• Σχόλιο του χρήστη 'Μαρία Βουρλιωτάκη' | 3 Σεπτεμβρίου 2020, 14:42

    Είμαι δικηγόρος Ηρακλείου ασχολούμενη με τον πολύπαθο νόμο των υ/χ νοικοκυριών από το έτος 2010 και παρακολουθώντας τη διαμόρφωση του με πολλές νομοθετικές προσπάθειες όλα αυτά τα έτη. Ωστόσο, καμία παρέμβαση δεν άλλαξε τη δικονομική φύση του θεσμού αυτού και δε φάνηκε να παραβιάζει το Σύνταγμα τόσο καταφώρα, όσο η επιχειρούμενη. Ας καταλάβουμε όλοι οι ασχολούμενοι με το θέμα, ότι μιλάμε για τη διαδικασία της Εκουσίας δικαιοδοσίας: διαδικασία ευέλικτη και δίδουσα τη δυνατότητα στο Δικαστή να ερμηνεύσει συμπεριφορές και κρίσεις αναλόγως των συνθηκών που επικρατούσαν κατά το χρόνο, που καλούμαστε να κρίνουμε διάφορες αποφάσεις των εμπλεκομένων. Επίσης, μία διαδικασία που του δίδει τη δυνατότητα να λάβει υπόψη του καταστάσεις, που χαρακτηρίζουν την Ελληνική κοινωνία, όπως η αδήλωτη αλλά αποδεκτή (ακόμη και από τους εργαζόμενους στο δημοσιονομικό τομέα) και σε μαύρο χρήμα πληρωμένη εργασία, η συνεισφορά και η οικονομική βοήθεια άλλων προσώπων της ευρύτερης Ελληνικής οικογένειας, το γεγονός ότι ο διορισμός σε θέση δημοσίου άνοιγε τις πόρτες για τα πάντα κλπ. Αυτά, είναι πράγματα που συγκροτούν αυτό, που εμείς οι νομικοί ονομάζουμε "εμμάρτυρη απόδειξη" και αποτελούν το θεμέλιο της αποδειξης στη δικονομία μας, η οποία τελικά και είναι η μόνη μου οδηγεί στην έκδοση αποφάσεων από τα Δικαστήρια. Τούτο, καταργείται με την ρύθμιση αυτή. Και απλά, στερείται η δυνατότητα στον οποιοδήποτε πολίτη να "πείσει" το φυσικό δικαστή του - έστω να προσπαθήσει να το κάνει- περί του ότι δικαιούται και αυτός να ευεργετηθεί από τις διατάξεις για την υπερχρέωση και να μπορέσει να επανενταχθεί στο κοινωνικό σύνολο (τουλάχισοτν αυτές τις φράσεις είχαν χρησιμοποιήσει οι προηγούμενες αιτιολογικές εκθέσεις). Για το λόγο αυτό, στη διαδικασία αυτή κατά κόρον εξετάζονταν οι ίδιοι οι αιτούντες και όχι άλλοι μάρτυρες- για να εξηγήσουν όπως μόνο αυτοί μπορούν, τις ειδικότερες συνθήκες που οδήγησαν στη χρέωση και υπερχρεωση τους και οι οποίες από καμία αλλαγή του νόμου, δεν είχαν κριθεί αναγκαίο να περιγράφονται στο σώμα της αίτησης. Δυστυχώς, η επιχειρούμενη τροποποίηση στερεί τις διατάξεις από οποιαδήποτε νομική προσέγγιση- κάνοντας τις απολύτως τεχνικές. Χρήση πλατφόρμας- συμπλήρωση πεδίων- στοπ. Κάπου εκεί μπαινει και ένας Ερηνοδίκης, ο οποίος απλά θα απορρίπτει- αφού με βάση τα εκκαθαριστικά 3 ετών προ της πρώτης δανειοδότησης- δεν υπήρχε η δυαντότητα αυτής. Ναι μεν αλλά? ΟΧΙ! Η δυνατότητα της έφεσης- ανύπαρκτη. Μέσα σε τρεις μήνες, με αποφάσεις να εκδίδοναι η μία μετά την αλλη, πόσο εύκολα μπορεί κάτι να παραπέσει και να ξεχαστεί? Η ο δανειολήπτης να μην έχει τη δυνατότητα να υποστηρίξει οικονομικά άμεσα την άσκηση της έφεσης? Και μήπως υπάρχει ένας Κώδικας, που άλλα ορίζει? Ναι, υπάρχουν οι στρατηγικοί κακοπληρωτές και ζουν αναμεσα μας. Υπάρχουν και αυτοί που κάνουν μία αίτηση, την αναβάλουν 1-2 φορές και μετά παραιτούνται και απλά απασχολούν τη Δικαιοσύνη. Υπάρχει όμως και πλήθος άλλων ανθρώπων, που περιμένουν με αγωνία μια θετική απόφαση για να εξέλθουν από το φαύλο κύκλο της υπερχρέωσης. Και υπάρχουν, όσο κι αν κάποιοι δεν το θέλουν, ακόμη τα Ελληνικά Δικαστήρια. Που και κρίση έχουν και υπαλλήλους. Κάντε επαναπροσδιορισμούς οίκοθεν. Η πανδημία μας έδειξε εύκολα πώς μπορούμε άκοπα και ανέξοδα να το κάνουμε. Ας θεσπιστεί διάταξη να μη χορηγείται δεύτερη αναβολή. Ας οριστούν περισσότεροι δικάσιμοι για να δικαστούν πιο γρήγορα οι υποθέσεις. Αλλά ας περιφρουρήσουμε τη δυνατότητα του πολίτη να προσφεύγει στο φυσικό Δικαστή του με εχέγγυα. Είναι ίσως το μόνο που μας έμεινε