• Σχόλιο του χρήστη 'Πελαγία Χριστονάκη' | 29 Δεκεμβρίου 2017, 15:05

    Άρθρο 5 Να σας συγχαρούμε κατ' αρχάς για την εξαιρετική πρωτοβουλία για θέσπιση της υποχρεωτικότητας σε μία σειρά διαφορών, η οποία θα συμβάλει στην αποσυμφόρηση των δικαστηρίων και στην επίσπευση απονομής της δικαιοσύνης, στην προαγωγή του δικηγορικού επαγγέλματος και του διαλόγου, στην εμπέδωση της κουλτούρας επίλυσης διαφορών χωρίς προσφυγή στη δικαιοσύνη, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την οικονομική ανάπτυξη της χώρας. Η θεωρητική προσέγγιση της "απαγορευμένης υποχρεωτικότητας" δεν έχει πράγματι νόημα, δεδομένου ότι το εθελούσιο της διαμεσολάβησης δεν αναφέρεται σε αυτήν καθ' εαυτήν τη διαμεσολάβηση αλλά στην τελική διευθέτηση της διαφοράς, η οποία αεναπόκειται στην απόλυτη διακριτική ευχέρεια των μερών. Η δυνατότητα προσφυγής στο φυσικό δικαστή είναι πάντοτε εκεί για τα εμπλεκόμενα μέρη. Επί του άρθρου θα ήθελα να κάνω κάποιες τεχνικές παρατηρήσεις: - Η υποχρεωτικότητα ως τίτλος του άρθρου δεν είναι απολύτως ακριβής, αφού στις διατάξεις του διαλμβάνονται και γενικότερες ρυθμίσεις της διαδικασίας. Ίσως θα έπρεπε οι υποθέσεις που πρέπει να υπάγονται στη Διαμεσολάβηση, της τελευταίας νοούμενης ως σταδίου προδικασίας, να αναφέρονται σε χωριστό άρθρο. - Παρ. 3 Στοιχείο Β: Δεδομένου ότι σε πολλές περιπτώσεις υφίσταται ανισορροπία δυνάμεων μεταξύ των μερών, γεγονός που αφ' εαυτό γεννά αμφιβολίες ως προς τη διαδικασία, ενώ επιπλέον δύναται να δημιουργηθούν αμφιβολίες ως προς το απόρρητο και την εμπιστευικότητα, καλό θα ήταν, προκειμένου για την διεξαγωγή της Διαμεσολάβησης με τηλεδιάσκεψη, να συμφωνούν προς τούτο άπαντα τα εμπλεκόμενα μέρη και ο Διαμεσολαβητής, ο οποίος έχει και την κύρια ευθύνη για την διεξαγωγή της, όπως ο νόμως ορίζει ιδίως ως προς τα βαικά της χαρακτηριστικά (εμπιστευτικότητα, εχεμύθεια κλπ), υπόκειται δε σε κυρώσεις σε περίπτωση παραβίασης των εν λόγω αρχών. - Παρ. 6: Το αρ. 26 παρ. 4 δεν περιγράφει δεξιότητες αλλά τυπικά προσόντα, τα οποία από μόνα τους δεν παρέχουν εχέγγυα δεξιοτήτων (π.χ. Μεταπτυχιακός τίτλων σπουδών στη Διαμεσολάβηση δεν διασφαλίζει ότι ο Διαμεσολαβητής έχει ενσυναίσθηση ή είναι καλός στις Διαπραγματεύσεις) ενώ η Κεντρική Επιτροπή δεν φέρεται από το νόμο να έχει την εξουσία αξιολόγησης των Διαμεσολαβητών. Επιπλέον, μέχρι σήμερα, ο αριθμός των Διαμεσολαβήσεων στην Ελλάδα είναι εξαιρετικά μικρός ώστε περισσότεροι από το 90% των διαπιστευμένων Διαμεσολαβητών, κατά την έναρξη ισχύος του νόμου, δεν θα έχει αποδεδειγμένο προηγούμενο συναφές έργο, παρά το γεγονός ότι μπορεί, στην περίπτωση των δικηγόρων, να εφαρμόζει τις γνώσεις και τις δξιότητες του Διαμεσολαβητή.