3900/2010 έχει αποτύχει. 6 περίπου χρόνια μετά την εισαγωγή τους εκδίδονται συνεχώς αντιφατικές αποφάσεις τμημάτων, ενώ δικηγόροι και δικαστές σπαταλούν δυσανάλογο χρόνο και κόπο για να καταλήξουν εάν η άίτηση αναίρεσης ασκείται παραδεκτώς. Την ίδια στιγμή, εφετειακές αποφάσεις με πρόδηλα σφάλματα εκφέύγουν του αναιρετικού ελέγχου, διότι τα σφάλματα δεν συνιστούν ζήτηματα ερμηνείας διάταξης ή αρχής δυνάμενης να έχει ευρύτερη εφαρμογή. Συνοψίζοντας, ούτε επιτάχυνση επιτυγχάνεται (σπατάλη χρόνου στο στάδιο του παραδεκτού) ούτε ιδιαίτερη ασφάλεια δικαίου (κυμαινόμενη επί μακρόν νομολογία επί των προύποθέσεων παραδεκτού) ούτε και ο δικηγόρος αποτρέπεται αποτελεσματικά από την άσκηση αναίρεσης (πιεζόμενος θα επιχειρήσει να "πιαστεί" από κάποια τραβηγμένη νομολογία τμήματος). Μήπως λοιπόν αντί το Υπουργείο να επιχειρεί "μπαλώματα" επί μίας αποτυχημένης ρύθμισης, θα ήταν προτιμότερο να εισάγει το πολύ πιο απλό και αποτελεσματικό φίλτρο της αποδοχής των προς εκδίκαση αναιρέσων από ένα συμβούλιο δικαστών, αποφασίζον εκ των ενόντων; Το αντεπιχείρημα περί της "γκρίνιας" που θα προκαλούσε η αποδοχή ή απόρριψη κάποιων αιτήσεων, έίναι νομίζω ασθενές. Φτηνή κριτική στην χώρα της φαιδράς πορτοκαλέας θα ασκείται πάντα. Σημασία έχει να ξεμπλοκάρει το δικαστήριο από υποθέσεις που δεν θα έπρεπε να το απασχολούν, με το μικρότερο δυνατό διοικητικό κόστος.