• Σχόλιο του χρήστη 'ΕΝΩΣΗ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΩΝ ΚΑΙ ΔΑΝΕΙΟΛΗΠΤΩΝ' | 11 Σεπτεμβρίου 2020, 16:42

    Οι ευρωπαϊκές επιταγές για επιτάχυνση της εκδίκασης των εκκρεμών υποθέσεων του Ν. 3869/2010 (Ν. Κατσέλη), αφού απέκτησαν - πρώτη φορά - σάρκα και οστά με την υπογραφή του τρίτου Μνημονίου (Ν. 4336/2015), ξεκίνησαν να απασχολούν το Υπουργείο Δικαιοσύνης ως προς τη διερεύνηση των τρόπων εφαρμογής τους. Με βάση το, τότε, νομοθετικό πλαίσιο, όλες οι υποθέσεις που εκκρεμούσαν στις 14-08-2015, ήτοι δεν είχαν μέχρι τότε εκδικασθεί και δεν είχε επέλθει προδικαστικός ή δικαστικός συμβιβασμός και οι οποίες είχαν προσδιορισθεί προς εκδίκαση για το διάστημα από 01-01-2019 και εντεύθεν, θα έπρεπε, με επιμέλεια των γραμματειών των Ειρηνοδικείων, να επαναπροσδιορισθούν προς εκδίκαση σε δικασίμους μέχρι τις 31-12-2018, δίνοντας - ορθώς - και ένα μικρό χρονικό περιθώριο στους διαδίκους να αιτηθούν προαιρετικά τον επαναπροσδιορισμό της δικασίμου της αιτήσεώς τους, περιθώριο το οποίο, ατυχώς, δε διατηρήθηκε στο διηνεκές από την εφαρμογή της ανωτέρω διατάξεως και έπειτα. Ως είχε επισημανθεί και τότε, η συγκεκριμένη ρύθμιση ήταν καταδικασμένη να αποτύχει, κυρίως λόγω της έλλειψης υλικοτεχνικής υποδομής και επαρκών αιθουσών που θα επέτρεπαν την παράλληλη εκδίκαση υποθέσεων, της υποστελέχωσης των Περιφερειακών Ειρηνοδικείων, τόσο σε επίπεδο Δικαστών όσο και σε επίπεδο γραμματέων, αλλά και εξαιτίας των ήδη βεβαρημένων πινακίων εκδίκασης. Το εν λόγω εγχείρημα, με εξαίρεση το Ειρηνοδικείο Αθηνών που πράγματι επέτυχε την πλήρη συμμόρφωση προς τις ανωτέρω επιταγές και την πλήρη εκκαθάριση παλαιών υποθέσεων του Νόμου Κατσέλη και μάλιστα με ιδιαίτερα ομαλή και ευέλικτη προσαρμογή πινακίων, απέτυχε παταγωδώς, καθώς η εφαρμογή του είτε - σε κάποια Ειρηνοδικεία - ουδόλως έλαβε χώρα, είτε - σε κάποια άλλα - υλοποιήθηκε μόνο τύποις, με υπερφόρτωση των ήδη υπαρχόντων πινακίων, που εν τέλει οδήγησε σε αναβολές υποθέσεων λόγω ωραρίου και νέες καθυστερήσεις, μη επιλύοντας το πρόβλημα. Με το μανδύα της συμμόρφωσης προς το άρθρο 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ για την εύλογη διάρκεια της δίκης και με πραγματικό σκοπό την μεταφορικώς και κυριολεκτικώς εκκαθάριση των ήδη εκκρεμών αιτήσεων του Ν. 3869/2010, συστάθηκε με την ΥΑ 93724/φ.335/19.12.2019 Ομάδα Εργασίας με αντικείμενο τη μελέτη και την πρόταση λύσεων επί του δικονομικού πλαισίου εκδίκασης των διαφορών του ν. 3869/2010 «Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων και άλλες διατάξεις» και την εναρμόνιση προς στις επιταγές της παρ.1 του άρθρου 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, για την εύλογη διάρκεια της δίκης και την αποτελεσματικότητα της έννομης προστασίας. Με μία ανάλυση του περιεχομένου του υπό διαβούλευση νομοσχεδίου, διαπιστώνεται ευχερώς, ότι: • Επιχειρείται η μετακύληση της ευθύνης για την επίσπευση των εκκρεμών υποθέσεων από τις κατεξοχήν αρμόδιες γραμματείες των Ειρηνοδικείων στον ίδιο τον/την αιτούντα/σα και κατά συνέπεια στον πληρεξούσιο Δικηγόρο του (αρ. 4α παρ. 3), με ασφυκτικά και εν πολλοίς αδύνατα και ουτοπικά χρονοδιαγράμματα, τα οποία μάλιστα είναι περιπτωσιολογικά, ανάλογα με την ημερομηνία κατάθεσης και όχι με την ημερομηνία προσδιορισμένης συζήτησης των ένδικων αιτήσεων (αρ. 4α παρ. 6) : 6. Οι αιτήσεις επαναπροσδιορισμού κατατίθενται επί ποινή απαραδέκτου μέσα στις ακόλουθες προθεσμίες: α) Προκειμένου για αιτήσεις ρύθμισης οφειλών, που κατατέθηκαν μέχρι και τις 31.12.2014, από την 1η.10.2020 έως και την 15η.11.2020. β) Προκειμένου για αιτήσεις ρύθμισης οφειλών, που κατατέθηκαν από 1ης.1.2015 έως και 30.6.2015, από την 1η.10.2020 έως και την 30η.11.2020. γ) Προκειμένου για αιτήσεις ρύθμισης οφειλών, που κατατέθηκαν από 1ης.7.2015 έως και 31.12.2015, από την 1η.10.2020 έως και την 15η.12.2020 δ) Προκειμένου για αιτήσεις ρύθμισης οφειλών, που κατατέθηκαν από 1ης.1.2016 έως και 30.6.2016, από την 1η.10.2020 έως και την 31η.12.2020. ε) Προκειμένου για αιτήσεις ρύθμισης οφειλών, που κατατέθηκαν από 1ης.7.2016 έως και 31.12.2016, από την 1η.10.2020 έως και την 15η.1.2021. στ) Προκειμένου για αιτήσεις ρύθμισης οφειλών, που κατατέθηκαν από 1ης.1.2017 έως και 30.6.2017, από την 1η.10.2020 έως και την 31η.1.2021. ζ) Προκειμένου για αιτήσεις ρύθμισης οφειλών, που κατατέθηκαν από 1ης.7.2017 έως και 31.12.2017, από την 1η.10.2020 έως και την 15η.02.2021. η) Προκειμένου για αιτήσεις ρύθμισης οφειλών, που κατατέθηκαν από 1ης.1.2018 έως και 30.6.2018, από την 1η.10.2020 έως και την 1η.03.2021. θ) Προκειμένου για αιτήσεις ρύθμισης οφειλών, που κατατέθηκαν από 1ης.7.2018 έως και 31.12.2018, από την 1η.10.2020 έως και την 15η.03.2021. ι) Προκειμένου για αιτήσεις ρύθμισης οφειλών, που κατατέθηκαν από 1ης.1.2019 και μετά, από την 1η.10.2020 έως και την 31η.03.2021. Δε γνωρίζουμε εάν η μετακύλιση του πρόσθετου βάρους του επαναπροσδιορισμού της συζήτησης των εκκρεμών υποθέσεων από τις γραμματείες των Δικαστηρίων στους δικηγόρους αποτελεί μία παραδοχή αποτυχίας της πρώτης προσπάθειας επίσπευσης των εκκρεμών υποθέσεων, αλλά σε κάθε περίπτωση συνιστά μία πρωτάκουστα αντιδικονομική διαδικασία, η οποία ουδόλως συνάδει με τη φύση και τον χαρακτήρα του δικηγορικού λειτουργήματος και για το λόγο αυτό οφείλει να απαλειφθεί από το εν λόγω σχέδιο νόμου. Στο σημείο αυτό πρέπει να τονισθεί ότι η αποτυχία της πρώτης φάσης επίσπευσης που θεσμοθετήθηκε στις 14-08-2015 οφείλεται όχι στην μη συμμόρφωση των γραμματειών των Δικαστηρίων, αλλά, κυρίως, στην αδυναμία, χωρική και αριθμητική, εκδίκασης πολλαπλών υποθέσεων του ν. 3869/2010, οι οποίες συνέπεσαν με την αύξηση της ύλης των Ειρηνοδικείων. Ως εκ τούτου, προτείνεται η διατήρηση της αρμοδιότητος επαναπροσδιορισμού των εν λόγω δικασίμων από τις κατά τόπο γραμματείες των Ειρηνοδικείων και, σε κάθε περίπτωση, η μετατροπή της καταληκτικής για επαναπροσδιορισμό ημερομηνίας δικασίμου, από την 15η-6-2021 στην 15η-6-2022, δίνοντας τον απαραίτητο χρόνο στις αρμόδιες γραμματείες να φέρουν σε πέρας αποτελεσματικά και χωρίς σφάλματα τη σχετική νομοθετική επιταγή. • Εισάγεται αντισυνταγματικό απαράδεκτο των αιτήσεων που δε θα επαναπροσδιοριστούν εντός των ανωτέρω προθεσμιών και καταργείται η ισχύς προσωρινών διαταγών με Νόμο, γεγονός δικονομικά εσφαλμένο. • Καταργείται εν μέρει η αρχή της προφορικότητας της διαδικασίας (άρθρο 115 παρ. 2 ΚΠολΔ) και ο χαρακτηρισμός της εκδίκασης των εν θέματι υποθέσεων ως «μη γνήσια εκουσία δικαιοδοσία» (αρ. 4α παρ. 12). «12. Μέσα σε εξήντα (60) ημέρες από την κατάθεση της αίτησης επαναπροσδιορισμού οι διάδικοι οφείλουν να καταθέσουν τις προτάσεις και να προσκομίσουν όλα τα αποδεικτικά μέσα και τα διαδικαστικά έγγραφα που επικαλούνται με αυτές. Μέσα στην ίδια προθεσμία κατατίθενται τα αποδεικτικά επίδοσης της αίτησης επαναπροσδιορισμού και της αίτησης ρύθμισης οφειλών, καθώς και τα πιστοποιητικά για τη διενέργεια των κοινοποιήσεων μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας. Σε όσα δικαστήρια έχουν ενταχθεί στο Ολοκληρωμένο Σύστημα Διαχείρισης Δικαστικών Υποθέσεων για την Πολιτική και Ποινική Διαδικασία (ΟΣΔΔΥ-ΠΠ) η κατάθεση μπορεί να ενεργείται ηλεκτρονικά και ο φάκελος της δικογραφίας να τηρείται σε ηλεκτρονική μορφή.» Η ανωτέρω μεταρρύθμιση συνίσταται ουσιαστικά στην εφαρμογή του δικονομικού προτύπου της νέας τακτικής διαδικασίας του ν. 4335/2015 με την κάμψη της υποχρεωτικής προφορικότητας και την καθιέρωση της κατ’ εξαίρεση διαδικασίας εμμάρτυρης απόδειξης. Πλην όμως, εν προκειμένω, στις υποθέσεις του ν. 3869/2010, η εμμάρτυρη απόδειξη ή ανωμοτί κατάθεση του αιτούντος διαδίκου, σε πολλές περιπτώσεις οδηγούσε σε μία πιο ασφαλή δικαστική κρίση, δεδομένων των πραγματικών περιστατικών που ήταν αδύνατο να αποδειχθούν αποκλειστικά εξ εγγράφων. Σημειώνεται δε, ότι παρά την εφαρμογή του προτύπου της νέας τακτικής, το οποίο οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι μέχρι και σήμερα ουδόλως έχει συμβάλει στην ταχύτερη έκδοση δικαστικών αποφάσεων, προτείνεται μία ακόμα πιο ασφυκτική προθεσμία κατάθεσης προτάσεων, αυτή των εξήντα (60) αντί των εκατό (100) ημερών, γεγονός που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την κατά κανόνα μεγαλύτερη αποδεικτική δυσκολία των υποθέσεων του ν. 3869/2010 εν σχέσει με τις υποθέσεις της νέας τακτικής διαδικασίας. Στο σημείο αυτό, δεν πρέπει να διαλάθει της προσοχής ότι για λόγους περαιτέρω απόδειξης, είναι αρκετά πιθανό ένας μεγάλος όγκος υποθέσεων να εξετασθεί και προφορικώς στο ακροατήριο, καταργώντας στην πράξη την επιτάχυνση που προσδοκούσε ο νομοθέτης με την εν λόγω διάταξη. Προτείνεται η διατήρηση της αρχής της προφορικότητας στην εκδίκαση των υποθέσεων του ν. 3869/2010, άλλως - και εφόσον κάτι τέτοιο δεν είναι πολιτικά εφικτό - η επιμήκυνση της προθεσμίας των εξήντα (60) ημερών, στις εκατό (100) ημέρες, κατά τα πρότυπα της νέας τακτικής διαδικασίας. • Εισάγονται προαπαιτούμενα έγγραφα, η ratio των οποίων είναι καθαρά ετεροβαρής (αρ. 4α παρ. 13). 13. Με την επιφύλαξη του τελευταίου εδαφίου της παρούσας, ο αιτών προσκομίζει τα ακόλουθα έγγραφα με τις προτάσεις του: (α) Βεβαίωση υποβολής αίτησης επαναπροσδιορισμού, η οποία χορηγείται αυτοματοποιημένα από την ηλεκτρονική πλατφόρμα. (β) Αντίγραφα εκκαθαριστικών σημειωμάτων η πράξεις διοικητικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος, της αρμόδιας Δ.Ο.Υ., που καλύπτουν διάστημα τριών (3) ετών πριν από τη λήψη του πρώτου χρονικά δανείου, του οποίου ζητείται η ρύθμιση με την αίτηση ρύθμισης οφειλών, καθώς και όλο το διάστημα μέχρι την κατάθεση των προτάσεων. (γ) τις εκδοθείσες δηλώσεις/πράξεις προσδιορισμού Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝ.Φ.Ι.Α.) των τελευταίων πέντε (5) ετών. Η τελευταία εκδοθείσα δήλωση/πράξη προσδιορισμού Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝ.Φ.Ι.Α.) πρέπει να συνοδεύεται κατά περίπτωση είτε από υπεύθυνη δήλωση ότι δεν έχει υποβληθεί δήλωση στοιχείων ακινήτων (Ε9) μετά από αυτήν είτε από την υποβληθείσα, μετά την έκδοση της δήλωσης/πράξης προσδιορισμού Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝ.Φ.Ι.Α.), δήλωση στοιχείων ακινήτων (Ε9). Τα έγγραφα των περ. α’ έως και δ’ προσκομίζονται από τον αιτούντα και για τον/την σύζυγό του, καθώς επίσης και για τα ανήλικα τέκνα του με περιουσία. Ο νομοθέτης και στο παρελθόν απαίτησε ένα ελάχιστο περιεχόμενο και μία λίστα προαπαιτούμενων εγγράφων, ποτέ άλλοτε όμως άσχετων με την επικαιροποίηση των οικονομικών, προσωπικών και περιουσιακών στοιχείων του αιτούντα και με αποκλειστικό γνώμονα την τεκμηρίωση ή μη της ένστασης δόλιας περιέλευσης του αιτούντα σε κατάσταση αδυναμίας πληρωμών. Το ίδιο, εξάλλου, αίσθημα ανισότητας όπλων θα προκαλούσε και η αντίθετη περίπτωση, που επί παραδείγματι ο νομοθέτης στα έγγραφα που απαιτούσε για την παραδεκτή υποβολή, αγνοούσε πλήθος χρήσιμων και ευχερώς προσβάσιμων εγγράφων και απαιτούσε από τον τραπεζικό φορέα να προσκομίζει επί ποινή απαραδέκτου το σύνολο των χρεωπιστώσεων του ενταγμένου δανείου, την εγκριτική απόφαση και τα εισοδήματα που αυτή έλαβε υπόψιν της, καθώς και το σύνολο της αλληλογραφίας μεταξύ τράπεζας και δανειολήπτη τα χρόνια της κρίσης, προκειμένου να σχηματίσει ο Δικαστής ορθότερη άποψη περί του γενικότερου προφίλ του. Η υποχρέωση προσκόμισης των εκκαθαριστικών σημειωμάτων τριών (3) ετών προ της έναρξης της δανειοδότησης αποτελεί μία επικίνδυνη ατραπό της όλης διαδικασίας, καθώς το taxisnet διατηρεί φορολογικά στοιχεία από το οικονομικό έτος 2002 και εντεύθεν, με αποτέλεσμα πιθανή υποχρέωση προσκόμισης προγενέστερων ετών να απαιτεί αυτοπρόσωπη παρουσία του αιτούντα στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. με ελάχιστες πιθανότητες επιτυχίας, γεγονός που θα οδηγήσει σε απόρριψη εκατοντάδες αιτήσεις. Εν όψει των ανωτέρω, η υποχρέωση προσκόμισης των εν λόγω εκκαθαριστικών σημειωμάτων πρέπει να διαγραφεί. Το αυτό ισχύει και για τα Ε9 και τα ΕΝΦΙΑ πενταετίας, έγγραφα στα οποία μέσω της άρσης φορολογικού και τραπεζικού απορρήτου, έχουν ούτως ή άλλως πρόσβαση οι πιστωτές. • Προβαίνει σε μία άνευ προηγούμενου αποδυνάμωση της δικαστικής προστασίας των δανειοληπτών, ειδικά στη δυνατότητα πρόσβασης στον δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας (αρ. 4α παρ. 26). «26. Ένδικα μέσα και βοηθήματα που ασκούνται κατά των αποφάσεων, οι οποίες εκδίδονται κατ’ εφαρμογή του παρόντος, δικάζονται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 739 επ. ΚΠολΔ. Έφεση ασκείται μέσα στην προθεσμία της παρ. 1 του άρθρου 518 ΚΠολΔ, άλλως μέσα σε προθεσμία τριών (3) μηνών από τη δημοσίευση της απόφασης.». Το εν λόγω άρθρο πρέπει να διαγραφεί, χωρίς ιδιαίτερες εξηγήσεις, ενώ αποτελεί όνειδος και μόνο το γεγονός ότι κατόρθωσε να περιληφθεί σε κείμενο προτεινόμενων διατάξεων εναρμόνισης της ελληνικής έννομης τάξης στο άρθρο 6 παρ. 1 της Ε.Σ.Δ.Α. Προσβάλλει τις γενικές διατάξεις του ΚΠολΔ, δημιουργεί τρομακτικές ανισότητες μεταξύ διαδίκων που έχουν υποβάλει αίτηση στην ίδια διαδικασία - όσες υποθέσεις έχουν προσδιορισθεί προς εκδίκαση και εκδικασθούν μέχρι την 15η -06-2021, εφεσιβάλλονται εντός δύο (2) ετών από τη δημοσίευση της απόφασης, άλλως εντός ενός (1) μηνός από την κοινοποίησή της, ενώ όσες εκδικασθούν μετά εφεσιβάλλονται εντός τριών (3) μηνών από τη δημοσίευση της απόφασης, άλλως εντός ενός (1) μηνός από την κοινοποίησή της -, υποχρεώνει διαδίκους και δικηγόρους στα αδύνατα, καθώς με τα δεδομένα της covid εποχής η πρόσβαση στα Δικαστήρια είναι περιορισμένη, η παραλαβή σχετικών γίνεται κατά παραγγελία, η αποστολή των αποφάσεων μπορεί να διαρκέσει έναν (1) και πλέον μήνα και η κατάθεση εφέσεων γίνεται με Αριθμό Μητρώου Συλλόγου ή με τον λήγοντα του γραμματίου προκαταβολής εισφορών και ενσήμων. Με τις απαραίτητες διορθωτικές κινήσεις που συνίστανται κυρίως : α) στην ολική κατάργηση της παραγράφου 26 και της καταχρηστικής προθεσμίας προσβολής της εκδοθησομένης απόφασης εντός τριών (3) μηνών από τη δημοσίευσή της, β) στη διατήρηση της αρχής της προφορικότητας, άλλως στην αντικατάσταση της προθεσμίας της παραγράφου 12 από τις εξήντα (60) ημέρες, στις εκατό (100) ημέρες, γ) στην επαναφορά της ευθύνης επίσπευσης στις γραμματείες των Δικαστηρίων, δ) στην αντικατάσταση της καταληκτικής ημερομηνίας εκδίκασης για τις εκκρεμείς αιτήσεις του νόμου Κατσέλη, που υπάγονται στις ανωτέρω διατάξεις, από την 15η-06-2021 στην 15η -06-2022, ε) στην παροχή περισσότερου χρόνου για την ολοκλήρωση της διαδικασίας επίσπευσης, με χρόνο εκκίνησης την 01η -01-2021 και χρόνο ολοκλήρωσης την 31η-07-2021, αποφεύγοντας τις περιπτωσιολογικές αναφορές της παραγράφου 6, που θα δημιουργήσουν σύγχυση και πιθανό απαράδεκτο σε αρκετές εκκρεμείς αιτήσεις και στ) στην αντικατάσταση των εγγράφων των παραγράφων 13β και 13γ με τη φράση "έγγραφα για την επικαιροποίηση των προσωπικών, οικονομικών και περιουσιακών στοιχείων του αιτούντος", το όλο εγχείρημα θα μπορούσε να παράξει τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα με τις μικρότερες δυνατές απώλειες και αντιδράσεις ως προς τη συνταγματικότητα της εν θέματι ρύθμισης, αποφεύγοντας την επιφόρτιση των δικηγόρων με μία καθαρά γραμματειακή διαδικασία και ισορροπώντας μεταξύ των αντικρουόμενων συμφερόντων πιστωτών και δανειοληπτών. Η "Ένωση Καταναλωτών και Δανειοληπτών" είναι αναγνωρισμένη καταναλωτική ένωση με Α.Μ 39/21-12-2010