• Σχόλιο του χρήστη 'Ευρωπαϊκό Δίκτυο κατά της Βίας' | 1 Σεπτεμβρίου 2021, 15:13

    Στο Άρθρο 950 ΚΠολΔ: Α. Να προστεθεί παράγραφος 3, διαμορφωμένη ως εξής: «Το Δικαστήριο που ρυθμίζει το δικαίωμα της προσωπικής επικοινωνίας του γονέα με το τέκνο απειλεί και αυτεπάγγελτα, σε βάρος του δικαιούχου της επικοινωνίας γονέα, σε περίπτωση μη τήρησης των όρων της δικαστικής απόφασης ή καταχρηστικής άσκησης του δικαιώματος επικοινωνίας, για κάθε παράβαση, χρηματική ποινή έως δέκα χιλιάδες (10,000.00) ευρώ και προσωρινή κράτηση έως ένα (1) έτος.» Β. Στην παρ. 2, συστήνεται έντονα ΝΑ ΑΠΑΛΕΙΦΘΕΙ η φράση: «Η παρεμπόδιση του δικαιώματος της προσωπικής επικοινωνίας του γονέα με το τέκνο βεβαιώνεται με έκθεση δικαστικού επιμελητή, ο οποίος παρευρίσκεται κατά τον ορισθέντα χρόνο έναρξης της επικοινωνίας». ΕΑΝ ΟΜΩΣ ΔΕΝ ΑΠΑΛΕΙΦΘΕΙ, απαιτείται να προστεθούν ασφαλιστικές δικλείδες, ειδικά για τις υποθέσεις στις οποίες υπάρχει υπόνοια ή ενδείξεις ενδοοικογενειακής βίας ή/και άλλης μορφής βίας που καλύπτεται από το πεδίο εφαρμογής της Σύμβασης της Κων/πολης (Ν.4531/2018) από τον δικαιούχο της επικοινωνίας εναντίον του άλλου γονιού και/ή του/των τέκνου/-ων. Πρέπει, επομένως, να προστεθεί ξεχωριστή παράγραφος, υπ. αρ. 4α, β και γ, διαμορφωμένη ως εξής: «4. α) Η παρεμπόδιση ή μη του δικαιώματος της προσωπικής επικοινωνίας του γονέα με το τέκνο της παρ. 2, καθώς και η τήρηση ή μη των όρων επικοινωνίας της παρ. 3 από τον δικαιούχο επικοινωνίας, δύναται να βεβαιώνεται με διαπιστωτική έκθεση δικαστικού/-ής επιμελητή/-ριας, ο/η οποίος/-α παρευρίσκεται κατά τον ορισθέντα χρόνο έναρξης ΚΑΙ λήξης της επικοινωνίας και, εφόσον απαιτείται, συνεπικουρείται από εξειδικευμένο/-η τεχνικό/-ή σύμβουλο. β) Εάν, η διαπίστωση προϋποθέτει επιστημονικές γνώσεις (π.χ. λόγω της μικρής ηλικίας ή άλλων ατομικών χαρακτηριστικών του/των τέκνου/-ων ή του/των γονέα/-ων), τότε, ο/η δικαστικός/ή επιμελητής/-ρια συνεπικουρείται από εξειδικευμένο/-η τεχνικό/-ή σύμβουλο, ο/η οποίος/-α διαθέτει τις γνώσεις αυτές (π.χ. παιδοψυχολόγο/ψυχίατρο, κοινωνική/-ό λειτουργό, διερμηνέα, διερμηνέα νοηματικής γλώσσας) που ορίζεται από τον/την δικαστικό/-ή επιμελητή/-ρια, έχει την αρμοδιότητα της εξακρίβωσης των πραγματικών περιστατικών και συντάσσει τη διαπιστωτική έκθεση, παρουσιάζοντας τα πραγματικά γεγονότα με αντικειμενικό τρόπο. γ) Οι δικαστικοί επιμελητές/-τριες, εφόσον κληθούν, οφείλουν να συντάξουν διαπιστωτική Έκθεση που να καλύπτει και τους δύο χρόνους (έναρξη και λήξη της επικοινωνίας) και να είναι άκρως αναλυτική ως προς τις ιδιαιτερότητες της κάθε περίπτωσης, καταγράφοντας λεπτομερώς τις συμπεριφορές και μη λεκτικές εκφράσεις και αυτολεξεί τις λεκτικές εκφράσεις κάθε μέρους, δηλαδή κάθε τέκνου και κάθε γονιού, καθώς και τις μεταξύ τους αλληλεπιδράσεις. Τα ίδια ισχύουν και για τη σύνταξη της διαπιστωτικής Έκθεσης από τεχνικό σύμβουλο που έχει ορίσει ο/η δικαστικός/-ή επιμελητής/-ρια.» Στην Αιτιολογική Έκθεση να διευκρινιστεί: • Για το σημείο 4α: πρόκειται για την διαπιστωτική έκθεση που περιγράφεται στο Άρ. 1, παρ. 2, σημείο γ του Κώδικα Δικαστικών Επιμελητών (Ν.2318/1995), όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 27 του Ν. 4745/2020. • Για το σημείο 4β: ο ορισμός τεχνικού συμβούλου από τον/την δικαστικό/-ή επιμελητή/-ρια σε υποθέσεις που, για τη διαπίστωση, απαιτούνται ειδικές, τεχνικές ή επιστημονικές, γνώσεις προβλέπεται στην αιτιολογική έκθεση του Ν. 4745/2020, για το άρ. 27 (βλ. https://www.taxheaven.gr/circulars/34076/sxedio-nomoy-aitiologikh-ekoesh και https://odee.gr/el/arthro-1-toy-kod-dik-epimeliton-kai-eisigitiki-ekthesi). Γ. Να προστεθεί τελευταία παράγραφος (υπ. αρ. 4 ή 5, ανάλογα με την απάλειψη ή μη, της πρόβλεψης για σύνταξη διαπιστωτικής έκθεσης-βλ. σημείο Β), διαμορφωμένη ως εξής: «Εξαιρείται από τις ανωτέρω ρυθμίσεις κάθε υπόθεση στην οποία υπάρχει υπόνοια ή ενδείξεις ενδοοικογενειακής βίας ή άλλης μορφής βίας που καλύπτεται από το πεδίο εφαρμογής της Σύμβασης της Κων/πολης (Ν.4531/2018). Για αυτές τις υποθέσεις αναστέλλεται κάθε υποχρέωση τήρησης των όρων της δικαστικής απόφασης που αφορά τη ρύθμιση της επικοινωνίας του φερόμενου ως δράστη γονέα με ΟΛΑ τα τέκνα του (τα οποία μπορεί να προέρχονται και από διαφορετικές/-ούς συντρόφους). Η αναστολή ισχύει από την ημερομηνία υποβολής της μήνυσης (ή της αυτεπαγγέλτως σχηματισθείσας δικογραφίας) έως την έκδοση αμετάκλητης, αθωωτικής, απόφασης. Εναλλακτική ρύθμιση είναι δυνατή μόνο κατόπιν αξιολόγησης κινδύνου και ατομικής αξιολόγησης των παιδιών-θυμάτων/μαρτύρων και των ενήλικων θυμάτων που διεξάγονται από τις δομές που προβλέπονται στο Άρ. 22, παρ. 3 της Οδηγίας 2012/29/ΕΕ (Ν.4478/2017) για τον προσδιορισμό ειδικών αναγκών προστασίας. Αποκλειστικά και μόνο για όσες υποθέσεις αξιολογούνται ως χαμηλής επικινδυνότητας για όλα τα θύματα και για τα παιδιά-μάρτυρες, μπορεί με απόφαση δικαστηρίου, να διαταχθεί επικοινωνία μόνο υπό την εποπτεία εξειδικευμένου/-ης επαγγελματία ψυχικής υγείας ή κοινωνικής πρόνοιας (ΟΧΙ υπό την εποπτεία του άλλου γονιού ή προσώπου της επιλογής του). Ο/η επαγγελματίας που εποπτεύει την επικοινωνία οφείλει, ανά τακτά χρονικά διαστήματα, να συντάσσει και να υποβάλλει Εκθέσεις στην Αρχή που του/της ανέθεσε την εποπτεία. Στην Αιτιολογική Έκθεση να διευκρινιστεί για την τελευταία παράγραφο (4 ή 5): οι συγκεκριμένες ρυθμίσεις αποσκοπούν στην προστασία θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας (παιδιών και ενηλίκων) από επαναλαμβανόμενη θυματοποίηση, εκφοβισμό και αντίποινα και, ως εκ τούτου, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι παραβιάζουν το τεκμήριο αθωότητας του φερόμενου ως δράστη, καθώς ακολουθείται ο ορισμός της Οδηγίας 2012/29/ΕΕ, παρ. (12), όπου αναφέρεται ρητά ότι: «Τα δικαιώματα που θεσπίζονται στην παρούσα οδηγία δεν θίγουν τα δικαιώματα του δράστη. Ο όρος «δράστης» αναφέρεται σε πρόσωπο καταδικασθέν για έγκλημα. Εντούτοις, για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, αφορά επίσης ύποπτο ή κατηγορούμενο πριν από ενδεχόμενη ομολογία της ενοχής ή καταδίκη και χρησιμοποιείται με την επιφύλαξη του τεκμηρίου αθωότητας.» Επιπλέον, οι συγκεκριμένες ρυθμίσεις ευθυγραμμίζουν το Ελληνικό με το Διεθνές και Ευρωπαϊκό Δίκαιο, καθώς θέτουν σε εφαρμογή τμήμα των προβλέψεων των Άρθρων 31 (Επιμέλεια, δικαιώματα επίσκεψης και ασφάλεια) και 51 (Αξιολόγηση και διαχείριση κινδύνου) της Σύμβασης της Κων/πολης και του Άρ. 22 (Ατομική αξιολόγηση των θυμάτων για τον προσδιορισμό ειδικών αναγκών προστασίας) της Οδηγίας 2012/29/ΕΕ.