• Όποιος δηλώσει εξαρτημένος χρήστης μπορεί να καλλιεργεί κάνναβη και να κάνει χρήση σε δημόσιο χώρο ατιμώρητος, ενώ έχει ευνοϊκότερη μεταχείριση σε περιπτώσεις διακίνησης! Όμως επειδή συνήθως ο εξαρτημένος χρήστης ΔΕΝ χρειάζεται κάνναβη, αλλά την εξαρτησιογόνα ουσία του, ανοίγει ένα παράθυρο στο νόμο σε τοξικοεξαρτημένους χρήστες που θα μπορούν να καλλιεργούν κάνναβη για να την πουλήσουν και να αγοράσουν ηρωίνη χωρίς νομικές επιπλοκές. Ευτυχώς του επιτρέπουν στον τοξικοεξαρτημένο να κάνει δημόσια χρήση, μιας και συχνά είναι άστεγος! Από τα θετικά ότι η διακίνηση γίνεται ελαφρύ πλημμέλημα, αλλά μόνο για τον σωματικά εξαρτημένο. Ο ψυχολογικά εξαρτημένος χρήστης κάνναβης, που είναι και σωματικά ακίνδυνη ουσία, εξακολουθεί να τιμωρείται όπως πριν. Από τα θετικά σημεία επίσης ότι θεσπίζονται και άλλα αποδεικτικά μέσα- τεκμήρια, ισότιμα με την έκθεση πραγματογνωμοσύνης, για την διάγνωση της εξάρτησης του κατηγορούμενου. Ακολουθεί η σύνοψη της κριτικής του νομοσχεδίου ενώ το αναλυτικό κείμενο της κριτικής είναι διαθέσιμο στην ιστοσελίδα μας http://www.iliosporoi.net Αποποινικοποίηση της χρήσης αλλά εξάρτηση από το παράνομο εμπόριο Σύνοψη: Το προτεινόμενο σχέδιο νόμου για τον νέο “Κώδικα Ναρκωτικών” είναι ένα πρώτο βήμα εξορθολογισμού της ελληνικής πολιτικής περί “ναρκωτικών” ουσιών, αφού αποποινικοποιείται η κατοχή και προμήθεια ουσιών για προσωπική χρήση (άρα και η ίδια η χρήση), ενώ ταυτόχρονα μειώνονται οι ποινές για καλλιέργεια φυτών κάνναβης -για προσωπική χρήση- (από πλημμέλημα σε πταίσμα), καθώς και οι ποινές διακίνησης. Παράλληλα, κατοχυρώνεται το δικαίωμα του τοξικοεξαρτημένου χρήστη στην θεραπεία- απεξάρτηση. Με μια πρώτη ματιά φαίνεται ο στόχος της Πολιτείας να αποσυμφορηθεί το σωφρονιστικό σύστημα και να εξοικονομηθούν Αστυνομικοί και Δικαστικοί πόροι. Με μια πιο προσεχτική ανάγνωση όμως βλέπουμε ότι ενώ γίνεται μια προσπάθεια να μην θεωρείται ο χρήστης εγκληματίας (με την αποποινικοποίηση της χρήσης- προμήθειας- κατοχής), δεν γίνεται η ίδια προσπάθεια για να καταπολεμηθεί ή να ρυθμιστεί το παράνομο εμπόριο και να απεξαρτηθεί ο χρήστης από αυτό. Είναι υποκριτικό και παράλογο, ιδιαίτερα για τους καταναλωτές κάνναβης που αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο ποσοστό χρηστών, να είναι νόμιμο να κατέχουν και να προμηθεύονται μια μικρή ποσότητα από ένα διακινητή, ενώ παράνομο να καλλιεργούν για ιδία κατανάλωση. Θα τρίβουν τα χέρια τους οι έμποροι και τα κυκλώματα που τους συντηρούν, καθώς ο χρήστης θα προτιμά να προμηθεύεται μια μικρή ποσότητα από τη μαύρη αγορά, αφού θα έχει λιγότερες συνέπειες από ότι αν καλλιεργήσει. Με αυτό το τρόπο διαιωνίζεται το πρόβλημα, το κράτος ενθαρρύνει την προμήθεια από τη μαφία, και η κάνναβη παραμένει στη μαύρη αγορά χωρίς κανένα έλεγχο πάνω στη παραγωγή και τη διάθεσή της, χωρίς καμία πρόβλεψη για μείωση της βλάβης. Έτσι το μόνο που μένει στους Έλληνες χρήστες κάνναβης είναι να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους και να καλλιεργήσουν μαζικά για ιδία κατανάλωση, συμβάλλοντας αυτόκλητα στη μάχη ενάντια στο οργανωμένο έγκλημα, τη μαφία και τους εμπόρους. Επιπλέον, επειδή δεν προσδιορίζονται τα όρια ποσότητας της κάθε επί μέρους ναρκωτικής ουσίας [1] (όπως είχαν προσδιοριστεί από το άρθρο 15 του νόμου 3727/2008 [2]), αλλά και ο αριθμός φυτών κάνναβης που δικαιολογούν τη προσωπική χρήση, ο εισαγγελέας (ή χειρότερα ο δικαστής) θα πρέπει να λαμβάνει αυτή την απόφαση (διαχωρισμός χρήστη- εμπόρου), βάση υποκειμενικών κριτηρίων. Επομένως όποιος συλλαμβάνεται ακόμη και με σχετικά μικρές ποσότητες στη κατοχή του, δυνητικά θα εξακολουθεί να περνάει νομικές περιπέτειες, αφού η αστυνομία δεν θα έχει στη διάθεσή της το αντικειμενικό κριτήριο αθωότητας (μέγιστη ποσότητα που δικαιολογεί προσωπική χρήση) με ότι συνεπάγεται αυτό (περαιτέρω συμφόρηση πλημμελειοδικείων, χαμένος χρόνος και δαπάνες για αστυνομικούς και δικαστές, έξοδα δικηγόρων, ταλαιπωρία χρηστών). Επίσης, δεν υπάρχει σαφές πλαίσιο διαχωρισμού διακινητή και εμπόρου, με ότι συνεπάγεται αυτό για την εκμετάλλευση του διακινητή από τον έμπορο. Αν και γίνεται μια προσπάθεια ελαστικοποίησης και μείωσης των ποινών διακίνησης, για να αποσυμφορηθούν τα σωφρονιστικά ιδρύματα, η Ελλάδα εξακολουθεί να έχει από τα αυστηρότερα πλαίσια ποινών για τους διακινητές, πολύ πιο αυστηρά από τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο. Η έκδοση της Απόφασης – πλαίσιο του Συμβουλίου της 25ης Οκτωβρίου 2004 (2004/757/ΔΕΥ) [3] προβλέπει όρια ποινών, για τα βασικά εγκλήματα διακίνησης ναρκωτικών που είναι αισθητά χαμηλότερα από τα αντίστοιχα της ελληνικής νομοθεσίας, ακόμη και από τις μειωμένες ποινές που προτείνονται από αυτό το νομοσχέδιο. Το νομοσχέδιο χαρακτηρίζεται επίσης από εισπρακτικού χαρακτήρα διατάξεις (για την δημόσια χρήση ουσιών και την αυτοκαλλιέργεια κάνναβης για προσωπική χρήση), οι οποίες θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε ένα παράλογο κυνήγι συλλήψεων για εισπρακτικούς λόγους εν καιρό κρίσης, αλλά και από ασαφή πλαίσια ποινών που έγκειται στην ερμηνεία του εισαγγελέα (ή του δικαστικού) για το εύρος και τον χαρακτήρα τους. Οι ουσίες δεν αντιμετωπίζονται με βάση την επικινδυνότητα τους, αφού δεν λαμβάνεται υπόψη ο βαθμός βλαπτικότητας της κάθε ναρκωτικής ουσίας και ιδιαίτερα η κατηγορία στην οποία ανήκει, ενώ αναπαράγει δυστυχώς την ακατάληπτη κατηγοριοποίηση των ουσιών του νόμου 3459/2006 [4], αν και ο νέος ορισμός του άρθρου 1 αναγνωρίζει ότι διαφορετικές ουσίες, με διαφορετική επικινδυνότητα (χημική δομή και δράση στο κεντρικό νευρικό σύστημα) προκαλούν διαφορετική βλάβη (εξάρτηση διαφορετικής φύσης και ποικίλου βαθμού) στον χρήστη. Πολύ σημαντικό και απογοητευτικό το γεγονός ότι δεν γίνεται καμία αναφορά ή διάκριση σε ότι αφορά την απελευθέρωση της καλλιέργειας κλωστικής κάνναβης για βιομηχανικούς σκοπούς, καθώς και την θεραπευτική- ιατρική- διατροφική χρήση της κάνναβης. Τέλος σε ότι αφορά τους εξαρτημένους χρήστες υπάρχουν μερικές ευνοϊκές διατάξεις που κατοχυρώνουν το δικαίωμα στη θεραπεία (απεξάρτηση), αν και το τελικό αποτέλεσμα απέχει πολύ από τις διεθνείς καλές πρακτικές και εμπειρία. Με το παρόν νομοσχέδιο δεν ενθαρρύνεται ο πλουραλισμός στις θεραπευτικές μεθόδους απεξάρτησης μέσα από εναλλακτικές προσεγγίσεις και οργανισμούς (πέραν των 4 κρατικών οργανισμών θεραπείας), δεν υπάρχει συγκεκριμένη ρύθμιση για προγράμματα απεξάρτησης και μείωσης της βλάβης μέσα στα σωφρονιστικά ιδρύματα, ενώ εξακολουθεί η εμμονή στην παροχή ιδιαίτερα εξαρτησιογόνων υποκαταστάτων, αντί για ανάπτυξη προγραμμάτων κρατικά ελεγχόμενης χορήγησης ηρωίνης στους εξαρτημένους με στόχο την συντήρηση και σταδιακή απεξάρτησή τους. Αν και αποκεντρώνονται οι θεραπευτικές δομές παροχής υποκαταστάτων του ΟΚΑΝΑ μέσα από τη διάχυσή τους στο ΕΣΥ (με απόφαση του Υπουργείου Υγείας), αυτό γίνεται με ελλειπή και ασυντόνιστο τρόπο καθώς δεν αναπτύσσονται παράλληλα κατάλληλες δομές ψυχοκοινωνικής υποστήριξης και επανένταξης, τα νοσοκομεία στερούνται εξειδικευμένου προσωπικού και κατάλληλων υποδομών, ενώ τα κονδύλια που προορίζονται για πρόληψη και απεξάρτηση συνεχώς μειώνονται. Αν και θεωρούμε ότι το νομοσχέδιο για το νέο Κώδικα Ναρκωτικών κινείται σε σωστή κατεύθυνση, πιστεύουμε ότι πρέπει να γίνει μια πιο ολοκληρωμένη, επιστημονικά επικαιροποιημένη, προσέγγιση ακολουθώντας τις παρακάτω προτάσεις: 1. Κατηγοριοποίηση των ουσιών και αντιμετώπιση της εξάρτησης τους στα πλαίσια της μείωσης τη βλάβης, με βάση την επικινδυνότητα τους. 2. Περαιτέρω εξορθολογισμός των ποινών τιμωρίας του βασικού εγκλήματος της διακίνησης, κατά τα πρότυπα της Απόφασης – πλαίσιο του Συμβουλίου της 25ης Οκτωβρίου 2004 (2004/757/ΔΕΥ). 3. Θέσπιση αντικειμενικών κριτηρίων αθωότητας που δικαιολογούν τη προσωπική χρήση (όπως όρια ποσότητας της κάθε επί μέρους ναρκωτικής ουσίας, αριθμός φυτών κάνναβης, αλλά και ο βαθμός βλαπτικότητας της κάθε ναρκωτικής ουσίας και ιδιαίτερα η κατηγορία στην οποία ανήκει). 4. Αποποινικοποίηση της καλλιέργειας 5 θηλυκών φυτών κάνναβης ανά άτομο για προσωπική χρήση. 5. Την ελεγχόμενη από το Κράτος διάθεση κάνναβης, μέσα από τη λειτουργία συλλόγων (κλαμπ μελών) για συλλογική, μη-κερδοσκοπική, καλλιέργεια κάνναβης για προσωπική (θεραπευτική ή ευφορική) χρήση, αλλά και ειδικών φαρμακείων όπου θα παρέχουν, κατόπιν ιατρικής συνταγής, την κάνναβη για προσωπική χρήση. 6. Τη νομιμοποίηση της κάνναβης για ιατρικούς και θεραπευτικούς σκοπούς. 7. Τη νομιμοποίηση της καλλιέργειας κλωστικής κάνναβης για κατασκευαστικούς και βιομηχανικούς σκοπούς, σύμφωνα με τους ισχύοντες κανονισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η μαζική και συστηματική παραγωγή της κλωστικής κάνναβης, όπως έχει αποδείξει και σχετική μελέτη των ΕΘΙΑΓΕ – Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών (2000), μπορεί να έχει σπουδαία αποτελέσματα για την τόνωση της ελληνικής οικονομίας και της υπαίθρου. 8. Τον άμεσο διαχωρισμό (και αποποινικοποίηση) των προϊόντων από κλωστική κάνναβη, ή άλλων υποπροϊόντων του φυτού της κάνναβης για διατροφική και βιομηχανική χρήση. 9. Την δημιουργία κέντρων ελεγχόμενης- κλινικής χορήγησης οπιούχων στους εξαρτημένους, αλλά και καινοτόμων προγραμμάτων απεξάρτησης, επανένταξης και μείωσης της βλάβης, όχι μόνο από τους 4 εγκεκριμένους Κρατικούς οργανισμούς θεραπείας, αλλά και από άλλους οργανισμούς σε συνεργασία με το Δημόσιο κατά τα πρότυπα πολλών Ευρωπαϊκών χωρών (Ελβετία, Πορτογαλία, κλπ), που να καλύπτονται από όλους τους ασφαλιστικούς φορείς ή να παρέχονται δωρεάν μέσα από τις δομές του Εθνικού Συστήματος Υγείας (ΕΣΥ). 10. Ανάπτυξη περισσότερων προγραμμάτων δωρεάν πρωτοβάθμιας περίθαλψης και υγειονομικής φροντίδας εξαρτημένων χρηστών, καθώς και περισσότερων κέντρων απεξάρτησης κρατουμένων. [1] http://www.emcdda.europa.eu//html.cfm//index99321EN.html?#T1 [2] http://www.dsvol.gr/_Portal/Documents/nomothesia/3727.pdf [3] http://eur-lex.europa.eu/LexUriServ/LexUriServ.do?uri=CELEX:32004F0757:EL:HTML [4] http://www.dsanet.gr/Epikairothta/Nomothesia/n3459_06.htm