• Σχόλιο του χρήστη 'Λυκούργος Μηνακάκης' | 30 Δεκεμβρίου 2017, 13:54

    Γενικά: Η υποχρέωση που γεννάται με το άρθρο 5§1Α καταστρέφεται με τη διάταξη της παραγράφου 3Γ του ιδίου άρθρου. Θυμίζει έντονα τη διαδικασία της εξώδικης επίλυσης της διαφοράς του άρθρου 214 Α, που επέτυχε παταγωδώς, ακριβώς επειδή επιχειρήθηκε να επιβληθεί εν μια νυχτί. Τα μέρη θα προσέρχονται για να συμφωνήσουν ότι διαφωνούν και ότι επιθυμούν τη δικαστική επίλυση της διαφοράς τους. Θα ήταν προτιμότερο ο θεσμός να είναι προαιρετικός αλλά με ουσιαστικά κίνητρα για την επίλυση της διαφοράς (και όχι απλώς τη συμμετοχή), όπως τη μη καταβολή δικαστικού ενσήμου για τον «ενάγοντα», τη μη καταβολή τόκων για τον «εναγόμενο» κλπ. Θα ήταν χρήσιμο ο διαμεσολαβητής να αποφαίνεται για τον υπαίτιο της αποτυχίας της απόπειρας διαμεσολάβησης ώστε αυτός να «τιμωρείται», κατά τη δικαστική επίλυση της διαφοράς, για την απροθυμία του να καταλήξει σε εξώδικη συμφωνία, με την επιβολή χρηματικής ποινής, περισσότερου δικαστικού ενσήμου κλπ. Ειδικότερα: Είναι ουτοπικό να περιλαμβάνονται οι οικογενειακές διαφορές στην υποχρεωτική προσφυγή του άρθρο 5§1Α, αφού: -Αν το ζευγάρι συμφωνεί σε λύση του γάμου, προφανώς θα συμφωνεί και στα της επιμέλειας, επικοινωνίας και διατροφής ως προς τα ανήλικα τέκνα, οπότε θα επιλέγει τη συμβολαιογραφική οδό. Αν στην πορεία, μετά το πέρας ισχύς της αρχικής συμφωνίας διατροφής, διαφωνήσει ως προς το νέο ποσό διατροφής, τότε θα καταλήξει στα Δικαστήρια και άρα η προσφυγή στο θεσμό είναι ανώφελη. - Αν το ζευγάρι δε συμφωνεί στη λύση του γάμου, επειδή κυρίως δεν μπορεί να συμφωνήσει στα της επιμέλειας, επικοινωνίας και διατροφής και επιλέξει την έκδοση διαζυγίου με τη διαδικασία της διετούς διάστασης ή της αντιδικίας, τότε προφανώς δεν υπάρχει πρόσφορο έδαφος για διαμεσολάβηση. Τα αυτά ισχύουν αναλογικά και για άλλες περιπτώσεις υποχρεωτικής υπαγωγής στο θεσμό, όπως για τις διαφορές από αμοιβές, όπου ο «ενάγων», ο οποίος δεν έχει πληρωθεί για προσφερόμενες υπηρεσίες του και ο «εναγόμενος» που δεν έχει καταβάλλει την αμοιβή για τις υπηρεσίες αυτές, υποχρεούνται σε περαιτέρω έξοδα ή όπως οι διαφορές από τη σχέση οροφοκτησίας κλπ. με τις οποίες φέρονται προς διαμεσολάβηση διαφορές στις οποίες αν υπήρχε περιθώριο εξώδικης επίλυσης προφανώς και θα είχε επιτευχθεί. Αντίθετα, δεν έχουν περιληφθεί στο άρθρο 5§1Α πολλές περιπτώσεις, όπως η διανομή ακινήτων, οι διαφορές από την κοινωνία, οι κτηματολογικές διαφορές μεταξύ ιδιωτών κλπ., δηλαδή υποθέσεις που χρονίζουν και είναι πολυέξοδες στη δικαστική τους διαδικασία και θα είχε, ίσως, νόημα η υποχρεωτική απόπειρα διαμεσολάβησης, αφού ο πολίτης θα γλίτωνε και χρόνο και χρήμα. Η φράση «προ πάσης προσφυγής στο Δικαστήριο» φαίνεται να αποκλείει τη δυνατότητα προσφυγής στους θεσμούς των άρθρων 209 και 214 Β ΚΠολΔ, αφού τόσο η συμβιβαστική επέμβαση του Ειρηνοδίκη όσο και η δικαστική μεσολάβηση θεωρούνται δικαστικοί μηχανισμοί, γι’ αυτό και πρέπει να αντικατασταθεί με τη φράση «προ της καταθέσεως αγωγής ή άλλου εισαγωγικού δίκης δικογράφου» ή με τη φράση «προ της καταθέσεως ένδικου βοηθήματος». Διαδικαστικά: Η πρόβλεψη του εδαφίου β του άρθρου 5§3Α είναι τουλάχιστον αόριστη και θα δημιουργήσει ερμηνευτικά ζητήματα. Α) Ως προς τον τόπο συνεδρίασης: Φαίνεται να παρέχεται στο διαμεσολαβητή η δυνατότητα επιλογής του τόπου διεξαγωγής χωρίς δυνατότητα διαπραγμάτευσης με τα μέρη. Αυτό είναι λανθασμένο και αντίθετο με το πνεύμα της διαμεσολάβησης που είναι η συμφωνία των μερών. Παράδειγμα Α: ο διαμεσολαβητής είναι από την Αθήνα, ο «ενάγων» από την Καλαμάτα, ο «εναγόμενος» από την Τρίπολη και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους από την Κόρινθο και το Ναύπλιο αντίστοιχα. Ποιος θεωρείται τόπος της διαμεσολάβησης και με ποια λογική θα το αποφασίζει αυτό ο διαμεσολαβητής; Παράδειγμα Β: ο διαμεσολαβητής είναι από τη Θεσσαλονίκη και όλοι οι υπόλοιποι από τη Λάρισα. Πώς θα ορίσει ο διαμεσολαβητής ως τόπο συνεδρίασης την Θεσσαλονίκη, επιβαρύνοντας τους υπόλοιπους με έξοδα μετακίνησης ή με την «άψυχη» και τεχνικά ανεφάρμοστη, σε πολλές περιτπώσεις, διαδικασία της τηλεδιάσκεψης; Ο τόπος διαμεσολάβησης πρέπει να ορίζεται στο νόμο και να είναι η έδρα του κατά τόπον αρμοδίου δικαστηρίου. Το μερικότερο ζήτημα του χώρου συνεδρίασης μπορεί να συμφωνείται από τα μέρη και σε διαφωνία τους από το διαμεσολαβητή. Β)Ως προς το χρόνο συνεδρίασης: Φαίνεται και αυτός να αφήνεται στην επιλογή του διαμεσολαβητή, αφού δεν προβλέπεται ρητή δυνατότητα διαπραγμάτευσης. Αν ο διαμεσολαβητής καλέσει σε ημέρα που πχ. ο πληρεξούσιος δικηγόρος του ενός μέρους βρίσκεται σε δικαστήριο και δεν μπορεί να παρασταθεί, θα τεκμαίρεται ότι δεν προσήλθε στη διαδικασία; Προφανώς ο χρόνος διεξαγωγής θα πρέπει να είναι αποτέλεσμα συμφωνίας των μερών με το διαμεσολαβήτη. Οι τηλεδιασκέψεις είναι «άψυχες» και ξένες προς την ελληνική πραγματικότητα. Θα πρέπει να οριστεί υποχρεωτική κοινή παρουσία των μερών και του διαμεσολαβητή τουλάχιστον κατά την πρώτη και την τελευταία συνεδρίαση, ειδικά στην περίπτωση της επίτευξης συμφωνίας. Η τηλεδιάσκεψη θα πρέπει να περιοριστεί μόνο σε διαδικαστικού τύπου συνεδριάσεις, εκτός αν συμφωνήσουν αλλιώς τα μέρη.