• Σχόλιο του χρήστη 'Γεωργία Σταμάτη' | 24 Δεκεμβρίου 2011, 00:31

    Με το άρθρο 33 του σχεδίου νόμου «για τη δίκαιη δίκη και την αντιμετώπιση φαινομένων αρνησιδικίας» τροποποιούνται τα άρθρα 273 και 474 του ΚΠΔ με την προσθήκη σ’ αυτά εδαφίου και παραγράφου αντίστοιχα με το εξής περιεχόμενο « Στην έκθεση ………. αναγράφεται υποχρεωτικά ο ΑΦΜ και η αρμόδια ΔΟΥ του ………… Στην περίπτωση που αυτός δεν έχει ΑΦΜ αναγράφονται υποχρεωτικά το επώνυμο και το όνομα του πατέρα του, το πατρικό και το όνομα της μητέρας του, η ημερομηνία και ο τόπος γέννησης στην Ελλάδα ή τη χώρα γέννησης στο εξωτερικό». Προτείνω η αυτή τροποποίηση να γίνει και στο άρθρο 151 του ΚΠΔ (η καλύτερη ταυτοποίηση γίνεται με τον ΑΦΜ και όχι με το ΔΑΤ το οποίο εύκολα αντικαθίσταται) βάσει του οποίου συντάσσονται όλες οι εκθέσεις που απαιτούνται από αρκετά άλλα άρθρα του ΚΠΔ (όπως τα 40, 41, 42 , 217 ΚΠΔ), ώστε να είναι δυνατή η βεβαίωση των δικαστικών εξόδων και των χρηματικών ποινών βάσει των άρθρων 588 και 553 του ΚΠΔ και στις περιπτώσεις που οι σχετικές αποφάσεις αφορούν λιπομάρτυρες και πολιτικώς ενάγοντες, ίσως και σε κάθε άλλη περίπτωση που δεν γνωρίζω. Η χρησιμότητα των παραπάνω τροποποιήσεων δεν θα έχουν ουδόλως το επιθυμητό αποτέλεσμα εάν με συγκεκριμένη παράγραφο άρθρου του ΚΠΔ, ίσως του 144, δεν οριστούν με τρόπο σαφή όλα τα στοιχεία (μεταξύ των οποίων και τα παραπάνω που προστίθενται στα άρθρα 273 και 474 ΚΠΔ) , τα οποία θα είναι υποχρεωμένοι οι γραμματείς των ποινικών δικαστηρίων να αναγράφουν στα αποσπάσματα των ποινικών αποφάσεων (και στα βουλεύματα ;) που αφορούν τους ερήμην καταδικασθέντες σε ποινή φυλάκισης, χρηματική ποινή και στα δικαστικά έξοδα. Σημειώνεται ότι το τμήμα εκτέλεσης ποινών και το αρμόδιο τμήμα κατά το άρθρο 553 ΚΠΔ για την «απότιση της ποινής σε χρήμα», στην πράξη ενεργούν μόνο με τα αποσπάσματα αποφάσεων (δεν έχουν όλη τη δικογραφία για να πάρουν τα απαραίτητα στοιχεία). Επιπλέον η παρ. 2 του άρθρου 552 ΚΠΔ δεν υλοποιείται από το γραμματέα έδρας. Εάν τροποποιηθεί η παράγραφος 2 του άρθρου 473 ΚΠΔ και η επίδοση της δήλωσης αναίρεσης γίνεται όχι στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου που αναφέρει, αλλά στο γραμματέα του Δικαστηρίου που εξέδωσε την καταδικαστική ποινική απόφαση, τότε καταργούνται 4.000 περίπου ετησίως πιστοποιητικά που εκδίδονται από το Γραμματέα της Εισαγγελίας του Αρείου, περί ασκήσεως (επιδόσεως) με την παραπάνω διαδικασία δήλωσης αναίρεσης. Έτσι επιτυγχάνεται η απλούστευση της διαδικασίας βάση της οποίας κρίνεται το αμετάκλητο των καταδικαστικών ποινικών αποφάσεων, διότι απαιτείται πλέον σε όλες τις περιπτώσεις ένα πιστοποιητικό περί ασκήσεως ή μη ενδίκων μέσων και μόνο από τον Γραμματέα του οικείου Δικαστηρίου. Επιπλέον δεν καταφθάνουν στην Εισαγγελία ΑΠ, από όλη τη χώρα, έγγραφα Δικαστικών και Δημοσίων υπηρεσιών, αλλά και συνήγοροι και διάδικοι, προκειμένου να τους χορηγηθούν τα παραπάνω χιλιάδες πιστοποιητικά.