• Σχόλιο του χρήστη 'Π. Ν. Εισαγγελέας Πρωτοδικών' | 16 Δεκεμβρίου 2011, 13:21

    Η παρ. 2 μπορεί από τώρα να ονομαστεί και ως "διάταξη Ψωμιάδη", αφού προφανώς τα παθήματα από τη συγκεκριμένη υπόθεση είχαν κατά νου για να τη θεσπίσουν! Εδώ όμως θέλει προσοχή: η πρόβλεψη για άμεση απόφαση επί της διαφωνίας ανακριτή - εισαγγελέα από το Τριμελές Πλημμελειοδικείο δεν είναι καταρχήν εσφαλμένη, πλην όμως, σε κάποιες περιπτώσεις, η έκδοση αποφάσεως την ίδια ημέρα (: όπως προβλέπεται) είναι αληθινά ανέφικτη και θα οδηγήσει σε εν θερμώ και προφανώς άδικες λύσεις. Σε τεράστιες δικογραφίες πράγματι η ψύχραιμη μελέτη και δίκαιη κρίση επί της διαφωνίας θα είναι ανύπαρκτη, όπως ορθά επισημαίνει ο "Πρωτοδίκης", στο βαθμό μάλιστα που δεν θα υπάρχει καν αιτιολογημένη γραπτή πρόταση του Εισαγγελέα. Εξάλλου, η διατύπωση προφορικής προτάσεως από τον Εισαγγελέα και η απουσία διαδίκων στα πλαίσια της συγκεκριμένης διαδικασίας (: όπως ακριβώς προβλέπεται στην παρ. 2) συνιστά παραβίαση του άρθρου 6 της ΕΣΔΑ (βλ. την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου στην υπόθεση Γιοσάκης κατά Ελλάδας, 12.02.2009, ως προς την αδυναμία εμφανίσεως των διαδίκων στο συμβούλιο που κρίνει τη διαφωνία μεταξύ ανακριτή και εισαγγελέα ως προς την προσωρινή κράτηση). Εδώ, δηλαδή, αντί να εναρμονίζουμε το εσωτερικό νομοθετικό πλαίσιο με τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, θεσπίζουμε διάταξη που είναι ακριβώς αντίθετη στα πορίσματα της νομολογίας του ΕΔΔΑ! Και το λέω αυτό γιατί στην υπόθεση Γιοσάκης κατά Ελλάδας το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο καταδίκασε την Ελλάδα, επειδή στη νομολογιακή πρακτική είχε επικρατήσει η αντίληψη να μην επιτρέπεται η εμφάνιση των διαδίκων στο συμβούλιο που κρίνει διαφωνία ανακριτή-εισαγγελέα για την προσωρινή κράτηση, χωρίς να υπάρξει αντίστοιχη νομοθετική απαγόρευση. Τώρα όχι μόνο αγιάζουμε την πρακτική αυτή (: εξαιτίας της οποίας καταδικάστηκε η χώρα μας), αλλά την προβλέπουμε ρητά με νομοθετική διάταξη!!! Νομίζω ότι ποτέ άλλοτε ο έλληνας νομοθέτης δεν έχει δείξει τέτοια περιφρόνηση στη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, αφού κάθε φορά που το τελευταίο μας καταδίκαζε για ένα ζήτημα, υπήρχε, έστω καθυστερημένα, μία νομοθετική ανταπόκριση (βλ. π.χ. κάποιες διατάξεις του ν. 3346/2005). Άραγε είναι συνειδητή η συγκεκριμένη νομοθετική στάση, ή απλώς κάποιοι στο υπουργείο αγνοούν τη νομολογία του ΕΔΔΑ; Τέλος, "εντυπωσιακή" είναι η πρόβλεψη του εδαφίου β΄ της παρ. 2 περί υποχρεώσεως του ανακριτή για άμεση έκδοση εντάλματος συλλήψεως του κατηγορουμένου μέχρι να επιλυθεί η διαφωνία από το Τριμελές Πλημμελειοδικείο. ΕΡΩΤΑΤΑΙ: Αν ο ανακριτής ήταν εκείνος που θεωρούσε ότι ο κατηγορούμενος όχι μόνο δεν είναι ύποπτος φυγής (που δικαιολογεί την έκδοση εντάλματος συλλήψεως), αλλά δεν υπάρχουν καν ενδείξεις ενοχής σε βάρος του (: και έτσι είχε τη γνώμη ότι δεν πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του μέτρα δικονομικού καταναγκασμού σε αντίθεση με τον εισαγγελέα που είχε προτείνει την προσωρινή κράτηση), πως ακριβώς είναι υποχρεωμένος να εκδώσει τώρα αμέσως ένταλμα συλλήψεως σε βάρος του μέχρι να επιλυθεί η διαφωνία. Μια τέτοια ενέργεια δεν νοθεύει τη δικαστική του συνείδηση; Πως μπορεί να υποχρεώνεται νομοθετικά να εκδίδει ένταλμα συλλήψεως (: που ως προϋπόθεση έχει την ύπαρξη ενδείξεων ενοχής και του στοιχείου του υπόπτου φυγής), όταν ο ίδιος πιστεύει για τον κατηγορούμενο ότι αυτά τα στοιχεία δεν συντρέχουν. Μια τέτοια ρύθμιση μπορεί να θεωρηθεί συνταγματική; Δυστυχώς όλα αυτά οδηγούν σε παρά φύσει βιασμό της Ποινικής Δικονομίας και των όσων μέχρι τώρα είχαμε διδαχθεί από τους παλαιότερους (Τσουκαλά, Μπουρόπουλο, Ζησιάδη) στο βωμό μιας υποθέσεως που εξακολουθεί να απασχολεί την κοινή γνώμη και τίποτα παραπάνω...