• Σχόλιο του χρήστη 'Λυριστής Σάββας - Ζιώγα Δέσποινα' | 30 Δεκεμβρίου 2017, 23:09

    1) Η προβληματική που τίθεται στο άρθρο 5 είναι ότι για να πετύχει η διαμεσολάβηση και να καταρτιστεί συμφωνία, θα πρέπει να υπάρχει πραγματική βούληση από τα μέρη και το επίπεδο της υφιστάμενης σύγκρουσης να μην είναι ιδιαίτερα οξυμμένο. Σε όσες περιπτώσεις συντρέχουν οι προϋποθέσεις αυτές, η διαμεσολάβηση μπορεί πραγματικά και να επιλύσει τη διαφορά ταχύτατα και να επιφέρει ένα αποτέλεσμα επωφελές και για τα δυο μέρη, σε αντίθεση με τις δικαστικές αποφάσεις, όπου έχουμε σχεδόν πάντα έναν κερδισμένο και έναν χαμένο. Στις υπόλοιπες περιπτώσεις προβλέπεται να γίνεται μία αρχική τυπική συνάντηση, να συντάσσεται αμέσως πρακτικό αποτυχίας και να προσφεύγει ο ενδιαφερόμενος εν συνεχεία κανονικά στη δικαστική οδό. 2) Η επιλογή των διαφορών που υπάγονται σε υποχρεωτική διαμεσολάβηση φαίνεται να βασίζεται σε δυο κριτήρια Α) διαφορές η επίλυση των οποίων σε ηθικό, αλλά και πρακτικό έπιπεδο είναι επιθυμητό να λαμβάνει χώρα με γνώμονα τη βελτίωση των σχέσεων των μερών (οροφοκτησιας, οικογενειακές, εργατικές, κατά ιατρών κλπ) και Β) διάφορες εμπορικού - συναλλακτικού χαρακτήρα (τραπεζικές, ασφαλιστικές συμβάσεις κλπ). Ενω στην πρώτη κατηγορία η επιλογή του νομοθέτη ειναι ορθή, στη δεύτερη η επιτυχία του θεσμού είναι αμφίβολη όσον αφορά στις περιπτώσεις των τραπεζικών συμβάσεων (1Α, στοιχεία Θ και Κ). Ειδικότερα, στις περιπτώσεις αυτές η ανισορροπία ισχύος μεταξύ των μερών καθιστά δυσχερή τη διαπραγμάτευση και την επίτευξη συμφωνίας, πρόβλημα το οποίο εντείνεται από τη στιγμή που το πιο πιθανό είναι ότι από την πλευρά του πιστωτικου ιδρύματος θα συμμετέχει υπάλληλος/στέλεχος με συγκεκριμένη εξουσιοδότηση ως προς το περιεχόμενο της συμφωνίας, από την οποία δεν θα μπορεί να αποσχει, όσες τεχνικές και να εφαρμόσει ο διαμεσολαβητής. 3) Ιδιαίτερα προβληματική καθίσταται η επιλογή του νομοθέτη να εξαιρεσει την υποχρεωτική παράσταση των μερών με δικηγόρο στις καταναλωτικές διαφορές (άρθρο 5, παρ.3Α, τελευταίο εδάφιο), τη στιγμή που σε αυτού του είδους τις διαφορές υπάρχει αυξημένη ανάγκη προστασίας του ασθενέστερου μέρους - καταναλωτή. Επίσης, ζήτημα δημιουργείται στην υπαγωγή μιας διαφοράς στην έννοια της καταναλωτικής και στον συνακολουθο ελεγχο από τον διαμεσολαβητή της υποχρέωσης η μη παράστασης με δικηγόρο, λόγω της διαφορετικής έννοιας του καταναλωτή σε διαφορά εσωτερικά νομοθετήματα (πχ τελικός αποδέκτης στο ν. 2251/1994, εκτός πλαισίου επαγγελματικής δραστηριότητας στην ΚΥΑ Ζ1699/2010), αλλά και της έννοιας που του έχει αποδώσει η νομολογία στα διαφορά είδη συμβάσεων. Το εν λόγω ζήτημα καθίσταται έτι δυσχεροτερο, οταν βάλει του άρθρου 11 του σχεδίου, ο διαμεσολαβητής μπορει να μην έχει νομικές γνώσεις, με αποτέλεσμα να καθισταται παντελώς αδυνατονα ελέγξει κατά το αρχικό στάδιο εάν νόμιμα η μη παρίσταται κάποιο μέρος στη διαδικασία χωρίς δικηγόρο. Ως εκ τούτου το εδάφιο αυτό επιβάλλεται να καταργηθεί. 4) Τέλος, το ενημερωτικό έγγραφο της παρ.2, που συνιστά εκπλήρωση υποχρέωσης του πληρεξούσιου δικηγόρου και η έλλειψη του οποίου συνεπάγεται το απαράδεκτο της συζήτησης, προσομοιάζει με την προβληματική που υφίσταται για την υποχρέωση προσκόμισης γραμματίου προείσπραξης, για την οποία η νομολογία έχει κρίνει ότι αντισυνταγματικώς επιφέρει απαράδεκτο της συζήτησης. Εκ του λογου αυτού το εδάφιο αυτό ομοίως να πρέπει να απαλειφθεί.