• Σχόλιο του χρήστη 'ΕΘΝΙΚΗ ΣΥΝΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΑΤΟΜΩΝ ΜΕ ΑΝΑΠΗΡΙΑ' | 18 Οκτωβρίου 2019, 16:53

    Στο πλαίσιο της δημόσιας διαβούλευσης για το Σχέδιο Νόμου «Τροποποιήσεις Ποινικού Κώδικα, Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και συναφείς διατάξεις», η Εθνική Συνομοσπονδία Ατόμων με Αναπηρία (Ε.Σ.Α.μεΑ. -η οποία αποτελεί τον τριτοβάθμιο κοινωνικό και συνδικαλιστικό φορέα εκπροσώπησης των ατόμων με αναπηρία και των οικογενειών τους στη χώρα- λαμβάνοντας υπόψη: α) την παρ. 1 του Άρθρου 20 του Συντάγματος της χώρας, σύμφωνα με την οποία «καθένας έχει δικαίωμα στην παροχή έννομης προστασίας από τα δικαστήρια και μπορεί να αναπτύξει σ' αυτά τις απόψεις του για τα δικαιώματα ή συμφέροντά του, όπως νόμος ορίζει», β) τον ν. 4074/2012, με τον οποίο η Ελληνική Βουλή κύρωσε τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα των Aτόμων με Αναπηρίες, και πιο συγκεκριμένα τις απαιτήσεις που περιλαμβάνονται στα εξής: - στην παρ. 1β του Άρθρς 4 «Γενικές Υποχρεώσεις», σύμφωνα με την οποία: «1.β [Τα Συμβαλλόμενα Κράτη] να λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα, συμπεριλαμβανομένων και των νομοθετικών, προκειμένου να τροποποιήσουν ή να καταργήσουν τους ισχύοντες νόμους, κανονισμούς, έθιμα και πρακτικές που συνιστούν διακρίσεις κατά των ατόμων με αναπηρίες», -στην παρ. 2 του Άρθρου 5 «Ισότητα και μη διάκριση», σύμφωνα με την οποία: «Τα Συμβαλλόμενα Κράτη απαγορεύουν όλες τις διακρίσεις βάσει αναπηρίας και εγγυώνται στα άτομα με αναπηρίες ίση και αποτελεσματική νομική προστασία κατά των διακρίσεων για οποιοδήποτε λόγο», και παράγραφος 3, σύμφωνα με την οποία: «Προκειμένου να προάγουν την ισότητα και να εξαλείψουν τις διακρίσεις, τα Συμβαλλόμενα Κράτη λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα, προκειμένου να διασφαλίζουν ότι παρέχεται εύλογη προσαρμογή», - στην παρ. 1 του Άρθρου 13 «Πρόσβαση στη Δικαιοσύνη», σύμφωνα με την οποία: «1. Τα Συμβαλλόμενα Κράτη διασφαλίζουν στα άτομα με αναπηρίες την αποτελεσματική πρόσβαση στη δικαιοσύνη, σε ίση βάση με τους άλλους, συμπεριλαμβανομένης και της παροχής διαδικαστικών και κατάλληλων για την ηλικία διευκολύνσεων, προκειμένου να διευκολυνθεί ο αποτελεσματικός ρόλος τους ως άμεσων και έμμεσων συμμετεχόντων, και ως μαρτύρων, σε όλες τις νομικές διαδικασίες, συμπεριλαμβανομένων και των ανακριτικών και λοιπών προκαταρκτικών σταδίων», -στην παρ. 1 του Άρθρου 14 «Ελευθερία και Ασφάλεια του Ατόμου», σύμφωνα με την οποία: «1. Τα Συμβαλλόμενα Κράτη διασφαλίζουν ότι τα άτομα με αναπηρίες, σε ίση βάση με τους άλλους: α. απολαύουν το δικαίωμα στην ελευθερία και την ασφάλεια του προσώπου, β. δεν στερούνται την ελευθερία τους παράνομα ή αυθαίρετα και ότι οποιαδήποτε στέρηση της ελευθερίας είναι σύμφωνη με το νόμο και ότι η ύπαρξη μιας αναπηρίας δεν θα δικαιολογεί, σε καμία περίπτωση, τη στέρηση της ελευθερίας», γ) την παρ. 1 άρθρο 61, του ν. 4488/2017 (με τον οποίο θεσπίστηκαν οι «κατευθυντήριες – οργανωτικές διατάξεις υλοποίησης της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα των ατόμων με αναπηρίες»), σύμφωνα με την οποία: «1. Κάθε φυσικό πρόσωπο ή νομικό πρόσωπο δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου υποχρεούται να διασφαλίζει την ισότιμη άσκηση των δικαιωμάτων των ΑμεΑ στο πεδίο των αρμοδιοτήτων ή δραστηριοτήτων του, λαμβάνοντας κάθε πρόσφορο μέτρο και απέχοντας από οποιαδήποτε ενέργεια ή πρακτική που ενδέχεται να θίγει την άσκηση των δικαιωμάτων των ΑμεΑ. Ιδίως υποχρεούται: α) να αφαιρεί υφιστάμενα εμπόδια κάθε είδους, β) να τηρεί τις αρχές καθολικού σχεδιασμού σε κάθε τομέα της αρμοδιότητάς του ή της δραστηριοποίησής του, προκειμένου να διασφαλίζει για τα ΑμεΑ την προσβασιμότητα των υποδομών, των υπηρεσιών ή των αγαθών που προσφέρει, γ) να παρέχει, όπου απαιτείται σε συγκεκριμένη περίπτωση, εύλογες προσαρμογές υπό τη μορφή εξατομικευμένων και κατάλληλων τροποποιήσεων, ρυθμίσεων και ενδεδειγμένων μέτρων, χωρίς την επιβολή δυσανάλογου ή αδικαιολόγητου βάρους, δ) να απέχει από πρακτικές, κριτήρια, συνήθειες και συμπεριφορές που συνεπάγονται διακρίσεις σε βάρος των ΑμεΑ, ε) να προάγει με θετικά μέτρα την ισότιμη συμμετοχή και άσκηση των δικαιωμάτων των ΑμεΑ στον τομέα της αρμοδιότητας ή δραστηριότητάς του», δ) τις Τελικές Παρατηρήσεις και Συστάσεις (Concluding Observations and Recommendations) της Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες, και πιο συγκεκριμένα τις συστάσεις όπως αναφέρονται στις παραγράφους: «6. Η Επιτροπή συνιστά στο συμβαλλόμενο Κράτος, σε στενή διαβούλευση και με την ενεργό συμμετοχή των οργανώσεων των ατόμων με αναπηρία: α) Να εναρμονίσει το νομικό και διοικητικό πλαίσιο για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία…με την πλήρη ένταξη του δικαιωματικού μοντέλου της αναπηρίας στους νόμους, τους κανονισμούς και τις πρακτικές του, σε όλα τα επίπεδα κυβέρνησης και όλη την επικράτεια, σύμφωνα με τη Σύμβαση…γ) Να εξαλείψει στη νομοθεσία του την υποτιμητική γλώσσα που αναφέρεται στα άτομα με αναπηρία [6. The Committee recommends that the State party, in close consultation with and, the active involvement of organizations of persons with disabilities: a) Harmonize its legal and administrative framework on disability…by fully integrating the human rights model of disability in its laws, regulations and practices across all levels of government and territories in line with the Convention; c) Eliminate derogatory language in reference to persons with disabilities in its legislation]», «20. Η Επιτροπή συνιστά στο συμβαλλόμενο Κράτος να διασφαλίσει την αποτελεσματική πρόσβαση στη δικαιοσύνη χωρίς καμία διάκριση, με αποτελεσματικό μηχανισμό παρακολούθησης. Επιπλέον, συνιστά στο συμβαλλόμενο Κράτος να διασφαλίσει αποτελεσματική πρόσβαση στις νομικές υπηρεσίες και στη νομική βοήθεια, σε δωρεάν βοηθητικές τεχνολογίες και σε ποιοτική μετάφραση και διερμηνεία στη νοηματική γλώσσα, στη γραφή Braille, και σε άλλες εναλλακτικές μορφές, παρέχοντάς τα δωρεάν σε όλα τα στάδια των αστικών, ποινικών και διοικητικών διαδικασιών. Επίσης, συνιστά στο συμβαλλόμενο Κράτος να συνεχίσει να παρέχει επαρκή κατάρτιση στα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία σε δικαστές, δικηγόρους και στους υπαλλήλους επιβολής του νόμου, ενισχύοντας σταδιακά τις προσπάθειες του στον τομέα αυτό, και να λαμβάνει υπόψη του το Άρθρο 13 της Σύμβασης κατά την υλοποίηση του υποστόχου 16.3 των Στόχων για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη [20. The Committee recommends that the State party ensure effective access to justice without any discrimination, with an effective monitoring mechanism. It further recommends that the State party ensure effective access to legal services and cost-free legal aid, cost-free assistive technologies and quality translation and interpretation in sign language, Braille, and other alternative formats, provided free of charge at all stages of civil, criminal and administrative proceedings. It also recommends that the State party continue to provide adequate training on the rights of persons with disabilities to judges, lawyers, and law enforcement officials, progressively strengthening its efforts in this area, and to take into account article 13 of the Convention while implementing target 16.3 of the Sustainable Development Goals.]», και «22. Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες της για το δικαίωμα των ατόμων με αναπηρία στην ελευθερία και την ασφάλεια (βλέπε A/72/55, annex I), η Επιτροπή προτρέπει το συμβαλλόμενο Κράτος να καταργήσει όλους τους νόμους που επιτρέπουν την ακούσια στέρηση της ελευθερίας λόγω αναπηρίας, να τερματίσει τη χρήση αναγκαστικής θεραπείας και περιοριστικών και καταναγκαστικών μεθόδων, και να παρέχει αποτελεσματικά ένδικα μέσα για τα άτομα με αναπηρία που στερούνται την ελευθερία τους λόγω της αναπηρίας τους» [22. In line with its guidelines on the right to liberty and security of persons with disabilities (see A/72/55, annex I,), the Committee urges the State party to repeal all laws allowing for the involuntary deprivation of liberty on the basis of impairment, end the use of forced treatment, restraints and coercive methods, and provide effective remedies for persons with disabilities deprived of their liberty on the basis of impairment.] διαπιστώνει ότι το εν λόγω σχέδιο νόμου δεν εναρμονίζεται με: α) τη Σύμβαση για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες, β) το νομοθετικό πλαίσιο, όπως αυτό παρουσιάστηκε παραπάνω, και γ) τις Τελικές Παρατηρήσεις και Συστάσεις της Επιτροπής, και ως εκ τούτου αιτείται ανά άρθρο -στο σύνολο του Ποινικού Κώδικα και του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και όχι μόνο στα προτεινόμενα προς αναθεώρηση άρθρα- τα εξής: Ποινικός Κώδικας Άρθρο 34 – Ανικανότητα προς καταλογισμό Την αντικατάσταση των εννοιών «ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής ή διατάραξης της συνείδησης» από όρους που είναι συμβατοί με τη δικαιωματική προσέγγιση της αναπηρίας που κατοχυρώνεται στη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες, και όχι με έννοιες που βασίζονται στο αναχρονιστικό ιατρικό μοντέλο. Συγκεκριμένα οι έννοιες που χρησιμοποιούνται από την Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες, και έχει υιοθετήσει και το Ελληνικό αναπηρικό κίνημα, είναι άτομο με «ψυχοκοινωνική αναπηρία» (psychosocial disabilities) αντί «ψυχικής διαταραχής» και η «νοητική αναπηρία» (intellectual disabilities) αντί «διανοητικής διαταραχής». Άρθρο 35 – Υπαίτια πρόκληση ανικανότητας Την αντικατάσταση της έννοιας «κανονική ψυχιατρική κατάσταση». Η έννοια «κανονική» που χρησιμοποιείται για να ορίσει την ‘ψυχική κατάσταση’ στην οποία βρίσκεται κάποιος/κάποια είναι μια έννοια που απορρέει από το ιατρικό μοντέλο της αναπηρίας, και έχει τις ρίζες της στον 19ο αιώνα. Παρ’ όλα αυτά, τις τελευταίες δεκαετίες η έννοια αυτή έχει δεχθεί δριμεία κριτική αλλά και πλήθος ερωτημάτων για το τι είναι «κανονικό», π.χ. Τι νοείται «κανονικό» σε αυτό το πλαίσιο; Ποια κατάσταση θεωρείται ως «κανονική ψυχική κατάσταση»; κλπ. Για τον λόγο αυτό, και για να αποφευχθούν συζητήσεις περί κανονικότητας και μη-κανονικότητας, προτείνεται η αντικατάστασή της με έννοια που θα εναρμονίζεται με τη δικαιωματική προσέγγιση της αναπηρίας. Άρθρο 69 - Γενική Διάταξη | Άρθρο 69Α – Μέτρα θεραπείας ατόμων που απαλλάσσονται από την ποινή λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής | Άρθρο 70 – Διάρκεια θεραπευτικού μέτρου | Άρθρο 71 – Μέτρα θεραπείας ατόμων μειωμένου καταλογισμού λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής Να αντικαταστεί η ορολογία «ψυχική ή διανοητική διαταραχή» με την «ψυχοκοινωνική ή νοητική αναπηρία» προκειμένου να εναρμονιστεί με τη δικαιωματική προσέγγιση της αναπηρίας. Επιπρόσθετα, προβληματιζόμαστε για το εξής: Κατά πόσο το περιεχόμενο των Άρθρων 69, 69Α, 70, 71, και συγκεκριμένα τα «μέτρα θεραπείας ατόμων που πάσχουν από ψυχική ή διανοητική διαταραχή» είναι σε αρμονία με τη Σύμβαση, και πιο συγκεκριμένα με τα Άρθρα 13 «Πρόσβαση στη Δικαιοσύνη» και 14 «Ελευθερία και Ασφάλεια του Ατόμου».